[1]
του Radley Balko1 [2]
Οι νομοθέτες θα πρέπει
• Να σέβονται την έννοια της ατομική ευθύνης όταν εκφράζουν δημόσια πολιτική.
• Να σέβονται το δικαίωμα των Αμερικανών στο να παίρνουν οι ίδιοι τις αποφάσεις τους σχετικά με το ρίσκο και την ηθική και τις συνέπειες αυτών.
• Να αποφεύγουν τον πειρασμό του να χρησιμοποιούν την κυβέρνηση για «να μας προστατέψει από τον εαυτό μας».
Μία από τις πλέον ενοχλητικές τάσεις στην κυβερνητική επέκταση τα τελευταία 30 χρόνια είναι η συλλογή από νόμους, κανόνες και δεσμευτικές δικαστικές αποφάσεις που καταλήγουν σε ένα «Κράτος-γκουβερνάντα [3]». Αυτοί οι νόμοι και οι κανόνες αντικατοπτρίζουν το πιο υπεροπτικό πρόσωπο της κυβέρνησης. Το μήνυμά τους είναι ξεκάθαρο: οι πολιτικοί και οι γραφειοκράτες γνωρίζουν περισσότερα από σένα σχετικά με το πώς θα ζήσεις τη ζωή σου, πώς θα φροντίσεις για την υγεία σου, πώς θα μεγαλώσεις τα παιδιά σου. Ο τέως πρόεδρος Ronald Reagan [4] είχε πει: «Η κυβέρνηση υπάρχει για να μας προστατεύσει από τον διπλανό μας. Εκεί όπου η κυβέρνηση έχει ξεπεράσει τα όριά της είναι στην απόφασή της να μας προστατεύσει από τον εαυτό μας». Οι σημερινοί πατερναλιστές [5] καλά θα έκαναν να λάμβαναν υπ’ όψιν τα λόγια του Reagan.
Δυστυχώς, όμως, δεν το έχουν κάνει. Οι νομοθέτες σε όλα τα επίπεδα της κυβέρνησης έχουν δείξει μια αυξανόμενη περιφρόνηση προς την προσωπική ευθύνη και μία αυξανόμενη τάση χρησιμοποίησης της δύναμης του κράτους για να επηρεάσουν συμπεριφορές. Η κυβέρνηση σήμερα μας πιέζει να αποφεύγουμε τα ρίσκα, ακόμη και ρίσκα που πολλοί από μας συνειδητά και πρόθυμα παίρνουμε. Φαίνεται να υπάρχει μία ομοφωνία ανάμεσα σε πολλούς πατερναλιστές, σύμφωνα με την οποία αν υπάρχουν αρκετές ανακοινώσεις κοινωνικών παροχών, καμπάνιες αφύπνισης κ απόπειρες κοινωνικής μηχανικής [6], οι Αμερικανοί θα αρχίσουν να συμπεριφέρονται όπως οι πατερναλιστές επιθυμούν.
Το μεγαλύτερο, περισσότερο δαπανηρό και πιο προφανές παράδειγμα της κυβέρνησης-γκουβερνάντας εντοπίζεται στον αποτυχημένο πόλεμο [7] της Αμερικής κατά των ναρκωτικών [8]. Παρόλο που η χρήση των ναρκωτικών δεν βλάπτει άμεσα κανέναν παρά τους ίδιους τους χρήστες, εξακολουθούμε να απαγορεύουμε ορισμένα ναρκωτικά, είτε επειδή οι νομοθέτες θεωρούν πως η κυβέρνηση θα πρέπει να προστατεύσει τους χρήστες από τον εαυτό τους, είτε επειδή θεωρούν πως η χρήση των ναρκωτικών έχει επιβλαβείς συνέπειες στο σύνολο της κοινωνίας, ή στη «δημόσια υγεία».
