O ΜΠΛΕΡ ΚΑΙ Ο ΜΕΣΑΙΟΣ ΧΩΡΟΣ
Μάι 15th, 2005 | Δημήτρης Σκάλκος| Κατηγορία: Πολιτική, Φιλελευθερισμός | Email This Post | Print This Post |Ο Disraeli συνήθιζε να λέει πως στην πολιτική υπάρχουν τα ψέματα, τα κακά ψέματα και οι στατιστικές. Οι ενστάσεις του βρετανού πολιτικού αφορούσαν φυσικά περισσότερο στην ερμηνεία, στην «αλήθεια» των αριθμών, παρά στα νούμερα καθαυτά.
Έτσι, αν και τα αποτελέσματα των πρόσφατων δημοσκοπήσεων που φέρνουν την Ν.Δ. και τον πρωθυπουργό κ. Κ. Καραμανλή να προηγούνται, έστω και με μειούμενη διαφορά, από το ΠΑΣΟΚ και τον κ. Γ. Παπανδρέου, δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τα πολιτικά συμπεράσματα που εξάγονται από αυτά.
Με έκπληξη, λοιπόν, διαβάσαμε σε πρόσφατο άρθρο του αξιόλογου πολιτικού αναλυτή Γ. Λούλη πως, «ο Κ. Καραμανλής έκανε στο κόμμα του ό,τι ο Τόνι Μπλερ έκανε στο δικό του. Και έτσι “κατέλαβε” τον κρίσιμο μεσαίο χώρο του πραγματισμού, της μετριοπάθειας και της κοινωνικής ευαισθησίας».
Ωστόσο, εάν κάτι χαρακτηρίζει το πολιτικό στίγμα των Εργατικών του Μπλερ, αυτό είναι η υιοθέτηση ενός ιδεολογικοποιημένου πολιτικού λόγου, απομακρυσμένο βέβαια από τον απαρχαιωμένο κρατισμό των παλαιών Εργατικών, εξίσου όμως- αν όχι περισσότερο- ιδεολογικό. Η θεωρητική τεκμηρίωση της ιδεολογικής ταυτότητας των νέων Εργατικών βρίσκεται στις αναζητήσεις του Τρίτου Δρόμου (προεξάρχοντος του Άντονυ Γκίντενς), που συνιστά περισσότερο προσπάθεια προσαρμογής της Αριστεράς στις νέες συνθήκες και διαφύλαξη του ριζοσπαστισμού της, παρά μετριοπάθεια και μεσαίο χώρο. Σε αυτή τη νέα ιδεολογική σύνθεση, χρησιμοποιήθηκαν θέσεις και αρχές του θατσερικού φιλελευθερισμού– όχι όμως τα πραγματιστικά ή μετριοπαθή στοιχεία, όπως ίσως θα ανέμενε κάποιος, αλλά μάλλον τα πλέον ριζοσπαστικά.
Ο έγκυρος και πάντοτε πιστός τις ιδεολογικές αρχές του Economist πιστώνει στους Εργατικούς του Τόνυ Μπλερ την συνέχιση των πολιτικών ελεύθερης αγοράς της Μάργκαρετ Θάτσερ, την προσπάθεια συγκράτησης των δημόσιων δαπανών και της φορολογίας. Μάλιστα, η προσπάθεια του Μπλερ να επιτρέψει την εισαγωγή διδάκτρων των πανεπιστημίων στους βρετανούς μαθητές είναι για την βρετανική επιθεώρηση «βγαλμένη μέσα από θατσερικό textbook».
Στην πρόσφατη βιογραφία του Τόνυ Μπλερ από τον Άντονυ Σέλντον (Blair, Free Press, 2004, σελ.784) αφιερώνεται ένα ολόκληρο κεφάλαιο στη Θάτσερ και αναγνωρίζονται οι οφειλές του βρετανού πρωθυπουργού στον φιλελευθερισμό της. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η στροφή του Μπλερ προς τον θατσερισμό δεν ήταν απόρροια ενός εκλογικά επιβεβλημένου κυνικού πραγματισμού, αντίθετα υπήρξε αποτέλεσμα συνειδητής υιοθέτησης πολιτικών ιδεών και αρχών. Ο Μάρτιν Ζακ, εκδότης της επιθεώρησης Marxism Today, επισημαίνει πως η παγκοσμιοποίηση, η απελευθέρωση των αγορών, ο επαναπροσδιορισμός του κράτους, η άνοδος του ατομικισμού, υπήρξαν και αναγνωρίστηκαν από νωρίς ως επιθυμητές εξελίξεις από τον Μπλερ, υπό την επίδραση της Θάτσερ. Ακόμη, οι σύμβουλοι του Μπλερ χαριτολογούν μιλώντας για «ερωτική σχέση» με τη γηραιά πολιτικό.
