Σχεδίασμα Ελευθερίας – Η πολιτική σκέψη του Φ. Χάγιεκ και ο σύγχρονος φιλελευθερισμός
Σεπ 18th, 2009 | Δημήτρης Σκάλκος| Κατηγορία: Φιλελευθερισμός, Φιλοσοφία | Email This Post | Print This Post |Το κείμενο πραγματεύεται βασικά σημεία της πολύπλευρης σκέψης του Φρίντριχ Χάγιεκ στα πεδία της γνωσιολογικής, της ηθικής, της οικονομικής και της πολιτικής θεωρίας. Επισημαίνεται ακόμη η επικαιρότητα του έργου του για την ερμηνεία του σημερινού κόσμου της αυξημένης αλληλεξάρτησης και πολυπλοκότητας και τέλος, προτείνεται μια πολιτική στρατηγική για τον σύγχρονο φιλελευθερισμό βασισμένη στις ιδεολογικές προσεγγίσεις του «πολιτικού» Χάγιεκ.
«It is the perspective of seeing markets and other institutions in terms of their role in advancing freedoms and liberties of individuals that Hayek brought into singular prominence.»
Amartya Sen
Η σκέψη του σπουδαίου αυστριακού διανοητή Φρίντριχ Χάγιεκ (1899-1992), του «Κάρολου Μαρξ του φιλελευθερισμού» σύμφωνα με τον γάλλο συγγραφέα Guy Sorman, παραμένει εν πολλοίς άγνωστη στη χώρα μας, αν και το τελευταίο διάστημα πραγματοποιούνται ορισμένες αξιόλογες προσπάθειες μελέτης και προβολής του έργου του1 . Γεγονός μάλλον παράδοξο καθώς σήμερα, οι «σπουδές Χάγιεκ» (hayekian studies) γνωρίζουν άνθηση στις κοινωνικές επιστήμες και το έργο του μελετάται ακόμη και σε κλάδους όπως οι νευρο-επιστήμες. Είναι προφανές πως, η περιθωριοποίηση του Χάγιεκ στην εγχώρια συζήτηση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη σύνδεσή του με το «νεοφιλελευθερισμό» και τις αρνητικές συνδηλώσεις του που συνοδεύουν αυτό το ρεύμα σκέψης στη πολιτική συζήτηση της χώρα μας.
Αυτές ακριβώς τις πλευρές του έργου του «πολιτικού» Χάγιεκ επιχειρεί να προσεγγίσει, εν οίδει εισαγωγής, η παρούσα μελέτη. Σε κάθε περίπτωση, η σκέψη του Χάγιεκ αποστρέφεται το δογματισμό και τις ιδεοληψίες και το έργο του, ανοιχτό σε πολλαπλές αναγνώσεις2 , αποτελεί μία διαρκή πρόκληση για καθένα που επιθυμεί παρακολουθήσει τις περιδιαβάσεις της έννοιας της ελευθερίας στην ιστορία των πολιτικών ιδεών.
1. Αυθόρμητες τάξεις
Η έννοια της «αυθόρμητης τάξης» (spontaneous order) κατέχει ξεχωριστή θέση στο φιλοσοφικό οικοδόμημα του Φρίντριχ Χάγιεκ και αποτελεί ίσως την πλέον σημαντική συνεισφορά του στην ιστορία των πολιτικών ιδεών. Στη Δυτική σκέψη, η αυθόρμητη τάξη, με την έννοια της συστηματικής μελέτης του αθέλητου ή απρόθετου συντονισμού των δράσεων, συναντάται για πρώτη φορά στους εμπειριστές φιλοσόφους του σκωτικού Διαφωτισμού (David Hume, Adam Ferguson, Adam Smith- «αόρατο χέρι της αγοράς»)3 . Η παράδοση αυτή εξελίσσεται με τον Carl Menger και την περίφημη Σχολή των Αυστριακών Οικονομικών (τέλη 19ου αιώνα)4 και στη συνέχεια με τον Χάγιεκ που την επανέφερε στο προσκήνιο5 .
Η έννοια της αυθόρμητης τάξης δεν υπονοεί μια φυσική αρμονία συμφερόντων αλλά, τη δυνατότητα συμβιβασμού των αντιτιθέμενων συμφερόντων διαφορετικών ατόμων που κινούνται στη βάση της επιδίωξης του ατομικού τους συμφέροντος (self-interest). Η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος δεν συνεπάγεται κοινωνικό όφελος σε κάθε περίπτωση, αντίθετα προϋποθέτει την ύπαρξη των κατάλληλων κοινωνικών και οικονομικών θεσμών6 .
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυθόρμητης τάξης είναι η εξέλιξη της γλώσσας, όπου η έμφυτη ικανότητα ατομικών νοηματικών αναπαραστάσεων του ανθρώπινου εγκεφάλου επιτρέπει την επικοινωνία μέσω του συσχετισμού των φωνητικών εκφράσεων και των σημασιολογικών εννοιών7 . Οι λειτουργικές ομοιότητες ανάμεσα στις αγορές και στη γλώσσα απασχόλησαν τους κλασσικούς φιλελεύθερους διανοητές από την εποχή του Άνταμ Σμιθ8 . Για τον Χάγιεκ, οι περισσότερες από τις οικονομικές παρατηρήσεις του θα μπορούσαν να βρουν εφαρμογή και στη γλωσσολογία9 .
Ο Menger μας προσφέρει ένα ιδιαίτερα επεξηγηματικό παράδειγμα ανάδυσης μίας αυθόρμητης τάξης στο πεδίο της οικονομίας, αυτό της εμφάνισης και εξέλιξης του χρήματος ως αθέλητου συντονισμού των υποκειμενικών προτιμήσεων των ατόμων, όπου η ανθρώπινη δράση (ανταλλαγή) καταλήγει στη δημιουργία ενός απρόθετου (δηλαδή όχι συνειδητά σχεδιασμένου) κοινωνικού θεσμού όπως το χρήμα10 .
Η οικονομία για τον Χάγιεκ είναι ακόμη ένα πολύπλοκο σύστημα επικοινωνίας, συντονισμού, αλληλεπιδράσεων και προσαρμογών μεγάλου αριθμού αθέλητων ενεργειών. Ιδιαίτερα σημαντικό για την μετέπειτα εξέλιξη της σκέψης του υπήρξε το άρθρο του «The Trend of Economic Thinking»11 . Ο Χάγιεκ επαναλαμβάνει τη θέση του Μίζες πως η κοινωνία είναι «οργανισμός» και όχι «οργάνωση»12 και εισάγει την έννοια της «καταλλαξίας» (catallaxy)13 , δηλαδή τη τάξη που προκύπτει από τον συντονισμό των επιμέρους συναλλαγών (exchange) σε μία αγορά. Η καταλλαξία αποτελεί την οργανωτική αρχή της αυθόρμητης τάξης του συνόλου των κοινωνικών συναλλαγών και η οποία αντιδιαστέλλεται από την οικονομία, την ιεραρχική οργάνωση των συναλλαγών για την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών14 .
2. Το ζήτημα της γνώσης
Ο Χάγιεκ συνέβαλε αποφασιστικά στην εξέλιξη της παράδοσης της «αυθόρμητης τάξης» καταδεικνύοντας τα όρια της ικανότητας συνειδητού σχεδιασμού των κοινωνικών θεσμών με αποτελεσματικό τρόπο.
Η γνώση είναι ατελής (incomplete), κατακερματισμένη (fragmented) και διάσπαρτη (dispersed) κατά τρόπο που καθιστά αδύνατη τη συγκέντρωσή της σε ένα μοναδικό κέντρο λήψης απόφασης, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η βέλτιστη κατανομή των πόρων. Ο συντονισμός και η χρήση αυτής της διάσπαρτης γνώσης αποτελεί «το κεντρικό ερώτημα των κοινωνικών επιστημών»15 . Ο Χάγιεκ υπήρξε δύσπιστος στην εφαρμογή των μεθόδων των φυσικών επιστημών στις κοινωνικές επιστήμες (πχ. οι οικονομικές στατιστικές) και υπογράμμισε τη σημασία της γνώσης των ακριβών περιστάσεων «του χρόνου και του τόπου», δηλαδή των συγκεκριμένων συνθηκών κάτω από τις οποίες λαμβάνουν χώρα τα προς μελέτη φαινόμενα16 .
Ο Χάγιεκ αναπτύσσει τη θεωρητική βάση των ορίων της γνώσης αρχικά στο πεδίο της θεωρητικής ψυχολογίας και στο έργο του The Sensory Order17 , όπου η αντιληπτική μας ικανότητα για τον εξωτερικό κόσμο διαμεσολαβείται από την υποκειμενική και αφηρημένη αναπαράστασή του στο ανθρώπινο μυαλό. Δεν μπορούμε- και δεν έχει νόημα- να γνωρίσουμε τη πραγματική (καθαρή) φύση του κόσμου, παρά μόνο να αναπτύξουμε ένα σύστημα επαγωγικών κατηγοριοποιήσεων των εμπειριών μας18 . Παραπέρα, για τον αυστριακό διανοητή, η δυναμική φύση του πραγματικού κόσμου, όπου «η διαρκής αλλαγή είναι ο κανόνας»19 , δεν επιτρέπει τον αποτελεσματικό σχεδιασμό για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων.
Στο πεδίο της οικονομίας, η ατελής γνώση, η διάσπαρτη πληροφόρηση, η προσαρμοστικότητα των ατόμων στο περιβάλλον καθώς και ο ρόλος της επικοινωνίας και των αντιλήψεων καθιστούν προβληματική την έννοια του homo economicus και οδηγούν στην απόρριψη του «ορθολογικού κονστρουκτιβισμού» (rational constructivism)20 των νέο-κλασσικών οικονομικών.
Ο Χάγιεκ απορρίπτει τα στατικά οικονομικά μοντέλα της γενικής ισορροπίας που προϋποθέτουν την όμοια πρόσβαση στην ορθή πληροφόρηση, ενώ στη πραγματικότητα υφίσταται ένας «καταμερισμός της γνώσης» (division of knowledge) όπου τα άτομα δρουν με βάση διαφορετικές υποκειμενικές προσλαμβάνουσες21 . Κυρίως όμως αδυνατούν να προβλέψουν την αλλαγή, δηλαδή τη διαρκή μεταβολή των δεδομένων στα πολύπλοκα συστήματα, ακολουθώντας φορμαλιστικές προσεγγίσεις της οικονομίας.
Σύμφωνα με τον Carl Menger, οι τιμές προκύπτουν ως αθέλητες συνέπειες διαδικασιών υποκειμενικών αξιολογήσεων22 . Αυτές ακριβώς οι υποκειμενικές αξιολογήσεις καθιστούν τον ανταγωνισμό μία «διαδικασία ανακάλυψης» (discovery procedure)23 μέσω του μηχανισμού των τιμών.
Αν και αρχικά τα αυστριακά και τα νέο-κλασσικά οικονομικά βρέθηκαν κοντά λόγω της κοινής τους αντίθεσης στις σχολές του ιστορικισμού και του μαρξισμού, σύντομα απομακρύνθηκαν στο πλαίσιο της διαμάχης για τον σοσιαλιστικό υπολογισμό, όπου οι αντίπαλοι των Μίζες και Χάγιεκ χρησιμοποίησαν νέο-κλασσική επιχειρηματολογία (βλ. πργ. 4). Ειδικότερα στον Χάγιεκ συναντούμαι μια θεώρηση της οικονομίας που βρίσκεται στους αντίποδες της νέο-κλασσικής σχολής. Η ατελής πληροφόρηση, που καθιστά προβληματική τη λειτουργία των αγορών στα νέο-κλασσικά οικονομικά, βρίσκεται στο κέντρο της χαγιεκιανής θεωρίας και επιτρέπει την αποτελεσματική λειτουργία των αγορών24 .
3. O μεθοδολογικός ατομικισμός του Χάγιεκ
Ο Χάγιεκ απορρίπτει τον μεθοδολογικό ολισμό, εκείνες δηλαδή τις επιστημονικές προσεγγίσεις που αντιμετωπίζουν τα κοινωνικά φαινόμενα (κοινωνία, οικονομία) ως ενιαίες και δεδομένες οντότητες ανεξάρτητες από τα μέρη που τις συνθέτουν25 . Αντίθετα, ο Χάγιεκ θεωρεί πως σκοπός των κοινωνικών επιστημών (θα πρέπει να) είναι η ανακάλυψη των δεσμών και των σχέσεων ανάμεσα στα μέρη που τελικά δίνουν μορφή στα κοινωνικά φαινόμενα26 .