Φυσικά οι επιβλαβείς συνέπειες της χρήσης των ναρκωτικών σε μεγάλο βαθμό προκύπτουν ακριβώς εξαιτίας της κυβερνητικής παρέμβασης. Δεν είναι η χρήση των ναρκωτικών καθεαυτή που έχει μετατρέψει το εσωτερικό των πόλεων σε πολεμικές ζώνες. Η απαγόρευση της χρήσης των ναρκωτικών ουσιών είναι που έχει κάνει την πώληση αυτών τόσο επικερδή και κατά συνέπεια μια ελκυστική επένδυση για το εγκληματικό στοιχείο και έναν ελκυστικό τρόπο ζωής για ανθρώπους με περιορισμένες προοπτικές. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τον αντίκτυπο της κατάχρησης των ναρκωτικών στο σύστημα υγείας. Αν ο καθένας από εμάς ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος για την περίθαλψή του, μόνο οι χρήστες των ναρκωτικών θα υπέμεναν τις συνέπειες των συνηθειών τους. Εξαιτίας του οιονεί δημοσίου συστήματος υγείας μας, τα κόστη της κατάχρησης των ναρκωτικών μεταβιβάζονται και στο υπόλοιπο του πληθυσμού.
Η ίδια φιλοσοφία που εδραίωσε η κυβέρνηση στον πόλεμο των ναρκωτικών έχει επιτρέψει στις επόμενες προσπάθειες του κράτους-γκουβερνάντα να ανθίσουν. Από τη στιγμή που είμαστε άνετοι με τον κυβερνητικό έλεγχο που ασκείται πάνω στο τι φαρμακευτικές ουσίες μας επιτρέπεται να βάζουμε μέσα στο σώμα μας, δεν είναι δύσκολο να υπάρξει και επιχειρηματολογία υπέρ περιορισμών, νομοθεσιών και ελέγχων σε καπνό και αλκοόλ. Και από το σημείο εκείνο η κυβέρνηση μπορεί να παραθέσει, όπως και έχει κάνει, τις συνέπειες της παχυσαρκίας στη «δημόσια υγεία» σαν λόγο για να επεκτείνει τα πλοκάμια της μέσα στα ψυγεία και τα πιάτα μας. Μάλιστα, από τη στιγμή που οι νομοθέτες δέχονται την έννοια μιας «δημόσιας υγείας» που βρίσκεται σε ανάγκη για προστασία και περιποίηση από την κυβέρνηση, μπορούν άνετα να δώσουν στο κράτος διεισδυτικό έλεγχο πάνω σε κάθε σχεδόν έκφανση της ζωής μας- από το να μας επιβάλουν να φοράμε ζώνη ασφαλείας, στο να μας λένε ποια ρίσκα θα πρέπει να επιτρέπουμε στα παιδιά μας να παίρνουν, στο να μας λένε ποια φαγητά θα πρέπει να τρώμε και πόσο πολύ και πόσο συχνά θα πρέπει να τα τρώμε.
Μερικά μόνο παραδείγματα από το διογκούμενο Κράτος-Γκουβερνάντα:
• Κάθε Πολιτεία εκτός μίας απαιτεί πλέον από τους αυτοκινητιστές να φοράνε ζώνη ασφαλείας.
• Όλες εκτός από τρεις Πολιτείες απαιτούν πλέον από τους μοτοσικλετιστές να φορούν κράνη.
• Έπειτα από εκατοντάδες χρόνια χρήσης από ανθρώπους, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απαγόρευσε τη διεγερτική εφέδρα [9] το 2004. Παρά την ευρέως διαδεδομένη χρήση της, η εφέδρα έχει συνδεθεί αόριστα με μόλις 100 περίπου θανάτους (μια πρόσφατη μελέτη [10] της μη κερδοσκοπικής δεξαμενής σκέψης RAND [11] την έχει εμπλέξει σε μόλις δύο).
• Το Ινστιτούτο Δημόσιας Πολιτικής Reason [12] έχει συντάξει μια λίστα από προϊόντα και δραστηριότητες που έχουν πρόσφατα απαγορευτεί από τοπική, πολιτειακή ή ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Συμπεριλαμβάνονται ερωτικά βοηθήματα, γυμνός χορός, στριπ-κλαμπ, διαφημίσεις μπύρας, snowmobiles, οχήματα παντός εδάφους, «pocket bikes», βεσπάκια, εξωτικά κατοικίδια και το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους.
