Ένα κομμένο video, μια ιστορία “λογοκρισίας” και η χαμένη ανεξαρτησία των Ελλήνων καλλιτεχνών
Αυγ 9th, 2009 | Τηλέμαχος Χορμοβίτης| Κατηγορία: Ελλάδα, Τέχνες | Email This Post | Print This Post |Διαβάζω στις εφημερίδες τις οργισμένες αντιδράσεις για το “κόψιμο” της περίφημης σκηνής με τους ρασοφόρους από το φιλμ του Κώστα Γαβρά και νιώθω τόσο πολύ την ανάγκη να ενώσω κι εγώ τη φωνή μου μαζί με όλους τους “ανοιχτόμυαλους” συμπολίτες μου. Θα θελα κι εγώ να φωνάξω, να διαμαρτυρηθώ κατά της κρατικής λογοκρισίας, και έτσι να κερδίσω εύσημα “προοδευτικότητας” και “κοσμοπολιτισμού”. Έλα όμως που κάτι δε μου πηγαίνει καλά με την όλη ιστορία. Σαν να έχουμε χάσει τελικά το νόημα της λέξης “λογοκρισία” …
Το επίμαχο animation βίντεο είναι στην πραγματικότητα, ένα προπαγανδιστικό, καθόλου αιρετικό , φιλμάκι που δημιουργήθηκε για να προβάλει την «εθνικά ορθή» άποψη στο θέμα των Γλυπτών του Παρθενώνα : ο σατανικός Λόρδος Έλγιν, η «Πασιονάρια» της επιστροφής των Μαρμάρων , Μελίνα, η ηρωική μάχη με το Βρετανικό Μουσείο και όλα εκείνα τα στοιχεία της εθνικής μυθολογίας που μας κάνουν να φουσκώνουμε από υπερηφάνεια και φέρνουν ψήφους στους πολιτικούς μας. Το βίντεο έγινε με κρατική χρηματοδότηση και μετά από παραγγελία ενός δημόσιου οργανισμού, και συγκεκριμένα του «Νέου Μουσείου της Ακρόπολης». Η πραγματικότητα δείχνει πως αυτός που πληρώνει για ένα έργο τέχνης, έχει και την αυτονόητη δυνατότητα να το δεχτεί ή να το απορρίψει . Όπως έκρινε το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. στην υπόθεση Rust v. Sullivan τη δεκαετία του ’90 , ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης για το αν θα χρηματοδοτήσει ή όχι ένα έργο τέχνης. Το να μη δεχτεί να το χρηματοδοτήσει δεν σημαίνει λογοκρισία. Ο καλλιτέχνης είναι ελεύθερος να δημιουργεί, αλλά δεν μπορεί να υποχρεώσει έναν τρίτο να χρησιμοποιήσει το έργο του. Βέβαια , στη συγκεκριμένη περίπτωση, το Μουσείο τροποποίησε το φιλμάκι , χωρίς να ρωτήσει καν το σκηνοθέτη και πιθανόν να γεννιούνται ευθύνες του, σύμφωνα με τους νόμους που προστατεύουν τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών. Όσο όμως και αν με λυπεί που η εργασιακή σχέση του κ. Γαβρά με το Ελληνικό Δημόσιο, δεν είχε τα ποθούμενα αποτελέσματα και για τις δυο πλευρές, σίγουρα κάτι τέτοιο δεν αποτελεί πειστικό λόγο για να αρχίσουμε ένα νέο Ανένδοτο για τη δήθεν καταπάτηση της ελευθερίας της τέχνης. Λογοκρισία είχαμε όταν απαγορεύτηκε η διακίνηση του βιβλίου του Μίμη Ανδρουλάκη, «Μ στη νιοστή», γιατί θεωρήθηκε πως έχει προσβλητικό περιεχόμενο για τη θρησκεία . Λογοκρισία είχαμε το Φεβρουάριο του 2003 όταν αστυνομικοί προέβησαν σε κατάσχεση του κόμιξ «Η ζωή του Ιησού» του Αυστριακού Γκέρχαρντ Χάντερερ, με την κατηγορία της «καθύβρισης θρησκευμάτων διά του Τύπου». Δεν αποτελεί λογοκρισία όταν το κράτος σε μια έκθεση, που χρηματοδοτεί το ίδιο, αποφασίζει να αποσύρει ένα έργο (όπως στην έκθεση «Outlook» το 2003 ή στην εικαστική διοργάνωση ArtAthina στις εγκαταστάσεις της Helexpo το 2007), όπως δε θα ήταν λογοκρισία αν ο εκδότης του κ. Ανδρουλάκη αποφάσιζε να μην εκδώσει το βιβλίο του !
Πίσω όμως από τις κραυγές περί λογοκρισίας σαν να χάσαμε το πραγματικό πρόβλημα που ανακύπτει από την ιστορία με το βίντεο του κ. Γαβρά, και αυτό είναι η στενή σχέση κράτους και τέχνης, τα κριτήρια με τα οποία η κρατική εξουσία προωθεί καλλιτεχνικά έργα και το τίμημα που έχει αυτή η κατάσταση στην ανεξαρτησία των καλλιτεχνών . Στις Η.Π.Α. στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ξέσπασε σάλος, όταν το κρατικό «National Endowment for the Arts» , χρηματοδότησε εν μέρει μια έκθεση με τολμηρές φωτογραφίες του , ανοιχτά gay, φωτογράφου Robert Mapplethorpe. Μπορεί το έργο του Mapplethorpe να προκαλεί ρίγη ενθουσιασμού στους εστέτ αναγνώστες αυτού του άρθρου, αλλά η κυρία Ντόροθυ από την Αλαμπάμα ακόμη αναρωτιέται για ποιόν λόγο είναι υποχρεωμένη να χρηματοδοτεί μια τέχνη που προσβάλλει την ηθική της και τα πιστεύω της . Και στη δικιά μας περίπτωση , η κυρία Μαρία από το Αιγάλεω αναρωτιέται με τη σειρά της για ποιο λόγο να πληρώνει με τους φόρους της, το βίντεο του κύριου Γαβρά που νιώθει πως προσβάλλει τη θρησκευτική της πίστη . Και ποιος θα μπορούσε να τους ρίξει άδικο ; Σαν αντίδραση στις επιλογές του «National Endowment for the Arts» , συντηρητικοί βουλευτές με πρωτοβουλία του Ρεπουμπλικάνου Jesse Helms πέρασαν μια τροπολογία, που εμπόδιζε το κράτος να χρηματοδοτεί έργα που είναι “άσεμνα, και προβάλουν σκηνές σαδομαζοχισμού, ομοερωτισμού ή σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, όταν ειδικά δεν έχουν λογοτεχνική, καλλιτεχνική, πολιτική ή επιστημονική αξία” . Από τη στιγμή λοιπόν που αποδεχόμαστε πως το κράτος πρέπει να χρηματοδοτεί την τέχνη , το καλλιτεχνικό έργο μπαίνει στο πολιτικό παιχνίδι, και οδηγούμαστε σε διαρκείς συγκρούσεις για το πώς θα ξοδευτούν τα χρήματα των φορολογουμένων. Έτσι, όμως καταλήγουμε εκ των πραγμάτων σε μια τέχνη που προσπαθεί να κρατάει τις ισορροπίες, σε μια τέχνη όπου η μετριότητα επικρατεί, όπου η γνώμη της πλειονότητας , τα χρηστά ήθη και η …εκλογική πελατεία του κ. Σαμαρά έχουν τον τελικό λόγο. Μόνο που η τέχνη για να είναι πρωτοποριακή πρέπει να είναι αιρετική, να κλονίζει τις επικρατούσες ιδέες της πλειοψηφίας, να ενοχλεί.