Εάν παρόλα αυτά επιμείνουμε στις, μάλλον αδόκιμες, συγκρίσεις με την βρετανική πολιτική πραγματικότητα, θα λέγαμε πως η στρατηγική Καραμανλή ομοιάζει περισσότερο με αυτήν του αρχηγού των Συντηρητικών Μάικλ Χάουαρντ, οι οποίοι «δεν έχουν ξεκάθαρο όραμα…μετά την εποχή της Μάργκαρετ Θάτσερ, μοιάζουν με το Δημοκρατικό Κόμμα, μετά την εποχή του Μπιλ Κλίντον. Καθένα από τα δύο αγωνίζεται να βρει ένα καθοριστικό ιδεολογικό στίγμα» («Το μεγάλο των Συντηρητικών χάσμα», The New York Times- αναδημοσίευση από Τα Νέα, 29.4.2005, σελ 23). Μάλλον λοιπόν οι Συντηρητικοί δεν είναι «κολλημένοι σε ένα ξεπερασμένο θατσερισμό» και «παγιδευμένοι σε δόγματα (νεοφιλελευθερισμός) που έχουν κλείσει τον κύκλο τους», όπως ισχυρίζεται ο Γ. Λούλης.
Η πρόσφατη αποπομπή του αντιπροέδρου του κόμματος Χάουαρντ Φλάιτ επειδή δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο περικοπής δημοσίων δαπανών από μία ενδεχόμενη κυβέρνηση Συντηρητικών, όπως και οι προεκλογικές θέσεις του κόμματος για την μετανάστευση, και η αντίθεση τους στη «θατσερική» εισαγωγή διδάκτρων στα πανεπιστήμια, εκφράζουν την επιστροφή στον παραδοσιακό λαϊκισμό των Συντηρητικών.
Αντίθετα, ο Τόνυ Μπλερ δεν δίστασε να έρθει σε αντίθεση με τις διαθέσεις της βρετανικής κοινής γνώμης, όπως με την ενεργή στήριξη των Η.Π.Α. στο Ιράκ, κάτι που έπληξε σημαντικά την δημοτικότητα του και αναμένεται να εκφραστεί στις εκλογές, ενισχύοντας κύρια τα ποσοστά των Liberal Democrats.
Μία ιδεολογικοποιημένη πολιτική ατζέντα δεν αποτελεί περιορισμό της εμβέλειας του κομματικού μηνύματος. Τουναντίον, μπορεί να αποτελέσει οδηγό εκλογικής επιτυχίας. Σύμφωνα με τον καθηγητή του Harvard, Έντουαρτ Γκλάισερ, ακραίες πολιτικές πλατφόρμες που αποκλίνουν χαρακτηριστικά από τις προτιμήσεις του μεσαίου ψηφοφόρου μπορούν υπό προϋποθέσεις, να είναι εκλογικά αποτελεσματικές (Strategic Extremism: Why Republicans and Democrats Divide on Religious Values, Harvard Institute of Economic Research, Οκτώβριος 2004).
Απόδειξη η στρατηγική του Καρλ Ρόουβ, συμβούλου και αρχιτέκτονα του εκλογικού θριάμβου του Τζωρτζ Μπους. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος, «ο μεσαίος χώρος είναι η λάθος λέξη. Οι απλησίαστοι (unattached) είναι καλύτερος τρόπος να το θέσω. Διότι το να λες “μεσαίο” υπονοεί ότι υπάρχουν φιλοσοφικά κεντρώοι, που δεν υπάρχουν» (New Yorker, 12.5.2003). Αποτέλεσμα αυτής της ριζοσπαστικής στρατηγικής ήταν ένας σημαντικός αριθμός ψηφοφόρων να μετακινηθεί «προς τα δεξιά». Έτσι, οι «μετριοπαθείς» (moderates) ψηφοφόροι μειώθηκαν από το 50% στο 45%, ενώ οι «συντηρητικοί» (conservatives) ανήλθαν από το 29% στο 33% (The Economist, 4/11/2004).
