Η διαφθορά στην Ελλάδα
Μαρ 3rd, 2009 | Πέτρος Τατούλης| Κατηγορία: Πέτρος Τατούλης | Email This Post | Print This Post |Έχω επαναλάβει σε κάθε κατεύθυνση ότι το πρόβλημα της χώρας εδράζεται στο πολιτικό πρόβλημα. Έτσι και η διαφθορά είναι ένα αμιγώς πολιτικό πρόβλημα. Και είναι ανήθικο κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε ένα σκάνδαλο (μικρό ή μεγάλο) να μετακυλύουμε τις δικές μας πολιτικές ευθύνες στους ώμους των διοικητικών επιτελών και υπαλλήλων. Είναι επίσης υποτιμητικό για την νοημοσύνη μας να προσπαθούν ορισμένοι να μας πείσουν ότι πολιτικές ευθύνες σε αυτόν τον τόπο δεν υπάρχουν. Ας διαβάσουν τις εκθέσεις. Αν δεν μπορούν ας διαβάσουν εφημερίδες. Αν πάλι δεν μπορούν ας βγουν να μιλήσουν με τον πολίτη στον δρόμο.
Θα ξεκινήσω από το ευρύτερο πλαίσιο. Το ίδιο το πολιτικό σύστημα τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από τη διαφθορά. Με τον χειρότερο τρόπο επαληθεύεται σήμερα ότι η διαπλοκή στην Ελλάδα δεν ήταν υπόθεση των διαβόητων πέντε έξι νταβατζήδων αλλά ένα φαινόμενο με πολύ βαθιές ρίζες. Αυτή η παραπάνω παραδοχή αποδείχτηκε δυστυχώς όχι απλώς απλοϊκή και ανόητη, αλλά επικίνδυνη. Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε; Διότι δικαίως αναφέρουν ορισμένοι ότι εμείς οι πολιτικοί αρκούμαστε σε κριτική…δεν είναι έτσι. Έχω καταθέσει προτάσεις στο παρελθόν και θα τις κωδικοποιήσω εν τάχει και σήμερα.
Πρώτα και κύρια, η ατιμωρησία που εμείς οι πολιτικοί έχουμε επιφυλάξει για τους εαυτούς μας, πρέπει επιτέλους να τελειώσει. Υπ αριθμόν ένας στόχος μας πρέπει να είναι η απρόσκοπτη λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών και της δικαιοσύνης. Η τωρινή αλα-κάρτ τήρηση των νόμων και η επιλεκτική εφαρμογή κυρώσεων διαβρώνει την ίδια τη δημοκρατία, αφού παραβιάζει την αρχή της ισότητας των πολιτών. Είναι απαραίτητη η καλλιέργεια ενός πολιτισμού ισονομίας και, ως εκ τούτου, εμπιστοσύνης. Δυστυχώς, η μεγαλύτερη θεσμική τομή που είναι απαραίτητη για τη Δικαιοσύνη, η απεξάρτηση δηλαδή της φυσικής της ηγεσίας από την εκτελεστική εξουσία, δεν είναι άμεσα εφικτή. Ο ορισμός της γίνεται σήμερα από το Υπουργικό Συμβούλιο, δηλαδή από την εκάστοτε Κυβέρνηση, σύμφωνα με το Σύνταγμα. Επομένως, απαιτείται η βαριά διαδικασία της αναθεώρησης. Όλοι οι άλλοι όμως μηχανισμοί έχουν τεράστιο περιθώριο βελτίωσης, αν υπάρχει η πολιτική βούληση. Τα Ολοκληρωμένα Πληροφοριακά Συστήματα, η υποχρεωτική ανάρτηση όλων ανεξαιρέτως των προκηρύξεων προμηθειών, υπηρεσιών και έργων στο Διαδίκτυο, αλλά και των συμπληρωματικών συμβάσεων που αυξάνουν το κόστος, η κατάργηση των παράλληλων ελέγχων που οδηγούν στην ανευθυνότητα και, αντ’ αυτών, η ενίσχυση των ελέγχων σε ιεραρχική σχέση μεταξύ τους, η δημιουργία και στήριξη από τις ηγεσίες ελεγκτικών μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου στα υπουργεία και στους οργανισμούς του στενού και ευρύτερου δημόσιο τομέα, είναι μερικά από τα μέτρα που θα αυξήσουν τη διαφάνεια και θα περιορίσουν τη διαφθορά.