Η αλήθεια είναι πως ακόμη έχω στο μυαλό μου την “ρομαντική” εικόνα ενός καλλιτέχνη που θα πρέπει να είναι, από την ίδια του τη φύση, απέναντι στο κράτος, απέναντι στην εξουσία και όχι να σιτίζεται από αυτή, σαν ένας ακόμη δημόσιος υπάλληλος. Στην Ελλάδα ο χώρος της τέχνης έχει καταντήσει μια τεράστια δημόσια υπηρεσία. Για ποιά ανεξαρτησία της τέχνης μπορούμε άραγε να μιλάμε, όταν οι “καλλιτέχνες” κάνουν ουρά έξω από το Υπουργείο Πολιτισμού για να πάρουν μια επιχορήγηση; Ο Ernest Hemingway έλεγε πως “ εάν ένας συγγραφέας είναι καλός, ποτέ δε θα του αρέσει η κυβέρνησή του . Πρέπει να είναι πάντοτε εναντίον της , όπως και η κυβέρνηση θα είναι εναντίον του.” Και επειδή ίσως ο Hemingway και η Αμερική πέφτουν λίγο μακριά για τους Έλληνες καλλιτέχνες , ας θυμηθούν τουλάχιστον την επόμενη φορά που θα ζητήσουν τον οβολό του κράτους , και προτού αρχίσουν πάλι να κλαψουρίζουν για λογοκρισία , μια ελληνικότατη λαϊκή ρήση: “ Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα , τον τρώνε οι κότες…”
Τηλέμαχος Χορμοβίτης
——————————————————
Σημειώσεις:
– Δημοσιεύτηκε στη Metropolis Weekend, 31/7/2009 -2/8/2009
Στα χρόνια που διαβάζω το e-rooster, αυτό πρέπει να είναι το πιο άστοχο δημοσίευμα.
Όταν παραγγέλνεις κάτι, είτε σου αρέσει και το κρατάς ολόκληρο είτε δεν σου αρέσει και το απορρίπτεις ολόκληρο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει ζήτημα αισθητικής ή κακής τέχνης αλλά παρέμβασης του παπαδαριού. Για το λόγο αυτό «κόπηκε» το κομμάτι που δεν άρεσε και κρατήθηκε το υπόλοιπο. Η ιστορία θυμίζει την νοοτροπία των Χουντικών που αφαιρούσαν από το κύριο σώμα ενός έργου ότι δεν τους άρεσε.
Οι καλλιτέχνες κάνουν ουρά έξω από το ΥΠ.ΠΟ διότι εμείς αντί να κάνουνε ουρά έξω από εκθέσεις τέχνης, συνωστιζόμαστε έξω από τα Τουρκομπούζουκα. Δεν είναι δυνατό να αφήσουμε την τέχνη να πεθάνει επειδή δεν «πουλάει». Ένας λαός ΚΡΙΝΕΤΑΙ ιστορικά ΚΑΙ από τον πολιτισμό που παράγει.
Ο Κ.Γαβράς δεν είναι βέβαια κάποιος άγνωστος και τυχάρπαστος καλλιτέχνης, αλλά ένας σκηνοθέτης παγκοσμίου φήμης, που πολύ αμφιβάλω αν στήθηκε έξω από το ΥΠ.ΠΟ παρακαλώντας τον εγγονό της Π. Δέλτα να του δώσει μια δουλεία, ώστε να βγάλει λίγα λεφτά παραπάνω.
Η ανταποδοτικότητα των φόρων και η σωστή χρήση τους, δεν είναι δυνατό να αποτελούν το άλλοθι των φασιστών και των ηλιθίων για να δικαιολογήσουν τους λογοκριτές.
@enfant de la patrie
Και με ποιά κριτήρια καταλήγουμε στο ότι οι καλλιτέχνες που κανουν ουρά έξω απο το ΥΠΠΟ, είναι καλύτεροι απο αυτούς που είναι στα Τουρκομπούζουκα;
Τέχνη, πολιτισμός, γράμματα, πνεύμα, αισθητική είναι υποκειμενικά πεδία. Κάτι που βρίσκω εγώ αριστούργημα, για εσάς μπορεί να είναι απαράδεκτο.
Να είστε σίγουρος ότι είμαι αρκετά μορφωμένος, δεν πάω μπουζούκια, και θα ήθελα το κρατος να μην ξοδεύει τα χρηματά μου, σε οτιδήποτε αυτό ονομάζει τέχνη λές και το κράτος είναι ο αντικειμενικός καλλιτεχνικός κριτής.
Το άρθρο πολύ σωστά θίγει μία θεσμοθετημένη σπατάλη, τις κρατικές επιδοτήσεις στον πολιτισμό. Έχουν χαθεί τεράστια ποσά (και ειδικά απο την τοπική αυτοδιοίκηση), με απελπιστικά μικρή αποδοτικότητα.
Αν οι πολίτες είχαν περισσότερα χρήματα να διαθέσουν, θα τα ξόδευαν και για τους ‘καλιτέχνες που δεν πουλάνε’.
Αν ένας καλιτέχνης θέλει να ‘μην πουλάει’, τότε να βρεί έναν χορηγό που θα επιλέξει να επενδύσει σε αυτόν τον καλιτέχνη, και να αφήσει το δημόσιο χρήμα σε σκοπούς που οφελούν άμεσα όλους μας.
Έξυπνο άρθρο. Να το συνοψίσω σε μια πρόταση: λογοκρισία δεν είναι όταν ο παραγωγός της ταινίας πετσοκόβει την ταινία του Γαβρά στο μοντάζ(και μετά εμείς βλέπουμε το director’s cut…), λογοκρισία είναι όταν την ταινία στην κόβει το κράτος που την παρήγγειλε! Επίσης λογοκρισία δεν θεωρείται όταν ο Γαβράς κάνει 2ωρες ταινίες, γιατί αν κάνει 8ωρες, κανένας δεν θα πάει να τις δει.
