Διαφωνώ με την άποψή σου, αλλά…
Απρ 17th, 2008 | Γεώργιος Σαρηγιαννίδης| Κατηγορία: Ελλάδα, Πολιτική | Email This Post | Print This Post |Όταν περηφανευόμαστε για το επίπεδο της δημοκρατίας μας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η λογοκρισία, είτε με τη μορφή της άμεσης κρατικής παρέμβασης είτε με τη μορφή της ‘προστασίας’ από δήθεν συκοφαντικές επιθέσεις, εξακολουθεί να καθορίζει τα όρια του πολιτικού διαλόγου στη χώρα μας.
Πριν από μερικές ημέρες, ο αντιπρόεδρος της Marfin Investment Group (MIG), κ. Βγενόπουλος, κατέφυγε στη δικαιοσύνη ζητώντας αποζημίωση 1 εκατ. ευρώ από τον πρόεδρο του Συνασπισμού Αλέξη Τσίπρα και το τηλεοπτικό κανάλι Star Channel. Ο κ. Βγενόπουλος θεώρησε ότι με αυτόν τον τρόπο θα προστατέψει την εταιρία του από την επίθεση που δέχτηκε σχετικά με την υπόθεση εξαγοράς μεριδίου του ΟΤΕ, της προσπάθειας μεταπώλησής του στη γερμανική Deutsche Telekom και το ρόλο της κυβέρνησης στην όλη υπόθεση.
Σύσσωμη η πολιτική ηγεσία της χώρας μας (με τη συνηθισμένη πλέον εξαίρεση του ΛΑΟΣ) καταδίκασε την ενέργεια του επιχειρηματία και ανέλαβε – χωρίς ίχνος ντροπής – την υπεράσπιση του κ. Τσίπρα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι «τέτοια ζητήματα δεν αντιμετωπίζονται με τέτοιες πρακτικές» . Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε σε «απόπειρα ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής» .
Όσο καλοπροαίρετος κι αν είναι κανείς, η στάση των πολιτικών κομμάτων στη συγκεκριμένη περίπτωση επιτρέπει μόνο την παρακάτω ερμηνεία: Η έννοια ‘πολιτική ζωή’ περιλαμβάνει μόνο τις πράξεις και τις ιδέες που εκφράζουν οι επαγγελματίες πολιτικοί. Σε αυτό το χώρο καμία λογοκρισία δεν επιτρέπεται. Taboo! Έξω όμως από το χώρο των πολιτικών, όλα επιτρέπονται…
Δεν αποτελεί συκοφαντική δυσφήμιση ο χαρακτηρισμός ‘πορνεία’ από μέρους της ιεραρχίας για τα ζευγάρια των συμπολιτών μας που μοιράζονται τη ζωή τους χωρίς την ‘ευλογία’ της εκκλησίας. Δεν λογοκρίνονται οι κατηγορίες που κατά καιρούς ακούγονται από υπουργούς, αρχηγούς κομμάτων κλπ. σε βάρος συγκεκριμένων επιχειρηματιών και δημοσιογράφων. Ακόμη και μεταξύ τους, οι πολιτικοί έχουν το δικαίωμα να αλληλοκατηγορούνται, να αλληλοχαρακτηρίζονται και να αλληλοπροσβάλλονται ανεμπόδιστα – ακόμη κι όταν οι εκφράσεις που χρησιμοποιούν είναι τόσο χαμηλού επιπέδου που πολύ δύσκολα θα μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να τις χρησιμοποιεί εναντίον κάποιου συμπολίτη μου.
Και δικαίως.
Τη στιγμή που θα αποφασίζαμε να λογοκρίνουμε τον πολιτικό διάλογο, είτε με το πρόσχημα της προστασίας από συκοφαντικές επιθέσεις είτε για χάρη της ηθικολογίας και του καθωσπρεπισμού, η πολιτική ζωή στη χώρα μας θα έφτανε στο τέλος της.