Ο μεθοδολογικός ατομικισμός του Χάγιεκ παρουσιάζει κοινά γνωρίσματα- αν και δεν ταυτίζεται- με την επιστημονική μεθοδολογία του Καρλ Πόππερ, όπως αναπτύσσεται στο έργο του The Logic of Scientific Discovery27 . Ειδικότερα στη μελέτη της οικονομίας ακολουθεί και εξελίσσει τη μεθοδολογία του Carl Menger, ειδικά ως προς τις έννοιες «του χρόνου και του λάθους» (time and error) στις οικονομικές αποφάσεις των ατόμων. Όπως γράφει χαρακτηριστικά, «…στην “ατομικιστική” μέθοδο οφείλουμε κάθε γνώση των οικονομικών φαινομένων που κατέχουμε»28 .
Ωστόσο, ο Χάγιεκ στέκεται ταυτόχρονα κριτικά απέναντι στον μεθοδολογικό ατομικισμό που προσεγγίζει τα άτομα ως στατικά κι αμετάβλητα δρώντα υποκείμενα. Έτσι, μεταφέροντας τη σκέψη του στο πεδίο της οικονομίας, θεωρεί προβληματική κα παραπλανητική την έννοια του homo economicus (έννοια κυρίαρχη στα νέο-κλασσικά οικονομικά) καθώς προϋποθέτει πως τα άτομα κάνουν οικονομικούς υπολογισμούς στη βάση αμετάβλητων προτιμήσεων29 . Τούτο με τη σειρά του, οδηγεί στον «επιστημονισμό» (scientism) και τον «κονστρουκτιβιστικό ορθολογισμό» (constructivist rationalism)30 , δηλαδή τη δυνατότητα της ενσυνείδητης καθοδήγησης της κοινωνίας προς συγκεκριμένους στόχους.
Η ατομική ελευθερία είναι ταυτόχρονα προϊόν μίας φιλελεύθερης κοινωνίας και γενεσιουργός παράγοντας εξέλιξης της. Η λειτουργία των αγορών ως κοινωνικού modus operandi, η έννοια της «δημόσιας σφαίρας» καθώς και μια προσέγγιση της «καλής κοινωνίας» (good society) διαχωρίζουν το έργο του Χάγιεκ τόσο από τους κοινοτιστές όσο και από φιλελεύθερους διανοητές που διατυπώνουν θεωρίες «δικαιωμάτων» (rights-based liberalism, πχ. Rawls, Nozick)31 . Όπως ορθά παρατήρησε ο πολιτικός φιλόσοφος Chandran Kukathas, για τον Χάγιεκ «ο ατομικισμός είναι κοινωνική θεωρία»32 , τα χαρακτηριστικά της οποίας μπορούν να θεμελιώσουν ένα «φιλελεύθερο κοινοτισμό»33 .
4. Η διαμάχη για τον οικονομικό προγραμματισμό και τον σοσιαλιστικό σχεδιασμό
Οι απόψεις του Χάγιεκ για την οικονομία σχηματοποιήθηκαν γύρω από την επιστημονική διαμάχη αναφορικά με την αγορά ως προϋπόθεση αποτελεσματικού οικονομικού σχεδιασμού34 . Πρόκειται για το περίφημο «calculation debate» που κυριάρχησε στις αναζητήσεις της οικονομικής θεωρίας των δεκαετιών του ’30 και του ’4035 .
Το έργο του Mises κατέχει κεντρική θέση στο ερευνητικό του πρόγραμμα (research program) του Χάγιεκ. Ο Χάγιεκ υποστήριξε και εξέλιξε τις θέσεις του Mises για το ανέφικτο του σοσιαλιστικού σχεδιασμού προσθέτοντας τη δική του οπτική για την ατελή και κατακερματισμένη γνώση. Η σχετική διαμάχη πυροδοτήθηκε το 1922 από τον Μίζες36 που υποστήριξε την αναγκαιότητα του μηχανισμού των τιμών για τον ορθολογικό οικονομικό υπολογισμό (calculation).
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε το ιστορικό πλαίσιο της διαμάχης καθώς, τότε σοσιαλισμός σήμαινε κολεκτιβισμός, δηλαδή την εθνικοποίηση των μέσων παραγωγής και τον λεπτομερή κεντρικό σχεδιασμό για την υποκατάσταση της «άναρχης» καπιταλιστικής παραγωγής από την επιστημονική διαχείριση της.
Οι σοσιαλιστές διανοούμενοι που συμμετείχαν στη διαμάχη (Oscar Lange, Abba Lerner, κ.ά.), ακολουθώντας το υπόδειγμα της γενικής ισορροπίας των νέο-κλασσικών οικονομικών, αν και δέχτηκαν την αναγκαιότητα του μηχανισμού των τιμών, υποστήριξαν πως οι τιμές μπορούσαν να καθοριστούν κεντρικά (κράτος)37 . Ο συνδυασμός αγορών στα καταναλωτικά αγαθά με κρατική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής που εξέφρασαν κατηγοριοποιήθηκε με το όρο «σοσιαλισμός της αγοράς» (market socialism).
Για τους Χάγιεκ και Μίζες ο κεντρικός καθορισμός των τιμών θα συνεπαγόταν αδυναμία υπολογισμού του κόστους ευκαιρίας (opportunity costs) και υπέρογκα κόστη συναλλαγών (transaction costs). Και απορρίπτουν τα νέο-κλασσικά οικονομικά της Walras-ιανής γενικής ισορροπίας υπενθυμίζοντας την άποψη του Richard Cantillon38 για την αγορά, σύμφωνα με την οποία η αγορά είναι μια αρένα όπου οι συμμετέχοντες ωθούν τις τιμές στη κατεύθυνση της ισορροπίας εκμεταλλευόμενοι τις ευκαιρίες κέρδους που προκύπτουν από την ανισσοροπία των τιμών. Ο Χάγιεκ άσκησε δριμεία κριτική στη «κατασκευή» της γενικής ισορροπίας39 καθώς, η διαθέσιμη πληροφόρηση με βάση την οποία λαμβάνονται οι οικονομικές αποφάσεις, από τη φύση της (δεν μπορεί παρά να) είναι ασύμμετρη40 .
5. Ο ωφελιμισμός του Χάγιεκ
Στο έργο του Χάγιεκ η ελευθερία δεν έχει μόνο εγγενή αξία41 αλλά και εργαλειακή (instrumentalist) αξία. Ο χαγιεκιανός φιλελευθερισμός αρθρώνεται ταυτόχρονα γύρω από δεοντολογικά (deontological) επιχειρήματα με βάση το φυσικό δίκαιο και συνεπειοκρατικά (consequentialist) επιχειρήματα με βάση την κοινωνική ωφελιμότητα του42 . Βέβαια, ο ωφελιμισμός του Χάγιεκ δεν εντάσσεται στη παράδοση του κλασσικού, «ηδονιστικού» ωφελιμισμού του Jeremy Bentham και του John Stuart Mill, αλλά περισσότερο είναι ένας έμμεσος, διαδικαστικός ωφελιμισμός που λειτουργεί ως κριτήριο αξιολόγησης συστημάτων κανόνων δικαιοσύνης43 .
Αξίζει να υπογραμμίσουμε πως, σε αντίθεση με τις αιτιάσεις των αντιπάλων του, η κοινωνική διάσταση δεν απουσιάζει από το έργο του Χάγιεκ, όπως και σχεδόν από το σύνολο της φιλελεύθερης σκέψης. Από τους David Hume και Adam Smith και ενδιάμεσα τον Alexis de Tocqueville, έως τον Herbert Spencer και τον William Graham Sumner, το άτομο ως κοινωνικό υποκείμενο έχει κεντρική θέση στη φιλελεύθερη πολιτική φιλοσοφία44 . Φυσικά, αξίζει να αναφέρουμε εκείνες τις όψεις του πολύπλευρου ρεύματος του αναρχο-φιλελευθερισμού που απορρίπτουν κάθε αναγωγή στο κοινωνικό, με κυρίαρχη τη μορφή του γερμανού υπαρξιστή φιλοσόφου Max Stirner45 .
Για τον Χάγιεκ τα άτομα είναι κοινωνικά όντα και διαμορφώνονται ως ένα βαθμό από τους θεσμούς που καθορίζουν τη κοινωνική τους συμπεριφορά (γλώσσα, ηθικοί κανόνες, εθιμικό δίκαιο, κ.ά.). Πλευρές της κοινωνικής οντολογίας του Χάγιεκ τον φέρνουν τόσο κοντά στο ρεύμα του κοινοτισμού (Ch. Taylor), όσο και στον πολιτικό συντηρητισμό (E. Burke, Μ. Oakeshott)46 , χωρίς βεβαίως να αποδίδει ηθικά χαρακτηριστικά στις κοινότητες. Σύμφωνα με τον μελετητή του, John Gray, το έργο του καταλαμβάνει τον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τον συντηρητισμό47 .
Η φιλελεύθερη τάξη που έχει στο επίκεντρό της την ουδέτερη «νομοκρατία»- αντί της καθοδηγούμενης «τελοκρατίας» των προκαθορισμένων σκοπών- διαφυλάσσει και προάγει την ελευθερία των ατόμων. Έτσι, ο Χάγιεκ (όπως και ο Μίζες) απορρίπτει τον σοσιαλισμό στο επίπεδο της αποτελεσματικότητας και της ηθικής ταυτόχρονα, άποψη που τον διαφοροποιεί από διανοητές όπως, για παράδειγμα, ο Frank Knight (1885-1972) που υποστηρίζει πως σε ένα στατικό σύστημα ο σοσιαλιστικός σχεδιασμός είναι εφικτός και οι αντιρρήσεις του εδράζονται αποκλειστικά στην ηθική διάσταση του σοσιαλιστικού προγράμματος (normative claims)48 .
6. Θεσμοί και «φιλελεύθερος συνταγματισμός»
Ο Χάγιεκ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στους θεσμούς οργάνωσης της κοινωνικής ζωής και αναπτύσσει τις ιδέες του στο έργο του Το Σύνταγμα της Ελευθερίας (1960) για το οποίο φιλοδοξούσε να αποτελέσει τον Πλούτο των Εθνών του εικοστού αιώνα. Τις ιδέες αυτές τις εξελίσσει στο μεταγενέστερο τρίτομο έργο του Law, Legislation and Liberty (1973-1979). Είναι σαφές πως για τον Χάγιεκ, όπως και για το σύνολο των φιλοσόφων της «αυθόρμητης τάξης» (Χιουμ, Σμιθ, κ.ά.), ο μηχανισμός του απρόθετου συντονισμού των ατομικών δράσεων δεν λειτουργεί ανεξάρτητα από το θεσμικό πλαίσιο εντός του οποίου αυτές πραγματοποιούνται, αλλά αντίθετα προϋποθέτει την αποτελεσματική συνδρομή των κατάλληλων νομικών κανόνων (πχ., περιουσιακά δικαιώματα).
Με σημείο αναφοράς τη φιλελεύθερη νομική θεωρία του Χιουμ49 , ο Χάγιεκ αρθρώνει τη σκέψη του γύρω από ένα φιλελεύθερο συνταγματισμό που λειτουργεί ως ένα «μετα-πλαίσιο» (meta-context), το οποίο επιτρέπει την ανάπτυξη πολλαπλών πλαισίων ελεύθερης δράσης των ατόμων ώστε να επιτυγχάνεται η ανεμπόδιστη και απρόσκοπτη στοχοθεσία τους.
Για τον επιφανέστερο φιλελεύθερο στοχαστή του περασμένου αιώνα, η κοινωνική τάξη προϋποθέτει σταθερούς «κανόνες παιχνιδιού» ώστε τα μέλη μιας κοινωνίας να απολαμβάνουν ψυχολογική ασφάλεια και σχετική σιγουριά για το άδηλο μέλλον, κάτι που ενισχύει τη παραγωγική τους δραστηριότητα. Έτσι, οι κανόνες και οι νόμοι (rules and laws) δεν περιορίζουν, αλλά αντίθετα προάγουν την ατομική και κοινωνική ελευθερία. Και πάνω σε αυτή ακριβώς τη βάση- δηλαδή τη μεγιστοποίηση της ελευθερίας επιλογών- ο Χάγιεκ τοποθετεί το κριτήριο της ορθότητας και ωφελιμότητας τους για το κοινωνικό σύνολο.
Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο φιλελεύθερος συνταγματισμός του Χάγιεκ επιτρέπει την «αυθόρμητη κοινωνική δράση» (Ortega y Gasset) και αντιδιαστέλλεται από την «κατευθυνόμενη τάξη» (commanded order- Wilhelm Ropke) των αυστηρών νομοθετικών κανόνων που εκπορεύονται από το κράτος. Ωστόσο, ο Χάγιεκ δεν απορρίπτει εξ ορισμού το θετικό δίκαιο προκειμένου να μην παρεμποδίζεται η ελεύθερη στοχοθεσία των ατόμων και να διευκολύνεται ο συντονισμός της δράσης τους. Έτσι, οι αντιμονοπωλιακές νομικές ρυθμίσεις (anti-trust laws) με στόχο τη λειτουργία του ανταγωνισμού είναι επιθυμητές.
