Ο νέος “μπαμπούλας” του Ελληνισμού
Απρ 30th, 2010 | Ανδρέας Ανδριανόπουλος| Κατηγορία: Ανδρέας Ανδριανόπουλος | Email This Post | Print This Post |Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) δεν είναι μπαμπούλας. Είναι εργαλείο διάσωσης των οικονομιών που εξαθλιώθηκαν με ευθύνη των κυβερνήσεών τους. Και με την σύμπραξη βέβαια του συνόλου των παραγόντων του δημοσίου βίου τους. Το ΔΝΤ δεν είναι μηχανισμός καταστροφής κρατών κι εξανδραποδισμού των πληθυσμών τους. Μια εικόνα που έντεχνα προωθεί η προπαγάνδα της Αριστεράς αλλά και η συμπλεγματική άγνοια της λεγόμενης λαικής δεξιάς. Δεν είναι βέβαια και ίδρυμα διαμοίρασης δωρεάν παροχών. Γιατί δεν διαχειρίζεται χρήματα «αδίστακτων» ιδιωτών. Μέτοχοί του είναι κράτη με εκλογείς, φορολογούμενους και αντιπροσωπευτικές κυβερνήσεις. Που έχουν συμβάλει στο κεφάλαιο του Ταμείου. Και δεν ανέχονται οι πόροι που έχουν καταβάλει να σκορπισθούν στους πέντε ανέμους.
Γι αυτό και το ΔΝΤ επιβάλλει όρους συμπεριφοράς για τα χρήματα που δίνει. Διότι δεν έχει κανένα περιθώριο να τα χάσει. Κάποιοι εν Ελλάδι «διαμαρτυρόμενοι» έχουν μάθει στην λογική του «άλλοι δουλεύουν για μας». Aλλοι δηλ. εξοικονομούν τους πόρους που εμείς ξοδεύουμε. Για δεκαετίες ελληνικές κυβερνήσεις έθισαν την κοινωνία σε συνεχείς παροχές. Κάτω από την λογική της αναδιανομής των εισοδημάτων. Και με έμβλημα κάποια αφηρημένη έννοια κοινωνικής ευαισθησίας. Με μια μικρή όμως λεπτομέρεια. Το εισόδημα που αναδιανεμόταν ήταν ανύπαρκτο. Οι κυβερνήσεις μοίραζαν δανεικά. Που για κάποιες κοινωνικές ομάδες λογίζονταν σχεδόν αμέσως σαν κεκτημένα. Εξαλλοι συνδικαλιστές και μπαρουτοκαπνισμένοι μαρξιστές απολάμβαναν εισοδήματα που προέρχονταν από τα δανεικά που μας παρείχαν οι μισητοί διεθνείς τραπεζίτες κι’ οι ξορκισμένοι «κερδοσκόποι».
Ας αναλογισθεί κάποιος πόσα χρήματα έχει εισπράξει το ΚΚΕ λ.χ. σαν κρατική επιχορήγηση από ένα προυπολογισμό όμως μόνιμα ελλειμματικό. Μοιράσθηκαν λοιπόν προφανώς πόροι από δανεικά. Από τα θησαυροφυλάκια των ξένων τραπεζών. Και χτίσαμε έτσι μιά κοινωνία αρνητικά επικοινωνούντων δοχείων. Χρήμα άφθονο κυκλοφορούσε. Καλλιεργώντας μια ψευδαίσθηση ευημερίας. Σε ένα γυάλινο κόσμο υπερ-ανάπτυξης. Δίχως οικονομική βάση και δίχως υποδομές. Τα δανεικά ανακυκλώνονταν σε μια κοινωνία σε αφιονισμό κατανάλωσης. Ετσι, άξαφνα ο πλουτισμός χτύπησε την πόρτα λογής ανύποπτων μέχρι τότε κοινωνικών στρωμάτων. Αρκούσε κάποιος «να πιάσει την καλή». Δίχως την μεσολάβηση χρόνων σκληρής δουλειάς παρκαδόροι έγιναν μεγαλοβιομήχανοι, δημοσιογραφίσκοι μεγαλοεκδότες, παιδιά της πιάτσας βαθύπλουτοι επιχειρηματίες. Χτεσινοί γιδοβοσκοί μετατράπηκαν σε αξιοσέβαστους επενδυτές και κορίτσια της κάποτε διπλανής αυλής σε σούπερ μοντέλες με αμφιλεγόμενα έσοδα.