Όμως υπάρχει κάτι άστοχο στο όλο concept: το κράτος ανήκει σε όλους. Όταν λοιπόν κάποιος αποφασίζε τι μπορεί ή τι δεν μπορεί να χρηματοδοτεί το κράτος, αυτό σημαίνει ότι στερεί την δυνατότητα στους υπολοίπους να δουν το έργο τέχνης όπως είναι. Έτσι, το κράτος δεν χρηματοδοτεί τον Mapplethorpe για την κυρα-Κατίνα. Το χρηματοδοτεί για τον τύπο που θέλει να πάει να το δει. Για την κυρά-Κατίνα θα κάνει κάτι άλλο. Όπως παίρνει λεφτά από την κυρα-Κατίνα, παίρνει από εμένα, κι εγώ θα γούσταρα τρελά να βλέπω Mapplethorpe, όχι μόνο ότι αρέσει στην κυρα-Κατίνα. Θα ίσχυε η λογική για τον Mapplethorpe αν το κράτος έριχνε όλα τα λεφτά του εκεί, ενώ τώρα ρίχνει τα λεφτά του σε πολλά διαφορετικά πράγματα, που δεν είναι όλα για όλους. Το κράτος φτιάχνει και τον δρόμο στην Άνω Κωλοπετεινίτσα, τι να πούμε; Ότι δεν πρέπει να τον φτιάχνει επειδή εγώ δεν πρόκειται ποτέ να τον χρησιμοποιήσω; Προφανώς θα ήθελα να φτιάξει τον δρόμο μπροστά στο σπίτι μου. Αλλά, όπως έχω εγώ συμφέρον, έτσι έχει και ο άλλος. Αν βγάλω ένα δρόμο που να λέει ότι απαγορεύεται να φτιάχνει το κράτος δρόμους στην Άνω Κωλοπετεινίτσα, τότε κάτι δεν πάει καλά με το κράτος και με εμένα που πίεσα να ψηφιστεί. Τελικά, είναι θέμα λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Το κράτος χρηματοδοτούσε, χρηματοδοτεί και θα χρηματοδοτεί έργα τέχνης – ας πούμε το πιο απλό: τα δημόσια κτήρια – και σε αυτό πρέπει να έχουν λόγο όλοι, όχι μόνο οι Φιλισταίοι. Να πω κάτι τελευταίο: στην γαμημένη την Σοβιετική Ένωση έβγαιναν ταινίες όπως του Παρατζάνοφ και του Ταρκόφσκι. Και ο Παρατζάνοφ έκατσε 3 χρόνια κάτεργα γιατί κατηγορήθηκε ότι ήταν ομοφυλόφιλος, αλλά τα κρατικά στούντιο έβγαζαν τις ταινίες του και του Ταρκόφσκυ, και ας ήταν αντίθετες στο επίσημο ρεύμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Αν δεν καταλαβαίνουμε αυτό που καταλάβαιναν οι Σοβιετικοί, ότι υπάρχουν όρια και στην λογοκρισία – και χάρη σε αυτό έχουμε αυτά τα αριστουργήματα – αλοίμονό μας.
Είναι ενδιαφέρον, αλλά η αντίληψη ότι η τέχνη είναι κάτι καθαρά υποκειμενικό είναι μια παραδοσιακή άποψη της αριστεράς: For a generation and more the left has conspired to see art as subjective choice and no more. And in the process, the idea that art can have the objective power to transform lives has been seen as a “rightwing” idea. Authority has been equated with authoritarianism.
[Σαν να έχουμε χάσει τελικά το νόημα της λέξης “λογοκρισία” …]
Μάλλον εσύ το έχεις “χάσει”.
Το αν θα χρηματοδοτήσει και τι τέχνη θα χρηματοδοτήσει το κράτος ή ενας ιδιώτης είναι στη διακριτική τους ευχέρεια.
Δεν είναι όμως στη διακριτική ευχέρεια του κράτους να κρίνει για την έκθεση ή όχι ενός έργου τέχνης σε χώρους προορισμένους απ’ αυτό για την έκθεση και προβολή έργων τέχνης. Δεν μπορεί το κράτος να πει εκ των προτέρων ότι τα έργα του τάδε δεν θα εκτεθούν ποτέ στην εθνική πινακοθήκη ή εφόσον εκτεθούν τα αποσύρει, επειδή έτσι θέλει ή το χειρότερο, επειδή δεν του αρέσουν. Το λιμπεραλιστικό κράτος δεν οφειλει, να έχει αισθητική. Οφείλει, να έχει μόνο ανοχή. Αλλιώς λογοκρίνει, όπως στην έκθεση«Outlook» το 2003 ή στην εικαστική διοργάνωση ArtAthina στις εγκαταστάσεις της Helexpo το 2007.
Μια μικρή διευκρίνηση:
Έγραψα: [Το αν θα χρηματοδοτήσει και τι τέχνη θα χρηματοδοτήσει το κράτος ή ενας ιδιώτης είναι στη διακριτική τους ευχέρεια.]
Το κράτος δεν μπορεί και σ’ αυτή την περίπτωση να δηλώσει εκ των προτέρων, ότι δεν θα χρηματοδοτήσω ποτέ τον τάδε δημιουργό.
Καταρχήν η όλη συζήτηση δεν είναι θεωρητική, αλλά να αφορά το συγκεκριμένο περιστατικό. Σε αυτή την περίπτωση είχαμε κατάφορη και βίαιη λογοκρισία εις βάρος ενός πολύ σπουδαίου σκηνοθέτη, μετά από την απαίτηση των παπάδων. Ας μην περιπλέκουμε τα πράγματα για να θολώσουμε την πραγματικότητα.
Αν μιλάμε για σωστή διαχείριση φόρων, θα πρέπει όλοι όσοι δηλώνουν άθεοι ή διαφορετικών θρησκειών να μην πληρώνουν παρά την θέλησή τους την χριστιανική εκκλησία. Αν η κυρά Μαρία (των σίριαλ και του κατιναριού των μεσημεριανών) έχει πρόβλημα που τα λεφτά της πηγαίνουν για την τέχνη, το ίδιο πρόβλημα έχουν και χιλιάδες συμπολίτες μας που ΠΛΗΡΩΝΟΥΝ παρά την θέλησή τους κάτι που δεν τους εκπροσωπεί και στο οποίο δεν πιστεύουν (Η διαφορά των φόρων που πηγαίνουν στην εκκλησία και εκείνων που πηγαίνουν στην τέχνη είναι απλά χαώδεις). Επίσης πρέπει να γίνει δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας, χωρίς αυτό να σημαίνει την διάλυση της χριστιανικής πίστης. Τα χρήματα που θα εξασφαλιστούν θα είναι υπεραρκετά ώστε να καλύψουν τις ανάγκες τις έκφρασης και της δημιουργίας των καλλιτεχνών.
Τώρα για το αν πρέπει το κράτος να επιδοτεί την τέχνη η απάντηση είναι ασφαλώς και πρέπει. Οι επιχειρηματίες δύσκολα δίνουν τα χρήματά τους σε κάτι που δεν αποδίδει πάντοτε χρήματα. Το κονδύλι πρέπει να είναι συγκεκριμένο ανάλογα με τις συνθήκες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το ΚΡΑΤΟΣ ΠΑΡΑΓΓΕΛΝΕΙ ή ΕΠΙΒΑΛΕΙ την τέχνη που του αρέσει, διότι τότε θα έχουμε ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ, και όχι τέχνη.
