Πρόστιμα και διαφθορά – απάντηση στον κ. Ευαγγελόπουλο
Σεπ 26th, 2006 | Εμμανουήλ Μανωλεδάκης| Κατηγορία: Ελλάδα, Πολιτική | Email This Post | Print This Post |Του Εμμανουήλ Μανωλεδάκη
Κύριε Ευαγγελόπουλε,
Καταρχήν να σας ευχαριστήσω για το άρθρο σας σχετικά με τη διαφθορά και των σχετικών προστίμων, ενός θέματος που βρίσκεται πρώτο στη δημοσιότητα αυτές τις ημέρες και που μάλλον θα μας απασχολεί για καιρό. Για πρακτικούς λόγους εστιάζω τις παρατηρήσεις μου στα παρακάτω τρία σημεία τα οποία στη συνέχεια σχολιάζω:
1. Στο άρθρο σας αυτό λέτε ότι τα σκάνδαλα και η διαφθορά, πολλές φορές βρίσκουν πρόσφορο έδαφος επέκτασης και διαστρέβλωσης των δημοκρατικών θεσμών, εξ αιτίας της υπερβολικής διάθεσης που επιδεικνύει η οργανωμένη πολιτεία, να στηρίξει την τήρηση των κανόνων σε ανεξάρτητες αρχές, με υπερβολική εξουσία καταλογισμού βαρύτατων προστίμων που αντί να αποτρέπουν τις παραβάσεις, απλώς τις ενθαρρύνουν, υπό την προστασία της συγκάλυψης έναντι ενός νέου γύρου παράνομων αμοιβών που διογκώνει ακόμη πιο πολύ την διαφθορά, με νέα ισχυρότερα μέλη στον φαύλο κύκλο της.
2. Στη συνέχεια αποδίδετε σημαντική ευθύνη στο βάρβαρο και αυθαίρετο ποινικό δίκαιο που ορίζει βαρύτατα αδικαιολόγητες ποινές ακόμη και για τα πιο απλά αδικήματα, πράγμα το οποίο εκμεταλλεύονται αντίρροπες δυνάμεις σύγχρονων μανδαρίνων που επιμένουν σε έναν άλλο σχεδιασμό της δημοκρατίας, εντατικών ελέγχων και βαρύτατων προστίμων που όχι μόνον επιτείνουν τα προβλήματα που επιδιώκουν να επιλύσουν αλλά και φορτώνουν την δημοκρατία με εκτεταμένη διαφθορά.
3. Τέλος, συμπεραίνετε ότι η καλύτερη μάχη εναντίον των εναρμονισμένων συμπεριφορών σε καθεστώς δημοκρατίας, είναι η δημοσιοποίηση τους και η επιβολή του δικαίου για την διάλυση τους. Αντίθετα η χρήση βαρύτατων προστίμων είναι αναχρονιστική και το μόνο που επιτυγχάνει είναι η διόγκωση της διαφθοράς.