Τι συμβαίνει όμως με τους πολίτες που βρίσκονται έξω από το χώρο της επαγγελματικής πολιτικής; Δεν αποτελεί λογοκρισία η συνεχής απειλή των δημοσιογράφων από τους πολιτικούς με αβάστακτες οικονομικές κυρώσεις, υπό το πρόσχημα της προστασίας από συκοφαντικές δυσφημίσεις; Δεν αποτελεί λογοκρισία η επανειλημμένη δίωξη καλλιτεχνών για τις απόψεις και τις ιδέες που εκφράζονται στα έργα τους; (Μιας και ανέφερα πιο πάνω την ‘πορνεία’, να θυμίσω εδώ ότι, πριν από μόλις τρία χρόνια, στην υπόθεση της έκθεσης τέχνης Outlook το κατηγορητήριο ανέφερε: «Με την ενέργειά του αυτή εξεδήλωσε ευθέως κακή βούληση περιφρονήσεως και χλευασμού, δημόσια, της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού…» ) Δεν ήταν λογοκρισία η φυλάκιση συμπολιτών μας όταν το 1992 διατυπώνανε απόψεις για το Μακεδονικό ζήτημα που σήμερα αποτελούνε πια την κεντρική γραμμή όλων σχεδόν των πολιτικών κομμάτων; Δεν αποτελεί λογοκρισία η δίωξη του κ. Πλεύρη πριν από μερικούς μήνες με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του ‘Οι Εβραίοι’;
Υποπτεύομαι ότι αρκετά μεγάλο κομμάτι των συμπολιτών μας θα διαφωνήσει. Θα μιλήσουν για την προστασία του πολίτη από την τέταρτη εξουσία, τα κηρύγματα μίσους, το λίβελο, τη διακίνηση ψευδών ειδήσεων. Θα υπάρξουν σίγουρα κι εκείνοι που θα θυμίσουν το γνωστό παράδειγμα εκείνου που φωνάζει ‘Φωτιά!’ μέσα στην αίθουσα του θεάτρου προκαλώντας τον τραυματισμό των θεατών που μέσα στον πανικό τους ποδοπατούνται στην προσπάθειά τους να δραπετεύσουν απ’ την ανύπαρκτη πυρκαγιά.
Χωρίς να το καταλάβουμε, επιτρέψαμε την πλήρη σχεδόν στρέβλωση, οπότε κι ουσιαστική ακύρωση, της απαγόρευσης της λογοκρισίας. Τι απέγινε άραγε το ‘διαφωνώ με την άποψή σου, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να την εκφράζεις’;
Θα πρέπει όμως να κατανοήσουμε ότι αν εξοστρακίσουμε από τον πολιτικό διάλογο το λόγο εκείνο που θα μπορούσε να προσβάλει κάποιους συμπολίτες μας ή να θεωρηθεί συκοφαντικός από άλλους, δεν χρειάζεται να απαγορεύουμε τη λογοκρισία. Δεν θα υπάρχει πια τίποτε να λογοκρίνουμε παρά μόνο η σιωπή, τα κυβερνητικά ανακοινωθέντα και η ηχώ των χειροκροτητών.
Κλείνω επιστρέφοντας στην υπόθεση Βγενόπουλου/Τσίπρα. Ο κ. Βγενόπουλος έχει προφανώς ένα και μόνο στόχο: την προστασία των συμφερόντων της εταιρίας του και, κατ’ επέκταση, των μετόχων της. Κι όσο οι δραστηριότητές του παραμένουν μέσα στα πλαίσια που καθορίζουν οι νόμοι, δεν μπαίνω καν στον κόπο να κατακρίνω – ή να επικροτήσω – τις πράξεις του. Αυτή είναι η δουλειά των μετόχων που πληρώνουν το μισθό του. Αυτοί είναι που θα κρίνουν και αν ο κ. Βγενόπουλος χειρίστηκε καλά – προς όφελός τους δηλαδή – την υπόθεση του ΟΤΕ και των μηνύσεων κατά του κ. Τσίπρα και του Star Channel.
Ο κ. Βγενόπουλος όμως, δεν εφαρμόζει τους προσωπικούς του νόμους. Δεν είναι αυτός που ποινικοποιεί την πολιτική ζωή, όπως θέλει να πιστέψουμε ο κ. Τσίπρας, αλλά ο ίδιος ο νομοθέτης που του επιτρέπει με το πρόσχημα των συκοφαντικών επιθέσεων να απειλεί πολιτικούς και δημοσιογράφους. Κι αν «τέτοια ζητήματα δεν αντιμετωπίζονται με τέτοιες πρακτικές», όπως μας λέει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ορίστε κι ευκαιρία να καταργήσουμε τους νόμους που φιλοξενούν και στηρίζουν αυτές τις πρακτικές.
