Ηθική εθελοτυφλία
Αυγ 16th, 2008 | Χαρίδημος Τσούκας| Κατηγορία: Χαρίδημος Τσούκας | Email This Post | Print This Post |«Δεν μπορούμε να είμαστε φρόνιμοι αν δεν είμαστε αγαθοί»
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1144α37
«Τι μπορεί να συμβάλλει στην πρόοδο της ελληνικής κοινωνίας;», ρωτά ημισέλιδη διαφήμιση της Ζήμενς Ελλάς τον περασμένο Φεβρουάριο, εν μέσω συγκλονιστικών αποκαλύψεων σχετικά με τη χρησιμοποίηση «μαύρων ταμείων» της εταιρίας για τη δωροδοκία πολιτικών, στελεχών κρατικών οργανισμών, και κομμάτων στην Ελλάδα, τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια. «Η Siemens απαντάει: Η ανθρωποκεντρική ανάπτυξη», συνεχίζει η διαφήμιση, παραθέτοντας διάφορα στοιχεία: «Στην Ελλάδα, εδώ και 108 χρόνια, με 3100 εργαζόμενους, 400,5 εκατομμύρια ευρώ εγχώρια προστιθέμενη αξία και δεκάδες μεγάλα έργα, η Siemens έχει απαντήσει σε χιλιάδες ζωτικά ερωτήματα, κάνοντας την αποστολή της για μια καλύτερη ζωή, πραγματικότητα».
Προσέξτε ότι η «ανθρωποκεντρική ανάπτυξη» προσδιορίζεται αποκλειστικώς ποσοτικά, αν και η ποιοτική αναφορά σε μια «καλύτερη ζωή» είναι αναπόφευκτη. Η αποδεδειγμένη, πλέον, ηθική κατάπτωση της εταιρίας, αποσιωπάται εντελώς. Η Ζήμενς Ελλάς μιλάει για τα οικονομικά επιτεύγματά της, λες και οι αποκαλύψεις για το «μαύρο» πολιτικό χρήμα που διοχέτευε δεν την αφορούν. Η αποσιώπηση του ηθικού ελλείμματος ενός οργανισμού συνιστά έναν τρόπο αντιμετώπισης μια ηθικής κρίσης. Δεν είναι ο μόνος.
Ένας δεύτερος τρόπος είναι η άρνηση. Όταν δεν υπάρχουν αποδεικτικώς επαρκή στοιχεία που να τον ενοχοποιούν, ο οργανισμός προβάλλει στεντορείως την αθωότητά του, επιρρίπτοντας συγχρόνως ευθύνες στους αντιπάλους του, τους οποίους καταγγέλλει για σκευωρία. Αυτή είναι η τακτική της «Νέας Δημοκρατίας», η οποία, παρά τις αποκαλύψεις στελεχών της Ζήμενς, αρνείται ότι χρηματοδοτήθηκε με «μαύρο» χρήμα, τόσο από τη Ζήμενς, όσο και από άλλες εταιρίες στο παρελθόν.
Ο συστημικός αναγωγισμός, δηλαδή η ανάληψη της λειτουργικής ευθύνης για μια ανήθικη πράξη και, συγχρόνως, η αναγωγή της στον τρόπο λειτουργίας ενός ευρύτερου «συστήματος», είναι ένας τρίτος τρόπος αντιμετώπισης. Πρόκειται για τον συνηθέστερο τρόπο ανάληψης ευθυνών από επικεφαλής επιχειρήσεων οι οποίοι, κατά την ομολογία του προέδρου του ΣΕΒ, δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά σε ένα διεφθαρμένο σύστημα («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 20/7/2008).
Ο τέταρτος τρόπος αντιμετώπισης μια ηθικής κρίσης είναι η μερίκευση οργανωσιακών ευθυνών. Ο εμπλεκόμενος οργανισμός υπερασπίζεται την ακεραιότητα των πρακτικών του, επιρρίπτοντας ευθύνες δια τυχόν ανήθικες ή αντιδεοντολογικές πράξεις σε μεμονωμένα μέλη του. Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να αρνηθεί ότι μαύρο χρήμα από τη Ζήμενς κινήθηκε προς το μέρος του μετά την ομολογία Τσουκάτου, αρνείται όμως ότι εισέρευσε στα ταμεία του, επιρρίπτοντας ευθύνες σε μεμονωμένα στελέχη του. Οι κκ.Αλογοσκούφης και Τσιτουρίδης προσωποποίησαν τις τεράστιες ευθύνες του κομματοκρατούμενου πολιτικο-διοικητικού συστήματος διακίνησης των δομημένων ομολόγων στις «ανίδεες διοικήσεις» των συνταξιοδοτικών ταμείων (που αυτοί διόρισαν!) ή σε ελάχιστους συνεργάτες τους.