Η διαφορά των φόρων που πηγαίνουν στην εκκλησία και εκείνων που πηγαίνουν στην τέχνη είναι απλά χαώδεις
Τον προϋπολογισμό του ΥΠΠΟ τον έχεις δει;;;!!!!;;;Πού πηγαίνει αυτός;
Επίσης πρέπει να γίνει δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας, χωρίς αυτό να σημαίνει την διάλυση της χριστιανικής πίστης. Τα χρήματα που θα εξασφαλιστούν θα είναι υπεραρκετά ώστε να καλύψουν τις ανάγκες τις έκφρασης και της δημιουργίας των καλλιτεχνών. Τώρα για το αν πρέπει το κράτος να επιδοτεί την τέχνη η απάντηση είναι ασφαλώς και πρέπει.
Η τέχνη τρέφει το πνεύμα. Η εκκλησία από την άλλη τρέφει το πνεύμα. “Πρέπει” να χρηματοδοτούμε την τέχνη, με τα χρήματα που προορίζονται για την Εκκλησία, την οποία όμως πάλι υποχρεωτικά θα χρηματοδοτούμε, αφού θα της έχουμε πρώτα αφαιρέσει τους πόρους! Μπερδεύτηκα. Αυτό ΔΕΝ είναι πολιτική πρόταση όμως. Ας δούμε λίγο την συλλογιστική πίσω από μια τέτοια πρόταση: αν δεν υπήρχε η Εκκλησία στην Ελλάδα, θα ήμασταν πολιτιστική υπερδύναμη. Το πιστεύεις πραγματικά αυτό;
Η πραγματικότητα είναι λίγο διαφορετική. Η πραγματικότητα είναι ότι το κράτος χρηματοδοτεί διάφορα πράγματα, ανάμεσά τους και την Εκκλησία – πολύ λίγα λεφτά της δίνει άμεσα, τα περισσότερα τα κερδίζει με φοροαπαλλαγές – και την τέχνη – πολλά λεφτά με άμεσο τρόπο. Μπορεί, στην περίπτωση της τέχνη όμως, η τέχνη να είναι και λίγο ανταποδοτική, όπως στην Σουηδία. Εκεί ο πολιτισμός είναι πραγματικά βαρειά βιομηχανία, όπως είχε πει και ένας αποτυχημένος υπουργός πολιτισμού κάποτε. Στην Σουηδία 4η πηγή εσόδων στην χώρα είναι ο πολιτισμός. Μπορείς λ.χ. να νοικιάσεις ένα στούντιο ηχογράφησης τζάμπα. Μπορείς να πάρεις μια επιδότηση μικρή, αλλά τόσο όσο χρειάζεται για να ζήσεις. Μπορείς να κάνεις διάφορα πράγματα, και αυτό στους Σουηδούς βγαίνει σε καλό. Έχεις αναρωτηθεί ποτέ λ.χ. γιατί τον διαγωνισμό της Γιουροβίζιον τον κερδίσαμε με μια Σουηδέζα;
Ο πολιτισμός δεν είναι πάντα φύρα. Αλλά δεν είναι και κάτι που πρέπει μια ζωή να εξαρτάται από το κράτος. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης τι εμποδίζει λ.χ. τον Έλληνα γραφίστα να δεχτεί παραγγελίες outsourcing από την διαφημιστική του Βελγίου λ.χ. ή της Μαλαισίας; Κι αν δεν το κάνει, γιατί δεν το κάνει; Το πρόβλημα είναι ότι περιορίζετε την έννοια της τέχνης μόνο σε πολύ στενά πλαίσια. Τέχνη είναι μόνο ότι είναι μέσα στις γκαλερί και όποιο φιλμ δεν βγαίνει από το Χόλιγουντ. Για την ιστορία, στο φιλμάκι του Γάλλου Γαβρά, τα CGI ποιος τα έκανε; Τα οποία CGI είναι και ψιλοάθλια παρεπιμπτόντως… Αυτός που φτιάχνει CGI μπορεί να ζήσει μόνο και μόνο περιμένοντας το κράτος; Ποιο ήταν το τελευταίο βιβλίο που διάβασες για την αρχαία Ελλάδα; Και το σημαντικότερο, ποιο ήταν το τελυταίο βιβλίο έλληνα που διάβασες για την αρχαία Ελλάδα; Τι στο ρημάδι βγάζουμε τόσους φιλολόγους και αρχαιολόγους στην Ελλάδα και δεν μπορούν να γράψουν ένα ρημάδι βιβλίο για το αντικείμενό τους, που να απευθύνεται στο ευρύ κοινό και το κοινό να μπορεί να το απολαύσει; Θυμάται κανείς την εποχή που κύριο εξαγώγιμο προϊόν της Αγγλίας ήταν τα συγκροτήματα; Λεφτά δεν ήταν αυτα; Ο πολιτισμός μπορεί να μην είναι 100% εμπορεύσιμος και να μην μπορείς να τον πουλήσεις όπως πουλάς σερβιέτες, αλλά είναι και εμπορεύσιμος.
Η αισθητική και η τέχνη διαπερνούν την καθημερινή μας ζωή σε κάθε έκφανση. Το γεγονός λ.χ. ότι υπήρξε τέτοια αντιδικία για το μουσείο της ακρόπολης και την αρχιτεκτονική του μορφή δεν σημαίνει ότι α) το κράτος δεν πρέπει να δίνει καθόλου λεφτά, αφού ξέρουμε ότι το κάνει και αναγκαστικά θα το κάνει με διάφορους τρόπους – τα ρημάδια τα μουσεία θα τα αφήσει να ρημάξουν λ.χ.; οι δήμοι και οι νομαρχίες δεν θα χρηματοδοτούν πολιτιστικές εκδηλώσεις; β) το κράτος να δίνει λεφτά σε όσους πληρούν ορισμένα εστετικά αυστηρά κριτήρια και προπαντώς μακριά από την Εκκλησία, γενικά να είναι η μαμμά και ο μπαμπάς των καλλιτεχνών που σιτίζονται τζάμπα στο πρυτανείο, αφού πιάσουν μια ισόβια θέση χάρη σε μια επιτροπή σοφών γ) το κράτος να επιδοτεί τα μπουζούκια, αφού αυτό “θέλει ο λαός” – αυτό είναι φιλιστινισμός των ανώτερων τάξεων. Είναι και οικονομικά λάθος, αφού δεν μπορείς να παράξεις εμπορεύσιμο πολιτισμό, αν δεν έχεις και μη εμπορεύσιμο πολιτισμό. Η Σουηδία βγάζει επιτυχημένους ποπ τραγουδιστές, επιτυχημένους ντεθμεταλλάδες και επιτυχημένους στην κλασική μουσική. Δεν μπορείς να διαλέξεις. Στην Αμερική πλέον το υποτίθεται αντι-εμπορικό Sundance βγάζει περισσότερα λεφτά από οποιοδήποτε φεστιβάλ εμπορικών ταινιών.
