Τα Μέσα είναι ο καθρέφτης
Δεκ 1st, 2008 | Χαρίδημος Τσούκας| Κατηγορία: Χαρίδημος Τσούκας | Email This Post | Print This Post |Είναι πασίγνωστη η αποφθεγματική ρήση του Καναδού θεωρητικού των ΜΜΕ Μάρσαλ ΜακΛούαν, «το Μέσον είναι το μήνυμα». Πρόκειται για έναν πνευματώδη αφορισμό, που επιδέχεται πολλές αναγνώσεις. Σε μια χώρα που δεν φημίζεται για την ποιότητα των τηλεοπτικών Μέσων, η ρήση του ΜακΛούαν μπορεί να εκληφθεί και ως συνοπτική περιγραφή της σημερινής Ελλάδας: ο τηλεοπτικός μας λόγος επί το πλείστον αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα μιας κατακερματισμένης κοινωνίας, στην οποία δεν υπάρχουν αυτονόητοι κανόνες απαιτητικού επαγγελματισμού, αμοιβαιότητας, και διαλογικής συν-ύπαρξης. Τα Μέσα είναι ο καθρέφτης μας.
Ανήμερα της πρόσφατης επετείου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, η μεσονύκτια εκπομπή διακεκριμένου δημοσιογράφου σε μεγάλο ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό είναι αφιερωμένη στα πανεπιστήμια. Πληθώρα σχετικών και άσχετων έχουν προσκληθεί (συνολικά 14! – 10 με φυσική παρουσία, 4 με σύνδεση), μεταξύ των οποίων ένας κριτικός κινηματογράφου και ένας παρουσιαστής πρωινής εκπομπής του Σαββατοκύριακου.
Η εκπομπή αρχίζει με ένα δήθεν ρεπορτάζ. Πρώτα παρουσιάζεται η θέση μερικών ελλαδικών πανεπιστημίων σε διεθνείς πίνακες κατάταξης. Η παρουσίαση δεν λέει τίποτα στον αδαή (τι είναι αυτοί οι πίνακες, τι μετρούν, πώς το μετρούν), ο συντονιστής όμως όχι μόνον δεν εμβαθύνει αλλά διατυπώνει κατά κανόνα σαρκαστικά σχόλια σε βάρος των πανεπιστημίων. Κατασκευάζεται βαθμιαία ένα αρνητικό «πλαίσιο λόγου», το οποίο κορυφώνεται με την παράθεση στοιχείων για ανενεργούς φοιτητές και την προβολή τηλεοπτικών σκηνών, στις οποίες τραμπούκοι φοιτητές χτίζουν τις πόρτες γραφείων καθηγητών, καταλαμβάνουν πανεπιστημιακά κτίρια και προπηλακίζουν πρυτανικές Αρχές.
Το «ρεπορτάζ» είναι κατάφωρα μεροληπτικό. Δεν είναι ότι τα προβαλλόμενα στοιχεία δεν είναι αληθινά (δυστυχώς είναι!) αλλά, για ένα υποτιθέμενο ρεπορτάζ, είναι υπερβολικά μονομερή και η αφήγηση που τα συνδέει ανεπίτρεπτα μονόπλευρη. Ποικίλα αίσχη διαπράττονται στα πανεπιστήμιά μας, αλλά η πανεπιστημιακή ζωή δεν απαρτίζεται μόνο από ανενεργούς ή τραμπούκους φοιτητές, ούτε μόνο από λαθρεπιβάτες ή αδιάφορους καθηγητές, ούτε μόνο από καταλήψεις ή βιαιοπραγίες. Ενα καλό ρεπορτάζ οφείλει να είναι ευρύχωρο και πολυφωνικό, να αποτυπώσει τις αγωνίες και τους προβληματισμούς της πανεπιστημιακής κοινότητας, να αναζητήσει όχι μόνο τις ακραίες εκφάνσεις της πραγματικότητας που περιγράφει αλλά και τις αποχρώσεις της.
