Από το μπλατ στο μπαξίσι
Νοέ 21st, 2009 | Τάκης Μίχας| Κατηγορία: Τάκης Μίχας | Email This Post | Print This Post |Πρόσφατα ήρθε ξανά στην επικαιρότητα -με αφορμή την επέτειο 20 ετών από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου- η συζήτηση σχετικά με τις συγκλονιστικές αλλαγές που συντελέσθηκαν τα τελευταία έτη στις χώρες του τ. υπαρκτού σοσιαλισμού.
Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα αφορά την αλλαγή στη φύση της διαφθοράς και τις επιπτώσεις που έχει στο κοινωνικό σύστημα. Πρόκειται συγκεκριμένα για τη μετάβαση από ένα σύστημα όπου η διαφθορά έπαιρνε κυρίως τη μορφή της «ανταλλαγής εξυπηρετήσεων» σε ένα σύστημα όπου παίρνει τη μορφή της καταβολής χρηματικών πληρωμών.
Στη Σοβιετική Ενωση η κυρίαρχη μορφή διαφθοράς έπαιρνε τη μορφή του μπλατ (ανάλογα φαινόμενα με διαφορετικές ονομασίες υπήρχαν σε όλες τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού). Το «μπλατ» αναφέρεται σε δίκτυα προσωπικών διασυνδέσεων και άτυπων επαφών, τα οποία διαμόρφωνε ο πολίτης στην προσπάθειά του να αποκτήσει τα αγαθά στα οποία υπήρχε χρόνια έλλειψη στις σοσιαλιστικές χώρες (δηλαδή όλα τα αγαθά). Το μπλατ ήταν ο πιο διαδεδομένος θεσμός στην ΕΣΣΔ. Αν δεν συμμετείχε κάποιος, εθεωρείτο ακοινώνητος. Το μπλατ αντιπροσώπευε κυρίως μια ανταλλαγή εξυπηρετήσεων. Πρόκειται για ένα είδος μη χρηματικής ανταλλαγής, που βασίζεται σε χάρες που έκανε ο ένας στον άλλο. Ο Α έκανε μια χάρη στον Β, που με τη σειρά του έκανε μια χάρη στον Γ, που με τη σειρά του έκανε χάρη στον Α. Αυτό που ήταν καθοριστικό ήταν ότι οι συναλλαγές στο μπλατ καλύπτονταν από τη ρητορική τής «φιλίας». Ο καθένας ζητούσε μια «φιλική» διευκόλυνση.
Χρηματική δωροδοκία
Ομως φυσικά, και παρά την απουσία χρήματος, το μπλατ αντιπροσώπευε μια μορφή διαφθοράς στον βαθμό που συνεπαγόταν ότι διάφοροι αξιωματούχοι χρησιμοποιούσαν τη δημόσια θέση τους προκειμένου να ευνοήσουν το δίκτυό τους.
Η κατάρρευση του σοσιαλισμού και της οικονομίας των ελλείψεων και η εμφάνιση πραγματικού χρήματος, άλλαξε τους κανόνες του παιχνιδιού. Το μπλατ σταδιακά εξαφανίστηκε δίνοντας τη θέση του στη χρηματική δωροδοκία -στο γνωστό και από τη χώρα μας μπαξίσι, φακελάκι, δωράκι ή όπως αλλιώς ονομάζεται.
Ομως, αυτό που είναι πολύ ενδιαφέρον είναι ότι, όπως δείχνουν όλες οι έρευνες, το μπλατ ήταν πιο αποδεκτό μεταξύ του πληθυσμού σε σχέση με τη σημερινή χρηματική διαφθορά. Αυτό οφείλεται κυρίως στις διαφορετικές κοινωνικές επιπτώσεις των συστημάτων. Το μπλατ είχε έναν εξισωτικό χαρακτήρα, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει όταν η διαφθορά παίρνει τη μορφή καταβολής πληρωμών.