Σημαίνει λοιπόν, ότι πρέπει λίγο να δούμε και τι συμβαίνει με την τέχνη στην Ελλάδα. Αν η τέχνη πρέπει να είναι εργαλείο για την κατήχηση των μαζών ή κάτι που αν δεν πουλάει σαν ψωμάκια πρέπει να το καταργήσουμε, τότε ούτε τέχνη θα έχουμε στην πρώτη περίπτωση, ούτε λεφτά θα βγάλουμε όπως στην δεύτερη.
Είτε το θέλουμε, είτε όχι, η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία αποτελεί παράγοντα οπισθοδρόμησης και αντίδρασης στην πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου. Και όχι μόνον διότι απορροφά ένα μέρος κρατικών χρηματοδοτήσεων που θα μπορούσαν να διοχετευτούν σε άλλες δραστηριότητες. Από αυτήν την άποψη ο enfants de la patrie το έθεσε σωστά, ενώ το αρχικό άρθρο (τι θα περίμενε άλλωστε κανείς από τη “φιλελεύθερη” σκοπιά?) θολώνει την κατάσταση και μπερδεύει τα πράγματα – όπως το κάνει με τη μόρφωση, το περιβάλλον, κτλ. Το κράτος, σε μια χώρα πως η Ελλάδα, πρέπει να υποστηρίζει οικονομικά, αλλά χωρίς επεμβάσεις, την ανεξάρτητη τέχνη. Το με τι κριτήρια είναι ανοικτό σε συζήτηση και, βέβαια, το πρόβλημα εδώ είναι ότι ο καπιταλισμός κατάφερε ανάμεσα σε όλα τα άλλα (την υγεία, τη μόρφωση, φυσικούς πόρους και περιβάλλον, κτλ.) να εμπορευματικοποιήσει την τέχνη, να την αναγάγει σε αντικείμενο κερδοσκοπίας.
Διαφωνώ με το ότι η θρησκεία και η χριστιανική ορθόδοξη εκδοχή της “τρέφει το πνεύμα” όπως η τέχνη. Τουναντίον θα έλεγα: αποβλακώνει και αποπροσανατολίζει συνειδήσεις- γι αυτό και άλλωστε ιστορικά υποστηρίχθηκε από τις διάφορες μορφές εξουσίας. Ευτυχώς η επίδραση που ασκεί με την τεχνολογική πρόοδο είναι φθίνουσας σημασίας, αν και η πρόσφατη παρέμβαση στο φιλμάκι του Γαβρά ήρθε να μας υπενθυμίσει αυτόν το αντιδραστικό της ρόλο.
Ο προϋπολογισμός του ΥΠ.ΠΟ δεν αφορά μόνο την παραγωγή τέχνης, αλλά το κόστος λειτουργίας και συντήρησης των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων κλπ. Το τι κάνουν τα λεφτά οι «πολιτιστικοί σύλλογοι» και πως δίνονται αυτά τα χρήματα είναι ένα θέμα. Αλλά εδώ μιλάμε για παραγωγή πολιτισμού και όχι για τις «μίζες» που δίνουν οι υπουργοί στις εκλογικές τους περιφέρειες.
«Η τέχνη τρέφει το πνεύμα. Η εκκλησία από την άλλη τρέφει το πνεύμα. “Πρέπει” να χρηματοδοτούμε την τέχνη»
Η εκκλησία τρέφει την κοιλιά της. Το πνεύμα των Χριστιανών, γιατί είναι υποχρεωτικό να τρέφεται με τα λεφτά των μη Χριστιανών; Η τέχνη από την άλλη δεν είναι θρησκεία. Απευθύνεται σε όλους, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον Χριστιανισμό, εκτός και αν ζούμε ακόμα στην εποχή του Βυζαντίου.
«Ας δούμε λίγο την συλλογιστική πίσω από μια τέτοια πρόταση: αν δεν υπήρχε η Εκκλησία στην Ελλάδα, θα ήμασταν πολιτιστική υπερδύναμη. Το πιστεύεις πραγματικά αυτό;»
Τέτοια συλλογιστική εγώ δεν έκανα, άρα αναλύεις κάτι που είχες σκοπό να αναλύσεις. Οκ.
Εκκλησίες, Τζαμιά, Συναγωγές και οτιδήποτε άλλο ας υπάρχουν, αλλά να συντηρούνται με τα χρήματα εκείνων που επιθυμούν.
Φίλε rebel@work, την άποψη του κ.Τηλέμαχου Χορμοβίτη, εφόσον οι λέξεις δεν έχουν χάσει το νόημά τους, δυσκολεύομαι να την αποδεχτώ ως φιλελεύθερη. Περισσότερο μου μοιάζει για συντηρητική.
Η υγεία, η παιδεία και οι άλλες υπηρεσίες για να αναπτυχθούν, δαπανήθηκαν από διάφορα κράτη πολλά λεφτά σε ερευνητικά προγράμματα και μελέτες, ώστε να φτάσουν στο σημερινό επίπεδο. Ίσως και το Πανεπιστήμιο στο οποίο διδάσκει ο κ. Χαρμοβίτης διαχειρίζεται χρήματα φορολογουμένων για έρευνα ή άλλα προγράμματα.
Το ότι οι άνθρωποι σήμερα δεν πεθαίνουν κατά εκατομμύρια από επιδημίες, οφείλεται στην ανάπτυξη και την πρόοδο της επιστήμης. Για το αν θα έπρεπε το κράτος να παράγει το ταμιφλού και όχι η τάδε εταιρεία, δυστυχώς δεν είναι εν ζωή η ΕΣΣΔ για να μας το απαντήσει. Αν και η σιωπή της, είναι μια απάντηση.
Στην Αμερική σήμερα τα χρήματα που δαπανώνται σε ερευνητικά προγράμματα για το κλίμα ανέρχονται στα 2δις δολάρια ετησίως.
«Η πραγματικότητα δείχνει πως αυτός που πληρώνει για ένα έργο τέχνης, έχει και την αυτονόητη δυνατότητα να το δεχτεί ή να το απορρίψει»
Σωστό αλλά το κράτος εδώ δεν απέρριψε το ίδιο το φιλμ ούτε εξ αρχής. Αντίθετα το αποδέχτηκε. Η περικοπή έγινε μετά από παρεμβαση τρίτου οπότε υπάρχει λογοκρισία.
«Να το συνοψίσω σε μια πρόταση: λογοκρισία δεν είναι όταν ο παραγωγός της ταινίας πετσοκόβει την ταινία του Γαβρά στο μοντάζ(και μετά εμείς βλέπουμε το director’s cut…), λογοκρισία είναι όταν την ταινία στην κόβει το κράτος που την παρήγγειλε! Επίσης λογοκρισία δεν θεωρείται όταν ο Γαβράς κάνει 2ωρες ταινίες, γιατί αν κάνει 8ωρες, κανένας δεν θα πάει να τις δει.»
Το πράδειγμα είναι άστοχο. Όταν οι περικοπες γίνονται επειδή σκηνες περνάνε πολιτικό μήνυμα τότε έχουμε λογοκρισία. Ο Γαβράς δεν έκανε περιπέτεις τύπου Ράμπο που μπορείς να κάνεις περικοπές χωρίς να αλλάζεις την ουσία της πλοκής.
