ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΝΤΑΞΗΣ
Δεκ 16th, 2004 | Νίκος Κεραμάρης| Κατηγορία: Ελλάδα, Κόσμος | Email This Post | Print This Post |Γράφει το 1924 ο Πωλ Βαλερύ για τα «χαρακτηριστικά του Ευρωπαϊκού πνεύματος» αναφέροντας τα εξής ενδιαφέροντα, μεταξύ άλλων: «Παντού όπου τα ονόματα του Καίσαρα, του Γάιου, του Τραϊανού και του Βιργίλιου, παντού όπου τα ονόματα του Μωϋσή και του Αποστόλου Παύλου, παντού όπου τα ονόματα του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα και του Ευκλείδη έχουν ταυτόχρονα και κύρος και σημασία, εκεί υπάρχει η Ευρώπη. Κάθε φυλή και κάθε γη που διαδοχικά εκρωμαΐσθηκε, εκχριστιανίστηκε και υπεβλήθη, ως προς τα του πνεύματος, στην πειθαρχεία των Ελλήνων είναι απολύτως Ευρωπαϊκή. Βρίσκονται κάποιοι που έχουν πάνω τους μόνο το ένα ή τα δύο από αυτά τα αποτυπώματα. Ο αριθμός των εννοιών και των τρόπων σκέψης που μοιράζονται οι χώρες της Ευρώπης είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από αυτές που έχουμε από κοινού με τον Άραβα ή τον Κινέζο».
Τούτο το εισαγωγικό απόσπασμα πιστεύω πως μπορεί να μας βοηθήσει να προσεγγίσουμε το μεγάλο πρόβλημα της πιθανής ένταξης της γείτονας Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πέρα από τα οικονομικά συμφέροντα ή τα γεωπολιτικά παιχνίδια, θα πρέπει πάντα να ξεκαθαρίζουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι συνάντηση γεωγραφικού περιεχομένου και γειτονίας, αλλά συνάντηση ανθρώπων, στάσεων, πολιτισμών, ιδεολογιών. Δεν είναι Ευρωπαϊκή γειτονιά , αλλά forum διαλόγου των ανθρώπων με Ευρωπαϊκά ιδανικά. Ας ξαναδώσουμε το λόγο στον Πωλ Βαλερύ: «είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ευρωπαίος άνθρωπος δεν ορίζεται ούτε από τη φυλή, ούτε από τη γλώσσα, ούτε από τα έθιμα, αλλά με βάση τις επιθυμίες και το εύρος της βούλησης».
Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση επιθυμεί να διαδραματίσει καίριο ρόλο στο Παγκόσμιο γίγνεσθαι, για τους λόγους τους οποίους ανέπτυξα στο προηγούμενο άρθρο μου, πρέπει να δομήσει την ενότητά της μέσα από την πολιτισμική και ιδεολογική συνοχή. Μέσα από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ιδωθεί η συνεχιζόμενη επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο προς την Ανατολική Ευρώπη όσο και προς την Τουρκία. Το μεγάλο ερώτημα λοιπόν είναι κατά πόσον οι νέες αυτές χώρες μπορούν να συμβαδίσουν ιδεολογικά και πολιτισμικά με τα κοινώς αποδεκτά πλαίσια της Ευρώπης.
Η Τουρκία λοιπόν πώς μπορεί να ταιριάξει στο παζλ των Ευρωπαϊκών λαών; Ποιο από τα 3 κριτήρια του Βαλερύ μπορεί να εκπληρώσει; Τον εκρωμαϊσμό μήπως; δηλαδή το σεβασμό του νόμου, την εύρυθμη οργάνωση της δημόσιας μηχανής, τη λειτουργία της «εγκόσμιας» δικαιοσύνης και τάξης; Τίποτε πιο απομακρυσμένο από το αιώνιο πρότυπο οργανωμένης και σταθερής εξουσίας που προσωποποιεί η Ρώμη από την νοοτροπία της Τουρκίας. Ας μην ξεχνούμε άλλωστε την καταλυτικότατα αρνητική επίδραση της τουρκοκρατίας απέναντι στα κατάλοιπα της ρωμαϊκής επίδρασης σε όλα τα Βαλκάνια και την εγγύς Ανατολή. Μέσα στον ίδιο τον Ελληνισμό εμφανέστατη είναι η διαφοροποίηση της πολιτικής και κοινωνικής κουλτούρας των Ελλήνων εκείνων που έζησαν ελάχιστα ή λίγο υπό Τουρκική κατοχή, άρα και επίδραση, όπως οι Επτανήσιοι ή οι Κύπριοι.