• Το 2000 η Εθνική Επιτροπή Προστασίας του Καταναλωτή (CPSC [13]) πρότεινε την απαγόρευση ενός τύπου καθίσματος μπάνιου για βρέφη, όχι επειδή το προϊόν δεν ήταν ασφαλές, αλλά επειδή παραήταν ασφαλές, κάτι που η Επιτροπή θεώρησε πως θα παρέσερνε τους γονείς σε μια λανθασμένη αίσθηση ασφάλειας.
• Το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας στις Μεταφορές (NTSB [14]) πρότεινε οι γονείς να πρέπει να αγοράζουν επιπλέον αεροπορικά εισιτήρια για τα βρέφη και αυτά να ασφαλίζονται σε παιδικά καθίσματα ασφαλείας, παρά το γεγονός ότι το NTSB μπορούσε να προσδιορίσει μόλις τρεις υποθέσεις τα τελευταία 20 χρόνια στις οποίες η υπακοή ενός τέτοιου κανόνα θα μπορούσε να έχει σώσει τη ζωή ενός βρέφους. Το κόστος ενός επιπλέον εισιτηρίου ενδέχεται επίσης να πείσει έναν γονιό να οδηγήσει, κάτι που είναι πιο επικίνδυνο από το να πετάξει με το αεροπλάνο.
Η λίστα συνεχίζεται. Φαίνεται να μην υπάρχει κάποια έκφανση της ζωής, πάνω στην οποία η κυβέρνηση δεν έχει μια άποψη σχετικά με το πώς θα πρέπει να ζήσουμε και δεν αισθάνεται την υποχρέωση να μας βοηθήσει να ζήσουμε σωστά- μέσω έμμεσων φόρων, φοροαπαλλαγών, νομοθεσιών, περιορισμών στη διαφήμιση, πολεοδομικών ζωνών, ή σαφών περιορισμών.
Σήμερα έχουμε καλά χρηματοδοτούμενες και με επαρκές προσωπικό εταιρίες των οποίων μοναδική αποστολή είναι να αποθαρρύνουν τους Αμερικανούς από τη χρήση αλκοόλ και καπνού. Η θέσπιση ή η αύξηση ήδη υπαρχόντων φόρων τόσο σε αλκοόλ όσο και σε τσιγάρα κερδίζει ξανά έδαφος στις πολιτειακές νομοθεσίες, ιδιαίτερα σε Πολιτείες που αντιμετωπίζουν κρίση στον προϋπολογισμό τους. Το 2004 το Αμερικανικό Τμήμα Δικαιοσύνης [15] (DOJ) άσκησε διώξεις εναντίον δύο καλιφορνέζων παραγωγών πορνό και δήλωσε δημόσια πως σχεδιάζει να ασκήσει διώξεις εναντίον και άλλων. Από το 2000 το DOJ έχει επίσης με επιθετικό τρόπο καταδιώξει εταιρίες διαδικτυακού τζόγου, φτάνοντας στο σημείο να απειλήσει με διώξεις εταιρίες που εκδίδουν πιστωτικές κάρτες, εταιρίες πληρωμής μέσω του Διαδικτύου, όπως είναι η Paypal [16], και διαφημιστές, σε περίπτωση που συνεργαστούν με ιστοσελίδες τζόγου. Ομοσπονδιακοί εισαγγελείς έχουν τελευταία επιτείνει τις προσπάθειες να επιβάλουν νόμους ενάντια στην πορνεία, την ιατρική χρήση μαριχουάνας [17], τα συνταγογραφούμενα αναλγητικά, και την ιατρικώς υποβοηθούμενη αυτοκτονία-όλα τους εγκλήματα δίχως θύματα.