Αν ο παραγωγός στην ταινία Ζ έλεγε να βγάλουμε όσες σκηνές αφήνουν υπονοούμενα ή δείχνουν ευθέως τη λειτουργία του παρακράτους τότε δε α υπήρχε καμία ταινία. Στην περίπτωση αυτή θα μιλούσαμε για λογοκρισία.
Ημουν έτοιμος περίπου, να εκραγώ από τα όσα διάβασα στο κύριο άρθρο και τα υπόλοιπα σχόλια, ώσπου ευτυχώς ο συνονόματος Παρης, στο σχόλιο ν.12 έβαλε τα πράγματα στη θέση τους…
Η ορολογία, η ορθή κ ακριβής χρήση και η ετυμολογία των λέξεων παίζει σημαντικότατο ρόλο, όταν γράφεις ένα άρθρο.
Το φίλμ δεν απορρίφθηκε επι της αρχής αλλά μετά από παρέμβαση τρίτων. Υπάρχει πιο κραυγαλέα μορφή λογοκρισίας?
Γνωρίζω και έχω συζητήσει με ανθρώπους που “πιστεύουν” και παρόλαυτά αναγνωρίζουν και αποδέχονται τα λάθη της εκκλησίας ανα τους αιώνας και κυρίως εις βάρος του Ελληνικού πολιτισμού. Η αγωνιώδης προσπάθεια να απαλειφθούν τα 3-4 δευτερόλεπτα του φίλμ καταδυκνύει οτι πολλοί θεωρούν οτι ζούμε ακόμη στον μεσαίωνα!!!!
Τέλος να υπενθυμήσω πως, ο κύριος Γαβράς , έπειτα από αυτήν την περέμβαση, ζήτησε πολύ απλά να μην περιληφθεί ούτε και να αναφερθει το όνομα του στους δημιουργούς του φίλμ. Η Παράκλησή του δεν έγινε δεκτή. ¨Αρα μιλάμε και για ” ΠΑΡΑΧΑΡΑΞΗ ” του πνευματικού του έργου
Δεν είναι δυνατό να αφήσουμε την τέχνη να πεθάνει επειδή δεν «πουλάει»
Μην την αφήνεις, αγόρασέ την. Οι άλλοι, που δεν τους αρέσει, δεν έχουν την ίδια υποχρέωση.
Ο Κ.Γαβράς δεν είναι βέβαια κάποιος άγνωστος και τυχάρπαστος καλλιτέχνης, αλλά ένας σκηνοθέτης παγκοσμίου φήμης, που πολύ αμφιβάλω αν στήθηκε έξω από το ΥΠ.ΠΟ παρακαλώντας τον εγγονό της Π. Δέλτα να του δώσει μια δουλεία, ώστε να βγάλει λίγα λεφτά παραπάνω.
Την δουλειά δεν την έκλεισε με τον εγγονό, αλλά με τον προκάτοχο, μελλοντικό (πολύ μελλοντικό) αρχηγό του ΠΑΣΟΚ. Αλλά; Δεν έβγαλε λίγα λεφτά παραπάνω (όχι και τόσο λίγα δηλαδή) ;
Όπως παίρνει λεφτά από την κυρα-Κατίνα, παίρνει από εμένα, κι εγώ θα γούσταρα τρελά να βλέπω Mapplethorpe, όχι μόνο ότι αρέσει στην κυρα-Κατίνα.
Oι κυρα-Κατίνες όμως είναι πολλές και εσείς πολύ λιγότεροι. Άρα…?
Τελικά, είναι θέμα λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ω ναι.
Το κράτος φτιάχνει και τον δρόμο στην Άνω Κωλοπετεινίτσα, τι να πούμε; Ότι δεν πρέπει να τον φτιάχνει επειδή εγώ δεν πρόκειται ποτέ να τον χρησιμοποιήσω;
Μπορείς να το πεις. Και μπορεί να σου πει: δε θα το φτιάξω με τους δικούς σου φόρους, αλλά με εκείνων που θέλουν να πηγαίνουν στην Άνω Κωλοπετεινίτσα ή εκείνων που παρότι δε θέλουν να πηγαίνουν, θέλουν να υπάρχει δρόμος που περνάει από την Κωλοπετεινίτσα. Για πιο μεγάλα έργα θα σου πει: δε χρειάζεται να ανησυχείς, το έργο θα είναι αυτοχρηματοδοτούμενο θα το πληρώνουν με διόδια αυτοί που το χρησιμοποιούν.
Δεν είναι όμως στη διακριτική ευχέρεια του κράτους να κρίνει για την έκθεση ή όχι ενός έργου τέχνης σε χώρους προορισμένους απ’ αυτό για την έκθεση και προβολή έργων τέχνης.
Αλλά; Σε ποιανού τη διακριτική ευχέρεια είναι?
Το λιμπεραλιστικό κράτος δεν οφειλει, να έχει αισθητική. Οφείλει, να έχει μόνο ανοχή.
Και να πληρώνει, μην ξεχνιόμαστε.
Αν μιλάμε για σωστή διαχείριση φόρων, θα πρέπει όλοι όσοι δηλώνουν άθεοι ή διαφορετικών θρησκειών να μην πληρώνουν παρά την θέλησή τους την χριστιανική εκκλησία.
Αυτό είναι φιλελεύθερο αίτημα.
Τώρα για το αν πρέπει το κράτος να επιδοτεί την τέχνη η απάντηση είναι ασφαλώς και πρέπει.
Αυτό δεν είναι φιλελεύθερο αίτημα.
Το κράτος, σε μια χώρα πως η Ελλάδα, πρέπει να υποστηρίζει οικονομικά, αλλά χωρίς επεμβάσεις, την ανεξάρτητη τέχνη.
Αυτό εκτός από μη φιλελεύθερο είναι και contradictio in terminis.
Αν ο παραγωγός στην ταινία Ζ έλεγε να βγάλουμε όσες σκηνές αφήνουν υπονοούμενα ή δείχνουν ευθέως τη λειτουργία του παρακράτους τότε δε α υπήρχε καμία ταινία. Στην περίπτωση αυτή θα μιλούσαμε για λογοκρισία.
Ο παραγωγός του Ζ ήταν ιδιώτης, όχι κράτος. Τι μας λέει αυτό για την ποιότητα της παραγόμενης τέχνης;
Και στην περίπτωση αυτή βέβαια δε θα μιλούσαμε για λογοκρισία.
@ z
[Αλλά; Σε ποιανού τη διακριτική ευχέρεια είναι?]
Δεν του επιτρέπεται αγόρι μου, γιατί τότε λογοκρίνει. Κατάλαβέ το επιτέλους και μη μας ζαλίζεις άλλο με μαλακίες λιμπερταριανού τύπου. Η ιδιωτική λογοκρισία είναι δικαίωμα, η κρατική ΟΧΙ.
