Ο όρος συντεχνία παραπέμπει στην προ-βιομηχανική κοινωνία. Στην κοινωνία εκείνη, οι επαγγελματικοί αγώνες διεξάγονταν για τα συμφέροντα όλων όσων ασχολούνταν μ’ ένα συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας (ένα συγκεκριμένο επάγγελμα), ανεξάρτητα από κοινωνική τάξη, δηλαδή τη θέση που κατείχαν στην επαγγελματική ιεραρχία: αφεντικά ή τεχνίτες ή ανειδίκευτοι εργάτες. Το σύνολο των μελών του επαγγέλματος ονομάστηκε συντεχνία και το φαινόμενο κορπορατισμός. Η βιομηχανική επανάσταση έβαλε τέρμα στον κορπορατισμό αναδεικνύοντας ως συγγενέστερα από τα συντεχνιακά, τα ταξικά συμφέροντα. Η κοινωνική ταυτότητα και η κοινωνική αλληλεγγύη δεν είχε πλέον σχέση με το επάγγελμα, αλλά με την κοινωνική τάξη του καθενός. Τα συνδικάτα αναπτύχθηκαν σε εθνικό επίπεδο. Με τα χρόνια, ο ρόλος τους διευρύνθηκε, πέρα από την υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων. Ο συνδικαλισμός αναδείχτηκε σε παράγοντα λαϊκής συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων, δηλαδή στη συνδιοίκηση. Τα συνδικάτα και οι συνδικαλιστές έπαψαν να διώκονται. Αντίθετα, περιβλήθηκαν με αναγνώριση, σεβασμό και προνόμια για διευκόλυνση του έργου τους, ως «κοινωνικοί εταίροι». Και ξαφνικά, πριν 10~20 χρόνια, επανεμφανίζεται η λέξη «συντεχνία». Τι συνέβη άραγε;