Όταν το κράτος δυσκολεύεται να ασκήσει το μονοπώλιο της βίας
Ιούλ 18th, 2009 | Μάρκος Δραγούμης| Κατηγορία: Μάρκος Δραγούμης | Email This Post | Print This Post |Δύο είναι οι πυλώνες του κράτους δικαίου: Σκοπός είναι η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και μέσον το κρατικό μονοπώλιο της βίας. Τούτο δεν υπήρξε πάντοτε αυτονόητο στην Ελλάδα.
Είναι προφανές ότι δικαιώματα χωρίς φορέα δεν νοούνται και είναι ιστορικώς βεβαιωμένο ότι η ανάδυση της έννοιας «δικαιώματα του ανθρώπου» συνδέθηκε στενά με την επανανακάλυψη του ανθρώπου ως πολίτου από την Αναγέννηση και την προοδευτική αναγνώρισή του ως υποκειμένου δικαίου. Η ανθρωποκεντρική αυτή αντίληψη διαποτίζει τα σύγχρονα Συντάγματα (και το Ελληνικό) τα οποία όλα μνημονεύουν τα δικαιώματα του ανθρώπου ως «απαράγραπτα» δηλ. ως προϊσχύοντα και κατισχύοντα του θετού δικαίου.
Τελείως διαφορετικά βλέπουν το ζήτημα οι συντηρητικοί. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος («Ελληνική Πορεία», σ. 165) γράφει ότι: «Δικαιώματα δεν δίνει ούτε ο Θεός ούτε η φύση. Δίνει μόνο η πολιτεία». Ως πολιτεία νοείται βέβαια εδώ η κυβέρνηση η οποία εφόσον κάτι «δίνει» νομιμοποιείται ενίοτε και να το παίρνει πίσω όταν οι αποδέκτες της γενναιοδωρίας της εναντιώνονται -ως μη όφειλαν- στα όσα κάνει. Η θεωρητική θεμελίωση αυτής της αρχής ελλείπει στο κείμενο του Τσάτσου, αλλά οι συνέπειές της στην πράξη είναι επικίνδυνες. Εάν ο άνθρωπος νοηθεί ως υποκείμενο δικαίου μόνον επειδή υπόκειται στις επιταγές του Δικαίου και όχι διότι είναι φορέας φυσικών «απαράγραπτων» δικαιωμάτων, τότε ανοίγει ο δρόμος για όλων των ειδών τις καταπιέ¬σεις.
Στο σημείο αυτό ας μου επιτραπεί μια προσωπική μαρτυρία. Την 1 Νοεμβρίου 1955, ύστερα από μία διετία έντονης δράσης, ως δεδηλωμένος αριστερός, στις τάξεις των φοιτητικών οργανώσεων κρίθηκα «επικίνδυνος δια την δημοσίαν ασφάλειαν» και στάλθηκα εξορία στο στρατόπεδο εκτοπισμένων στον Άη-Στράτη. Εκεί με κάλεσε ο επικεφαλής της φρουράς του στρατοπέδου στο γραφείο του και μου είπε:
– Ανήκεις σε μια καλή οικογένεια και είσαι φοιτητής Ιατρικής. Σου προτείνω λοιπόν το εξής: Να εγκαταλείψεις κάθε πολιτική δραστηριότητα και να ασχοληθείς αποκλειστικά με τις σπουδές σου. Δεν θέλω να υπογράψεις κανενός είδους «δήλωση μετανοίας» ούτε να μου πεις κάτι. Θέλω απλώς να μείνεις σιωπηλός ακούγοντας αυτά που σου λέω να κάνεις. Αν λοιπόν δεν πεις τίποτα τώρα θα σε στείλω πίσω με άδεια στην Αθήνα με το πρώτο καράβι. Εν τάξει;
– Όχι καθόλου. Με αυτά που λέτε αποδεικνύεσθε εσείς επικίνδυνος δια την δημοσίας ασφάλειαν.