7. Ο «κοινωνικός φιλελευθερισμός» του Χάγιεκ
Η σύνδεση του Χάγιεκ με τα διάφορα πολιτικά ρεύματα της Νέας Δεξιάς έχει λειτουργήσει συχνά παραπλανητικά για το περιεχόμενο και οπωσδήποτε περιοριστικά για την εμβέλεια του μηνύματος του. Αντίθετα, ο προσεκτικός μελετητής σύντομα αντιλαμβάνεται πως το έργο του Χάγιεκ αφήνει πολλά περιθώρια για γόνιμες συνθέσεις με ρεύματα της αριστερής (μη κολεκτιβιστικής) σκέψης, τα οποία δεν στοχεύουν να υποκαταστήσουν αλλά να υποβοηθήσουν τις αγορές50 .
Είναι σημαντικό να τονιστεί εξαρχής πως ο Χάγιεκ δεν απορρίπτει a priori τη κρατική παρέμβαση51 για την οποία διευκρινίζει πως, «…το είδος του σχεδιασμού εναντίον του οποίου κατευθύνεται η κριτική μας είναι ο σχεδιασμός εναντίον του ανταγωνισμού- ο σχεδιασμός που προορίζεται να υποκαταστήσει τον ανταγωνισμό…Αλλά αφού ο τωρινός τρόπος χρήσης του όρου “σχεδιασμός” έχει γίνει συνώνυμος του προηγούμενου είδους σχεδιασμού (δηλαδή σχεδιασμός εναντίον του ανταγωνισμού), μερικές φορές θα είναι αναπόφευκτο, χάρη συντομίας, να αναφερόμαστε σ’ αυτόν τον όρο απλώς σαν σχεδιασμό, έστω κι αν αυτό σημαίνει να αφήνουμε στους αντιπάλους μας μια καλή λέξη που αξίζει να έχει καλύτερη μοίρα»52 .
Και αναφορικά με τα όρια αυτό-ρύθμισης των αγορών, ο Χάγιεκ δεν αφήνει το παραμικρό περιθώριο παρερμηνείας όταν γράφει πως, «το φιλελεύθερο επιχείρημα ευνοεί την καλύτερη δυνατή χρήση των δυνάμεων ανταγωνισμού ως μέσο συντονισμού των ανθρώπινων προσπαθειών, δεν επιθυμεί όμως να αφεθούν τα πράγματα ακριβώς όπως είναι…Δεν αρνείται, αλλά αντίθετα δίνει έμφαση στο ότι, για να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός ευεργετικά, είναι απαραίτητο να υπάρχει ένα προσεκτικά επεξεργασμένο νομικό πλαίσιο και ότι ούτε οι προγενέστεροι ούτε οι μεταγενέστεροι νόμοι δεν είναι απαλλαγμένοι από σοβαρά μειονεκτήματα. Ούτε αρνείται ότι όπου είναι αδύνατο να δημιουργήσουμε τις συνθήκες που είναι απαραίτητες για να καταστήσουμε τον ανταγωνισμό αποδοτικό, πρέπει να καταφύγουμε σε άλλες μεθόδους για την οικονομικής δραστηριότητας ».53
Απέναντι στις απλουστευτικές προσεγγίσεις που οδηγούν σε λανθασμένα συμπεράσματα ο Χάγιεκ υπήρξε κατηγορηματικός: «Πιθανότατα, τίποτε δεν προκάλεσε μεγαλύτερες ζημιές στη φιλελεύθερη υπόθεση από την άκαμπτη επιμονή μερικών άκρατων φιλελεύθερων σε ορισμένες δογματικές προκαταλήψεις και προπάντων στην αρχή του laissez faire»54 . Γιατί, όπως προείπαμε, η αντίθεση στη σχεδιασμένη οικονομία δεν είναι το laissez faire αλλά ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός.
Ως γενική αρχή, ο Χάγιεκ δέχεται τη κρατική παρέμβαση προκειμένου «να καταστεί ο ανταγωνισμός όσο περισσότερο αποτελεσματικός και ευεργετικός είναι δυνατό- και να τον υποκαταστήσει εκεί, και μόνο εκεί, όπου δεν μπορεί να είναι λειτουργικός»55 . Η προσέγγισή του μπορεί να γίνει καλύτερα αντιληπτή στο ζήτημα των αντι-μονοπωλιακών πολιτικών (anti-trust policies) που καθίστανται αναγκαίες «όταν προκαλούνται πολλαπλές ζημιές από τις συμφωνίες που περιορίζουν το εμπόριο»56 .
Στο Σύνταγμα της Ελευθερίας (τρίτο μέρος), ο Χάγιεκ διακρίνει το κοινωνικό κράτος από τον σοσιαλισμό με τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Δεν απορρίπτει, αντίθετα θεωρεί καθήκον του σύγχρονου κράτους, την αρωγή προς όσους έχουν ανάγκη. Εναντιώνεται περισσότερο στα μέσα (μέθοδοι) που μετέρχεται ο σοσιαλιστικός σχεδιασμός και λιγότερο στους κοινωνικούς στόχους του. Για τον Χάγιεκ, «ούτε η διατήρηση του ανταγωνισμού είναι ασυμβίβαστη με ένα εκτεταμένο σύστημα κοινωνικών υπηρεσιών- εφόσον η οργάνωση αυτών των υπηρεσιών δεν σχεδιάζεται με τέτοιον τρόπο ώστε να καθιστά τον ανταγωνισμό αναποτελεσματικό σε εκτεταμένους τομείς»57 .
Και συνεχίζει: «το σημαντικό είναι μάλλον ο χαρακτήρας και όχι ο όγκος της κυβερνητικής δραστηριότητας. Μια λειτουργική οικονομία της αγοράς προϋποθέτει ορισμένες δραστηριότητες από πλευράς του κράτους∙ η λειτουργία της μπορεί να υποβοηθηθεί από μερικές άλλες κρατικές δραστηριότητες και μπορεί να αντέξει πολλές περισσότερες, αρκεί αυτές να είναι συμβατές με μια λειτουργική αγορά»58 .
Μία τέτοια προσέγγιση φιλελεύθερης (μη κρατικής) προώθησης κοινωνικών σκοπών, με τους αναπόφευκτους περιορισμούς και τις αδυναμίες τους, μπορεί να βρεθεί στον «φιλελεύθερο πατερναλισμό» (libertarian paternalism) των Richard Thaler και Cass Sunstein59 . Οι δύο συγγραφείς κα καθηγητές στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, κινούμενοι στο πεδίο των συμπεριφορικών οικονομικών (behavioral economics), επιχειρούν να σκιαγραφήσουν ένα πλαίσιο πολιτικών που να ωθεί τα άτομα σε κοινωνικά ωφέλιμες επιλογές χωρίς να περιορίσουν την ελευθερία επιλογών τους.
Ο Χάγιεκ και ο επιχειρηματικός καπιταλισμός
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο ο Χάγιεκ πραγματεύεται το ρόλο των επιχειρήσεων στο σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα καθώς δεν υπερασπίζεται μηχανιστικά τις επιχειρήσεις, όπως πράττει σημαντικό τμήμα των φιλελεύθερων που φαίνεται να έχουν αναπτύξει ενστικτωδώς φιλο-επιχειρηματικά καπιταλιστικά αντανακλαστικά, ειδικά σε κοινωνίες όπου η παρέμβαση του κράτους είναι έντονη.
Ο κλασσικός φιλελευθερισμός και οι εκπρόσωποι του, όπως οι Adam Smith, David Ricardo και John Stuart Mill, όχι μόνο κατανοούσαν τις εννοιολογικές διαφορές ανάμεσα στις αγορές και τον καπιταλισμό, αλλά ήταν και ιδιαίτερα επιφυλακτικοί απέναντι στον ασφυκτικό εναγκαλισμό των αγορών από την επιχειρηματική τάξη. Οι λιγότερο απρόσεκτοι αναγνώστες του Πλούτου των Εθνών ασφαλώς γνωρίζουν τις παρακάτω γραμμές από το έργο του θεωρητικού της ελεύθερης αγοράς και του «αόρατου χεριού»: «Οι άνθρωποι του ιδίου επαγγελματικού κλάδου σπανίως συναντώνται, ακόμη και για ψυχαγωγία, και οι συζητήσεις τους καταλήγουν σε συνωμοσία κατά του καταναλωτών, ή σε κάποια επινόηση για να αυξηθούν οι τιμές»60 .
Νεότερες προσεγγίσεις κατηγοριοποιούν τα μοντέλα καπιταλισμού με βάση το ρόλο της επιχειρηματικότητας και των μεγάλων επιχειρήσεων (big business) σε αυτά, σαφώς επηρεασμένες από το σχετικό έργο του Χάγιεκ61 . Ο Χάγιεκ επισημαίνει την εγγενή τάση συγκεντρωτικού ελέγχου των επιχειρήσεων62 , ενώ στο ζήτημα της ηθικής των επιχειρήσεων, υπογραμμίζει τη σημασία της ατομικής υπευθυνότητας ως προϋπόθεση της ηθικής συμπεριφοράς καθώς και των σκοπών που αυτές εξυπηρετούν63 . Η περιορισμένη ευθύνη των μετόχων των επιχειρήσεων (limited liability) καθώς και ο διαχωρισμός του ελέγχου (μάνατζμεντ) από την ιδιοκτησία, συχνά αποτρέπουν την ανάληψη ατομικής ευθύνης για τις κοινωνικές συνέπειες των αποφάσεων της διοίκησης64 .
Η αναποτελεσματική και περιορισμένη λογοδοσία (accountability) και ζητήματα όπως η συγκέντρωση μεγάλων μεριδίων της αγοράς, ο γιγαντισμός των επιχειρήσεων μέσω εξαγορών (take-overs) και συγχωνεύσεων (mergers), ο συγκεντρωτικός έλεγχος των επιχειρήσεων, κύρια γνωρίσματα του σύγχρονου εταιρικού καπιταλισμού (corporate capitalism), συχνά έρχονται σε αντίθεση με τις βασικές αρχές του κλασσικού οικονομικού φιλελευθερισμού65 για τις αποκεντρωμένες και απρόσωπες αποφάσεις αναρίθμητων παραγωγών και καταναλωτών σε μία ελεύθερη αγορά.
Παρόμοιους προβληματισμούς για τη λειτουργία των επιχειρήσεων στο σύγχρονο καπιταλισμό συναντούμε στο έργο νεοφιλελεύθερων στοχαστών, όπως ο Walter Eucken και ο κύριος εκπρόσωπος της γερμανικής σχολής της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» (ordoliberalismous) Wilhelm Röepke66 .
8. Η σημασία των ιδεών και η φιλελεύθερη ουτοπία
Ο Χάγιεκ επισημαίνει τον αποφασιστικό ρόλο των ιδεών στη διαμόρφωση του κάθε φορά κυρίαρχου διανοητικού κλίματος που, με τη σειρά του, παράγει πολιτικά αποτελέσματα επηρεάζοντας καθοριστικά τη κοινή γνώμη. Στο Δρόμο προς τη Δουλεία67 , έργο που τον έκανε ευρύτερα γνωστό, περιγράφει με μοναδικό τρόπο το διανοητικό κλίμα στη κεντρική Ευρώπη των αρχών του περασμένου αιώνα, που με τη σειρά του καθόρισε τις πολιτικές ισορροπίες των επόμενων δεκαετιών. Η απόρριψη των θεσμών και των ιδεών της ανοιχτής κοινωνίας και οικονομίας είχε συντελεστεί ανάμεσα στις γερμανικές ελίτ αρκετά πριν από την εμφάνιση, άνοδο και τελική επικράτηση του εθνικοσοσιαλισμού.
Καθοριστικός παράγοντας στη διαμόρφωση του διανοητικού πλαισίου είναι ο ρόλος των διανοουμένων68 . Ο Χάγιεκ δεν αμφιβάλλει για την ένταση της επιρροής τους στο πολιτικό και κοινωνικό κλίμα κάθε εποχής: «Αυτό που στον σημερινό παρατηρητή παρουσιάζεται σαν μία μάχη συγκρουόμενων συμφερόντων στη πραγματικότητα έχει συχνά αποφασιστεί πολύ πριν σε μια σύγκρουση ιδεών σε περιορισμένους κύκλους»69 .