Για τον Χριστιανισμό περιττεύει οποιοδήποτε σχόλιο, δεδομένου ότι όχι μόνο δεν είναι χριστιανοί οι Τούρκοι, αλλά έχουν υποστεί τα πάνδεινα οι χριστιανικές μειονότητες στη χώρα αυτή (με πρόσφατα τα δείγματα και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο πέραν των γεγονότων του 1922, του 1955 ή του 1964).
Όσο για τον εξελληνισμό, τι να πούμε; Μάλλον για αφελληνισμό θα πρέπει να συζητούμε, όπως προείπαμε και για την περίπτωση του εκρωμαϊσμού. Δε νομίζω ότι πρέπει να συζητούμε για τα απύθμενα βάραθρα σκοταδισμού στα οποία έριξε όχι μόνο τις Βαλκανικές περιοχές όπου ηγεμόνευσε, αλλά και τις ασιατικές ή αφρικανικές περιοχές. Πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι σημαντικότατη πολιτιστική οπισθοδρόμηση προκάλεσε η τουρκική παρουσία και ηγεμονία στον αραβικό και τον περσικό κόσμο.
Δεν μπορεί κανείς να αμφιβάλλει ότι πράγματι στην Τουρκία αυτή τη στιγμή λαμβάνει χώρα ένα τρομερό «μπρα ντε φερ» μεταξύ φιλοευρωπαϊστών και εθνικιστών, μεταξύ κοινοβουλευτισμού και «βαθέος κράτους», μεταξύ «ανοικτής» και «κλειστής» κοινωνίας. Όμως δεν μπορεί κανείς να μη νιώσει έκπληξη από το γεγονός ότι εναντίον της ένταξης στην Ε.Ε. (άρα και στον εναρμονισμό με τα ευρωπαϊκά θέσμια) είναι τμήμα εκείνων των δυνάμεων που έχουν αυτοδιορισθεί τιμητές του κοσμικού τουρκικού κράτους. Γιατί άραγε επιμένουν στη διατήρηση του κηδεμονευόμενου ψευδοκοινοβουλευτισμού, του ψευδεπίγραφου σεβασμού των δικαιωμάτων των μειονοτήτων και των απλών ανθρώπων; Γιατί επιμένουν στην ανάγκη διατήρησης της «κλειστής» κοινωνίας, ενώ, εκπληκτικά αντιφατικό, οι δυνάμεις που αμφισβητούν τον κοσμικό χαρακτήρα της κοινωνίας τάσσονται υπέρ της Ευρωπαϊκής πορείας;
Σημαντικότατη παράμετρος είναι βέβαιον ότι αποτελούν τα αντιτιθέμενα οικονομικά συμφέροντα αφενός της καθεστηκυίας τάξεως που τρέφεται από το κρατικοδίαιτο σύστημα και αφετέρου των νέων οικονομικών δυνάμεων που ζητούν αναδιανομή της «πίτας» μέσα από τη ρήξη με το status quo. Μήπως όμως υπάρχουν κι άλλοι λόγοι; Γιατί οι, μετριοπαθείς έστω, ισλαμιστές επιθυμούν τη φιλελευθεροποίηση του συστήματος; Όχι βέβαια για να αυτοαναιρεθούν ως ανατολίζουσα, παραδοσιοκεντρική και δομικά αντι-ευρωπαϊκή πολιτική δυναμικά, αλλά προφανώς για να μπορέσουν να αναιρέσουν την ίδια την ουσία του κεμαλισμού, αφού πιστεύουν ότι με αυτόν τον τρόπο θα ανέλθουν στην επιφάνεια οι λαϊκές μάζες, στις οποίες ο εκδυτικισμός έχει ελάχιστες ή ανύπαρκτες ρίζες. Αυτή την απώτερη στρατηγική των Ισλαμιστών διαισθάνονται ενδεχομένως οι στρατιωτικοί και οι κεμαλιστές, άλλωστε για αυτό το λόγο έχουν βάλει τόσες δεκαετίες τη χώρα «στο γύψο» φαλκιδεύοντας μέσω του εξωθεσμικού ρόλου του στρατού το φιλελεύθερο-δημοκρατικό σύστημα, για το οποίο δήθεν κόπτονται.