[Και να πληρώνει, μην ξεχνιόμαστε.]
Το θέμα δεν είναι τι και πόσο πληρώνει, αλλά από πού και πώς τα παίρνει, για να πληρώνει. Οι λιμπερταριανοί δεν πρόκειται να κατανοήσετε αυτή την διαφορά ούτε στον αιώνα τον άπαντα.
Εχουμε ήδη φτάσει τα 16 σχόλια και δεν ξέρω ποιος συνεχίζει να τα διαβάζει αλλά τέλος πάντων μερικές σκόρπιες σκέψεις μου είναι οι εξής:
1. Κατ’ αρχήν δεν καταλαβαίνω το επιθετικό (αν όχι υβριστικό) ύφος πολλών από τους σχολιαστές. Ελεος παιδιά, μπορεί να διαφωνείτε αλλά το άρθρο θίγει ορισμένα ενδιαφέροντα θέματα. Ανοίξτε το μυαλό σας επιτέλους και καταλάβετε τι προβληματίζει τον άλλο ακόμα και εάν διαφωνείτε. Τα πράγματα δεν είναι μαυρόασπρα. Και επιτέλους αυτή η αγένεια πολλών από των σχολιαστών στο e-rooster είναι κουραστική αν και ισως ενδεικτική της νεοελληνικής κουλτούρας….
2. Αμάν πια και αυτή η μανία με τις ετικέτες και η ηλίθια συζήτηση για το εάν η οποιαδήποτε ιδέα είναι αρκετά φιλελευθερη, νεοφιλελευθερη, λιμπερτάριαν ή συντηρητική. Επιτέλους ας κρίνουμε κάθε επιχείρημα βάση της λογικής και της ιδίας αξίας του, όχι βάση ταμπέλων και προκαταλήψεων.
3. Κανείς δεν διαφωνεί ότι το Μουσείο δεν μπορούσε να αφαιρέσει σκηνές χωρίς την άδεια του σκηνοθέτη. Αυτό δεν είναι τόσο ένα ηθικό ή ιδεολογικό θέμα, είναι πάνω από όλα νομικό.
4. Ενα θέμα που αγγίξε το άρθρο που έχει μεγάλο ενδιαφέρον είναι κατά πόσον το κράτος θα πρέπει να επιδοτεί την τέχνη. Είναι ένα σοβαρό επιχείρημα ότι εάν δεν αρέσει στον κόσμο αρκετά για να πληρώσει ο ίδιος γι αυτό, καλύτερα είναι να μην σπαταλήσει το κράτος τα χρηματα μας, ιδίως γνωρίζοντας την αμφίβολη αποτελεσματικότητα και τιμιότητα του (Ελληνικού) κράτους.
Το αντεπιχείρημα είναι ότι η τέχνη έχει εξωτερικότητες (externalities) που δικαιολογούν παρέμβαση του κράτους. Ένα μάλλον πρόχειρο παράδειγμα για να εξηγήσω τι εννοώ, η προαναφερθήσα κυρία Κατίνα ίσως τελικά να βγαίνει κερδισμένη που επιδοτούνται οι τέχνες τις οποίες δεν παρακολουθεί γιατί μέσω αυτού πχ ακόμα και οι σειρές του Mega που βλέπει γίνονται καλύτερες εκμεταλευόμενες το επιδοτούμενο φυτώριο ταλέντων.Το πρόβλημα του επιχειρήματος των εξωτερικοτήτων είναι ότι αυτές είναι, εξ ορισμού, δύσκολο να μετρηθούν και να αξιολογηθούν…
5. Ένα άλλο θέμα που έθιξε το άρθρο είναι, στο βαθμό που το κράτος επιδοτεί τις «τέχνες», σε ποιο βαθμό έχει το δικαίωμα να «λογοκρίνει». Όπως αναφέρθηκε, ο ορισμός της λογοκρισίας δεν είναι όσο σαφής όσο νομίζει κανείς. Πχ. Το γεγονός ότι ο επιμελητής του Outlook είχε διαλέξει αυτά τα συγκεκριμένα έργα και όχι κάποια άλλα, είναι «λογοκρισία» κατά των έργων που δεν διάλεξε? Το γεγονός ότι το υπουργείο διόρισε τον τάδε ώς επιμελητή, ο οποίος έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδέες, και όχι κάποιον άλλον (με διαφορερικές ιδέες περί τέχνης) είναι «λογοκρισία»? Αναγκαστικά, με το που ασχολείται το κράτος με την τέχνη, πρέπει να κάνει επιλογές οι οποίες αναγκαστικά θα έχουν και ιδεολογικές επιρροές. Κ. Μπούρχα που γράψατε το άρθρο πριν από το δικό μου, είναι σημαντικό να καταλάβουμε όλοι ότι το κράτος δεν μπορεί να έχει μόνο ανοχή – χρειάζεται μια επιλογή για το τι επιδοτείται, τι μπαίνει στο μουσείο ή την έκθεση και τι όχι.
Ίσως ένας τρόπος να ξεχωρήσουμε τι είναι λογοκρισία είναι να την ορίσουμε ως επεμβάσεις που γίνονται από μη «ειδικούς». Δηλαδή, παρεμβάσεις του άσχετου υπουργού ή της άσχετης εκκλησίας στην δουλειά του σχετικού επιμελητή μπορούν να θεωρηθούν λογοκρισία ενώ αντίστιχες αποφάσεις του επιμελητή δεν είναι. Πχ εάν ο επιμελητης είχε σοκαριστεί ο ίδιος από τα εν λόγω έργα στο Outlook και δεν τα είχε επιλέξει, αυτό δεν θα ήταν λογοκρισία βάση αυτής της λογικής. Βέβαια, όπως ανέφερα παραπάνω, το γεγονός ότι και ο επιμελητής πρέπει να διοριστεί από το κράτος, θολώνει τα νερά. Επιπλέον, μια άλλη ενδιαφέρουσα συζήτηση είναι για το «αλάθητο» των «ειδικών».
6. Τελειώνοντας, οπως προανέφερε ο enfant de la partie στο σχόλιο 7, ίσως δεν πρέπει να υπεραναλύουμε τα πράγματα και να προσπαθούμε να τοποθετήσουμε κάθε θέμα σε μια γενικότερη κοσμοθεωρεία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είχαμε μια (πολύ διακριτική και σύντομη) σκηνή σε μια ταινιούλα, ή οποία όλοι συμφωνούν ότι απεικόνιζε την ιστορική αλήθεια (οι παλαιο-χριστιανοί βανδάλισαν αρχαία μνημεία). Είναι μου φαίνεται λογικό να διαμαρτηρηθούμε όταν (ορισμένοι) παπάδες ζητήσαν αυτη να αφαιρεθεί χωρίς ιστορικό λόγο.
7. Βέβαια, θα ήταν καλό εάν οι ίδιοι που φώναζαν για αυτή την λογοκρισία είχαν τον ίδιο ενθουσιασμό και για άλλα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και φιλελευθερης αντίληψης που είναι ίσως σοβαρότερα αλλά λιγότερο ανώδυνα, π.χ. ανθρώπινα δικαιώματα για τους gay.
