ΓΙΑ ΤΟ ΩΡΑΡΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ
Ιούλ 15th, 2005 | Πάνος Ευαγγελόπουλος| Κατηγορία: Ελλάδα, Οικονομικά | Email This Post | Print This Post |1. Το Ελεύθερο Ωράριο
Τον τελευταίο καιρό έχουμε γίνει μάρτυρες της διαμάχης της διεύρυνσης του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων. Ομάδες πίεσης επιχειρηματιών, συντεχνίες ενώσεων εμπόρων και συνδικάτα εργατών και υπαλλήλων πιέζουν ασφυκτικά για μία λύση που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα της ομάδας που ανήκουν. Οι συντεχνίες μάλιστα των εμπόρων πρωτοστατούν σε μία ευκαιριακή συμμαχία με τους εργάτες και υπαλλήλους για την παρεμπόδιση της διεύρυνσης του ωραρίου. Αντίθετα οι ομάδες πίεσης των μεγάλων επιχειρηματιών πιέζουν για την διεύρυνση του ωραρίου και μάλιστα την μεγαλύτερη δυνατή για την αποτελεσματική εκμετάλλευση του μεγάλου μεγέθους των επενδύσεων που έχουν ήδη κάνει ή ακόμη περισσότερο προτίθενται να κάνουν.
Αυτή είναι μία θαυμάσια εικόνα πώς η δημοκρατία προσδιορίζει τις λύσεις μέσα από τον λογισμό της συναίνεσης που οφείλει η κυβέρνηση να σχηματίσει υπολογίζοντας από την μια πλευρά το όφελος για την κοινωνία από την επερχόμενη αλλαγή και το κόστος που επιφέρει στις κοινωνικές ομάδες που την υποστηρίζουν και την εκλέγουν. Αυτή είναι η μέθοδος και η αναλυτική προσέγγιση που συνεισέφερε η σχολή της δημόσιας επιλογής με κυριότερο εκπρόσωπο τον οικονομολόγο James Buchanan (βραβείο Νόμπελ 1986) για να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο επέρχεται σε μία δημοκρατία μία κοινωνική μεταβολή.
Όμως στο όριο αυτής της διαμάχης που έχει προκύψει από την επιμονή της κυβέρνησης να υλοποιήσει ένα σημαντικό κύμα μεταρρυθμίσεων διαφαίνεται ότι η διεύρυνση του ωραρίου απέχει μόλις ένα βήμα πριν το ελεύθερο ωράριο που αφήνει ουσιαστικά στις δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς δηλαδή στα άτομα να αποφασίσουν από μόνα τους πότε θέλουν να ανοίξουν τα καταστήματα τους ή πότε ως εργαζόμενοι θέλουν να προσέλθουν στην εργασία τους.
Αντίθετα αυτό που εφαρμόζεται σήμερα είναι ένα καθορισμένο από τις τοπικές κοινωνίες ασφυκτικά μικρό ωράριο που εξυπηρετεί στενά συντεχνιακά συμφέροντα με κύρια χαρακτηριστικά την υπανάπτυξη και την υποαπασχόληση. Το μικρό ωράριο βοηθά τον μικρέμπορα να ανταπεξέλθει στις ανάγκες του καταστήματος του μόνος του. Το πλήθος τέτοιων μικρών καταστημάτων που λειτουργούν στην περιοχή των φθινουσών αποδόσεων κλίμακος όπου δεν ευνοείται η επέκταση του κύκλου εργασιών του καταστήματος, είναι η βασική δομή που επικρατεί στην χώρα μας και την κρατά δεμένη με το πιο οπισθοδρομικό παρελθόν.
