H προσφυγή στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης είναι γεγονός. H Eλλάδα έχει μπροστά της μια δύσκολη και σκληρή διαδικασία, τουλάχιστον τριετίας. H μεγάλη πρόκληση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία είναι μέσα σε αυτή την περίοδο αν θα καταφέρουμε να ξεκινήσουμε τη σταδιακή μείωση του χρέους, περιορίζοντας τις δημόσιες δαπάνες και ξεκινώντας μια καινούργια αναπτυξιακή διαδικασία. Κοιτάζοντας πίσω, αυτές τις ιστορικές στιγμές, βλέπουμε ότι το νεοελληνικό κράτος από της γεννήσεώς του –και ακόμη πιο πριν, από τα πρώτα επαναστατικά χρόνια– έκανε, με εξαίρεση ελάχιστες κυβερνήσεις (π.χ. Χαριλάου Τρικούπη, Ελευθερίου Βενιζέλου, Κωνσταντίνου Καραμανλή), οικονομική πολιτική με κριτήρια άσχετα προς την οικονομία. Η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια έζησε ένα όργιο κακοδιαχείρισης, καθώς οι εθνικοί πόροι, αλλά και τα δάνεια, διοχετεύθηκαν –κατά μεγάλο μέρος– για την εξυπηρέτηση αλλότριων, ιδίως κομματικών, συμφερόντων. Στα «κομματικά συμφέροντα» εντάσσω και την, ιδίως από το 1981 και μετά, ψευδεπίγραφη άσκηση «κοινωνικής πολιτικής» η οποία, ενώ δεν έλυσε κανένα κοινωνικό πρόβλημα, διόγκωσε το κράτος και τις δαπάνες του και επέτεινε όλα αυτά τα φαινόμενα. Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού, καθώς την τελευταία τριακονταετία όλα τα φαινόμενα κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος και άσκησης αλυσιτελούς οικονομικής πολιτικής επιτάθηκαν. Δεν είναι τυχαίο που η περίπτωσή μας περιγράφεται διεθνώς ως «ελληνική τραγωδία». Διότι τι άλλο παρά τραγωδία είναι το γεγονός ότι αυξήσαμε το χρέος μας στο 113% του ΑΕΠ χωρίς ούτε την οικονομία να καταστήσουμε ανταγωνιστική ούτε τα κοινωνικά προβλήματα να λύσουμε, ενώ κατασπαταλήσαμε και πεντακόσια δισεκατομμύρια ευρώ;