τέντες είναι ένα είδους «κοινού καλού» π.χ. «η υψηλή παραγωγικότητα», «η τεχνολογική πρόοδος» και άλλα τέτοια ωραία. Στη πράξη επαναλαμβάνεις το ίδιο ακριβώς επιχείρημα όλων των καλοθελητών που στο όνομα της θεωρίας τους δεν διστάζουν να παραβιάσουν θεμελιώδη δικαιώματα των ανθρώπων. Επιτρέπεις σε ένα κράτος να «ξέρει τι είναι καλό για σένα» και να σε τιμωρεί όταν δεν κάνεις αυτό που είναι «καλό για σένα». Ίσως εάν ήσουν οικονομολόγος σε μια κομμουνιστική χώρα θα μας έλεγες ότι πρέπει να οργανωθούμε κολλεκτιβιστικά για να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό. Τώρα είσαι οικονομολόγος με διαβάσματα και μελέτες άλλου είδους, αλλά το επιχείρημα σου για τα «κοινά καλά» και η κορπορατιστική πρόταση σου για πνευματικά μονοπώλια δεν μου φαίνονται πολύ διαφορετικά
παντως τετοια σοφιστεια ουτε ο Πρωταγορας. Γενικα παντως σου αντιστρφω την σοφιστεια με μια αλλη. Εισαι υπερ της χαμηλης παραγωγικοτητας? Υπερ της τεχνολογικης οπισθδρομησης?
Tο άρθρο των Becker-Posner μπορεί να χαρακτηριστεί με πολλούς τρόπους, ο ηπιότερος εκ των οποίων είναι κατάπτυστο. Λίγο-πολύ μας λένε πόσο κακό είναι να εισάγονται φάρμακα από τον Καναδά στις ΗΠΑ γιατί στον Καναδά είναι πιο φτηνά! Το μόνιμο πρόβλημα της αγοράς υγείας στις ΗΠΑ είναι ακριβώς αυτό, ότι νομίζουν οι αρχές στις ΗΠΑ ότι αν καταργήσουν τα εσωτερικά εμπόδια στην αγορά θα αυξήσουν τον ανταγωνισμό, αλλά χωρίς να καταργήσουν ταυτόχρονα τα εξωτερικά εμπόδια… Και για την ουσία του θέματος της πνευματικής ιδιοκτησίας δεν λένε τίποτα οι συγγραφείς, επαναλαμβάνουν μόνο δικαιολογίες για το πόσα πολλά ξοδεύουν οι καημένες οι εταιρείες, αλλά παραδέχονται ότι ακόμα περισσότερα ξοδεύει το κράτος! Και από κάτω ένας αναγνώστης τους θυμίζει ότι τα λεφτά που ξοδεύουν για R&D είναι το 60% των κερδών τους και το μισό της διαφήμισης-για προϊόντα που έχουν μονοπώλιο! Εμ βγάζουν λεφτά με την χρήση κρατικών κονδυλίων, εμ έρχεται το κράτος-νταβατζής να περιφρουρεί τα “δικαιώματά” τους ξοδεύοντας πόρους που προορίζονται για όλους, εμ θέλουν να μην απειλείται η κερδοσκοπία τους. Πουλάνε στον Καναδά σε fix τιμή, στην συνέχεια ο Καναδάς πουλά σε πιο φτηνή τιμή στις ΗΠΑ και ζητάνε να μην επιτρέπεται ο Καναδάς να πουλά τα φάρμακα που του πούλησαν οι ίδιες! Έλεος!
Το μόνο θετικό στο άρθρο ήταν η πρόταση ενός τρίτου, ότι αν το κράτος θεωρεί σημαντικό το να μην υπάρχει περιορισμός στην γνώση σε ορισμένους τομείς, μπορεί να αγοράζει τα δικαιώματα και να τα βάζει σε public licence. Αλλά πόσο θα τα αγοράζει τα δικαιώματα αυτά; Και γιατί να μην φτιάξει κρατικές φαρμακοβιομηχανίες – με την ίδια λογική – και να αφήσει τις φαρμακοβιομηχανίες να πορευτούν μόνοι τους, αφού αυτές απαιτούν από το κράτος να προστατεύσει τα δικαιώματά τους σε βάρος των άλλων; Λένε ότι το κράτος ειναι αναποτελεσματικό. Αλλά όταν βρίσκεσαι στην δύσκολη θέση να πρέπει να παρουσιάζεις κάτι επικερδές κάθε χρόνο ,τότε είσαι 1,000 φορές πιο αναποτελεσματικός, αφού το κριτήριο δεν είναι η θεραπεία νόσων, αλλά η τροποποίηση ενός μορίου για να αλλάξεις την πατέντα του – κλασικό παράδειγμα η απάτη του PriLosec-Nexium. Επειδή λοιπόν πράξις εστίν θεωρίας επίβασης, η θεωρητική φτώχεια στο συγκεκριμένο ζήτημα οδηγεί σε εύλογες κρατικιστικές ακρότητες και “δικαιώνει” τον…Τσίπρα για “κοινωνικοποίησεις” και άλλες αρλούμπες.