Όσον αφορά το πρώτο σημείο θα διαφωνήσω με τη θέση που διατυπώνετε καθώς θεωρώ, ότι τα σκάνδαλα και η διαφθορά υπάρχουν και αναπτύσσονται όταν η εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική εξουσία δεν μπορούν ή/και δεν θέλουν να αντιπαρατεθούν με εκείνες τις προσοδοθηρικές ομάδες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα οι οποίες εκμεταλλεύονται υπάρχοντα στεγανά για να λυμαίνονται την αγορά ή/και το δημόσιο χρήμα. Οι ανεξάρτητες αρχές επινοήθηκαν επειδή αναγνωρίστηκε ότι οι κρατικές υπηρεσίες είναι τόσο διαβρωμένες από τις προσοδοθηρικές αυτές ομάδες, ώστε να είναι ανίκανες να εκτελέσουν το έργο της τήρησης των κανόνων. Αν ούτε οι ανεξάρτητες αρχές μπορούν να το κάνουν, αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι οι παθογένειες του δημοσίου πέρασαν και στις νεοσύστατες αρχές (ελλιπής και με κομματικά κριτήρια στελέχωση, μη τυποποίηση των διαδικασιών ελέγχου, δυνατότητα λήψης αποφάσεων από άτομα και όχι από όργανα κλπ). Αν λοιπόν η υπερβολική εξουσία καταλογισμού βαρύτατων προστίμων που τους έχει δοθεί χρησιμοποιείται προς ίδιον όφελος, νομίζω ότι θα ήταν λάθος να το αποδώσουμε στην εξουσία που τους δόθηκε να επιβάλλουν πρόστιμα. Το γεγονός ότι την 21η Απριλίου 1967 ο ελληνικός στρατός χρησιμοποίησε τα όπλα για τη κατάλυση της δημοκρατίας, δεν οδηγεί στο να συμπεράνουμε ότι για να προστατέψουμε τη δημοκρατία από στρατιωτικές επεμβάσεις πρέπει είτε να καταργήσουμε το στρατό ή να τον εφοδιάζουμε από εδώ και στο εξής με σφεντόνες.
Όσον αφορά το δεύτερο σημείο θα ήθελα να θέσω σαν κριτήρια αξιολόγησης των προστίμων (α) το αν είναι αποτρεπτικά για τη διάπραξη της παρανομίας που συντελέστηκε, χωρίς να επεκτείνονται πέραν του μίνιμουμ ποσού που εγγυάται την αποτροπή (β) το αν είναι δικαιολογημένα, δηλαδή η διάπραξη της παρανομίας να στοιχειοθετείται επαρκώς από διαδικασίες που να μην δημιουργούν αμφιβολίες για τη τέλεση της παρανομίας και να ποσοτικοποιούν με τη χρήση τυποποιημένων μεθόδων τα οφέλη που προσπόρισε ο παρανομών και (γ) το αν οι έλεγχοι γίνονται από πολυμελείς ομάδες ατόμων που προσλήφθηκαν με αξιοκρατικά κριτήρια και το follow-up των ελέγχων γίνεται από ιεραρχικά ανώτερα επίπεδα και αυστηρά θεσμοθετημένες διαδικασίες.
Ο όρος βαρύτατα αδικαιολόγητες ποινές που χρησιμοποιείτε δεν διαφωτίζει ιδιαίτερα γιατί δεν εξηγείτε τα κριτήρια και την τεχνική ανάλυση που χρησιμοποιείτε για να βγάλετε το συμπέρασμα ότι οι ποινές ήταν βαρύτατες και αδικαιολόγητες. Εγώ δεν γνωρίζω, αν για παράδειγμα βάσει οικονομικής ανάλυσης η ΜΕΒΓΑΛ κέρδισε, ας υποθέσουμε, 250.000.000 ευρώ από τη σύμπραξη της σε καρτέλ τα τελευταία ας πούμε πέντε χρόνια. Σε τέτοια περίπτωση τότε το πρόστιμο 25.000.000 ευρώ δεν είναι ούτε βαρύτατα αδικαιολόγητη ποινή ούτε και αποτρεπτικό για την επανάληψη της παράνομης ολιγοπωλιακής πρακτικής. Αν βεβαίως η ΜΕΒΓΑΛ κέρδισε, ας υποθέσουμε, 2.500.000 ευρώ από τη σύμπραξη της σε καρτέλ, τότε επιβάλλεται να αναζητήσουμε τη μεθοδολογία καθορισμού ύψους ποινής που θα είναι ταυτόχρονα αποτρεπτική και αναλογική.
