ΕΙΝΑΙ Η ΠΕΝΑ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΛΗΚΤΡΟΛΟΓΙΟ;

Ιούλ 15th, 2004 | | Κατηγορία: Επιστήμες | Email This Post Email This Post | Print This Post Print This Post |

Το διαδίκτυο έχει αλλάξει τη ζωή μας. Λέγεται συχνά τα τελευταία χρόνια, με δέος και θαυμασμό ή άλλοτε με σάστισμα και φόβο. Έδωσε ένα νέο άρωμα στην ανθρώπινη επικοινωνία με τις διαδικτυακές κοινότητες, τα e-mail και τα chats. Επιτάχυνε τις συναλλαγές. Νοηματοδότησε την κοινωνία της πληροφορίας όντας το πολυσυλλεκτικότερο μέσο διακίνησης πληροφοριών και συνεχίζει να ευοδώνει ταχύτατες μεταβολές που από πολλούς αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό. Έντονη είναι τελευταία η αντιπαράθεση για το ρόλο των ηλεκτρονικών περιοδικών στην παραγωγή και διακίνηση ιδεών και γνώσεων.

Έως τώρα η ακαδημαϊκή επικοινωνία και παρουσίαση αποτελεσμάτων επιστημονικών μελετών γινόταν μέσω συνδρομητικών μηνιαίων -συνήθως- εκδόσεων κάποιες εκ των οποίων ανήκουν έως ένα βαθμό σε επιστημονικές εταιρείες. Η πλειονότητα όμως ανήκει εξ ολοκλήρου σε μεγάλους εκδοτικούς οίκους. Τα ηλεκτρονικά περιοδικά είναι ένας νέος παίκτης που ανακατεύει την τράπουλα στο ποιος ελέγχει την επιστημονική πληροφορία. Οποιοσδήποτε θέλει μπορεί να δημοσιεύσει τη δουλειά του στο διαδίκτυο και να την κάνει γνωστή σε όλον τον κόσμο. Αυτό βέβαια ελλοχεύει τον κίνδυνο να πνιγούμε στα σκουπίδια, δε σημαίνει όμως ότι όλα θα είναι σκουπίδια! Αντιθέτως, αυτό το χτύπημα στο status quo των εκδοτών μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά ευεργετικό. Οι μεγάλοι εκδότες μπορεί να έχουν το μονοπώλιο των αναγνωρισμένου κύρους περιοδικών, όχι όμως το μονοπώλιο στην ποιοτική επιστημονική σκέψη.

Στον αντίλογο, είναι αλήθεια ότι με τις ραγδαίες εξελίξεις και μεταβολές στην ψηφιακή τεχνολογία ο βίος πολλών ηλεκτρονικών περιοδικών είναι βραχύς με τον κίνδυνο μαζί με την κατάργηση των ιστοσελίδων να χαθούν για πάντα σημαντικά επιστημονικά κείμενα. Το τεχνικό αυτό πρόβλημα μπορεί εύκολα να επιλυθεί με τη δημιουργία ενός ή περισσοτέρων οργανισμών που θα αποθηκεύουν και θα διατηρούν τις πληροφορίες των ηλεκτρονικών εκδόσεων. Ούτως ή άλλως οι επιστημονικές βιβλιοθήκες είναι αυτές που εκπληρώνουν το ρόλο του αρχειοφύλακα και της καταλογοποίησης των παραδοσιακών επιστημονικών εκδόσεων και μάλιστα με πολύ υψηλό οικονομικό κόστος. Αν και δε διαθέτουν ακόμη τέτοιες δομές, εύκολα και με πολύ μικρότερο συνολικό κόστος οι επιστημονικές βιβλιοθήκες θα μπορούσαν να πράξουν το ίδιο και για τις ηλεκτρονικές εκδόσεις.