Το διευρυμένο ωράριο είναι ένα εκσυγχρονιστικό σύστημα το οποίο υπερβαίνει ως δομή την ταυτότητα του καταστηματάρχη και οδηγεί στην ταυτότητα του επιχειρηματία που δρα σε ένα πλαίσιο οργανωμένων αγορών. Διανοίγει προοπτικές και δρομολογεί εξελίξεις που απαξιώνουν τα συντεχνιακά συμφέροντα μπροστά στο μέγιστο δυνατό ατομικό και κοινωνικό όφελος. Στον μακρινό ορίζοντα λοιπόν του διευρυμένου ωραρίου κυριαρχεί η θέα του ελεύθερου ωραρίου. Με το ελεύθερο ωράριο υπερβαίνεται η σχέση αντίθεσης στενού με διευρυμένο κάτω από την αρχή της ανταλλαγής που είναι αμοιβαία επωφελής σε εκείνο τον χρόνο που ο καταναλωτής επιθυμεί και ο έμπορος κρίνει ότι είναι συμφέρον του να παραμείνει ανοικτός και ότι αξίζει τον κόπο να περιμένει τον καταναλωτή για να τον εξυπηρετήσει. Αυτό ακριβώς θα το εξηγήσω λεπτομερέστερα παρακάτω.
2. Λειτουργία και Συνέπειες του Ελεύθερου Ωραρίου
Η κοινή γνώμη, με την απλοϊκή της λογική, και μόνον στο άκουσμα ελεύθερο ωράριο, σχηματίζει την εικόνα μιας εν γένει αταξίας όπου ο κάθε καταστηματάρχης θα λειτουργήσει ότι ώρα νομίζει. Η πραγματικότητα όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Η λειτουργία του ελεύθερου ωραρίου έχει κανόνες, ορίζει συμπεριφορές οι οποίες μάλιστα εξαρτώνται αποκλειστικά από τις προτιμήσεις των ατόμων. Γι’ αυτόν τον λόγο αποκαλείται ελεύθερο διότι δεν καθορίζεται από καμία ανώτερη αρχή αλλά από την ατομική επιλογή του καθενός. Το ελεύθερο ωράριο είναι η έκφραση ισορροπίας πολλαπλών ανταλλαγών.
Η ανταλλαγή είναι η επιθυμία του καταναλωτή να βρει το κατάστημα ανοικτό και η ανταπόκριση του καταστηματάρχη σ’ αυτήν. Ένα τέτοιο πλήθος ανταλλαγών αμοιβαία επωφελών ορίζει κανόνες που εξασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Αυτό είναι το σημείο κατάληξης της διαδικασίας που εισηγείται το ελεύθερο ωράριο.
Σε μία τέτοια κατάσταση κανένα κατάστημα δεν θα είναι κλειστό την ώρα που θεωρεί ότι μπορεί να κερδίσει πελάτες έστω και αν η διοικητική αρχή ήθελε να αποφασίσει διαφορετικά. Βεβαίως η διοικητική αρχή παρεμβαίνει με την δικαιολογία της προστασίας του υγιούς εμπορίου, της αποφυγής αθέμιτου ανταγωνισμού ή του εκφυλισμού του σε αχαλίνωτο, παρ’ όλα αυτά η αλήθεια είναι ότι η διοικητική αρχή στην καλύτερη περίπτωση προσπαθεί να συμβιβάσει αντιτιθέμενα συντεχνιακά συμφέροντα και στην χειρότερη να τα εξυπηρετήσει προς ίδιο όφελος της.
Οι συνέπειες εφαρμογής του ελεύθερου ωραρίου είναι οι εξής. Πρώτον οδηγεί στην άριστη κατανομή του χρόνου λειτουργίας των καταστημάτων αφού άμεσα ανταποκρίνεται στις επιθυμίες των καταναλωτών και των καταστηματαρχών. Δεύτερον στην αύξηση της απασχόλησης και των κερδών εξαιτίας της άρσης των διοικητικών φραγμών και εμποδίων. Τρίτον σε αύξηση του ανταγωνισμού και διεύρυνση της αγοράς διότι δημιουργείται μία αμφίδρομη σχέση αύξησης των συναλλαγών και των συναλλασσομένων με άμεση συνέπεια την συγκράτηση των τιμών ή και την μείωση τους.