Ο Χάγιεκ επισημαίνει πως οι αντιλήψεις των διανοουμένων είναι, σε σημαντικό βαθμό, αποτέλεσμα της «κατεστημένης» επιστημονικής γνώσης (conventional wisdom). Διόλου τυχαία λοιπόν, η απήχηση των σοσιαλιστικών ιδεών στην ελίτ των διανοουμένων, κύρια των οικονομολόγων, που θεωρούσαν πως μπορούσαν να ελέγξουν τον οικονομικό κύκλο.
Αφιέρωσε πραγματικά μεγάλο μέρος του πνευματικού του μόχθου στη διάδοση των φιλελεύθερων ιδεών στους κύκλους της διανόησης καθώς απέδιδε την ηγεμονία των κολεκτιβιστικών ιδεών στην επιρροή των σοσιαλιστών διανοουμένων. Για να τους αντιπαρατεθεί, εμπνεύστηκε, δημιούργησε και ουσιαστικά κατεύθυνε τη Mont Pelerin Society, μία ένωση φιλελεύθερων προσωπικοτήτων που ιδρύθηκε το 1947, με σκοπό να συμβάλει στην επικράτηση των φιλελεύθερων ιδεών70 . Στην ίδια κατεύθυνση, πρόθυμα συνέδραμε στη δημιουργία πλήθους «δεξαμενών σκέψης» (think tanks) που ειδικά στη Μεγάλη Βρετανία συνέβαλαν αποφασιστικά στην επικράτηση του διανοητικού ρεύματος που ονομάστηκε «θατσερισμός»71 .
Ο Χάγιεκ δεν ακολουθεί τη στρατηγική του φιλελεύθερου πολιτικού ακτιβισμού που επιχειρεί να ανατρέψει τη «κατεστημένη γνώση» (conventional wisdom) αντικρούοντας τις αντιφιλελεύθερες θέσεις στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής. Μία τακτική προσέγγιση όπου κυριαρχεί η εμβληματική μορφή του Milton Friedman. Ο Friedman (1912-2006), αν και συμμετείχε με ενθουσιασμό στη Mont Pelerin Society, επιχείρησε να εκλαϊκεύσει τις φιλελεύθερες αρχές και να απαξιώσει τις κρατικιστικές επιλογές με τη δύναμη της λογικής και της αδιάψευστης πραγματικότητας των αριθμών. Για τον λόγο αυτό, δεν δίστασε να εμπλακεί στις πολιτικές διαμάχες προκειμένου να επηρεάσει την πολιτική και οικονομική ατζέντα. Έγινε μάλιστα μία από τις πλέον γνωστές τηλεοπτικές φιγούρες στις ΗΠΑ καθώς, παρήγε μαζί με τη σύζυγό του Rose μία σειρά εκπομπών, οι οποίες στη συνέχεια αποτέλεσαν και τη βάση του γνωστότερου έργου του Ελεύθερος να Διαλέξεις72 . Ανάμεσα στις προτάσεις εφαρμοσμένης πολιτικής του νομπελίστα οικονομολόγου (1976) ξεχωρίζουν τα περίφημα «κουπόνια εκπαίδευσης», ο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός, το «δίχτυ ασφαλείας» και ο αρνητικός φόρος εισοδήματος, η εθελοντική στράτευση, η αποποινικοποίηση της πορνείας και των ναρκωτικών, την ενιαία φορολόγηση (flat tax).
Αντίθετα, ο Χάγιεκ προσπάθησε να οικοδομήσει ένα συνεκτικό σύστημα ελευθερίας και να προσφέρει μία ολοκληρωμένη υπεράσπιση του φιλελεύθερου προτάγματος που να ανάγεται σε καθολικές αρχές. Παρατήρησε μάλιστα αναφορικά με τις ιδέες του φίλου του Milton Friedman πως, «αν ο μονεταρισμός παρουσιαζόταν σαν το αποτέλεσμα συλλογισμού κι όχι απλών αριθμητικών συλλογισμών, θα μπορούσε ν’ αντικρούσει ευκολότερα τις εναντίον του επιθέσεις»73 .
Συναφές με το παραπάνω είναι η αδυναμία του φιλελευθερισμού να συνεγείρει τη φαντασία των ανθρώπων, στο βαθμό που το επιτυγχάνουν οι διανοητικοί του αντίπαλοι. Τούτο οφείλεται, ως ένα βαθμό, στο ότι οι φιλελεύθεροι διανοητές δεν πραγματεύονται κοινωνικά προτάγματα «θετικής ελευθερίας», με την έννοια των τελεολογικών πλάνων κοινωνικής μηχανικής (freedom to)74 , που επιχειρούν να σκιαγραφήσουν μια μορφή επιθυμητής μελλοντικής κοινωνικής συμβίωσης στη λεπτομέρεια της.
Ο Χάγιεκ, ωστόσο, είναι κατηγορηματικός για τη σημασία της αναγκαιότητας της προοπτικής μιας καλύτερης ζωής. Δεν απορρίπτει, αντίθετα επιζητεί, την κοινωνική πρόοδο που πραγματώνεται στη Μεγάλη ή την Ανοιχτή Κοινωνία. Ουσιαστικά, ο ουτοπισμός αποκαθίσταται στη φιλελεύθερη σκέψη με το έργο του Χάγιεκ75 , ο οποίος παρακινεί όσους ενδιαφέρονται για τη προώθηση των φιλελεύθερων ιδεών, «να ξανακάνουν τα φιλοσοφικά θεμέλια της ελεύθερης κοινωνίας ένα ζωντανό διανοητικό ζήτημα, η εφαρμογή του οποίου θα προκαλεί την ευστροφία και τη φαντασία των πιο ζωντανών μυαλών»76 .
Η χαγιεκιανή Ανοιχτή Κοινωνία ομοιάζει με τη «μετα-ουτοπία» του αμερικανού αναρχο-φιλελεύθερου Robert Nozick77 , δηλαδή ένα πλαίσιο που επιτρέπει την απρόσκοπτη ανάπτυξη των «προσωπικών ουτοπιών» των ατόμων, ένα πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο που επιτρέπει στα ίδια τα άτομα να γίνουν «συγγραφείς της ζωής τους»78 .
9. Το ιδεολογικό συνεχές και το πολιτικό εκκρεμές
Θεμελιώδης για τη πολιτική ιδεολογία του σύγχρονου φιλελευθερισμού είναι η τριγωνική απεικόνιση του Χάγιεκ όπου φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός και συντηρητισμός τοποθετούνται στις τρεις κορυφές ενός ισοσκελούς τριγώνου. Για τον Χάγιεκ, η ιδεολογική αντιπαράθεση (πρέπει να) γίνεται ανάμεσα σε σοσιαλισμό και φιλελευθερισμό και αδιαφορεί για τους συντηρητικούς που στερούμενοι αρχών ακολουθούν παθητικά και αντιδρούν σχεδόν ανακλαστικά στο κυρίαρχο κάθε φορά διανοητικό ρεύμα. Η ιστορική διάσταση της αντιπαράθεσης δεν αποκλείει- τουναντίον επιτρέπει- τις συγκλίσεις των δύο ρευμάτων όταν ο κυρίαρχος συντηρητισμός εμποδίζει την απρόσκοπτη εξέλιξη της ανοιχτής κοινωνίας.
Κάτω από αυτό το πρίσμα ερμηνεύεται η άποψη του βιογράφου του Χάγιεκ Alan Ebenstein πως, τη περίοδο της συγγραφής του Συντάγματος της Ελευθερίας, εάν θα έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, ο φιλελεύθερος Χάγιεκ αναμφίβολα θα επέλεγε την πρώτη79 .
Αντανακλώντας τη πολιτική σκέψη του Χάγιεκ, ο γνωστός ερευνητής του Cato Institute Brink Lindsay, προτείνει μια σύνθεση (fusion) και μια ενδεχόμενη πολιτική-εκλογική συμπόρευση αριστερών (liberals) και ελευθεριακών (libertarians), τις οποίες κατηγοριοποιεί με το νεολογισμό «Liberaltarians»80 .
Στις μέρες μας αρχίζει να γίνεται ευρύτερα αντιληπτό πως, ο φιλελευθερισμός στέκεται κριτικά απέναντι στον καπιταλισμό καθώς αναγνωρίζεται πως η ελεύθερη αγορά και ο ανταγωνισμός περιορίζουν την επέκταση της επιχειρηματικής εξουσίας, στο βαθμό που συχνά οι μεγάλες επιχειρήσεις στηρίζουν τη δεσπόζουσα θέση τους στις αγορές μέσω του κρατικού παρεμβατισμού και του ευνοϊκού προς τα συμφέροντά τους νομικού/ρυθμιστικού πλαισίου λειτουργίας των αγορών81 .
Τα τελευταία χρόνια, με το τέλος της ιδεολογικής φόρτισης ανάμεσα στο σοσιαλισμό και το φιλελευθερισμό, συνέπεια της κατάρρευσης των κομμουνιστικών καθεστώτων, αναπτύσσονται αξιοσημείωτες θεωρητικές αναζητήσεις με επίκεντρο το έργο του Χάγιεκ κυρίως στη κατεύθυνση της κριτικής των μεγάλων επιχειρήσεων. Μεταξύ των πλέον αξιόλογων συνθέσεων ενός μετα-χαγιεκιανού σοσιαλισμού και ενός χαγιεκιανού φιλελευθερισμού ξεχωρίζει το έργο του ακαδημαϊκού Theodore Burczak Socialism After Hayek82 .
10. Η φιλελεύθερη οργάνωση της διεθνούς κοινότητας
Αν και ο Χάγιεκ δεν επεξεργάστηκε σε βάθος ένα φιλελεύθερο πρόγραμμα οργάνωσης της διεθνούς κοινότητας, δεν σημαίνει πως αδιαφορούσε για τις διεθνείς υποθέσεις. Τουναντίον, όπως υποστήριξε με κατηγορηματικό τρόπο, «σε κανέναν άλλο τομέα δεν πλήρωσε μέχρι τώρα τόσο ακριβά ο κόσμος την εγκατάλειψη του φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα όσο στον τομέα που άρχισε η υποχώρηση: στις διεθνείς σχέσεις»83 .
Ο Χάγιεκ συνδέει ιστορικά τις διακρατικές αντιπαραθέσεις και πολεμικές συρράξεις του πρώτο μισού του εικοστού αιώνα με την άνοδο του οικονομικού και πολιτικού εθνικισμού και συνακόλουθα με την περιθωριοποίηση των ιδεών του κλασσικού φιλελευθερισμού- τις «αυθόρμητες τάξεις», το διαχωρισμό των εξουσιών και το κράτος δικαίου, το ελεύθερο εμπόριο84 .
Οι αντιλήψεις του Χάγιεκ για την οργάνωση της διεθνούς κοινωνίας τον φέρνουν κοντά στον κοσμοπολιτισμό του Ιμμάνουελ Καντ και τρεις προϋποθέσεις (συνθήκες) του για τη διεθνή ειρήνη- το ρεπουμπλικανικό (αντιπροσωπευτικό) πολίτευμα, την ομοσπονδιακή οργάνωση μέσω του διεθνούς δικαίου και την εγγύηση των δικαιωμάτων του κοσμοπολιτισμού που επιτρέπουν του πνεύματος του εμπορίου (spirit of commerce)85 . Για τον Χάγιεκ, η απουσία μίας κυρίαρχης υπερ-κρατικής εξουσίας στο διεθνές σύστημα δεν συνεπάγεται αναγκαστικά μια καταστροφική διάχυση της ισχύος που καταλήγει στο (χομπσιανού τύπου) «δίλημμα ασφάλειας» των κρατών. Αντίθετα, επισημαίνει τους κινδύνους της μεταφοράς σχεδίων κοινωνικού κονστρουκτιβισμού σε διεθνές επίπεδο μέσω της εφαρμογής ενός σχεδιασμού «από τα πάνω». Ο φεντεραλισμός (ομοσπονδοποίηση) προβάλει ως η κατάλληλη μορφή οργάνωσης των διεθνών σχέσεων, ένας μηχανισμός εξισορρόπησης συμφερόντων που προάγει τη συνεργασία και σέβεται τις επιλογές των μερών86 .
Ακόμη, το έργο του Χάγιεκ μας βοηθά επίσης να αντιληφθούμε τη πορεία της παγκοσμιοποίησης ως απρόθετο αποτέλεσμα δράσης κι όχι κεντρικού σχεδιασμού87 , κατανοώντας την ανάδυση νέων θεσμών κοινωνικής οργάνωσης μέσω ως αποτέλεσμα μίας απρόθετης «εξελεγκτικής» διαδικασίας μεταβολής των προτιμήσεων και προσαρμογής των επιμέρους στρατηγικών σε νέες μορφές επικοινωνίας88 .