Άρα, πλέον αντιμετωπίζουμε το κυρίαρχο ερώτημα: ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της τουρκικής ένταξης στην Ε.Ε.; Θα κομίσει πολυπολιτισμικότητα ή επιδείνωση των φαινομένων θρησκευτικού φανατισμού; Θα συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη της Ε.Ε. ή θα επιδεινώσει την κοινωνικοοικονομική κατάσταση μέσα από τη μαζική μετανάστευση προς τις πιο προοδευμένες χώρες της Δύσης; Θα ενισχυθεί η Ε.Ε. γεωπολιτικά ή θα έλθει σε άμεση γειτνίαση με το «καζάνι που βράζει» στη Μέση Ανατολή; Εμείς ως Έλληνες τι ακριβώς θα ωφεληθούμε από τη σχεδόν αφελή, άδολη υποστήριξή μας προς το τουρκικό αίτημα; Αν επιδεικνύουν τέτοια επιθετικότητα παραμονές της κρίσης της ένταξης, τότε τι μας περιμένει μετά τη 17η Δεκεμβρίου; Μία βελτιωμένη έκδοση του ΝΑΤΟ, όπου η κοινή μας παρουσία κατ’ ουδέν συνέβαλε στην ασφάλεια και τη ακεραιότητα του Ελληνισμού. Η λογική των ελληνικών κυβερνήσεων είναι ότι «ελπίζουμε ότι θα μας φάει το θηρίο τελευταίους».
Πρέπει όμως να είμαστε ρεαλιστές: στο σημείο όπου ευρισκόμεθα σήμερα, ο αντι-τουρκικές κορώνες των Γερμανοαυστριακών για ειδική σχέση είναι εντελώς άτοπες. Μπορεί να είναι φενάκη η εντύπωση ότι ξαφνικά η Τουρκία θα διανύσει μέσα σε μια δεκαετία τόσο δρόμο προς την Ευρώπη και την ευρωπαϊκή κουλτούρα όσο ούτε καν φαντάστηκε στα 80 χρόνια της ύπαρξης της Τουρκικής Δημοκρατίας. Όμως δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε την ύπαρξη μιας σημαντικότατης δυναμικής της τουρκικής κοινωνίας προς την ένταξη έστω και με κίνητρα κυρίως οικονομικά και ελάχιστα πολιτικοκοινωνικά. Η ορθότερη επιλογή θα πρέπει να είναι μια μακρά και «ανοικτή» ενταξιακή διαδικασία, η οποία θα επιτρέπει τη βήμα προς βήμα προσέγγιση, θα ενισχύει κάθε βήμα κοινωνικοπολιτικού εξευρωπαϊσμού με αντίστοιχο οικονομικό κίνητρο, αλλά θα δίνει τη δυνατότητα καθυστέρησης της διαδικασίας σε περίπτωσης οπισθοδρόμησης και υποτροπής.
Πολλοί μπορεί να ξενισθούν από την οξύτητά μου, ειδικά σε ένα φιλελεύθερο forum. Όμως, το βασικό ερώτημα είναι αν μπορεί να είναι τμήμα της Ευρώπης μια χώρα που δε βίωσε την Αναγέννηση, το Διαφωτισμό, τις μεγάλες επαναστάσεις, μια χώρα που προσεγγίζει τον ορθολογισμό, τη δυτική αντίληψη περί ελευθερίας, δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων εργαλειακά και όχι κριτικά και με στόχο την οργανική ενσωμάτωση. Και το ερώτημα δεν αφορά μόνο την Τουρκία, αφορά και τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες (ιδίως τις βαλκανικές), τον αραβικό κόσμο, σε κάποιο βαθμό ίσως και την ίδια την Ελλάδα.