Η σεμνότητα εξαφανίσθηκε ενώ η ηθική της επίπονης δουλειάς εξοντώθηκε πριν καν δημιουργηθεί. Η επιδειξιομανία έγινε πρώτη κοινωνική αξία. Σημασία δεν είχε τι έχεις. Αλλά τι φαίνεται πως έχεις. Κι όλα αυτά σε ένα πλαίσιο εκκωφαντικής απουσίας εθνικής αστικής τάξης. Κοινωνικά στρώματα δηλ. που θα ηγούντο της κοινωνίας δίνοντας παράδειγμα κοινωνικής εγκράτειας και μετριοφροσύνης. Δεν μπορώ να λησμονήσω την στάση της εύπορης κατά βάση τότε οικογένειάς μου απέναντι στις παιδικές μου επιθυμίες και ανάγκες. Εφ όσον οι φίλοι μου, απλά παιδιά από γειτονιές του Πειραιά, δεν μπορούσαν να έχουν ακριβά παιχνίδια – όπως λ.χ, τότε, δερμάτινη μπάλα ποδοσφαίρου – δεν επρόκειτο να αποκτήσω ούτε εγώ. Για να μην προκαλώ. Τέτοιες αντιλήψεις αποτελούν πιά σήμερα περίπου μουσειακό είδος.
Η χλιδή, ο πλούτος, η ευημερία – σχεδόν όλα αποκτημένα μέσω δανεικού χρήματος από το εξωτερικό – επιδεικνύονται ανερυθρίαστα. Σαν επίτευγμα κοινωνικής κινητικότητας. Δίχως έγνοια για το πώς ο πλουτισμός αυτός έχει επιτευχθεί. Μια ματιά στα βόρεια προάστια αρκεί. Οι περισσότερες εντυπωσιακές βίλες – με την εξαίρεση των ανθρώπων του εφοπλισμού – έχουν προέλθει από δουλειές με το κράτος. Εργολαβίες και προμήθειες με πελάτη το δημόσιο, και έμμεσο χρηματοδότη βέβαια το ξένο τραπεζικό κεφάλαιο, κυριάρχησαν στην καινούργια οικονομικά Ελλάδα.
Το πάρτυ βέβαια τώρα τελειώνει. Η χώρα οφείλει να αποβάλει το λίπος του δήθεν πλουτισμού. Και να δουλέψει σοβαρά. Με στήριγμα τον εαυτό της μονάχα. Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι το ΔΝΤ. Αλλά η δική μας απερισκεψία. Που μας οδήγησε στα σημερινά τραγικά αδιέξοδα. Καταγγέλλαμε κάθε φωνή περίσκεψης που προειδοποιούσε για τα μελλοντικά προβλήματα. Σαν ανευαίσθητη δήθεν η νεοφιλελεύθερη. Τώρα δυστυχώς ο λογαριασμός έφθασε. Και θα τον πληρώσουμε όλοι. Δεν υπάρχουν λοιπόν μπαμπούλες. Υπάρχει μοναχά συλλογική ευθύνη για το χάλι στο οποίο οδηγήθηκε η χώρα.
Ανδρέας Ανδριανόπουλος
Με τον κοινό νου που διαθέτω, δεν μπορώ να εξηγήσω και ακόμα περισσότερο να δικαιολογήσω την ταχύτητα με την οποία κατρακύλησε η χώρα μας από τα επίπεδα του 2009 σε τέτοιο σημείο, ώστε με το ΔΝΤ να απολέσουμε ένα μέρος της εθνικής μας κυριαρχίας και να τεθούμε σε καθεστώς κηδεμονίας.
Και είναι περίεργο ότι κανείς έως τώρα δεν ασχολήθηκε με το πιο απλό, δηλαδή την οικονομική μας διαδρομή με αριθμούς και στοιχεία από τότε έως τώρα, ώστε να καταλάβουμε κι εμείς οι αδαείς τους πραγματικούς λόγους αυτής της πρωτοφανούς και ιλιγγιώδους εξελίξεως, που έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της εθνικής μας αυτοτέλειας και μαζί της την διεθνή ταπείνωση.