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως, με σύγχρονους όρους, οι αντιλήψεις του Χάγιεκ για τις διεθνείς σχέσεις τον κατατάσσουν στο ρεύμα του φιλελεύθερου διεθνισμού ή ιδεαλισμού που αντιπαρατίθεται στο κυρίαρχο συντηρητικό παράδειγμα του διεθνοπολιτικού ρεαλισμού89 . Ταυτόχρονα, η αύξηση της οικονομικής αλληλεξάρτησης, η διάχυση της πολιτικής ισχύος και η επέκταση του διεθνούς δικαίου στο σύγχρονο μετα-διπολικό κόσμο της παγκοσμιοποίησης, προσφέρουν χρήσιμο πεδίο μελέτης στους ερευνητές των διεθνών σχέσεων που θα επιλέξουν ως σημείο αναφοράς το έργο του Χάγιεκ.
11. Η (άγνωστη) σκέψη του Χάγιεκ στην Ελλάδα
Η πολιτική, οικονομική και φιλοσοφική σκέψη του Χάγιεκ είναι ουσιαστικά άγνωστη στη χώρα μας, γεγονός μάλλον αναμενόμενο καθώς σχεδόν το σύνολο του έργου του παραμένει αμετάφραστο στην ελληνική γλώσσα.90 Φυσικά, το συγγραφικό έργο του Χάγιεκ δεν αποτελεί εξαίρεση καθώς ακολουθεί την αναπόδραστη τύχη του μεγαλύτερου μέρους της ξενόγλωσσης φιλελεύθερης βιβλιογραφίας που πασχίζει να βρει το δρόμο της ανάμεσα σε επιφυλακτικούς εκδότες και απρόθυμους αναγνώστες.
Αξίζει ωστόσο να επισημανθεί πως, η σκέψη του Χάγιεκ μοιάζει συχνά να παραγνωρίζεται ακόμη και στο εσωτερικό των φιλελεύθερων κύκλων. Μεγάλο τμήμα των ελλήνων φιλελεύθερων διανοητών και πολιτικών φαίνεται να προκρίνει ένα φιλελεύθερο πραγματισμό, μοιάζει δηλαδή να επιδιώκει τη προώθηση των φιλελεύθερων αντιλήψεων στη βάση της αποτελεσματικότητας, της μεγιστοποίησης του κοινωνικού οφέλους, μετρήσιμου μάλιστα με δείκτες οικονομικής ευμάρειας. Έτσι, παραγνωρίζεται η ηθική διάσταση του φιλελευθερισμού, δηλαδή η σύνδεση της ελευθερίας υπό την έννοια της απουσίας εξωτερικών καταναγκασμών με την ηθικότητα (virtue), δηλαδή τη προαγωγή μιας έννοιας «σπουδαίας κοινωνίας» (Great Society)91 .
Διόλου τυχαία λοιπόν προβάλλεται περισσότερο το έργο του φιλελεύθερων (κύρια μονεταριστών) οικονομολόγων όπως ο Milton Friedman, που αν και είναι ικανό να κερδίσει το πολιτικό επιχείρημα στο επίπεδο της αποτελεσματικότητας, αδυνατεί ωστόσο να αιχμαλωτίσει τις καρδιές των ανθρώπων. Και αντίστοιχα, υποβαθμίζεται το έργο κορυφαίων στοχαστών του πολιτικού φιλελευθερισμού, όπως οι Isaiah Berlin Karl Popper92 , για τους οποίους το πρόταγμα της ελεύθερης στοχοθεσίας των ατόμων κατείχε δεσπόζουσα θέση.
Στη περίπτωση του Χάγιεκ, προβάλλεται περισσότερο η σφοδρή κριτική του στο κοινωνικό κράτος και την (αν)αποτελεσματικότητα του κολλεκτιβιστικού σχεδιασμού ως μια επιτυχής προσπάθεια αποδόμησης του κρατικού παρεμβατισμού και, λιγότερο η συνεισφορά του σε πεδία όπως η φιλοσοφία του δικαίου, η ηθική θεωρία, η «θεσμική αρχιτεκτονική», ακόμη και οι διεθνείς σχέσεις. Γιατί ο Χάγιεκ επιχείρησε πρώτιστα να οικοδομήσει ένα φιλοσοφικό σύστημα πολιτικής και κοινωνικής ελευθερίας και δευτερευόντως να ανατρέψει το κεϋνσιανό οικονομικό υπόδειγμα. Διότι κατ’ αυτό τον τρόπο, οι υπέρμαχοι των φιλελεύθερων ιδεών δυσκολεύονται να εμπνεύσουν και να κινητοποιήσουν τους πολίτες και τελικά να στρέψουν το πολιτικό εκκρεμές προς φιλελεύθερες κατευθύνσεις.
Οι συνέπειες της «οικονομίστικης», ωφελιμιστικής προσέγγισης για την εμβέλεια του φιλελεύθερου μηνύματος έχουν επισημανθεί από πολλούς διανοητές. Μεταξύ αυτών, o βρετανός πολιτικός επιστήμονας Norman Barry93 διακρίνει τρεις κατηγορίες επιχειρημάτων γύρω από τις οποίες αναπτύχθηκε η διαμάχη ανάμεσα στο καπιταλισμό και το σοσιαλισμό στο μεσοπόλεμο- το επίπεδο της εμπειρικής απόδειξης, το επίπεδο των θεωρητικών κατασκευών και το επίπεδο της ηθικής. Κι αν ο καπιταλισμός φαίνεται πως ιστορικά κέρδισε το επιχείρημα στο εμπειρικό επίπεδο (με τη κατάρρευση των κεντρικά σχεδιασμένων οικονομιών) και στο επίπεδο της θεωρίας (calculation debate), ωστόσο δεν κατόρθωσε να επικρατήσει πλήρως διότι, «μέρος της ευλογοφάνειας των σοσιαλιστικών θέσεων προέρχεται από το γεγονός πως ισχυρισμοί που εδράζονται στην ηθική ανακατεύτηκαν με εκείνους που αναφέρονται στα συνεπειοκρατικά (consequentialist) και στα ωφελιμιστικά (utilitarian) οικονομικά»94 .
Παρά τη πραγματικά μοναδική συμβολή του Χάγιεκ στην «ενοποίηση» της φιλελεύθερης επιχειρηματολογίας95 , τούτο παραμένει ένα ημιτελές έργο, μια διαρκής πρόκληση για τους φιλελεύθερους διανοητές των ημερών μας96 .
12. Αντί επιλόγου.
Το έργο του Χάγιεκ είναι πολυδιάστατο και η συνεισφορά του έργου του πολύπλευρη. Στο επιστημονικό επίπεδο, κατέδειξε τον καθοριστικό ρόλο των κοινωνικών θεσμών στη μετάδοση της πρακτικής γνώσης καθώς και την εξέλιξη τους ως αποτέλεσμα των απρόθετων συνεπειών της δράσης των ατόμων. Η κριτική του στη κονστρουκτιβιστική σύλληψη του κεντρικού σχεδιασμού υπήρξε καταλυτική, ανοίγοντας νέους δρόμους έρευνας για μια σειρά επιστημονικών κλάδων.
Αν και ο Χάγιεκ παρέλαβε το Νόμπελ Οικονομικών για την εργασία του στους οικονομικούς κύκλους και το ρόλο του χρήματος που ανάπτυξε στην αρχή της ακαδημαϊκής του καριέρας97 , η συνεισφορά του στην οικονομική επιστήμη είναι ευρύτερη και η επιρροή του εκτείνεται από τα θεσμικά οικονομικά (Douglas North) και τη δημόσια επιλογή (Mancur Olson) μέχρι τα περιουσιακά δικαιώματα (Hernando De Soto).
Σto πολιτικό επίπεδο, το έργο του Χάγιεκ συνέβαλε όσο ελάχιστοι στη μετακίνηση του πολιτικού-ιδεολογικού εκκρεμούς προς περισσότερο φιλελεύθερες αντιλήψεις. Έτσι, η αποδοχή της αποτελεσματικότητας της αγοράς συγκριτικά με το σχεδιασμό από σημαντικό κομμάτι των αυτοπροσδιοριζόμενων ως σοσιαλιστών στις μέρες μας, σίγουρα θα τους κατέτασσε στους μη σοσιαλιστές την περίοδο που ο Χάγιεκ πρωτοδιατύπωνε τις απόψεις του98 .
Σήμερα, το έργο του Χάγιεκ φαίνεται να γίνεται ξανά επίκαιρο. Καθώς στα αναπτυγμένα κράτη το πολιτικό προσωπικό επιστρέφει στις παλαιές συνταγές των κεϋνσιανών οικονομικών99 και τα διάφορα μοντέλα «αυταρχικού» ή κρατικού καπιταλισμού (state-capitalism), όπως αυτά που ακολουθούν η Κίνα και Ρωσία, προβάλουν ως πρότυπα πετυχημένης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης, κυρίως σε αναπτυσσόμενες χώρες με ασθενείς κρατικές δομές και οικονομική δυσπραγία100 , καθίσταται ξανά αναγκαίο να ανατρέξουμε στη σκέψη του προκειμένου να διασφαλίσουμε πως ο μελλοντικός κόσμος θα είναι πεδίο ανοιχτών οριζόντων, ελεύθερων επιλογών και πολλαπλών δυνατοτήτων.
Άλλωστε έχει ιστορικά παρατηρηθεί πως, σε περιόδους κρίσης οι κοινωνίες αναζητούν, σχεδόν αταβιστικά, τη κρατική παρέμβαση101 στη μορφή της πατερναλιστικής καθοδήγησης που θα προσφέρει μία αίσθηση ασφαλούς καθοδήγησης στις επικίνδυνες ατραπούς του άδηλου μέλλοντος. Είναι γνωστό ιστορικά πως, οι ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες ποτέ δεν χάνονται δια μιας και το έργο του Χάγιεκ συνέβαλε αποφασιστικά να κατανοήσουμε τη πολύπλοκη σχέση ανάμεσα στον συγκεντρωτικό πατερναλισμό και στην ατομική και συλλογική ελευθερία και ευημερία.