Για να υλοποιηθούν όμως οι παραπάνω θετικές συνέπειες απαιτείται από την κυβέρνηση η άμεση ολοκλήρωση και όλων των άλλων λοιπών θεσμικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων που θα διαμορφώσουν ένα συνολικό πλαίσιο γόνιμης λειτουργίας των αγορών.
3. Θεσμικές και Κοινωνικές Μεταρρυθμίσεις
Η κύρια θεσμική μεταρρύθμιση είναι η αλλαγή των εργασιακών σχέσεων. Η αποσύνδεση της αμοιβής του εργαζόμενου με το ημερομίσθιο, ο υπολογισμός της αμοιβής με βάση την ώρα εργασίας ή όποια άλλη διαίρεση του χρόνου είναι επιθυμητή και κυρίως η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων με την αντικατάσταση τους με ατομικά συμβόλαια εργασίας. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές φαίνονται ή παρουσιάζονται από τους οπισθοδρομικούς ότι είναι ανάλγητες, αντικοινωνικές και βαθιά αντεργατικές. Είναι όμως το αντίθετο.
Ο εργαζόμενος ξαναβρίσκει την ελευθερία του να διαλέξει μέσα σε μία διευρυμένη και ανοικτή αγορά τον χρόνο που θέλει να εργαστεί. Θα εξειδικεύει τα ταλέντα του στις χρήσεις που θέλει και θα μεγιστοποιεί το εισόδημα του πέρα από τα όρια μιας επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας. Θα απελευθερωθεί από το μεροκάματο και το παραδοσιακό αφεντικό ή τον καθιερωμένο προϊστάμενο και θα μετατρέψει στην ελεύθερη αγορά την εργασία του σε μία αστείρευτη πηγή εσόδων που θα έχει πάντα εναλλακτικούς και ανταγωνιστικούς τρόπους άντλησης και παροχής.
Η ολική κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας θα οδηγήσει στην αποτελεσματική αντιμετώπιση όλων των αδιαιρετοτήτων και ασυνεχειών που παρουσιάζει η οργάνωση της παραγωγής, θα συμπιέσει δραστικά το μέσο κόστος παραγωγής και θα προσφέρει στις επιχειρήσεις, εμπορικές και παραγωγικές, νέα δυναμικά συγκριτικά πλεονεκτήματα που γρήγορα θα οδηγήσουν τις επιχειρήσεις μας σε εξωστρεφή δράση στις παγκόσμιες αγορές.
Τις θεσμικές όμως μεταρρυθμίσεις πρέπει να τις συνοδεύσουμε με ευρύτατες κοινωνικές αλλαγές. Αυτές συνδέονται με την αντίληψη της σμίκρυνσης της επιρροής του κράτους και του σχεδιασμού. Άπτονται δε της φιλοσοφίας της αγοράς και της αυτορρυθμιζόμενης τάξης, της οποίας άλλωστε το ελεύθερο ωράριο είναι υποσύστημα. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις κυρίως είναι η αποδυνάμωση των συντεχνιών και των συνδικάτων. Ο περιορισμός και η άρση όπου είναι δυνατόν των διοικητικών ελέγχων και ρυθμίσεων, η συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων των εταιρειών κοινής ωφελείας, η περικοπή των δημοσίων δαπανών, η περιστολή του δημοσίου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος, ο προσανατολισμός της φορολογικής πολιτικής σε αναλογικές μορφές με μελλοντικό στόχο τον επίπεδο φόρο, δηλαδή ένας πολίτης, μία ψήφος, ένας φόρος (flat tax) και η υιοθέτηση παντός μέτρου που ενισχύει την αγορά και τον ιδιώτη. Αυτή τελικά είναι η βασική προϋπόθεση για την υποδοχή του ελεύθερου ωραρίου. Μία συνολική φιλελεύθερη πολιτική που θα αλλάξει άρδην τον οπισθοδρομικό χαρακτήρα της χώρας μας.