Αντίθετα, ο άχρωμος Τζων Κέρυ, καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, εξέφραζε την συμφωνία του στην επέμβαση στο Ιράκ και την πίστη του στο Θεό αλλά…με μέτρο. Στο τέλος, η αναμέτρηση του «συγκρουσιακού» (divider) Μπους με τον «ενωτικού» (uniter) Κέρυ, σύμφωνα με το περιοδικό Time (15.11.2004), ολοκληρώθηκε με την δικαίωση των partisan politics (μαχητική πολιτική) σε βάρος της κενής περιεχομένου συναίνεσης.
Όσοι λοιπόν αρέσκονται στην ανάλυση των εκλογικών αριθμών, ας ασχοληθούν ως άσκηση με την επίδραση του ζητήματος των ταυτοτήτων στα αποτελέσματα των τελευταίων εθνικών εκλογών. Ίσως τότε αντιληφθούν τα όρια της στρατηγικής του μεσαίου χώρου. Εκτός και αν με τον όρο στρατηγική του μεσαίου χώρου εννοούμε την συμπόρευση με τις πλέον συντηρητικές, μισαλλόδοξες και οπισθοδρομικές φωνές της ελληνικής κοινωνίας.
Εάν εκτιμά κάτι το εκλογικό σώμα, αυτό δεν είναι άλλο παρά η αίσθηση πως ο πολιτικός αρχηγός ξέρει τι κάνει, διαθέτει όραμα για τον τόπο, σχέδιο και μέθοδο για να το πραγματοποιήσει. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει βέβαια μία πολιτική αρχών και ξεκάθαρων πολιτικών ιδεών. Τότε μόνο είναι σε θέση να ηγείται, αντί να άγεται από τις εφήμερες και μεταβαλλόμενες διαθέσεις της κοινής γνώμης.
(Και ένα εύκολο κουίζ για το τέλος: τι νομίζετε πως θα έκανε ο «πραγματιστής και κοινωνικά ευαίσθητος» Μπλερ στο σχέδιο Ανάν, εάν υποτεθεί πως ήταν ο πρωθυπουργός της χώρας μας;)
Συμπερασματικά, στο βαθμό που η ΝΔ συνεχίζει να αποδίδει την κυριαρχία της στις επιλογές του μεσαίου χώρου, δεν έχει αντιληφθεί πλήρως την σημερινή σύνθετη και μεταβαλλόμενη ελλαδική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα. Ενώ λοιπόν είναι φανερό πως, η ΝΔ δεν κέρδισε τις εκλογές λόγω της στρατηγικής Λούλη, είναι εξαιρετικά πιθανό να ηττηθεί στις επόμενες εκλογές ακριβώς λόγω αυτής. Αρκεί εν τω μεταξύ στη Χαριλάου Τρικούπη να μην αρχίσουν να αναζητούν τον δικό τους…Λούλη.
[…] Θα προσπαθήσω εν συντομία να δω μέσα από αυτό το πρίσμα τα κείμενα του παρόντος τόμου. Ήδη στον πρόλογο η Κωνσταντίνα Μπότσιου επισημαίνει την ιδεολογική αμηχανία που προκάλεσε στα κεντροδεξιά κόμματα η καθολική αποδοχή της οικονομίας της αγοράς και η επιτυχία των πολιτικών, όπως ο Tony Blair, που φάνηκαν να υιοθετούν τη νέα οικονομία χωρίς πολλούς δισταγμούς. Βέβαια πολύ πριν από τον Tony Blair το είχαν διαπιστώσει συντηρητικοί πολιτικοί, όπως η Margaret Thatcher και ο Ronald Reagan, αλλά και σοσιαλιστές όπως ο Francois Mitterrand. Τα επιτυχημένα παραδείγματα της Ιρλανδίας από τη μία και της Δανίας και της Φινλανδίας από την άλλη είναι χαρακτηριστικά. […]