Η τελική σύνοψη της συμβολής του Χάγιεκ στην εξέλιξη των πολιτικών ιδεών ανήκει δικαιωματικά στο καθηγητή Kenneth Minogue: «Το επίτευγμα του Χάγιεκ ήταν να σώσει την ελευθερία στον εικοστό αιώνα, πείθοντας τους σοσιαλιστές- προς τη στιγμή- πως η οικονομία πρέπει να αφεθεί μόνη της. Αυτό που δεν άλλαξε είναι το πάθος των μεταρρυθμιστών και των ιδεαλιστών του πολιτισμού μας να ελέγξουν τις κυβερνήσεις και να χρησιμοποιήσουν την εξουσία τους για να επιβάλουν ένα μοναδικό ορθό τρόπο ζωής….Η οικονομία αφέθηκε μόνη της. Δεν θα είναι όμως για πολύ. Και γι’ αυτό ο Χάγιεκ, παρότι δεν είναι ένας άνθρωπος για όλες τις εποχές, είναι αναμφίβολα ο άνθρωπος για τον αιώνα που έχουμε μπροστά μας»102 . Στους φιλελεύθερους συνεχιστές του έργου του Φρίντριχ Χάγιεκ εναπόκειται να απελευθερώσουν εκείνους που εγκλωβίζονται στη βολική ασφάλεια ψευδών βεβαιοτήτων και να συνδράμουν την απαιτητική προσπάθεια για την ατομική και κοινωνική πρόοδο, ευημερία και χειραφέτηση. Αν δεν το πράξουν αυτοί, τότε ποιός;
Δημήτρης Σκάλκος103
———————————————
Σημειώσεις:
- Ευχαριστώ τους συμμετέχοντες στη 1η συνάντηση του Κύκλου Χάγιεκ (22.11.2008) καθώς, πολλά από τα σχόλια τους συνέβαλαν καθοριστικά στη μορφή του παρόντος κειμένου [↩]
- Για τον βιογράφο του Χάγιεκ Bruce Caldwell, η σκέψη του Χάγιεκ αποτελεί ένα «παζλ». Δες: Bruce Caldwell, Hayek’s Challenge- An Intellectual Biography of F.A. Hayek, University of Chicago Press, 2003, σελ. 1. [↩]
- Για μία συνοπτική παρουσίαση της ιστορίας της «αυθόρμητης τάξης» δες: Norman Barry, «The Tradition of Spontaneous Order», Literature of Liberty, vol. 5, 1982. [↩]
- Το έργο του Carl Menger (1840-1921) Principles of Economics (1871) θεωρείται το θεμελειακό κείμενο των αυστριακών οικονομικών καθώς σε αυτό αναπτύσσει όλα τα ζητήματα που αποτέλεσαν το ερευνητικό πρόγραμμα αυτής της σχολής, ανάμεσά τους και την έννοια των «αθέλητων συνεπειών». Για μια αντιπροσωπευτική παρουσίαση των κυριώτερων εκπροσώπων και της ιστορικής εξέλιξης της σχολής των αυστριακών οικονομικών, δες: Randall G. Holcombe (ed.), 15 Great Austrian Economists, Mises Institute, 1999. [↩]
- Αξίζει να σημειώσουμε πως ο όρος «αυθόρμητη τάξη» χρησιμοποιείται από τον J.S. Mill για να θεμελιώσει τον ωφελιμιστικό φιλελευθερισμό του και ο οποίος με τη σειρά του τον δανείστηκε από τον γερμανό φιλόσοφο Alexander von Humboldt. [↩]
- Steven Horwitz, «From Smith to Menger to Hayek- Liberalism in the Spontaneous-Order Tradition», The Independent Review, Vol. VI, no. 1, καλοκαίρι 2001, σελ. 84. [↩]
- Για τον Τσόμσκυ η γλώσσα αποτελεί ατομικό κι όχι κοινωνικό φαινόμενο. Δες: Τάκης Μίχας, Νόαμ Τσόμσκυ και Φιλελευθερισμός, Κριτική, 2007, και ειδικότερα το κεφ. 10, όπου ο συγγραφέας αντιπαραθέτει το γλωσσολογικό έργο του Νόαμ Τσόμσκυ στις «κολλεκτιβιστικές» θεωρίες της γλώσσας και τις πολιτικές εκφράσεις τους (πχ. Στάλιν). [↩]
- Leland B. Yeager, «Are Markets Like Language?», The Quarterly Journal of Austrian Economics, Vol.1, no. 3, Φθινόπωρο 1998, σελ. 15-27 [↩]
- Friedrich Hayek, Studies in Philosophy, Politics and Economics, Chicago University Press, 1967, σελ. 34-35. [↩]
- Carl Menger, Investigations into the Method of the Social Sciences with Special Reference to Economics, New York University Press, 1985 [1883]. [↩]
- Economica, Vol. 13, 1933. [↩]
- von Mises, Human Action- A Treatise on Economics, Laissez faire books, 2008 [1949] [↩]
- Friedrich Hayek, Law, Legislation and Liberty, Vol. 2: The Miracle of Social Justice, University of Chicago Press, 1976. Ο όρος προέρχεται από το ελληνικό ρήμα «καταλλάσω». [↩]
- John Gray, «F. A. Hayek and the Revival of Classical Liberalism», Literature of Liberty, χειμώνας 1982, Vol. 5, no. 4, σελ. 35-36. [↩]
- Friedrich Hayek, «Economics and Knowledge», Individualism and Economic Order, University of Chicago Press, 1996 [1937]. [↩]
- Friedrich Hayek, «The Use of Knowledge in Society», Individualism and Economic Order, University of Chicago Press, 1996 [1945]. Ο Χάγιεκ άσκησε κριτική στον «επιστημονισμό» (scientism), τη «δουλική μίμηση» (slavish imitation) των μεθόδων των φυσικών επιστημών από τους κοινωνικούς επιστήμονες. [↩]
- Friedrich Hayek, The Sensory Order- An Inquiry into the Foundations of Theoretical Psychology, The University of Chicago Press, 1999 [1952]. Σύμφωνα με επιστολή του συγγραφέα (1948) υπήρξε «το σημαντικότερο έργο του» (αναφέρεται στο: Bruce Caldwell, «Hayek and Socialism», Journal of Economic Literature, Vol. XXXV, 1997, σελ. 1856). Τα πρώτα χειρόγραφα γράφτηκαν στη δεκαετία του 1920. [↩]
- Ουσιαστικά, ο Χάγιεκ προεκτείνει τον καντιανό σκεπτικισμό και απορρίπτει τον αριστοτελικό αισθητισμό αλλά και την εφαρμογή μιας καρτεσιανής στατικής λογικής που θέλει τις βασικές κατηγοριοποιήσεις του μυαλού αμετάβλητες στο χρόνο καθώς, το ανθρώπινο μυαλό αποτελεί προϊόν της ανθρώπινης εξέλιξης και προσαρμόζεται στις μεταβολές του εξωτερικού περιβάλλοντος. [↩]
- Friedrich Hayek, «Socialist Calculation: the “Competitive” Solution», Economica, VIII, no. 26, 1940, σελ. 125-149. [↩]
- Ο Χάγιεκ εντοπίζει τα θεμέλια της κονστρουκτιβιστικής σκέψης στους γάλλους φιλοσόφους Descartes και Rousseau, η πίστη των οποίων στον ορθολογικό σχεδιασμό επηρέασε στη συνέχεια τους σαιντ-σιμονιστές στη Γαλλία, τους μπολσεβίκους στη Ρωσία και τους φαβιανούς σοσιαλιστές στη Βρετανία. Απέναντι στους κονστρουκτιβιστές, ο Χάγιεκ τοποθετεί τους (κύρια βρετανούς) εμπειριστές φιλοσόφους που αναγνωρίζουν τα όρια του ορθολογισμού. Ως ορθολογικό κονστρουκτιβισμό μπορούμε να ορίσουμε την αντίληψη πως το σύνολο της κοινωνικής ζωής μπορεί να αναχθεί σε κοινωνικούς νόμους εύκολα κατανοήσιμους. Αξίζει να σημειωθεί πως ο Χάγιεκ επισημαίνει πως στοιχεία κονστρουκτιβιστικής λογικής ενυπάρχουν στο φιλελευθερισμό της ηπειρωτικής Ευρώπης, τα οποία τον διαφοροποιούν από τον «εξελικτικό» (evolutionary) αγγλοσαξονικό φιλελευθερισμό, σε βαθμό που να γίνεται λόγος για δύο διακριτά ρεύματα φιλελεύθερης σκέψης (δες χαρακτηριστικά: Friedrich Hayek, «Liberalism», New Studies in Philosophy, Politics, Economics and the History of Ideas, Rourledge & Keagan Paul, 1982, σελ. 119-151). [↩]
- Οι αντιλήψεις του Χάγιεκ για την ασύμμετρη πληροφόρηση δεν πρέπει να συγχέoνται με τα «οικονομικά της πληροφορίας» (economics of information) που επιχειρούν να ενσωματώσουν την ασύμμετρη πληροφορία στα νέο-κλασσικά μοντέλα. Ο Χάγιεκ κάνει λόγο για «γνώση» (knowledge) που εμπεριέχει το στοιχείο της άγνοιας και της ανακάλυψης και απορρίπτει την έννοια του τέλειου ανταγωνισμού και των δοσμένων δεδομένων. Για μια κριτική των χαγιεκιανών απόψεων από τη πλευρά των οικονομικών της πληροφορίας, δες: John E. Roemer, «An Anti-Hayekian Manifesto», New Left Review, I-211, Μάιος- Ιούνιος 1995. [↩]
- Steven Horwitz, op. cit., σελ. 85 [↩]
- Friedrich Hayek, «Competition as a Discovery Procedure», The Quarterly Journal of Austrian Economics, vol. 5, no. 3, φθινόπωρο 2002, σελ. 9-23. [↩]
- Peter Boettke, Christopher Coyne και Peter Leeson, «Hayek vs. the Neoclassicists: Lessons from the Socialist Calculation Debate», στο Norman Barry (ed.), Elgar Companion to Hayekian Economics, Elgar Companion, 2005. [↩]
- Πρόκειται για τη μακρά κοινωνιολογική παράδοση που αναπτύσσεται από τον Αύγουστο Κοντ (Auguste Comte) και θεωρεί πως το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του. [↩]
- Friedrich Hayek, The Counter-Revolution of Science, Liberty Fund, 1979 [1952]. [↩]
- Karl Popper, The Logic of Scientific Discovery, Routledge Classics, 2002 [1934]. Αξίζει να σημειωθεί πως, η μεθοδολογική προσέγγιση του έργου του Χάγιεκ με τις όποιες- όντως υπαρκτές- μεταβολές στο χρόνο, παρέμεινε περισσότερο κοντά στη ποπεριανή επιστημονική μεθοδολογία της «διαψευσιμότητας» παρά στην «επαγωγική γνώση» (deductive knowledge) του Μίζες («a-priorism»). Δες: Gerald P. O’ Driscoll Jr., «The Puzzle of Hayek», The Independent Review, Vol. IX, no. 2, φθινόπωρο 2004, σελ. 273. [↩]
- Friedrich Hayek, Prices and Production and Other Essays, Augustus M. Kelley, 1966 [1935], σελ. 4. [↩]
- Mark Pennington, «Hayek on Socialism», in Norman Barry (ed.), The Elgar Companion to Hayekian Economics, Edward Elgar Publishing, 2005. [↩]
- Friedrich Hayek, «Scientism and the Study of Society part I», Economica, vol. 9, issue 35, σελ. 267-291, 1942. [↩]
- Linda C. Raeder, «Liberalism and the Common Good- A Hayekian Perspective on Communitarianism», The Independent Review, vol. 2, no. 4, Άνοιξη 1998, σελ. 519-535. [↩]
- Chandran Kukathas, Hayek and Modern Liberalism, Clarendon Press, 1989, σελ. 216. [↩]
- C.R. McCann, Jr., «F.A. Hayek: The Liberal as Communitarian», The Review of Austrian Economics, Vol. 15, no. 1, 2002, σελ. 5-34. [↩]
- Οι σχετικές θέσεις του Χάγιεκ αναπτύσσονται στη σειρά κειμένων του «Economics and Knowledge», «The Use of Knowledge in Society» και «The Meaning of Competition» που περιλαμβάνονται στο: Friedrich Hayek, Individualism and Economic Order, University of Chicago Press, 1996 [1948]. [↩]
- μια συνοπτική παρουσίαση της περίφημης διαμάχης, δες: Norman Barry, «The Economics and Philosophy of Socialism», Economic Notes, No. 6, Libertarian Alliance, 1986. [↩]
- Ludwig von Mises, Socialism- An Economic and Sociological Analysis, Liberty Fund Inc., 1981 [1922]. Προηγήθηκε το άρθρο του «Economic Calculation in the Socialist Commonwealth» που γράφτηκε στη γερμανική γλώσσα το 1920, μεταφράστηκε και συμπεριλήφθηκε από τον Χάγιεκ στο Friedrich Hayek (ed.), Collectivist Economic Planning. London, Routledge, 1935. [↩]
- Δες σχετικά: Oscar Lange, «On the Economic Theory of Socialism», Review of Economic Studies, vol. r, 1936, σελ. 53-71. [↩]
- Ο ιρλανδός Richard Cantillon (1680-1734) θεωρείται ο πρώτος σπουδαίος θεωρητικός της πολιτικής οικονομίας και αναφέρεται από τον Adam Smith στο Πλούτο των Εθνών. Το έργο του άσκησε σημαντική επιρροή στη σκέψη των Αυστριακών οικονομολόγων. Δες σχετικά: Friedrich Hayek, «Richard Cantillon», The Journal of Libertarian Studies, vol. VII, no. 2, φθινόπωρο 1985, σελ. 217-247. [↩]
- Αξίζει να αναρωτηθούμε για την εφαρμογή της συλλογιστικής του Χάγιεκ στη «μηχανιστική» προσέγγιση των αγορών και από τους φιλελεύθερους νέο-κλασσικούς οικονομολόγους (π.χ. η μονεταριστική νομισματική θεωρία). [↩]
- Friedrich Hayek, «The Use of Knowledge in Society», American Economic Review, XXXV, no. 4, 1945, σελ. 519-530. [↩]
- Αντίθετα, στο έργο αναρχο-φιλελεύθερων διανοητών, όπως ο Antony De Jasay (Κυριότερα έργα του: The State, 1985 και Against Politics- On Government, Anarchy and Order, 1997), η (αρνητική) ελευθερία προσεγγίζεται ως πρωτεύουσα ηθική αξία. [↩]
- Σύμφωνα με τον Ch. Kukathas, η σκέψη του Χάγιεκ συνδιαλέγεται ταυτόχρονα με τον Χιούμ και τον Καντ (Chandran Kukathas, op. cit.), ενώ για τον J. Gray, η χαγιεκιανή φιλελεύθερη τάξη αποτελεί σύνθεση των θεωριών δικαιοσύνης των Χιουμ και Καντ (J. Gray, op. cit.). [↩]
- John Gray, «F. A. Hayek and the Revival of Classical Liberalism», op.cit., σελ. 49-50. [↩]
- Αναφορικά με τη σχέση φιλελευθερισμού και κοινωνιολογίας, δες χαρακτηριστικά: Daniel B. Klein and Charlotta Stern, «Sociology and Classical Liberalism», The Independent Review, vol. XI, no. 1, καλοκαίρι 2006, σελ. 37-52. [↩]
- Max Stirner (1806-1856), The Ego and His Own- The Case of the Individual against Authority, Dover Books, 2005 [1844]. [↩]