Το μπλατ καταργούσε την κοινωνική απόσταση μεταξύ του απλού ανθρώπου και της ελίτ, μεταξύ του απλού πολίτη και του αξιωματούχου του κομμουνιστικού κόμματος. Στις κομμουνιστικές κοινωνίες η κοινωνική ισχύς κάποιου δεν εξαρτάτο μόνο από τη θέση του στην κομματική ιεραρχία, αλλά και από τη δυνατότητα πρόσβασής του σε αγαθά, που ήσαν όλα δυσεύρετα. Αυτό είχε αποτέλεσμα ότι το μπλατ υποχρέωνε τις πολιτικές ελίτ να έχουν επαφή με τους απλούς ανθρώπους. Ο κομισάριος έπρεπε να έχει φιλία με τον μανάβη της γειτονιάς για να του βρει φρέσκα φρούτα ή τον τοπικό βιβλιοπώλη για να του βρει ένα απαγορευμένο βιβλίο. Αυτή ήταν μια υποχρέωση την οποία δεν μπορούσε να αποφύγει κανείς, γιατί ήταν επιβεβλημένη από την οικονομία των ελλείψεων.
«Πριν από είκοσι έτη»,
γράφει ο Βούλγαρος μελετητής του φαινομένου Ivan Krastev,
«ακόμα και ένα μέλος της πολιτικής ελίτ θα έπρεπε να είχε φίλο τον μανάβη της γειτονιάς αν ήθελε να τρώει φρέσκα φρούτα. Θα έπρεπε να ανταποδώσει κάνοντας μια εξυπηρέτηση αν του τη ζητούσε ο μανάβης. Στον διεστραμμένο κόσμο της οικονομίας των ελλείψεων, ο μανάβης αποφάσιζε ποιος θα πάρει τι. Ηταν αδύναμος και πανίσχυρος ταυτόχρονα. Η διαφθορά ταυτόχρονα διέβρωνε και συντηρούσε τον κομμουνισμό, αναδιανέμοντας όχι απλώς τα αγαθά, αλλά και την εξουσία. Η ανταλλαγή εξυπηρετήσεων άθελά της έδινε δύναμη στους αδύναμους».
Η «αδύναμη» κάλπη
Ολα αυτά άλλαξαν ριζικά με την εμφάνιση της οικονομίας της αγοράς:
«Ετσι, ενώ ο μανάβης κέρδιζε από τη διαφθορά του κομμουνιστικού συστήματος, τώρα έγινε το θύμα της μετακομμουνιστικής διαφθοράς. Απέκτησε την ελευθερία να ταξιδεύει, να ψηφίζει, να καταναλώνει. Ομως έχασε την περιορισμένη επιρροή που είχε στα μέλη της πολιτικής ελίτ. Η δύναμη της κάλπης είναι πιο αφηρημένη σε σχέση με την πραγματική δύναμη, την οποία αποκτούσε από τις διασυνδέσεις του. Σήμερα κανένας δεν έχει ανάγκη να γίνει φίλος του μανάβη για να αποκτήσει φρέσκα φρούτα. Ούτε αυτός μπορεί να ζητήσει εξυπηρέτηση από τους πανίσχυρους πελάτες του».
Τάκης Μίχας
—————————————————————
Σημειώσεις:
Δημοσιέυτηκε στην Ελευθεροτυπία στις 16/11/2009
πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά και δεν το λέω ειρωνικά. Θα με ενδιέφερε όμως πολύ περισσότερο να ακούσω την άποψη του συγγραφέα για τη διαφθορά και την εξέλιξή της και από τη δυτική μεριά του Τοίχους. Ίσως στο επόμενο άρθρο του…
Διαφθορά –Corruption /ruptio=σπάσιμο.
Η λέξη Διαφθορά υποδηλοί την πρόκληση φθοράς σε κάτι που βρίσκεται εκτός φυσικής φθοράς. Π.χ. δεν λες «το κτήριο διαφθείρεται» από τις φυσικές επάνω του επιρροές, αλλά απλά «φθείρεται» (deteriorate).
Αντίθετα έλεγαν κάποτε πως «διαφθείρει» κανείς μια γυναίκα όταν τη βιάζει ή όταν την εκμαυλίζει ως κορίτσι.
Δηλαδή η λέξη «διαφθορά» αναφέρεται στο διαμεσολαβούμενο από κάποιον δρώντα πέρασμα ενός αντικειμένου από μια κατάσταση (δυνητικής τουλάχιστον) ακεραιότητας σε μίαν άλλη που δεν είναι.
Εξ ου και η ηθική σημασία της. Το Hθικό είναι έξω από το χρόνο, γι’ αυτό και χρησιμοποιούμε τη λέξη «ακεραιότητα» (integrity) για να δείξουμε την προσήλωση κάποιου σε κάποιες αρχές συμπεριφοράς, που ως «αρχές» είναι άχρονες.