Ακούω για το χρέος των 360 δισεκατομμυρίων, όμως συγχρόνως βλέπω ότι τα ίδια και μεγαλύτερα χρέη έχουν πολλές άλλες χώρες. Άρα δεν μπορεί να είναι αυτή η βασική αιτία της κακοδαιμονίας. Επίσης με προβληματίζει το στοιχείο της υπερβολής στα διεθνή χτυπήματα με στόχο την χώρα μας, μαζί με ένα τόσο καλά εναρμονισμένο συντονισμό εναντίον μιας ασήμαντης οικονομικά χώρας, που καταντά ύποπτος. Έτσι οδηγούμαι στο συμπέρασμα ότι κάποιοι μας ντρόπιασαν και μας φόβισαν, για να μας οδηγήσουν στο ΔΝΤ, που αποτελεί βασικό παράγοντα της επεκτατικής πολιτικής των ΗΠΑ και όλα τα άλλα περί ευρωπαϊκής αλληλεγγύης ήταν στάχτη στα μάτια μας, για να μη φανεί ότι πρόκειται για μια καθαρά αμερικανική πρωτοβουλία, για να μας ρίξει σε μια εν πολλοίς τεχνητή οικονομική κρίση, ώστε να φοβηθεί ο λαός μας, να φτωχύνει, να χάσει πολύτιμες κατακτήσεις και τέλος να γονατίσει, έχοντας δεχθεί να τον κυβερνούν ξένοι. Όμως γιατί; Για να εξυπηρετηθούν ποια σχέδια και ποιοι στόχοι;
Παρ’ ό,τι υπήρξα και παραμένω οπαδός της ελληνοτουρκικής φιλίας, εν τούτοις πρέπει να πω ότι με φοβίζει αυτή η αιφνίδια σύσφιξη των κυβερνητικών σχέσεων, οι επαφές υπουργών και άλλων παραγόντων, οι επισκέψεις στην Κύπρο και η έλευση του Ερντογκάν. Υποψιάζομαι ότι πίσω απ’ αυτά κρύβεται η αμερικανική πολιτική με τα ύποπτα σχέδιά της, που αφορούν τον γεωγραφικό μας χώρο, την ύπαρξη υποθαλάσσιων κοιτασμάτων, το καθεστώς της Κύπρου, το Αιγαίο, τους βόρειους γείτονές μας και την αλαζονική στάση της Τουρκίας, με μόνο εμπόδιο την καχυποψία και την εναντίωση του ελληνικού λαού.
Όλοι γύρω μας, ποιος λίγο ποιος πολύ, είναι δεμένοι στο άρμα των ΗΠΑ. Η μόνη παραφωνία εμείς, που από την επιβολή της Χούντας και την απώλεια του 40% της Κύπρου ως τους εναγκαλισμούς με τα Σκόπια και τους υπερεθνικιστές Αλβανούς, δεχόμαστε συνεχώς χτυπήματα δίχως να βάλουμε μυαλό.
Θα έπρεπε λοιπόν να καταργηθούμε ως λαός και αυτό ακριβώς γίνεται σήμερα. Καλώ τους οικονομολόγους, πολιτικούς, αναλυτές να με διαψεύσουν. Πιστεύω ότι δεν υπάρχει άλλη λογικοφανής εξήγηση παρά το γεγονός ότι υπήρξε μια διεθνής συνωμοσία, στην οποία συμμετείχαν και οι Ευρωπαίοι φιλοαμερικανοί τύπου Μέρκελ, η ευρωπαϊκή Τράπεζα, ο διεθνής αντιδραστικός τύπος, που όλοι μαζί συνωμότησαν για το «μεγάλο κόλπο» της υποβάθμισης ενός ελεύθερου Λαού σε υποτελή. Τουλάχιστον εγώ δεν μπορώ να δώσω καμμία άλλη εξήγηση. Παραδέχομαι όμως ότι δεν διαθέτω ειδικές γνώσεις αλλά μιλώ βασισμένος στον κοινό νου. Ίσως και πολλοί άλλοι να σκέφτονται όπως εγώ κι αυτό ίσως το δούμε στις μέρες που θα ‘ρθουν.
Πάντως θα ήθελα να προετοιμάσω την κοινή γνώμη και να τονίσω ότι εάν η ανάλυσή μου είναι ορθή, τότε η οικονομική κρίση (που όπως είπα μας επεβλήθη) δεν είναι παρά μόνο το πρώτο πικρό ποτήρι στο λουκούλειο γεύμα που θα ακολουθήσει και που αυτή τη φορά θα αφορά ζωτικά και κρίσιμα εθνικά μας θέματα, που δεν θα ήθελα ούτε να φανταστώ πού θα μας οδηγήσουν.