Όσον αφορά το τρίτο σημείο λέτε ότι η καλύτερη μάχη εναντίον των εναρμονισμένων συμπεριφορών σε καθεστώς δημοκρατίας, είναι η δημοσιοποίηση τους και η επιβολή του δικαίου για την διάλυση τους και προσθέτετε ότι αντίθετα η χρήση βαρύτατων προστίμων είναι αναχρονιστική και το μόνο που επιτυγχάνει είναι η διόγκωση της διαφθοράς. Θα συμφωνήσω ότι η δημοσιοποίηση των εναρμονισμένων συμπεριφορών δημιουργεί κάποιο κόστος για αυτές τις εταιρείες που τις ακολουθούν αλλά θα πρέπει να αποδειχθεί ότι το κόστος αυτό είναι αποτρεπτικό για την επανάληψη της παρανομίας. Αν σε μια μονοπωλιακή αγορά, πχ του γάλακτος, δυο τρείς εταιρείες ελέγχουν την αγορά αποκλείοντας την είσοδο σε τρίτους και ορίζοντας τις τιμές σε επίπεδα τεχνητά, δεν προβλέπω να υπάρξουν γονείς που θα στερήσουν από τα παιδιά τους το γάλα επειδή έμαθαν για τις εναρμονισμένες συμπεριφορές των εταιρειών γάλακτος. Απλώς θα πληρώσουν βαρυγκωμώντας….
Σε ένα άλλο σημείο λέτε ότι υποστηρίζετε την επιβολή του δικαίου για τη διάλυση τους. Το υπάρχον δίκαιο το οποίο και οφείλουν να εφαρμόζουν οι εθνικές και κοινοτικές αρχές πηγάζει από το άρθρο 3 της Συνθήκης ΕΕ περί ελεύθερου ανταγωνισμού, το άρθρο 12 και τα άρθρα 81-89. Με αυτή τη νομική βάση επεμβαίνουν οι εθνικές και κοινοτικές αρχές ελέγχου του ανταγωνισμού και όταν δεν το κάνουν (ή το κάνουν με τον τρόπο που εσείς θεωρείτε σωστότερο) τότε παρανομούν. Οι “ευρωκράτες” θα παρανομούσαν αν συμψήφιζαν, όπως εσείς συνιστάτε, τη παραβίαση των νόμων με τη χρηστικότητα των προϊόντων της Microsoft και των αλλαγών στη ζωή μας που αυτά έχουν εισάγει. Ο μόνος συμψηφισμός που γίνεται αποδεκτός και που μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα τη μείωση του προστίμου για κάποιο μέλος του καρτέλ, είναι η συνεργασία ενός μέλους του καρτέλ με τις αρχές για την αποκάλυψη του, πράξη που το εντάσσει σε “καθεστώς επιείκειας”.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω, σαν “ευρωκράτης” που είμαι, ότι οι “ευρωκράτες” όπως όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, είναι διοικητικοί υπάλληλοι που υποχρεούνται να υλοποιούν τις συνθήκες της ΕΕ και το εκπορευόμενο από αυτές κοινοτικό δίκαιο. Δεν έχουν δικαίωμα δικής τους ερμηνείας του πρωτογενούς δικαίου (μόνο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ερμηνεύει), ούτε αλλαγής του (μόνο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δηλαδή τα Κράτη Μέλη έχουν αυτή τη δυνατότητα), αλλά μόνο χρέος πιστής υλοποίησης του. Με λίγα λόγια οι “ευρωκράτες” κρίνονται μόνο από το αν εκτελούν σωστά το πρωτογενές δίκαιο, ή ποιό απλά τις πολιτικές που τους αναθέτουν οι εθνικές κυβερνήσεις μέσω των αποφάσεων των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων.