Θέτεις ορισμένα ενδιαφέροντα ερωτήματα, αλλά φοβάμαι ότι στην προσπάθειά σου να δεις το ζήτημα από διαφορετική σκοπιά, χάνεις τη μπάλα.
Καταρχήν, η αντίδραση των “ανοιχτόμυαλων” συμπολιτών οφείλεται στην παρέμβαση του ιερατείου και εκεί έγκειται η λογοκρισία. Αν ο παραγωγός του έργου, δεν γούσταρε το έργο, ας είχε κάνει τις σχετικές διαπραγματεύσεις με τον σκηνοθέτη, εκ των προτέρων. Μετά την απομάκρυνση από το ταμείο, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Γιατί έγινε παρέμβαση εκ των υστέρων;
Από εκεί και πέρα, εξαρτάται από τη σύμβαση μεταξύ δημιουργού και παραγωγού και από την γενικότερη νομοθεσία περί πνευματικών δικαιωμάτων και καλλιτεχνικής δημιουργίας για το ποιος έχει την κυριότητα του έργου και τι γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις. Αλλά καμία αμφιβολία δεν υπάρχει ότι πρόκειται για καθαρή λογοκρισία.
Τι σημαίνει λογοκρισία; Αντιγράφω από το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας:
λογοκρισία: 1. ο έλεγχος με εξουσία απαγόρευσης που ασκείται από ειδική κρατική υπηρεσία στα μέσα ενημέρωσης, την τέχνη, τη λογοτεχνία κλπ με σκοπό να εμποδιστεί η διάδοση πληροφοριών ή ιδεών που αντιτίθενται στις αρχές της εξουσίας. 2. η περιοριστική επέμβαση στην πνευματική δράση (κάποιου).
Τώρα, όσον αφορά τα άλλα ζητήματα που θέτεις: πάντα οι καλλιτέχνες και οι πνευματικοί δημιουργοί στηρίζονταν από κάποιον ισχυρό και πλούσιο πάτρονα και πολύ συχνά από την κρατική εξουσία για τις δημιουργίες τους. Αυτό δεν τους εμπόδισε να κάνουν έργα που έμειναν στην ιστορία. Ως εκ τούτου, το “μην ανακατεύεστε με τα πίττουρα, για να μην σας φάνε οι κότες” δεν ευσταθεί.
Το κάθε κράτος έχει μια κρατική πολιτική για τον πολιτισμό και επιχορηγεί αναλόγως. Αυτό δεν του δίνει το δικαίωμα να κόβει και να ράβει κατά βούληση, επειδή έτσι απαιτεί η οποιαδήποτε θρησκευτική εξουσία.
Και η κάθε κυρία Μαρία από το Αιγάλεω (αλήθεια πόσες είναι αυτές οι κυρίες Μαρίες που τις απασχόλησε το ζήτημα), ας ανοίξει τα μάτια της και τα αυτιά της και ας δει και ας ακούσει για να μαθαίνει και να προβληματίζεται. Εκτός κι αν θέλουμε να κάνουμε υπόλογο τον κάθε σκηνοθέτη, συγγραφέα ή ζωγράφο στα περιστασιακά γούστα και καπρίτσια της κάθε κυρίας Μαρίας και των χειραγωγών της.
Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία…
Εγώ δεν θα αναφερθώ σε θέματα τέχνης και αισθητικής, στο συγκεκριμένο θέμα μου αρκεί που το κράτος θέλησε, με παρέμβαση του εκκλησιαστικού μηχανισμού, να φέρει την Ιστορία στα μέτρα που βολεύει τους αντιδραστικούς φορείς, παρά τις πάμπολλες και αδιαμφισβήτητες μαρτυρίες ότι η παρουσίαση του Γαβρά (κάποιος άλλος έφτιαξε νομίζω το σενάριο) ήταν σωστή.
Μάλιστα και ο νεο-ορθόδοξος ταλιμπανός Γιανναράς δηλώνει ότι οι καταστροφές έγιναν από “περιθωριακούς ψυχοπαθείς, ρασοφορεμένους βάνδαλους”, με δικό του προσωπικό στόχο να απαλλάξει τον εκκλησιαστικό μηχανισμό από την ευθύνη (http://sfrang.blogspot.com/2009/08/blog-post_25.html). Εγώ συμφωνώ μαζί του, με μόνη διαφορά ότι οι καταστροφείς δεν δραστηριοποιήθηκαν στο περιθώριο λόγω ανίας, αλλά ήταν εντεταλμένοι καλόγεροι. Τους περιγράφει εξ άλλου σαφώς ο Ιστορικός Ευνάπιος που έζησε τα γεγονότα!
Έτυχε σήμερα περιδιαβαίνοντας να διαβάσω το άρθρο και τα σχόλια που προκάλεσε. Δε θα σχολιάσω την άποψη περί λογοκρισίας του άρθρου (παρόλο που με βρίσκει αντίθετο), έχουν απαντήσει σ’αυτό άλλοι, καλύτερα απ’ότι θα τα έγραφα εγώ.
Μ’εκνεύρισε όμως ιδιαίτερα η επαναλαμβανόμενη μπουρδολογία (ΜΠΟΥΡΔΟΛΟΓΙΑ) κάθε άσχετου (ΠΑΝΤΕΛΩΣ) που μέσα από την ιδεοληψία του έχει άποψη για τις ”τεράστιες” σπατάλες που γίνονται στον τομέα της τέχνης, μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα
ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΕΝΟΣ ΧΩΡΟΥ ΚΑΛΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΤΟ ΒΟΥΛΩΝΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΤΑΓΕΤΕ ΣΑΝ ΤΟ ΣΚ… (για να μας πει πόσο ωραία θα ήταν όλα άμα τα ρύθμιζε η αγορά)
Λοιπόν
Όταν πας σινεμά, πληρώνεις εισητήριο. Το κράτος εισπράτει 19% ΦΠΑ + άλλο ένα 10% περίπου σα Φόρο Δημοσίων Θεαμάτων. Σύνολο φόρου σχεδόν 30%. Ποιά άλλη παραγωγική δραστηριότητα φορολογείται έτσι??
Και προσοχή, το παραπάνω δεν έχει καμία σχέση με κέρδη ή ζημιές.
Ο φόρος αυτός έχει επιβληθεί (αντιγραφή του γαλλικού μοντέλου) για την ενίσχυση της εθνικής κινηματογραφίας. Προβλέπει επίσης ότι θα επιστρέφεται στους ντόπιους παραγωγούς ο φόρος που εισπράχθηκε από τα εισητήρια των ταινιών τους.
Ο νόμος ισχύει εδώ και 20 χρόνια. Στο σύνολο τους οι έλληνες παραγωγοί, το συγκεκριμένο διάστημα, εισέπραξαν 0 ευρώ και μια μούτζα. (Κάποιοι έχουν προσφύγει και στα δικαστήρια).
Μένω εδώ. Βαρέθηκα την παρλαπίπα του καθενός.