Μακάρι να έχω άδικο.
Μίκης Θεοδωράκης
Αθήνα 27-4-2010
Σωστή εκτίμηση της κατάστασης, αλλά δεν καταλαβαίνω ποια είναι η συλλογική ευθύνη του πράγματος;; Εκτός από το όνομα, τί άλλο είναι δημοκρατία στην Ελλάδα για υπάρχει και συλλογική ευθύνη;;
Μήπως είναι δημοκρατικό ένα σύστημα που παράγει πολίτες χειραγωγούμενους και πολίτες με τάσεις να υπακούουν σε ομάδες εξουσίας που προσπαθούν να σταθούν πάνω από το κράτος;;
Η ηθική και η παιδεία δεν είναι πράγματα ανύπαρκτα μόνο, αλλά αντ’αυτών παρέχονται θεωρίες εσφαλμένες και πασπαλισμένες με μπόλικες παπαδίστικες ασυναρτησίες, που μέσω σχολείων και οικογένειας ανακυκλώνουν πολίτες οι οποίοι μετά κατηγορούνται ότι δεν διαχειρίστηκαν σωστά τί;; αυτό που το σύστημα στην Ελλάδα ποτέ δεν τους δίδαξε;;
Και πως μπορεί να λειτουργήσει η δημοκρατία όταν αδυνατείς εκ των πραγμάτων να μετέχεις;; γιατί πχ.το οικονομικό σύστημα μαζί με τη γλώσσα των επίσημων κρατικών εγγράφων αποτελεί έναν “άλλο κόσμο” αρκετά πολύπλοκο για να τον καταλαβαίνει ο μέσος πολίτης ωστε να διαχειριστεί την εξουσία μέσω τη ψήφου.
Δεν υπάρχει συλλογική ευθύνη γιατί δεν λειτουργούμε με δημοκρατικό σύστημα. Οσοι χειρίστηκαν τα πράγματα λάθος ή με σκοπό ιδιωτικά οφέλη, αυτοί θα έπρεπε να πληρώσουν όλη την κατάσταση.
Ομως, όπως φαίνεται, θα τα πληρώσει που θα τα πληρώσει ο λαός, τί τον ενοχοποιείτε και για συλλογικές ευθύνες;; Και κερατάς και δαρμένος;;
[…] This post was mentioned on Twitter by C.Chiotis- Buzzslot and Panayotis Yannakas, Nikolas Papageorgiou. Nikolas Papageorgiou said: Το πάρτυ τώρα τελειώνει: http://e-rooster.gr/04/2010/2364 […]
Εφ όσον οι φίλοι μου, απλά παιδιά από γειτονιές του Πειραιά, δεν μπορούσαν να έχουν ακριβά παιχνίδια – όπως λ.χ, τότε, δερμάτινη μπάλα ποδοσφαίρου – δεν επρόκειτο να αποκτήσω ούτε εγώ.
Υπήρχε μάλιστα τότε η έκφραση των αστών, “Να μη προκαλούμε το Δημόσιον Αίσθημα”. Δηλαδή και όταν την είχαν τη μπάλα, ΔΕΝ την επεδείκνυαν.
Ο γράφων πάντως ομολογεί το κρίμα. Είχα μιά θαυμάσια δερμάτινη μπάλα του volley ball και έπαιζα καθημερινά με τον κύριο Φωτιά, μετά το μονόζυγο και το πολύζυγο. And lone and behold, στα 18, από νωθρόν maladroit πλάσμα με διαστάσεις βαλίτσας, έγινα κομψότατος.
“Lo and behold” είναι το σωστό.