Κάποιοι μπορούν να ισχυριστούν ότι στο χαρτί είναι πολύ πιο βολικό να διαβαστεί ένα εκτεταμένο κείμενο από ότι στην οθόνη του υπολογιστή. Το επιχείρημα αυτό στερείται νοήματος: Σήμερα όλα τα περιοδικά περνούν από την ηλεκτρονική μορφή σε κάποια φάση της ζωής τους. Οι παραδοσιακές εκδόσεις απλά τυπώνονται σε χαρτί προ της διανομής τους. Ο αναγνώστης του ηλεκτρονικού περιοδικού μπορεί άμεσα και ανέξοδα να ψάξει στην υψηλής ανάλυσης οθόνη του τις περιλήψεις, να εντοπίσει το κείμενο που θέλει και να το εκτυπώσει με μηδαμινό κόστος και ταχύτητα 5-8 σελίδες το λεπτό στη χειρότερη περίπτωση.

Κεφαλαιώδη σημασία για την εγκυρότητα μιας επιστημονικής έκδοσης είναι η σχολαστική κρίση από δύο τουλάχιστον επιστημονικούς συμβούλους (peer-review) κάθε εργασίας που υποβάλλεται για δημοσίευση. Έχουν διατυπωθεί αμφιβολίες για τη δυνατότητα των ηλεκτρονικών εκδόσεων να διατηρήσουν αυτόν τον ποιοτικό έλεγχο και το υψηλό ποσοστό απόρριψης ακατάλληλων άρθρων. Όμως ο ποιοτικός έλεγχος των κειμένων είναι άσχετος με το μέσο που αυτά τελικά θα δημοσιευτούν και εύκολα μπορεί να είναι το ίδιο αυστηρός στα ηλεκτρονικά περιοδικά. Η μόνη ουσιαστική διαφορά είναι το υψηλό κόστος ανά σελίδα των παραδοσιακών εκδόσεων γεγονός που συχνά επηρεάζει και την τελική κρίση της συντακτικής επιτροπής. Τέτοιοι φυσικοί περιορισμοί δεν υπάρχουν στα ηλεκτρονικά μέσα και έτσι μοναδικά κριτήρια για τη δημοσίευση είναι τα όρια που έχει θέσει η συντακτική επιτροπή για το καλύτερο ύφος, σύνταξη και αναγνωσιμότητα της εργασίας.

Σημαντικό εμπόδιο στην καθιέρωση των ηλεκτρονικών εντύπων είναι η, με τα σημερινά δεδομένα, μικρή ακαδημαϊκή αναγνώρισή τους. Η σταδιοδρομία ενός επιστήμονα κρίνεται μεταξύ άλλων από την απήχηση του έργου του. Οι περισσότεροι δύσκολα θα ρισκάρουν να δημοσιεύσουν τη δουλειά τους σε ένα μέσο χαμηλού κύρους, ακόμη κι αν πιστεύουν ότι η αξιολόγηση αυτή είναι άδικη και οπισθοδρομική. Σε θέματα καριέρας τέτοιοι πειραματισμοί μετατρέπονται σε καυτές πατάτες που αντέχουν να κρατήσουν μόνο κάποιοι θαρραλέοι ιδεαλιστές ή αυτοί οι λίγοι που πραγματικά δεν έχουν ανάγκη. Συντηρείται έτσι ένας φαύλος κύκλος. Οι ερευνητές διστάζουν να δημοσιεύσουν τις καλύτερες μελέτες τους στον ηλεκτρονικό τύπο από φόβο να μην έχουν την πρέπουσα απήχηση και την ίδια στιγμή η ακαδημαϊκή κοινότητα αρνείται να δώσει σημαντική αναγνώριση στα ηλεκτρονικά περιοδικά, έως ότου αυτά αρχίσουν να δημοσιεύουν υψηλού επιπέδου υλικό. Με τον καιρό τα όλο και ποιοτικότερα ηλεκτρονικά άρθρα θα «νομιμοποιήσουν» τον ηλεκτρονικό τύπο αλλά η διαδικασία από ότι φαίνεται θα είναι αρκετά αργή.