- Για το κοινωνικό στοιχείο στη κοινωνική θεωρία του Χάγιεκ και γενικότερα στη φιλελεύθερη παράδοση, δες: Charles R. McCann, Individualism and the Social Order- The Social Element in Liberal Thought, Routledge, 2004. [↩]
- John Gray, Hayek On Liberty, Blackwell Pub, 1986 [↩]
- Δες: Frank Knight, «Socialism: The Nature of the Problem», Ethics, 50, 1940. [↩]
- Στο πολύτομο έργο του History of England (1754-1762), ο Χιουμ καλύπτει χίλια διακόσια χρόνια βρετανικής ιστορίας με κεντρικό άξονα τη σταδιακή ανάδυση του κράτους δικαίου (rule of law). [↩]
- Δες, μεταξύ άλλων: Theodore A. Burczak, Socialism After Hayek- Advances In Heterodox Economics, 2006; Jesse Lerner, «Who’s Afraid of Friedrich Hayek? The Obvious Truths and Mystical Fallacies of a Hero of the Right», Dissent, winter 2008; Peter Boettke «Why Are There No Austrian Socialists? Ideology, Science and the Austrian School», Journal of the History of Economic Thought, 17, άνοιξη 1995; Steven Horwitz, «Leftists for Hayek», Reason, July 2007. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσπάθεια του Burczak να συνδυάσει τα «αυστριακά οικονομικά» με τη θεωρία των «δυνατοτήτων» (capabilities) του ριζοσπάστη νομπελίστα οικονομολόγου Amartya Sen, συνθέτοντας ένα σοσιαλισμό αποδεκτό (;) από τον Χάγιεκ. [↩]
- Αυτές οι απόψεις του Χάγιεκ έχουν γίνει αντικείμενο έντονης κριτικής από ελευθεριακούς διανοητές όπως που χαρακτηρίζουν «χλιαρή» την υπεράσπιση της ελεύθερης αγοράς από τον αυστριακό διανοητή. Δες χαρακτηριστικά: Walter Block, «Hayek’s Road to Serfdom», Journal of Libertarian Studies, vol. 12, no.2, φθινόπωρο 1996, σελ. 339-365. [↩]
- Friedrich Hayek, Ο Δρόμος προς τη Δουλεία, ΚΠΕΕ, 1985, σελ. 68-69. [↩]
- Ibid., σελ. 60-61 [↩]
- Ibid., σελ. 36. [↩]
- Friedrich Hayek, Individualism and Economic Order, University of Chicago Press, 1996 [1972], σελ. 111. [↩]
- Friedrich Hayek, Studies in Philosophy, Politics and Economics, Simon & Schuster, 1967, σελ. 177. [↩]
- Friedrich Hayek, Ο Δρόμος προς τη Δουλεία, op.cit., σελ. 62. [↩]
- Φρίντριχ Χάγιεκ, Το Σύνταγμα της Ελευθερίας, εκδόσεις Καστανιώτη, 2008, σελ. 320. [↩]
- Richard Thaler και Cass Sunstein, «Libertarian Paternalism», American Economic Review, vol. 93(2), 2003. Κι ακόμη, R. Thaler και C. Sunstein, Nudge- Improving Decisions About Health, Wealth and Happiness, Yale University Press, 2008. [↩]
- Adam Smith, The Wealth of Nations, βιβλίο 1, κεφάλαιο 10. [↩]
- Raghuram Rajan και Luigi Zingales, Saving Capitalism from the Capitalists- Unleashing the power of financial markets to create wealth and spread opportunity, Princeton University Press, 2004. ΟΙ συγγραφείς διακρίνουν τέσσερις βασικούς τύπους καπιταλισμού ∙ τον προστατευτικό (ασιατικές χώρες), τον ολιγαρχικό (Ρωσία), τον εταιρικό (Ευρώπη, Ιαπωνία) και τον επιχειρηματικό (στοιχεία του συναντούμε στις ΗΠΑ). [↩]
- Friedrich Hayek, «The Corporation in a Democratic Society», Studies in Philosophy, Politics and Economics, 1967. [↩]
- Friedrich Hayek, «The Moral Element In Free Enterprise», op.cit. Σε αυτό το δοκίμιο, ο Χάγιεκ υπογραμμίζει την εργαλειακή αξία της απρόσκοπτης λειτουργίας των επιχειρήσεων, ως μέσο επίτευξης ατομικών και κοινωνικών στόχων και όχι ως ηθικό αυτοσκοπό. [↩]
- Norman Barry, «The Theory of the Corporation», Ideas on Liberty, Μάρτιος 2003, σελ. 22-26. Έχει ενδιαφέρον να προσεγγίσουμε υπό αυτό το πρίσμα τη συμπεριφορά των περίφημων «golden boys» στη πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση των ΗΠΑ. [↩]
- Η περιορισμένη λογοδοσία του «εταιρικού μάνατζμεντ» έτυχε κριτικής ήδη από την εποχή των στοχαστών του κλασσικού φιλελευθερισμού, όπως οι Adam Smith, John Stuart Mill και David Ricardo. [↩]
- Για μια παρουσίαση αυτής της προβληματικής, δες: Piet-Hein van Eeghen, «The Corporation At Issue: the class with classical liberal values and the negative consequences for capitalist practice- part I», Journal of Libertarian Studies, vol. 19, no. 3, καλοκαίρι 2005, 49-70. [↩]
- Friedrich Hayek, The Road to Serfdom, University of Chicago Press, 1994 [1944]. [↩]
- Friedrich Hayek, «The Intellectuals and Socialism», The University of Chicago Law Review, άνοιξη 1949, σελ. 417-433. Ο Χάγιεκ εντάσσει στη κατηγορία των διανοουμένων τους «μεταπράτες των ιδεών» («secondhand dealers in ideas»), δηλαδή όλους εκείνους (καθηγητές, δημοσιογράφους, σχολιαστές, επιστήμονες, καλλιτέχνες, κ.ά.) που επικοινωνούν ιδέες πέρα από το στενό πλαίσιο που αυτές αρχικά αναπτύσσονται και πάντοτε μέσα από το υποκειμενικό τους πρίσμα. Σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αποστροφή του, ο Χάγιεκ αναρωτιέται για το βαθμό τεχνικής αναπαραγωγής της επιρροής της τάξης των διανοουμένων μέσω της νομοθεσίας περί πνευματικών δικαιωμάτων (copyright laws). [↩]
- Ibid., σελ. 372. [↩]
- Ανάμεσα στα 39 ιδρυτικά μέλη περιλαμβάνονται οι Karl Popper, Ludwig von Mises, Walter Lippmann, Wilhelm Roepke, Lionel Robbins και Milton Friedman. [↩]
- Για μια αναλυτική παρουσίαση των βρετανικών νεοφιλελεύθερων «δεξαμενών σκέψης», δες: Keith Dixon, Οι Ευαγγελιστές της Αγοράς: οι βρετανοί διανοούμενοι και ο νέο-φιλελευθερισμός, εκδόσεις Πατάκη, 2001. [↩]
- Milton and Rose Friedman, Free to Choose- A Personal Statement, Harvest Books, 1990 [1980] (στα ελληνικά κυκλοφόρησε και εξαντλήθηκε από την Ευρωεκδοτική). [↩]
- Γκυ Σορμάν, Η Φιλελεύθερη Λύση, Αθήνα, Ροές, 1986. [↩]
- Αντίθετα, τα φιλελεύθερα ρεύματα σκέψης προσεγγίζουν την ελευθερία αρνητικά (freedom from), δηλαδή ως απουσία εξωτερικών καταναγκασμών. Τούτο προκειμένου να αποφύγουν τις καταστροφικές συνέπειες του βολονταρισμού και της άμεσα συνδεόμενης με αυτόν «εξουσιαστικής ακράτειας». Βλ. χαρακτηριστικά τα εισαγωγικά σχόλια του Δημήτρη Δημητράκου στο: Stephan Courtois, κ.ά. (συλλογικό), Η Μαύρη Βίβλος του Κομμουνισμού, Εστία, 2001, σελ. 17. [↩]
- Δημήτρης Σκάλκος, «Φιλελευθερισμός και Ουτοπισμός: έννοιες συμβατές ή ασύμβατες;», στο Περί Φιλελευθερισμού, εκδόσεις Σιδέρη, 2002, σελ. 163-181 [↩]
- Friedrich Hayek, The Intellectuals and Socialism, op. cit. [↩]
- Robert Nozick, Anarchy, State and Utopia, Basic Books, 1974. [↩]
- Richard Reeves και Philip Collins, «The Liberal Republic», Demos, 2009, σελ. 41. [↩]
- Alan Ebenstein, Friedrich Hayek- A Biography, 2001. [↩]
- Brink Lindsay, «Liberaltarians», The New Republic, 4.12.2006. [↩]
- Roderick Long, «Corporation versus the Market or Whip Conflation Now», Cato Unbound, http://www.cato-unbound.org/2008/11/10/roderick-long/corporations-versus-the-market-or-whip-conflation-now/ [↩]
- Theodore Burczak, Socialism After Hayek- Advances in Heterodox Economics, University of Michigan Press, 2006. Για μια σύντομη κριτική επισκόπηση του έργου του Burczak, δες: Peter Boettke, «Rethinking Ourselves- Negotiating Values in the Political Economy of Postcommunism», Rethinking Marxism, Vol. 10, τεύχος 2, καλοκαίρι 1998, σελ. 85-95. Επίσης, δες την υποσημ. 48. [↩]
- Ο Δρόμος προς τη Δουλεία, σελ. 305. [↩]
- Δημήτρης Σκάλκος, «Νεοφιλελευθερισμός και Διεθνείς Σχέσεις», Διεθνής Επιθεώρηση, τ. 32, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1996, σελ. 36-39. [↩]
- Ιμμάνουελ Καντ, Για την Αιώνια Ειρήνη, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1992 [1795]. Αξίζει να σημειωθεί πως, το έργο του Καντ αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τη φιλελεύθερη θεωρία των διεθνών σχέσεων και ειδικότερα για τις θεωρίες της «δημοκρατικής ειρήνης». Για τις σύγχρονες αναζητήσεις της καντιανής θεωρίας στις διεθνείς σχέσεις, δες: Michael W. Doyle, «Kant, liberal legacies and foreign affairs», Philosophy and Public Affairs, part I, Vol. 12, no.3, 1983, σελ. 205-235. [↩]
- Edwin van de Haar, Classical Liberalism and International Relations Theory- Hume, Smith, Mises and Hayek, Palgrave Macmilan, 2009. Αξίζει να σημειώσουμε όπως ο φεντεραλισμός για τον Χάγιεκ δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εφαρμογή των δημοκρατικών αρχών, με περιορισμένες εξουσίες, σε διεθνές επίπεδο. [↩]
- Adrián Osvaldo Ravier, «Globalization and Peace: A Hayekian Perspective», Libertarian Papers, Vol. 1,art. no. 10, 2009. [↩]
- Miles Kahler, «Evolution, Choice, and International Change», στο: David. A. Lake and Robert Powell (eds.), Strategic Choice and International Relations, Princeton University Press, 1999. [↩]
- Για μια παρουσίαση της σχολής σκέψης του διεθνοπολιτικού φιλελευθερισμού, δες: Charles W. Kegley Jr., «The Neoliberal Challenge to Realist Theories of World Politics», στο: Charles W. Kegley, Jr. (ed.), Controversies in International Relations Theory- Realism and the Neoliberal Challenge», St. Martin’s Press, 1995. [↩]
- Μοναδικές εξαιρέσεις αποτελούν η πρόσφατη έκδοση του Συντάγματος της Ελευθερίας (Καστανιώτης, 2008) και η παλαιότερη έκδοση του Δρόμου προς τη Δουλεία (ΚΠΕΕ, 1985, εξαντλημένο). [↩]
- Για την έννοια της «σπουδαίας κοινωνίας», δες: Jeremy Shearrmur and Daniel B. Klein, «Good Conduct in a Great Society: Adam Smith and the Role of Reputation», στο D. B. Klein, Reputation- Studies in the Voluntary Elicitation of Good Conduct, University of Michigan Press, 1997, σελ. 29-45. [↩]
- Οι συνεισφορές του Berlin για τον «πλουραλισμό των αξιών» (value pluralism) και του Popper για την «ανοιχτή κοινωνία» προσφέρονται για νέες αναγνώσεις αναφορικά με τη κοινωνική συμβίωση στις σύγχρονες πολύ-πολιτιστικές κοινωνίες. [↩]
- Στο πλούσιο συγγραφικό έργο του καθηγητή πολιτικής θεωρίας και μελετητή του Χάγιεκ, Norman Barry (1944-2008) περιλαμβάνεται το έργο On Classical Liberalism and Libertarianism (Palgrave Macmillan, 1987). [↩]
- Norman Barry, op. cit., σελ. 8. [↩]
- Μελετητές του Χάγιεκ επισημαίνουν πως το έργο του ταλαντεύεται ανάμεσα σε δεοντολογικές (normative) και ωφελιμιστικές (utilitarian) προσεγγίσεις και όχι πάντοτε με επιτυχία. Δες χαρακτηριστικά: John Gray, «Hayek on Liberty, Rights, and Justice», Ethics, vol. 92, no. 1. σελ. 73-84. [↩]
- Jeremy Sheramur, Hayek and After- Liberalism as a Research Programme, Routledge, 1996. [↩]
- Η θεωρία των οικονομικών κύκλων του Χάγιεκ αναπτύσσεται στο έργο του Prices and Production (1931) που περιλαμβάνει τις τέσσερις διαλέξεις του στο LSE (1930-1931). Μια διαδικτυακή έκδοση του έργου μπορεί να βρεθεί στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Mises Institute: http://mises.org/books/pricesproduction.pdf [↩]
- Steven Horwitz, op. cit. [↩]
- Nancy Dell’Olio, «I Will Always Defend a Big Spender like J.M. Keynes», The Spectator, 26.11.2008. [↩]
- Σύμφωνα με τις υπάρχουσες προβλέψεις, τα επόμενα χρόνια αναμένεται αναστροφή του κύματος ιδιωτικοποιήσεων και επιστροφή των επιχειρήσεων κρατικής ιδιοκτησίας. Βλέπε σχετικά: Global Trends 2025- A Transformed World, US National Intelligence Council, 2008. [↩]
- Vincent Cable, «The Rise of Economic Nationalism», New Statesman, 16.2.2008. [↩]
- Kenneth Minogue, «The Escape from Serfdom», The Times Literary Supplement, 14.1.2000. [↩]
- Κείμενο εργασίας Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών, Ιούλιος 2009 [↩]
Απλα να αναφερω οτι ο Χαγιεκ δεν πηρε το νομπελ μονο για την οικονομικη του ερευνα στους οικονομικους κυκλους και την monetary policy. Ο δευτερος λογος που πηρε το νομπελ ηταν για την δουλεια του απο τα μεσα της δεκαετιας του 30 και μετα και αφορουσε το socialist calculation debate, το πώς οι αγορες μεταδιδουν γνωση και πως συγκρινονται διαφορετικα οικονομικα συστηματα. Αρα το νομπελ το πηρε για 2 λογους.στο κειμενο αναφερεται οτι το πηρε μονο για τη δουλεια του στους οικονομικους κυκλους.κατι που δεν ισχυει!!!!