Η τελευταία σταυροφορία του κράτους-γκουβερνάντα φέρνει τους Αμερικανούς ακόμη πιο κοντά στην κυβέρνησή τους, εισάγοντας το κράτος στο στόμα μας, τα τηγάνια μας, την περιφέρεια της μέσης μας. Αποκρινόμενοι σε ένα χείμαρρο αναφορών από τα Μ.Μ.Ε. ότι οι Αμερικανοί και συγκεκριμένα οι ανήλικοι παχαίνουν, οι πατερναλιστές προωθούν την θέσπιση νέων κυβερνητικών προγραμμάτων, νομοθεσιών και μέτρων που σκοπό έχουν να πείσουν, να ενθαρρύνουν, ή κατηγορηματικά να εξαναγκάσουν να τρώμε σωστά και να γυμναζόμαστε τακτικά. Ορισμένα από αυτά τα μέτρα είναι αβλαβή, όπως οι προωθούμενες από την κυβέρνηση καμπάνιες «αφύπνισης του κοινού». Άλλα είναι περισσότερο προβληματικά, συμπεριλαμβανομένων των «φόρων πάχους» σε φαγητά με πολλές θερμίδες, των συλλογικών αγωγών εναντίον παραγωγών τροφίμων και των περιορισμών στο μέγεθος των μερίδων σε εστιατόρια. Και η πλέον δαπανηρή πρόταση σχετικά με την παχυσαρκία δεν ψηφίστηκε καν από νομοθέτες. Η πρόσφατη απόφαση του Μedicare [18] να εξετάσουν την προοπτική να καλύψουν τις θεραπείες για την παχυσαρκία, θα σημαίνει πως θα ζητηθεί από τους Αμερικανούς φορολογούμενους να πληρώσουν τις δίαιτες, τη διατροφική συμβουλευτική, ακόμα και την εγχείρηση «σμίκρυνσης στομάχου» περίπου 20-25 εκατομμυρίων ανθρώπων, αριθμός ο οποίος ενδέχεται να διπλασιαστεί στην περίπτωση που το Medicaid [19] ακολουθήσει το παράδειγμα του Medicare.
Το σκεπτικό του κράτους-γκουβερνάντα επεκτείνεται πέραν των κομματικών γραμμών. Ο Αντιπρόεδρος Al Gore [20] είχε κάποτε πει πως η κυβέρνηση δεν πρέπει να επιβλέπει τη ζωή μας, αλλά «να λειτουργεί περισσότερο σαν παππούς, με την λογική ότι οι παππούδες είναι επιφορτισμένοι με την γαλούχηση». Αν και ο πρόεδρος Bush [21] έχει τουλάχιστον έμμεσα φανερώσει την επιθυμία να δώσει περισσότερο έλεγχο στους Αμερικανούς πάνω στη ζωή τους, λίγα έχει προσφέρει υπό την έννοια της ενεργούς πολιτικής. Ο Andrew Card [22], ο υπεύθυνος του επιτελείου του, έχει δηλώσει πως ο πρόεδρος Bush «βλέπει την Αμερική, όπως βλέπουμε ένα 10χρονο παιδί». Παρά την υπεράσπιση μιας «κοινωνίας ιδιοκτησίας», ο Πρόεδρος αφιέρωσε περισσότερο χρόνο το 2004 στην ετήσια αναγγελία του για την πορεία της χώρας (State of the Union [23]) στην καταπολέμηση των στεροειδών, απ’ ότι για παράδειγμα στο να δώσει στους Αμερικανούς την ιδιοκτησία των συνεισφορών τους δημόσιας ασφάλισης.
Οι νομοθέτες θα πρέπει να σέβονται τον έλεγχο που έχουν οι Αμερικανοί πολίτες πάνω στη δική τους ζωή. Χρειάζεται να αναθεωρήσουμε την ιδέα της «δημόσιας υγείας», έτσι ώστε να περιλαμβάνει μόνο σοβαρές απειλές στη δημόσια ασφάλεια, απειλές όπως είναι οι θανατηφόρες ασθένειες ή η τρομοκρατία με χημικά ή βιολογικά όπλα-απειλές ενώπιον των οποίων κανείς δεν θα εξέθετε εκούσια τον εαυτό του.