Τα ηλεκτρονικά μέσα κατηγορούνται επίσης ότι ενθαρρύνουν και διευκολύνουν την τυποκλοπία. Ωστόσο η τυποκλοπία είναι επιστημονική ατασθαλία ανεξάρτητα αν το κείμενο είναι ψηφιακό ή τυπωμένο σε χαρτί. Πράγματι, η ευκολία στην πρόσβαση των ηλεκτρονικών μέσων μπορεί να ευνοεί την κλοπή κειμένων. Στον αντίποδα όμως, η αυτόματη καταχώρηση σε μηχανές αναζήτησης και η ηλεκτρονική αρχειοθέτηση -αναπόσπαστα χαρακτηριστικά των ηλεκτρονικών εκδόσεων- καθιστούν κατά πολύ ευκολότερη την εντόπιση και καταγραφή της τυποκλοπίας. Το γεγονός αυτό θα αποτελέσει εν τέλει σημαντικά μεγαλύτερο αντικίνητρο για την τυποκλοπία από το δέλεαρ της άνετης πρόσβασης και γρήγορης δημοσίευσης.

Ένα από τα πιο καταλυτικά επιχειρήματα υπέρ του ηλεκτρονικού τύπου είναι η άμεση ανάκτηση πληροφοριών και γνώσεων από ευρύτερα λαϊκά στρώματα και πληθυσμούς. Η πρόσβαση στην επιστημονική δημοσίευση δεν περιορίζεται μόνο στους συνδρομητές και σε όσους έχουν την ευτυχία να ζουν κοντά σε βιβλιοθήκη που τυγχάνει να διαθέτει το επιθυμητό τεύχος. Τα αμιγώς ηλεκτρονικά περιοδικά -εν αντιθέσει με τις ηλεκτρονικές εκδόσεις των παραδοσιακών περιοδικών- διατίθενται δωρεάν σε όλους όσους επιθυμούν πρόσβαση σε αυτά. Αναμφισβήτητα υπάρχουν περιοχές του κόσμου όπου η πρόσβαση στο διαδίκτυο είναι προνόμιο των λίγων αλλά αυτές σταδιακά μειώνονται. Άλλωστε σε τέτοιους διαδικτυακά αφιλόξενους τόπους είναι επίσης εξαιρετικά απίθανο να βρεθούν επιστημονικοί τόμοι σε βιβλιοθήκες και σίγουρα τα ηλεκτρονικά μέσα είναι μία ρεαλιστικότερη και οικονομικότερη λύση.

Οι προοπτικές και εξελίξεις στον τρόπο επικοινωνίας των επιστημονικών ευρημάτων έχουν φέρει σε αντιπαράθεση τους εκδότες με τους συγγραφείς και τους βιβλιοθηκονόμους, καθώς οι τεχνολογικές αλλαγές έχουν αρχίσει να μεταβάλλουν τη σχέση και τον τρόπο αλληλεπίδρασης των τριών αυτών εμπλεκομένων. Τα ποσά που διακυβεύονται είναι εξαιρετικά υψηλά και ήδη οι εμπλεκόμενοι έχουν ξεκινήσει τις πρώτες αγωγές όπως αυτή της Gordon & Breach Science εναντίον του Αμερικανικού Ινστιτούτου Φυσικής και της Αμερικανικής Φυσικής Εταιρείας. Τα τεχνολογικά μέσα δίνουν τη δυνατότητα αυτοματοποίησης πολλών χρονοβόρων και πολυδάπανων καθηκόντων των εκδοτών και των βιβλιοθηκονόμων. Αν και θα συνεχίσουν να παίζουν κρίσιμο ρόλο, αναμένεται σημαντική συρρίκνωση των επιστημονικών εκδοτικών οίκων και μείωση των αρμοδιοτήτων των βιβλιοθηκών.