– Τι είναι αυτά που λες; Τι εννοείς;
– Εννοώ το εξής. Δύο επιτροπές, μία πρωτοβάθμιος και μία δευτεροβάθμιος έκριναν ένα πρόσωπο, εμένα, ‘επικίνδυνο’ και με εκτόπισαν στον ‘Αη-Στράτη. Έρχεστε λοιπόν τώρα εσείς και αυτό το ‘επικίνδυνο’ άτομο, δηλ. εμένα, είστε διατεθειμένος να το αφήσετε ελεύθερο στην κοινωνία αρκεί να σιωπήσει όταν του λέτε να κάτσει στ΄αυγά του και να μην ασχολείται με τα κοινά. Είναι δυνατόν η ασφάλεια της χώρας να εξαρτάται από τη σιωπή εκείνων που κρίθηκαν ότι την απειλούν;
-Πήγαινε στη σκηνή σου παιδί μου. Η συνομιλία μας τελείωσε.
Η καθοδήγηση του στρατοπέδου στην οποία ανέφερα τα λεχθέντα δεν έδειξαν ενθουσιασμό. «Δεν ανοίγουμε κουβέντες μαζί τους» μου είπαν. «τους λέμε μόνο ότι η σύλληψη και η εκτόπισή μας είναι παράνομη και αντισυνταγματική».
Για την ιστορία έμεινα εξορία ένα χρόνο ακριβώς, έως την 1 Νοεμβρίου 1956 οπότε γύρισα σπίτι με άδεια, χάρη στην αποτελεσματική παρέμβαση του κ. Κωνσταντίνου Μητσοτάκη προσωπικώς.
Στην Ελλάδα μετά τον εμφύλιο τα δικαιώματα του ανθρώπου δεν καθορίζονταν λοιπόν απλώς από την πολιτεία, όπως συνιστούσε ο Τσάτσος αλλά γίνονταν και αντικείμενα διαπραγματεύσεως με τους πολίτες από κρατικούς υπαλλήλους. Ευτυχώς αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Σήμερα τα δικαιώματα απειλούνται «εκ των κάτω» καθώς αμφισβητείται μια σπουδαία αρχή την οποία διεκήρυξε ένας μεγάλος Γερμανός διανοητής. Κατά τον Μαξ Βέμπερ, το σύγχρονο κράτος ορίζεται με βάση το ότι διαθέτει το μονοπώλιο της – νόμιμης – χρήσης βίας.
Αυτό ακριβώς το κρατικό μονοπώλιο νομίζω ότι επιχείρησαν να αμφισβητήσουν και να σπάσουν οι ‘κουκουλοφόροι’ των Δεκεμβριανών του 2008. Κι αυτό τους το εγχείρημα μου φαίνεται ολίγον τι προβληματικό. Αν μόνη τους φιλοδοξία ήταν να καταφέρουν να αποκτήσουν ένα ολόδικό τους μονοπώλιο επί του σπασίματος βιτρινών ή εμπρησμού αυτοκινήτων, αν αυτοί οι ίδιοι ή κάποιοι άλλοι κάθε 17η Νοέμβρη επιμένουν να επιβεβαιώνουν πανηγυρικά το μονοπωλιακό τους δικαίωμα να ταμπουρώνονται στο Πολυτεχνείο, να σπάνε και να καίνε ατιμώρητα αυτοκίνητα και καταστήματα, αν νομίζουν ότι αμφισβήτηση σημαίνει αντικατάσταση ενός μονοπωλίου από ένα άλλο τότε γελιόνται οικτρά. Τα βίαια επεισόδια που σφράγισαν τον Δεκέμβρη του 2008 μοιάζουν με εμφύλιο πόλεμο μεταξύ του κατόχου του μονοπωλίου άσκησης νόμιμης βίας – του κράτους – και των εαυτών τους, ως διεκδικητών αυτού του μονοπωλίου οι οποίοι – σε αντίθεση με το κράτος δικαίου –αρνούνται και να υπαχθούν σε οποιοδήποτε έλεγχο των μονοπωλιακώς ασκουμένων βίαιων ενεργειών τους.
Δεν είναι πάντα εύκολο να εξηγήσει κανείς αυτά τα φαινόμενα διεκδίκησης μονοπωλίου της βίας από διάφορες ομάδες αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι δα και προϋπόθεση για να αντιμετωπισθεί το φαινόμενο. Οι πολίτες αυτής της χώρας θα πρέπει να επιμείνουν όπως τα δικαιώματά τους διατηρηθούν εξ’ ίσου απαράγραπτα όσο και το κρατικό μονοπώλιο της βίας που τα εξασφαλίζει. Αυτό το πρόβλημα ασφαλείας των πολιτών είναι σήμερα πρωτεύον. Η κυβέρνηση θα κριθεί από το αποτέλεσμα των ενεργειών της σ’ αυτόν τον τομέα όχι από το ποιόν διόρισε, πότε και γιατί ως αρχηγό της ΕΥΠ.