Ατομικά οι Αμερικανοί θα παίρνουν καλύτερες αποφάσεις σχετικά με τα ρίσκα και τον τρόπο ζωής τους όταν οι ίδιοι και μόνον οι ίδιοι θα φέρουν τις συνέπειες αυτών τους των αποφάσεων. Φυσικά το αν μια απόφαση είναι ορθή ή λανθασμένη είναι υποκειμενικό και αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο οι προσωπικές μας αποφάσεις θα πρέπει να είναι υπεράνω της κυβερνητικής επίβλεψης. Πιο συγκεκριμένα, το τι τρώμε, τι πίνουμε ή τι με οποιονδήποτε τρόπο βάζουμε μέσα στο σώμα μας, το τι κάνουμε με το σώμα μας, οι άνθρωποι με τους οποίους επιλέγουμε να κοιμηθούμε και ο τρόπος με τον οποίον επιλέγουμε να κοιμηθούμε μαζί τους, και τι ρίσκα με την υγεία μας, την ασφάλειά μας ή τα οικονομικά μας επιλέγουμε να πάρουμε, πολύ απλά δεν αποτελούν εύλογες ανησυχίες του κράτους. Μόλις η κυβέρνηση απλώς αφήσει τα ζητήματα αυτά στην ευχέρεια των ίδιων των Αμερικανών, η ευθύνη των σχετικών με ρίσκα και με ηθική αποφάσεων και οι συνέπειές τους, θα περιοριστεί στα υποκείμενα. Μόνο όποτε η κυβέρνηση εμπλέκεται, τα κόστη των ρίσκων επεκτείνονται και στο υπόλοιπο του πληθυσμού.
Ήρθε η ώρα να απωθήσουμε το κράτος-γκουβερνάντα. Οι νομοθέτες θα πρέπει να αφήσουν τους Αμερικανούς να ζήσουν τη ζωή τους όπως επιθυμούν, από τη στιγμή που δεν βλάπτουν κάποιον άλλο. Θα πρέπει να λάβουν υπ’ όψιν τα λόγια του τέως Προέδρου Reagan και να αφοσιωθούν στην προστασία των Αμερικανών από τρομοκράτες και εγκληματίες αντί να σπαταλάνε χρόνο, χρήμα και πόρους για να προστατεύσουν τους Αμερικανούς πολίτες από τον εαυτό τους.
——————————————————————-
Προτεινόμενη Βιβλιογραφία:
• Balko, Radley. ‘‘It’s the Parents, Stupid. [24]’’ Tech Central Station, July 13, 2004.
• Balko, Radley. ‘‘Post-Reductio America.’’ Tech Central Station, November 19, 2003.
• Boaz, David. ‘‘Obesity and ‘Public Health?’ [25]’’ Cato Institute Daily Commentary, July 20, 2004.
• Niskanen, William. ‘‘The Nanny State Strikes Again. [26]’’ FoxNews.com, December 26, 2003.
• Niskanen, William. ‘‘Obesity and Medicare. [27]’’ Cato Institute Daily Commentary, July 17, 2004.
• Sullivan, Andrew. ‘‘The Nanny in Chief. [28]’’ Time, February 2, 2004.
• Volokh, Eugene. ‘‘Obscenity Crackdown: What Will the Next Step Be? [29]’’ Cato Institute TechKnowledge, April 12, 2004.
Υποσημειώσεις:
- Το παρών άρθρο αρχικά εμφανίστηκε στην έκτη έκδοση του Cato Handbook on Policy [30] (2005) και αναδημοσιεύεται στα πλαίσια της συνεργασίας του e-Rooster με το Ινστιτούτο Cato. Η μετάφραση του πρωτότυπου [31], για λογαριασμό του e-Rooster, έγινε από την Κλειώ Νικολοπούλου [↩ [32]]