Σοβαρά τώρα, αν εγώ βγάλω το παιδί μου Γιάννη και μετά πάω να το κατοχυρώσω, θα πρέπει να ζητήσω πνευματικά δικαιώματα απόσους το έκαναν μέχρι τώρα; Προτού βιαστείτε να απαντήσετε, υπάρχουν λέξεις που έχουν κατοχυρωθεί, όπως το three-peat από τον Ράιλυ. Θα μπορούσε πάλι λ.χ. το τάγμα των Φραγκισκανών να κατοχυρώσει τις νότες του πενταγράμμου, αφού μέλος του τάγματος τις έβαλε σε σειρά και να πρέπει για κάθε ανάκρουση μουσικής από παρτιτούρα να τους δίνουμε το μερίδιό τους. Αν το επιχείρημα για την κατοχύρωση είναι μονοσήμαντα το πόσο κοστίζει να βγάλει κανείς μια ανακάλυψη, τότε θα έπρεπε να υπάρχει μια επιτροπή που να λέει “αυτό είναι προϊόν τύχης”, το άλλο “δεν θέλει τόση σκέψη”, το τρίτο “θα μπορούσε να βγει και με λιγότερα ή καθόλου έξοδα”, το τέταρτο “είναι προφανές” κ.ο.κ. και να κατοχυρώνει πνευματικά μόνο κάτι που θεωρεί ότι χρειάζεται το κάτι παραπάνω. Αλλά γίνεται αυτό; Αν το επιχείρημα δεν είναι το κόστος, τότε ποιο είναι το ουσιαστικό επιχείρημα;
Για τα φάρμακα θα έπρεπε επίσης να γνωρίζεις ότι είναι φτηνότερα στον Καναδά επειδή το Καναδικό κράτος επιβάλλει ανώτατη τιμή πώλησης (εκεί ο παρεμβατισμός δεν σε ενοχλει?). Για την ακρίβεια, ούτε οι Καναδοί θέλουν τις εισαγωγές στις ΗΠΑ φαρμάκων από τον Καναδά διότι φοβούνται ότι οι φαρμακευτικές εταιρίες θα σταματήσουν να πωλούν τα φάρμακά τους στον Καναδά όπως και τους πρότεινες. Ήδη η προσφορά σε κάποια φάρμακα έχει μειωθεί αισθητά.
Η επιδότηση της έρευνας, που δεν αφορά μόνο τα φάρμακα, γίνεται διότι τα οφέλη που προκύπτουν για την κοινωνία από μια ανακάλυψη υπερβαίνουν τα οφέλη για τον ίδιο τον εφευρέτη. Αριθμός μελετών έχουν δείξει ότοο το social return είναι μεγαλύτερο του private return. Για τον ίδιο λόγο επιδοτείται και η εκπαίδευση.
Θα ήθελα να δώ ποιος ηλίθιος θα χρηματοδότούσε την πολυέξοδη και με υψηλό ρίσκο φαρμακευτική έρευνα χωρίς την προοπτική του΄υψηλού κέρδους που προσφέρει η προστασία της πατέντας. Πάντως, αν η αναγνώριση και προστασία από το κράτος ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων θεωρείται κρατισμός, τότε δεν καταλαβαίνω σε τι διαφέρει ο φιλελευθερισμός από τον αναρχοκομμουνισμό. Αν αυτή είναι η θέση της ΦΣ, ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω. Χίλιες φορές κρατιστής με τη λογική σου, παρά ανάπηρος απο πολυομυελίτιδα.
Όσο για τον χαρακτηρισμό “κατάπτυστο”, όταν απευθύνεται σε επιστήμονες όπως οι Μπέκερ (Νόμπελ οικονομίας) και Πόσνερ οι οποίοι έχουν δώσει μάχες για τη φιλελευθεροποίηση της οικονομίας και κοινωνίας, νομίζω χαρακτηρίζει περισσότερο τον άσημο και ανίδεο που απεύθυνε τον χαρακτηρισμό.