Μάρκος Δραγούμης
Η έννοια του «Φυσικού Δικαιώματος» εισήρθε την Νέα Ελλάδα τεχνητά, σχεδόν θα έλεγα με το μυστήριο μιας θεολογικής έννοιας, δεδομένου πως οι κάτοικοι του Ελλαδικού χώρου, πολιτισμικά, δεν μπορούσαν να έχουν άλλου είδους τρόπο απορρόφησης. Για να το πω διαφορετικά, πρέπει να κάτσουμε και αναλογιστούμε πως στη Δύση, η διανοητική εξέλιξη των δικαιωμάτων, πρώτον, πήγε παρέα με πολιτικές περιπέτειες (εμφυλίους πολέμους, επαναστάσεις, θεσπίσεις νόμων) και δεύτερον βασίστηκε σε μια παράδοση (π.χ. Common Law). (Το περίεργο είναι βέβαια πως και εδώ υπήρχε μια παρόμοια παράδοση (Εξάβιβλος Αρμενόπουλου), αλλά δεν υπήρχε ο χρόνος να προλάβει κανείς την Δύση.)
Το αποτέλεσμα είναι πως η νεοελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από μια vulgarization (με την διπλή σημασία της λέξης ως εκδημοτικισμού και εκχυδάϊσης ) διαφόρων ιδεών, που την κάνει «μετα-μοντέρνα» δίχως προΰπαρξης νεωτερικότητας, με τον ίδιο τρόπο που είναι «αριστερή» δίχως προΰπαρξης βιομηχανικής παραγωγής.
Η «ευτυχής» λοιπόν σύμπτωση που συμβαίνει σε μια κοινωνία με «θρησκευτικού» τύπου τρόπο αντίληψης των πραγμάτων όπως η Νέοελληνική είναι ακριβώς η σύμπτωση με τον μαζικό και vulgar τρόπο μεταποίησης Φιλελεύθερων Ιδεών από την «προοδευτική», «Νέα» Αριστερά των μεταπολεμικών χρόνων. Μια τέτοια ιδέα είναι και αυτή του «Φυσικού Δικαιώματος».
Επειδή ωστόσο υπάρχει μια ολόκληρη συζήτηση πάνω στις έννοιες «Φυσικός Νόμος» και «Φυσικό Δίκαιο», καλύτερα θα ήταν να πούμε το πολύ απλό :
Πως από τον Machiavelli και δώθε, δεδομένων συγκεκριμένων πολιτισμικών εξελίξεων, η Σκέψη προσπάθησε να ανάγει τον σχηματισμό των κοινωνιών και επομένως και του Δικαίου, στο Άτομο, τα Πάθη του και τα Ορμέφυτά του. Αυτό δεν σημαίνει πως η «σωστή» κοινωνία είναι αυτή που αφήνει ανεξέλεγκτες τις φυσικές ορμές όπως ούτε λίγο, ούτε πολύ υποστηρίζει ο «φροϋδομαρξισμός» της «σχολής της Φρανκφούρτης». (Και αυτό ακριβώς πληρώνουν οι σύγχρονες μαζικοδημοκρατικές κοινωνίες στις διάφορες παιδικές «εξεγέρσεις» που συμβαίνουν κατά καιρούς αλλά και στην καθημερινή συμπεριφορά του σύγχρονου ατόμου.)
Αυτό που πρέπει λοιπόν να γίνει κατανοητό, είναι πως οι Φιλελεύθεροι στοχαστές, είτε μιλάμε για τον Hobbes, τον Grotius, τον Locke ή τον Burke, θεμελιώνουν το Δίκαιο πάνω σε τρόπους εξισορρόπησης, συμβιβασμού ή τιθάσευσης των Ορμεφύτων, ή αλλιώς αναγωγής τους στο Λόγο (Reason). Τα «φυσικά δικαιώματα» λοιπόν, πρέπει να προσπαθούμε να τα αντιλαμβανόμαστε μέσα στο δίπολο Λόγος-Πάθη, αλλιώς δεν είναι τίποτε περισσότερο από «σαχλαμάρα σε ξυλοπόδαρα».