http://nobelprize.org/nobel_prizes/economics/laureates/1974/press.html
το λινκ απλα επιβεβαιωνει αυτο που λεω.οτι δηλαδη 2 ηταν οι λογοι για τους οποιους ο Hayek πηρε το νομπελ.
Με χαρά βλέπουμε μια συνοπτική παρουσίαση του έργου του Χάγιεκ,που προφανώς αδικείται κατάφωρα αν επιχειρηθεί να ταξινομηθεί στον άξονα αριστερά δεξιά
Ο πρόσφατος τόμος τόμος “Socialism after Hayek” 2006 του T.Burzack και η πρωτότυπη εργασία του C.Sciabarra “Marx Hayek and Utopia” 1995 αποδεικνύουν το εύρος της σκέψης του,και τις απροσδόκητες συναντήσεις.
Ο Χαγιεκ διατυπώνει την πιο συντριπτική κριτική στην κατανόηση του σοσιαλισμού ,ως πυραμιδωτού,κεντρικο προγραμματισμένου συστήματος,αλλα τόσο η σχετικότητα με την οποία αναφέρεται στην ιδιοκτησία (**) όσο και η έννοια της αυθορμησίας,αφήνει πολύ εκκεντρικά περιθώρεια για μορφές κοινωνικής ιδιοκτησίας που προκύπτουν εθελοντικά εντός της αγοράς.
Παρότι δεν έχει μεταφραστεί το έργο του,είναι αξιοπρόσεκτη η αποτίμηση του γνωστου πολιτικου επιστήμονα Γ.Βούλγαρη που γράφει
“Εν κατακλειδι μπορεί να ειπωθεί κάπως επιγραμματικά:ο Hayek είναι κριτικός του «υπαρκτου σοσιαλισμού» και OXI του κοινωνικού κράτους.Η Θεωρεία του προσφερει σημαντικά επιχειρήματα που αποκαλύπτονν ΠΕΙΣΤΙΚΑ το λεγόμενο single mind fallacy – το λάθος της κεντρικής σχεδιοποίησης που πιστεύει οτι ένας νους μπορεί να συλλέξει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την οργάνωση της οικονομίας
Γιάννης Βούλγαρης «Φιλελευθερισμός,Συντηρητικός,Κοινωνικό Κράτος 1973-1990» σελίδα 147-148 Εκδόσεις Θεμέλιο 2003.Υπογραμμίσεις Κεφαλαία LLS
Η έννοια της αυθορμησίας έχει πολλά κοινά με την συνολική θεώρηση του “υλισμου του αστάθμητου” του μαρξιστή Althusser,μάλιστα και οι δύο τεκμηριώνουν τις θέσεις τους με αποσπάσματα απο τον Δαρβίνο.
Δυστυχέστατα ο άνυδρος νεοελληνικός πολιτικός διάλογος δεν επιτρέπει μια σε βάθος αποτίμσηση πολλων επεξεργασιών και ιδίως οσων δεν προσφέρονται σε ευκολίες.Και ο Χάγιεκ ανήκει σε αυτόν τον πολύ ενδιαφέροντα κόσμο.
Αν έχει σημασία,η δικιά μας προσέγγιση στο έργο του,ανακαλύπτει μια όντως συντηρητική πλευρά του και αυτή αφορά την δενικώτερη δυσανεξία του για αλλαγές στην ηθική και τους κοινωνικούς ρόλους.
Καλή συνέχεια Δημήτρη
(**) Στο The Fatal Conceit of socialism page 36 γράφει :
“While property is initially a product of custom,and juristification and legislation have merely developed in the course of millenia there is NO reason to suppose that the particular forms it has assumed the contemporary world are FINAL”.
Ωραίο, συνοπτικό κείμενο για τον Hayek. Ό, τι πρέπει για κάποιον που θέλει να επιχειρήσει να διαβάσει Hayek και του λείπει μια αφετηρία. Θα ήθελα ωστόσο να κάνω μερικές παρατηρήσεις.
Κατ’ αρχάς μια διόρθωση τυπικού χαρακτήρα: η αρχαία ελληνική λέξη απ’ την οποία δανείζονται Mises και Hayek τον όρο “catallaxy” είναι «κατάλλαξις» εκ του «καταλλάσσω» =συνδιαλλάσσω, συμφιλιώνω». Δεν είναι λοιπόν ανάγκη να εφευρίσκουμε μεταφράσεις του όρου.
Μετά, θα ήμουν λίγο επιφυλακτικός σε ό, τι αφορά τη συγγένεια του Hayek με τον Charles Taylor. Μολονότι η ανάγνωση του δεύτερου είναι πολύτιμη για όποιον θέλει να κατανοήσει τον σχηματισμό του σύγχρονου Ατόμου, ο άνθρωπος είναι ξεκάθαρα ένας εγελιανός! Είναι κοντύτερα στον McIntyre παρά στον Hayek. Και αν θέλουμε να καταλάβουμε την φιλελεύθερη φιλοσοφία καλό σημείο εκκίνησης είναι η αντίθεση στη διαλεκτική του Hegel. Όπως έλεγε ο Weber, «δυο δρόμοι υπάρχουν : του Hegel ή η δική μας». Αυτό φυσικά δεν αποκλείει μια μελέτη που να υποστηρίζει έναν τέτοιο συσχετισμό (π.χ. έχω διαβάσει σύγκριση Schmitt με Hayek), μα χρειάζεται πρώτα μια τέτοια εκτενής μελέτη.
Επίσης, θα μπορούσα να προσθέσω πως ο Hayek έχει βάσεις περισσότερο στον Hume παρά στον a-priori-σμό του Kant όπως ο νεοκαντιανός Mises. Το “Sensory Order” είναι ξεκάθαρα Hum-ιανής εμπνεύσεως. Και αυτό πρέπει να λεχθεί για να αντιληφθούμε τις διαφορές μεταξύ των Hayek-Mises.
Σημαντική είναι ακόμα, στο έργο του Hayek, η επιρροή του Frédéric Bastiat.
Τέλος, το «φυσιοκρατικό» ή «συντηρητικό» ύφος της αυστριακής σχολής εντάσσεται σε αυτό που ονομάζει ο William M. Johnston (“The Austrian Mind”) «Θεραπευτικό Μηδενισμό». Αυτό σημαίνει πως ο επιστήμων, ο φιλόσοφος, ο ψυχοθεραπευτής, ενδιαφέρεται περισσότερο για την «αυτοψία» ενός φαινομένου παρά για την εύρεση ενός «τρόπου ελέγχου» επ’ αυτού. Έτσι δεν ενδιαφέρει τον επιστήμονα των οικονομικών φαινόμενων να «βελτιώσει» ή να «διορθώσει» την αγορά, αλλά να προσφέρει μια βαθύτερη συνειδητοποίηση του τρόπου που αυτή η τελευταία λειτουργεί. Εμπιστεύεσαι τις ιαματικές ιδιότητες της Φύσεως και «θεραπεύεσαι» αφήνοντας την όποια «ασθένεια» να «κλείσει τον κύκλο της».
Πάντως ας μην ξεχνάμε ότι η ατελής πληροφόρηση και δυνατότητα των ατόμων να επεξεργαστούν την πληροφορία βρίσκεται στη βάση και των μετα-Κευνσιανών (post-Keynsian) οικονομικών, τα οποία βασιζόμενα σε αυτό το αξίωμα δείχνουν ότι οι αγορές ΔΕΝ οδηγούν σε αποτελεσματική διαχείρηση των πόρων ενώ ότι οι κρίσεις είναι αποτέλεσμα διεργασιών που συντελούνται σε αυτές. Ίσως η προσωπική σχέση μεταξύ Χάγιεκ και Κέυνς εξηγεί αυτές τις ομοιότητες.
Δυστυχώς νόμιζα πως θα διάβαζα πως έχει μεταφρασθεί, έστω και κάποιο από το έργο του, στα Ελληνικά.
Έχω διαβάσει το The Road to Serfdom στα Αγγλικά. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός πως, ύστερα από 65 χρόνια, δεν έχει κυκλοφορήσει στη γλώσσα μας.
Κύριε Αγγελάκη έχει εκδοθεί πρόσφατα στα Ελληνικά “Το Σύνταγμα της Ελευθερίας.”, με πρόλογο του Δ. Αρχόντα. Κυκλοφορεί στα μεγάλα βιβλιοπωλεία και η εξαιρετική μετάφραση εκ του πρωτοτύπου αξιοποιεί και αναδεικνύει κατά το καλύτερο τρόπο το Σύγγραμα.
Κε Μπιλλίνη,
Σας ευχαριστώ για την πληροφορία
[…] προσπάθειες μελέτης και προβολής του έργου του1 . Γεγονός μάλλον παράδοξο καθώς σήμερα, οι «σπουδές […]
[…] πως η κοινωνία είναι «οργανισμός» και όχι «οργάνωση»12 και εισάγει την έννοια της «καταλλαξίας» (catallaxy)13 , […]
[…] των επιμέρους στρατηγικών σε νέες μορφές επικοινωνίας88 . http://fvonhayek.blogspot.gr/2014/02/blog-post.html Like this:Like […]
[…] της σκέψης του υπήρξε το άρθρο του «The Trend of Economic Thinking»11 . Ο Χάγιεκ επαναλαμβάνει τη θέση του Μίζες πως η […]
[…] της θεωρητικής ψυχολογίας και στο έργο του The Sensory Order17 , όπου η αντιληπτική μας ικανότητα για τον εξωτερικό […]
[…] καθώς και των σκοπών που αυτές εξυπηρετούν63 . Η περιορισμένη ευθύνη των μετόχων των επιχειρήσεων […]
[…] εισάγει την έννοια της «καταλλαξίας» (catallaxy)13 , δηλαδή τη τάξη που προκύπτει από τον συντονισμό των […]
[…] επαγωγικών κατηγοριοποιήσεων των εμπειριών μας18 . Παραπέρα, για τον αυστριακό διανοητή, η δυναμική […]
[…] τις κοινωνικές συνέπειες των αποφάσεων της διοίκησης64 . Η αναποτελεσματική και περιορισμένη λογοδοσία […]