Η αποφυγή προκλήσεως του δημοσίου αισθήματος είναι παληά παράδοση, και βασίζεται αρχικά σε πρακτικούς λόγους : Στη Βενετία οι αριστοκράτες φορούσαν μαύρα ώστε να μην ξεχωρίζουν από το πλήθος προκειμένου να αποφύγουν επιθέσεις ή απαγωγές. Στην Φλωρεντία ο Cosimo de’ Mèdici έμπορος μαλλιού και τραπεζίτης κυκλοφορούσε ταπεινά ντυμένος πάνω σε γαϊδουράκι και συμβούλευε τον εγγονό του Lorenzo επίσης να κάνει το ίδιο. Ο Lorenzo δεν ακολούθησε τη συμβουλή του με αποτέλεσμα την δημιουργία δυσαρέσκειας εκ μέρους είτε republicans συμπολιτών του όπως ο Savonarola είτε αντίπαλων οικογενειών όπως οι Pazzi (οι οποίοι δολοφόνησαν τον αδερφό του μες στην εκκλησία). Αρχές 19ο αι. αυτή η ενδυματική συμπεριφορά αποκρυσταλλώνεται στον ‘Dandyism’ του George ‘Beau’ Brummell του οποίου το credo συνοψίζονταν στην ένδυση με σκούρο κουστούμι αντιπαραθέτοντάς αυτήν με το παρδαλό ύφος ‘Peacock’ που συνηθιζόταν από τους αριστοκράτες και τους parvenus της εποχής. Επίσης συνιστούσε αποφυγή αρωμάτων και καθημερινό πλύσιμο. Τέλος, αυτές οι αρχές ένδυσης του Gentleman, οι οποίες συνδύαζαν την ανάγκη για πρακτικότητα του επιχειρηματία με την finesse-μιαν αριστοκρατική αρετή, θα εκφραστούν αναδρομικά στις αρχές του 20ου αι. από τον αυστριακό αρχιτέκτονα A. Loos. Θέλοντας να κτυπήσει το κεντροευρωπαϊκό και βαλκανικό kitsch και να «εισαγάγει τον δυτικό πολιτισμό» θα ταυτίσει, στα πλαίσια του Νεότερου Ανθρώπου, το Κόσμημα με το Έγκλημα: «το παιδί είναι άηθες (amoral). Ο Παπούα είναι εξίσου στα μάτια μας. Ο Παπούα σκοτώνει τους εχθρούς του και τους τρώει. Δεν είναι εγκληματίας. Τουναντίον, όταν ο σύγχρονος άνθρωπος σκοτώνει και τρώει κάποιον είναι εγκληματίας ή έκφυλος. Ο Παπούα κοσμεί το δέρμα του τη βάρκα του, ό, τι βρει, και δεν είναι εγκληματίας. Ο σύγχρονος άνθρωπος που κοσμεί το δέρμα του είναι εγκληματίας ή έκφυλος. Στις φυλακές το 80% των κρατουμένων φέρουν tattoos ». Και συνεχίζει αλλού για το ένδυμα: « Είμεθα καλοενδεδυμένοι ή: είμεθα ενδεδυμένοι ΚΑΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΤΡΟΠΟ-, ΟΣΟ ΤΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΔΥΝΑΤΟ ΞΕΧΩΡΙΖΟΥΜΕ στο κέντρο του πολιτισμού (όχι δηλ. στο χωριό), σε ένα συγκεκριμένο γεγονός (δεν πηγαίνουμε με σαγιονάρες σε μια επίσημη εκδήλωση), εν μέσω της καλύτερης κοινωνίας (όχι δηλ. σε μια υποβαθμισμένη περιοχή)».
Τα παραπάνω για την εποχή μετά την «πολιτισμική επανάσταση» της New Left φαντάζουν ως Bourgeoise «υποκρισία, ψευδή συνείδηση ή mauvaise foi ». Έτσι το γεγονός πως η εισροή χρήματος (όχι μόνον στην Ελλάδα, είναι αλήθεια) δημιούργησε μιαν τάση για επίδειξη, οφείλεται όχι μόνον στην επίπλαστη σιγουριά που νιώθουμε, αλλά και στη «νίκη» της New Left, η οποία, αμφισβητώντας την παληά σοφία, πέτυχε τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ευαγγελιζόταν.
Υ.Γ. σωστή η παρατήρηση του laplace, lo(ok) & behold… έχει διαβάσει φαντάζομαι αγγλική ποίηση…
“Μια ματιά στα βόρεια προάστια αρκεί. Οι περισσότερες εντυπωσιακές βίλες – με την εξαίρεση των ανθρώπων του εφοπλισμού – έχουν προέλθει από δουλειές με το κράτος. Εργολαβίες και προμήθειες με πελάτη το δημόσιο, και έμμεσο χρηματοδότη βέβαια το ξένο τραπεζικό κεφάλαιο, κυριάρχησαν στην καινούργια οικονομικά Ελλάδα”
Iσοπεδωτική γενίκευση τόσο σε βάρος των μη εφοπλιστών επιχειρηματίών που δεν πλούτισαν από δουλειές με το κράτος όσο και υπέρ των εφοπλιστών που δεν είναι όλοι τους “άσπιλλοι” στο θέμα “κρατικό χρήμα”