Και οι τέσσερις τακτικές αντιμετώπισης μιας ηθικής κρίσης – αποσιώπηση, άρνηση, αναγωγισμός, και μερίκευση – εδράζονται στην απόκρυψη, με ποικίλους τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό, της ηθικής ευθύνης. Ο οργανισμός δεν αναδέχεται τις ευθύνες του, ούτε αναστοχάζεται τη συμπεριφορά του. Η κρίση θεωρείται μια προσωρινή δυσκολία δημοσίων σχέσεων (αρνητική δημοσιότητα), η οποία θα ξεπερασθεί με κατάλληλους «επικοινωνιακούς» χειρισμούς.
Μια τέτοια «επικοινωνιακή» αντιμετώπιση ενισχύεται από τον περιρρέοντα κυνισμό. Η πολιτική θεωρείται «βρώμικη» υπόθεση ούτως ή άλλως, οπότε αυτό που στην καλύτερη περίπτωση μετράει, για τους «ρεαλιστές», είναι η αποτελεσματικότητα. Διαχειρίζεται μια κυβέρνηση καλά την οικονομία; Αυξάνεται το εισόδημά μας; Αυτό μετράει. Πρόκειται για την ίδια οικονομιστική λογική που διέπει τη διαφήμιση της Ζήμενς: η ανάπτυξη κρίνεται με αποκλειστικά ποσοτικούς όρους.
Οι «ρεαλιστές» ξεχνάνε ότι η διαχείριση (είτε της οικονομίας, είτε μια επιχείρησης, είτε ενός κόμματος) ουδέποτε είναι μια απλή διαδικασία βελτιστοποίησης κάποιων μεγεθών· εμπεριέχει σκοπούς και ακολουθεί κανονιστικά κριτήρια αριστείας, χωρίς τα οποία η διαχείριση δεν είναι καν εφικτή. Η ίδια η Ζήμενς Ελλάς στον ιστοχώρο της αναφέρεται σε «υψηλά δεοντολογικά κριτήρια» που διέπουν τη συμπεριφορά των μελών της. Ως κοινότητα ελλόγων όντων δεν μπορεί να αποφύγει την αναφορά σε κριτήρια αριστείας – σε αριστοτελικές «αρετές» – που ρυθμίζουν τη λειτουργία της. Με την τακτική της αποσιώπησης, όμως, αναιρεί τον έλλογο χαρακτήρα της συμπεριφοράς της, στο μέτρο που περιορίζει το δημόσιο λόγο της στα «παραγωγικά» αποτελέσματα, εξαιρώντας την εταιρική «πράξη» – τα μέσα για την επίτευξη των αποτελεσμάτων.
Ως έλλογα όντα είναι αδύνατον να αρθούμε (ατομικά ή συλλογικά) εκτός του πεδίου της ηθικής διερώτησης, ακόμη κι αν το επιθυμούμε. Μπορούμε, βεβαίως, να αποκρύψουμε από τον εαυτό μας την ηθική βάση των δραστηριοτήτων μας (όπως κάνει η Ζήμενς και τα δύο κόμματα εξουσίας), αλλά τότε αρνούμαστε την έλλογη φύση μας, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για τις δραστηριότητές μας – λογικό αδιέξοδο. Ο οργανισμός που αποκρύπτει τις ηθικές του ευθύνες, αρνείται να θέσει στον εαυτό του το ενοχλητικό ερώτημα, που μόνον όντα με «αυτοσυνείδητη λογικότητα και δημιουργική ετερότητα», κατά την εύστοχη φράση του Χρήστου Γιανναρά, είναι αναγκασμένα να θέτουν: «πως πρέπει να ζω;». Όποιος διατείνεται ότι ενεργεί «κατά τον ορθόν λόγον» κατατρύχεται από το σωκρατικό-αριστοτελικό ερώτημα, ακόμη κι όταν το αποφεύγει.
————————————————————————
Σημειώσεις:
Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή στις 9/8/2008