Το πρόσφατο παράδειγμα τις Εγκυκλοπαίδειας Britannica δίνει μια γεύση του τι μέλει γενέσθαι για τα επιστημονικά περιοδικά. Παρά τους τεράστιους πόρους της, την 2 αιώνων ιστορία και την καθιέρωσή της ως η καλύτερη της αγοράς, η εταιρεία κατέρρευσε οικονομικά όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με τις νεόφυτες CD-ROM εγκυκλοπαίδειες των $50 η μία. Δεν είχαν την ίδια ποιότητα στο περιεχόμενο ούτε τη χλιδή της πολυτελούς εκτύπωσης, ήταν όμως πιο λειτουργικές στην αναζήτηση, χωρούσαν σε μια τσέπη και είχαν ακαταμάχητη τιμή. Το ενθαρρυντικό στην όλη ιστορία είναι ότι η ανανεωμένη πια εταιρεία άφησε πίσω το υπερφίαλο παρελθόν της κάνοντας σημαντικές περικοπές ενώ τώρα προσφέρει ηλεκτρονικές εκδόσεις της εγκυκλοπαίδειάς της σε CD-ROM και συνδρομητικά μέσω διαδικτύου σε ανταγωνιστική τιμή. Επιπλέον το συντακτικό προσωπικό αυξήθηκε κατά 25% καθώς η Britannica αφιερώνει μεγαλύτερο από ποτέ ποσοστό των πόρων της για την ποιότητα του περιεχομένου. Όπως και η Εγκυκλοπαίδεια Britannica, οι επιστημονικές εκδόσεις μπορούν να ευημερήσουν στην ηλεκτρονική εποχή αλλά θα χρειαστεί να μειώσουν το μέγεθός τους και να υιοθετήσουν ένα περισσότερο ευέλικτο μοντέλο συνεργασίας τόσο με τους συγγραφείς όσο και με τους βιβλιοθηκονόμους.

Δε συντρέχει επίσης κανένας λόγος να αφοσιωθούν τα ηλεκτρονικά περιοδικά στις παραδοσιακές δομές σύνταξης και παρουσίασης της επιστημονικής εργασίας. Αυτήν την προσέγγιση έχουν επιλέξει όσες εκδόσεις μεταπήδησαν από το χαρτί στην ηλεκτρονική οθόνη αξιοποιώντας έτσι ελάχιστες από τις πραγματικές δυνατότητες των ηλεκτρονικών μέσων. Πολυάριθμες προοπτικές ανοίγονται, μαζί βεβαίως με νέα δυνητικά προβλήματα, που απαιτούν διαφορετικές ρυθμίσεις και πρότυπους κανόνες για να αντιμετωπιστούν. Θα περάσει κάποιος καιρός ώσπου να εκτιμηθούν πλήρως τα δώρα της τεχνολογίας στον επιστημονικό τύπο και να διαπιστωθεί ο βέλτιστος τρόπος χρήσης τους.

Η μετεξέλιξη από τις τυπωμένες εκδόσεις στο ψηφιακό κείμενο είναι μια σταδιακή και χρονοβόρα διαδικασία που πιθανότατα θα διαρκέσει αρκετές δεκαετίες. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι η μετάβαση ήταν ταχύτερη σε συγγράμματα όπου υπερείχαν συντριπτικά τα πλεονεκτήματα της ψηφιακής τεχνολογίας, όπως οι εγκυκλοπαίδειες. Αντίθετα στην περίπτωση των βιβλίων η επικράτηση των ηλεκτρονικών εκδόσεων θα είναι σημαντικά βραδύτερη. Τα επιστημονικά περιοδικά τοποθετούνται μεταξύ των δύο παραπάνω άκρων αλλά όλα δείχνουν ότι βρίσκονται πολύ πιο κοντά στις εγκυκλοπαίδειες. Το διαδίκτυο, με τις σημαντικές επιπτώσεις του στον εκδημοκρατισμό παραδοσιακά κλειστών δομών, έχει να προσφέρει εύκολη, ελεύθερη πρόσβαση, με όλα τα καινούρια περιβάλλοντα και δυνατότητες της ψηφιοποίησης και προπαντός μεγαλύτερο έλεγχο της ερευνητικής πληροφορίας από τον βασικότερο παραγωγό και καταναλωτή της, την επιστημονική κοινότητα.

Ένα σχόλιο
Leave a comment »

  1. poly kalo!!1

Σχολιαστε