Το αρνητικό «ρεπορτάζ» δημιουργεί την καύσιμη ύλη για την επιθυμητή ανάφλεξη, η οποία, κατά το ισχύον τηλεοπτικό πρότυπο, εικάζεται ότι θα κρατήσει το ενδιαφέρον των νυσταγμένων τηλεθεατών. Ο κριτικός κινηματογράφου προσφέρει τον σπινθήρα -αρπάζει πρώτος το λόγο και ξεσπά σε ένα λαϊκιστικό παραλήρημα κατά των πολιτικών. Κλινικά ενδιαφέρουσα περίπτωση ο λόγος του, κινείται εκτός θέματος, βρίζει, γενικεύει, δικαιολογεί τις φοιτητικές βιαιοπραγίες, και αποκαλύπτει ότι τα παιδιά του «αναγκάστηκαν» να σπουδάσουν στο εξωτερικό! Ο ρόλος του θύματος είναι ο αγαπημένος ρόλος των λαϊκιστών. Ο παρουσιαστής του «πρωινάδικου» καταφέρεται θυμωμένα κατά των καθηγητών, εκστομίζοντας διάφορες ασυναρτησίες. Η κατασκευή «εχθρών» (πολιτικοί, καθηγητές, φοιτητές) ηλεκτρίζει τη συζήτηση – το ξέρουν καλά οι δημαγωγοί κάθε είδους.
Ο συντονιστής της «ανατρεπτικής» εκπομπής σπάνια δίνει το λόγο στους προσκεκλημένους – αφήνει να γίνεται «παιχνίδι», οχλαγωγία, αντεγκλήσεις, κοκορομαχία. Το λόγο τον παίρνει – τον αρπάζει για την ακρίβεια – όποιος έχει το θράσος να διακόπτει τον άλλο, όποιος διαθέτει δυνατότερη φωνή και τους λιγότερους ενδοιασμούς. Πλεονεκτούν, φυσικά, οι «μιντιάνθρωποι» του πάνελ –παίζουν στο δικό τους γήπεδο, δεν έχουν αναστολές. Το άναρχο εδώ και δύο δεκαετίες πεδίο της ιδιωτικής τηλεόρασης αφήνει τα πολιτισμικά αποτυπώματά του και στην ποιότητα του τηλεοπτικά παραγόμενου λόγου.
Το «πλαίσιο λόγου» της εκπομπής έχει πλέον παγιωθεί. Στην καλύτερη περίπτωση θα καταφέρεις να αποσπάσεις μισό λεπτό για να πεις την ατάκα σου. Αν η συ(ν)-ζήτηση συνιστά διαδικασία κοινής αναζήτησης, στην οποία ο λόγος του ενός τέμνεται στοχαστικά με το λόγο του άλλου, η «ανατρεπτική» εκπομπή είναι προσποίηση συζήτησης. Οι λόγοι των δήθεν συζητητών δεν συναντώνται, είναι θραυσματικοί, δεν χτίζεται μια ενιαία προβληματική με τη διατύπωση ερωτημάτων και την αμοιβαία κριτική εξέταση ισχυρισμών.
Προς το τέλος της εκπομπής προβάλλεται μια μαγνητοσκοπημένη συνέντευξη πρώην υπουργού Παιδείας στον συντονιστή της εκπομπής. Οι τηλεθεατές βλέπουν τη συνέντευξη ενώ στο στούντιο οι πανελίστες αρχίζουν τα πηγαδάκια, φωνασκούν, καπνίζουν, χαριεντίζονται. Είναι πρακτικά αδύνατον να ακούσεις τη συνέντευξη αν είσαι μέλος του πάνελ. Οπως κανείς σχεδόν δεν ενδιαφερόταν να ακούσει τον άλλο στη διάρκεια της ζωντανής εκπομπής, έτσι κανείς δεν νοιάζεται για το λόγο της πρώην υπουργού στο βίντεο. Σημασία έχει τι έχεις προαποφασίσει να πεις, όχι τι θα ακούσεις. Η άλλη άποψη δεν υπάρχει ως έναυσμα αμοιβαίου προβληματισμού, αλλά ως πρόσχημα να διαλαλήσει κανείς τη δική του.
Σε μια κατακερματισμένη κοινωνία ασύμβατων μονολόγων, όπου ο «διάλογος» είναι πρόσχημα και όχι νοο-τροπία, δεν εκπλήσσει η στάση των «συζητητών» – οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν άλλο τρόπο συνύπαρξης πέραν του ακοινώνητου μονολόγου· η αμοιβαιότητα δεν χαρακτηρίζει το σημερινό ελλαδικό ήθος. Εφυγα από το στούντιο αηδιασμένος. Θύμωσα, επιπλέον, με τον εαυτό μου γιατί συμμετείχα σε αυτό το τηλεοπτικό «παιχνίδι» που παρίστανε πολιτική εκπομπή.
Χαρίδημος Τσούκας
———————————————————————————————
Σημειώσεις:
Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή στις 30/11/2008