Τέλος, ολοκληρώνετε το σκεπτικό σας λέγοντας ότι οι επιτροπές, τα ελεγκτικά όργανα, οι διοικητικές ρυθμίσεις τους και η φαρέτρα των ποινών που φέρουν δεν αποτελούν ούτε πανάκεια αλλά ούτε και τον καλύτερο τρόπο για την εδραίωση του ανταγωνισμού και για την εμφάνιση νέων καινοτόμων επιχειρήσεων. Θα διαφωνήσω εκ νέου, θεωρώντας ότι η τήρηση των κανόνων ελεύθερου ανταγωνισμού και της ελεύθερης αγοράς είναι ένας από τους λίγους τομείς που θα εντάσσονται πάντα στην αρμοδιότητα του κράτους. Αυτό σημαίνει ότι επιτροπές, ελεγκτικά όργανα, διοικητικές ρυθμίσεις και φαρέτρα ποινών θα υπάρχουν πάντα για να αποτρέπουν τις μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές πρακτικές εξασφαλίζοντας έτσι τον ανταγωνισμό στην ελεύθερη αγορά. Αρκεί βέβαια οι κανόνες να είναι λίγοι και απλοί, οι ποινές αποτρεπτικές και αναλογικές με τη διαπραχθείσα παρανομία, οι παρανομίες να βεβαιώνονται μέσω τυποποιημένων διαδικασιών, οι ελεγκτικές αρχές να επανδρώνονται από προσωπικό που προσλήφθηκε με αξιοκρατικά κριτήρια και να ασκούν πολιτική μηδενικής ανοχής.
Αυτά όμως θα συμβούν μόνο όταν η εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική εξουσία θελήσουν και μπορέσουν να αντιπαρατεθούν με εκείνες τις προσοδοθηρικές ομάδες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που εκμεταλλεύονται υπάρχοντα στεγανά για να λυμαίνονται την αγορά ή/και το δημόσιο χρήμα. Αυτό όμως για να γίνει απαιτεί φιλελεύθερη πολιτική πρωτοβουλία με στόχο ευρύτερες μεταρρυθμίσεις στην ελληνική κοινωνία.
Φιλικά
Ε. ΜΑΝΩΛΕΔΑΚΗΣ (*)
———————————————————————————————
(*) Το παραπάνω κείμενο απηχεί αποκλειστικά τις προσωπικές απόψεις του υπογράφοντος οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν σαν επίσημες θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην οποία ο υπογράφων εργάζεται.
Νομίζω ότι και το παρακάτω άρθρο του Στ. Μάνου είναι σχετικό:
Ευθύνες Πρωθυπουργού και Διαφθορά
Συμφωνώ με τον ……Alan Greenspan: “…the effective purpose, the hidden intent, and the actual practice of the antitrust laws in the United States have led to the condemnation of the productive and efficient members of our society because they are productive and efficient”.
Σεβαστή η θέση του Alan Greenspan αλλά γιατί πρέπει να την δεχτούμε χωρίς στοιχεία; Αυτό που ξέρω και δεν επιδέχεται συζήτησης είναι, ότι η υπάρχουσα αντιμονοπωλιακή νομοθεσία των ΗΠΑ δεν τις εμπόδισε να κυριαρχήσουν σε όλους τους τομείς παγκοσμίως. Θα πρέπει λοιπόν κύριε Μπούρχα, αφού ασπάζεστε τις θέσεις του Greenspan να μου αποδείξετε δύο πράγματα: ότι, πρώτον, η υπάρχουσα αντιμονοπωλιακή νομοθεσία των ΗΠΑ δεν συνέβαλλε στην ανάπτυξη των ΗΠΑ αλλά αντίθετα την επιβράδυνε και δεύτερον ότι η ανάπτυξη των ΗΠΑ θα ήταν τουλάχιστον ίδια ή ακόμα μεγαλύτερη αν έλλειπε αυτή η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία.
Αν μου αποδείξετε τα παραπάνω τότε μπορούμε να απορρίψουμε και το αμερικάνικο μοντέλο (μετά την απόρριψη του ιρλανδέζικου και του σκανδιναβικού)…
Μήπως τελικά μόνο το ελληνικό μοντέλο μας αξίζει?