Η Πολιτεία επίσης ως δομή είναι εκτός χρόνου. Δεν αποτελεί φυσικό προιόν για να γνωρίζει τον φυσικό θάνατο και την (ανα-)γέννηση όπως το λουλούδι, αλλά τεχνητή δομή όπως το κτήριο. Πράγματι, η Πολιτεία είναι ένα Τέχνημα που φτιάχνεται για να προφυλάξει τους μετόχους-πολίτες από την φθορά που προκαλεί ο bellum omnium contra omnes. Η διαφορά του Τεχνήματος της Πολιτείας από το Τέχνημα του Κτηρίου είναι πως τα μέλη της, ή οι «δόμοι» της δεν είναι αδρανή υλικά που υπόκεινται μόνο σε εξωγενή φθορά (όπως είναι στην περίπτωση της Πολιτείας ένας Πόλεμος), αλλά έμψυχοι οργανισμοί, που, με την ίδια τους την θέληση μπορούν να προκαλέσουν ρωγμές στο οικοδόμημα. Είναι σαν η πέτρα να αλλάξει από μόνη της την σύστασή της και να γίνει σκόνη, όποτε και το κτήριο θα γκρεμιστεί.
Άρα πολιτική Διαφθορά ονομάζουμε την (εκ των έσω) παράδοση του Πολιτειακού Οικοδομήματος στο Χρόνο.
Για να είμαστε ειλικρινείς δεν υπάρχει απολύτως άφθαρτη πολιτεία παρά μόνο στον Empyrean Ουρανό των Αγίων. Και αυτό γιατί τα ίδια τα μέλη της είναι μες τον Χρόνο. Και, pour ainsi dire, «δημιουργός χρόνου», είναι η Αγορά. Γιατί; Γιατί την Αγορά δεν την θεμελιώνει κάποια άχρονη αρχή, αλλά η Επιθυμία. Επιθυμώ, σημαίνει ζητώ από τον Χρόνο να μου φέρει κάτι. Και όλες οι λογικές κατηγορίες της Αγοράς, όπως η Παραγωγή, η Κατανάλωση, η Πίστωση, είναι χρονικές. Αν η Πολιτεία αξιώνει την Γαλήνη και την Pérennité και απεύχεται το Χρόνο, η Αγορά τον χρειάζεται.
Βάσει του παραπάνω συλλογισμού, η Διαφθορά είναι ανάλογη του βαθμού μέθεξης Πολιτείας και Αγοράς.
Ο Marx στην ουσία, θέλει να καταργήσει την Αγορά για πετύχει μιαν αρραγή πολιτεία, κάτι σαν την «Ουράνια Πολιτεία» του Ι. Αυγουστίνου. Όμως το κάνει αυτό ενσωματώνοντας τον «φυσικό» άνθρωπο, δηλαδή παντρεύοντας διαλεκτικά Πολιτεία και Αγορά. Είναι σαν να χτίζει το οιονεί άφθαρτο οικοδόμημα του με οργανική ύλη, χρησιμοποιώντας, ας πούμε, αντί λίθων, τομάτες. Η Διαφθορά για την οποία μας μιλάει ο κ. Μίχας βρίσκεται ακριβώς εδώ. Τώρα, όσον αφορά την Διαφθορά στις χώρες του Καπιταλισμού, αυτή είναι υπαρκτή στον βαθμό του οικονομικού ρόλου που αναλαμβάνει η Πολιτεία. Και φυσικά, από τότε που τα Κράτη ανέλαβαν να είναι εκείνα που «παράγουν» οικονομία, η Διαφθορά είναι καθημερινό θέμα. Το Χρήμα ως αποκρυστάλλωση της Επιθυμίας διαφθείρει, όταν ξεφεύγει από τον τόπο του που είναι η Αγορά και μπαίνει στα πεδία της Πολιτείας, τόπο κατεξοχήν της Δικαιοσύνης.
Το μπλάτ ξαναχτίζεται
απτήν αρχή
διότι το κύρος και η φήμη
συνεχίζουν να υπάρχουν μαζί
κι’ οι προνομιούχοι και οι μη.
Το ζήτημα είν’ αλλού.
Εξ άλλου
το μπλάτ δεν αναφέρεται στον επιούσιο
αλλά στην ακοινώνητη ματαιοδοξία
πού δεν κατέχει τον χρόνο
αλλά κυριαρχεί στην τρέχουσα πλειοψηφία