Και πιο μακροπρόθεσμα, διακομματικά νομίζω ότι πρέπει να συναινέσουμε όλοι στην παύση αυτού του χυδαίου νόμου περί ευθύνης υπουργών, αλλά και δύο ακόμη ζητημάτων. Πρώτον να συμφωνήσουμε το αυτονόητο ότι θα σεβόμαστε το σύνταγμα και θα πραγματοποιούμε τις εκλογές στην ώρα τους κάθε τέσσερα χρόνια και δεύτερον να καταλήξουμε επιτέλους σε έναν εκλογικό νόμο που ταιριάζει και στα καθ ημάς και θα υπηρετεί στον μέγιστο βαθμό τη δημοκρατικότητα και τη θεσμική θωράκιση του συστήματος. Διότι , βλέπουμε το εξής τραγελαφικό. Ο υπουργός εσωτερικών ζητεί τη συναίνεση του ΠΑΣΟΚ ώστε να αλλάξει ο εκλογικός νόμος από τις ερχόμενες ήδη εκλογές, προκειμένου οι έδρες μπόνους από σαράντα να γίνουν πενήντα. Στεκόμαστε λοιπόν σε αυτήν την δήθεν ανάγκη για αυτοδυναμία (λες και από έτσι θα κυβερνηθεί ως δια μαγείας καλύτερα ο τόπος) χωρίς να υπάρχει πουθενά ο προβληματισμός ότι η διαφθορά και η διαπλοκή έχει γίνει αναγκαίος όρος για την εκλογή ενός μεγάλου αριθμού βουλευτών, που αναγκαστικά θα πρέπει να βρουν τρόπους να χρηματοδοτήσουν στα μεγάλα αστικά κέντρα τις υπέρογκες προεκλογικές τους δαπάνες , αλλά και να υποκλιθούν ως εκ τούτου σε διάφορα μιντιακά παράκεντρα προκειμένου να εξεύρουν την απαιτούμενη υποστήριξη.
Το δεύτερο ζήτημα είναι η αποκέντρωση. Και ας ξεκινήσουμε από τους εαυτούς μας. Η αποπρωθυπουργοκεντροποίηση του συστήματος, δείγμα κραυγαλέο της μεταοθωμανικής μας δημοκρατίας, είναι αναγκαία. Είχα πει σε μια συνέντευξη η οποία μάλιστα προκάλεσε και τη διαγραφή μου από τη Νέα Δημοκρατία ότι «δυστυχώς στην Ελλάδα το σύστημά μας είναι πρωθυπουργοκεντρικό». Έλεγα λοιπόν τότε ότι «η συγκέντρωση εξουσιών μπορεί να είναι ευχάριστη στην αρχή, για όποιον δεν έχει συναίσθηση της τεράστιας ευθύνης. Σύντομα όμως ακολουθεί και η δυσάρεστη ανάληψη όλων των ευθυνών. Ο πρωθυπουργός είναι απόλυτα και πρωταρχικά υπεύθυνος για όλες τις κυβερνητικές επιλογές, πολιτικών και προσώπων… Συμπεραίνει κανείς ότι ελλοχεύει ένας μεγάλος κίνδυνος …να κινδυνεύει δηλαδή να χαρακτηριστεί ο σημερινός πρωθυπουργός όχι ανίκανος αλλά συνένοχος». Αυτά είχα πει. Και επιμένω. Επειδή λοιπόν ο εκάστοτε πρωθυπουργός δύσκολα θα ανακαλύψει (δεν ζούμε στην μαγική αυλή της Αλίκης) 48 συν 1000 άμεμπτα στελέχη να στελεχώσουν τον αχανή κρατικό κορμό, θα πρέπει πλέον και για δική του προστασία να προχωρήσει στην αποκομματικοποίηση όλου αυτού του μηχανισμού. Ειδάλλως, η ιστορία θα επαναλαμβάνεται και αυτό το σημερινό συγκεντρωτικό σύστημα που δεν παράγει αποτελέσματα, θα συνεχίζει να δημιουργεί είτε ανίκανους είτε συνένοχους πρωθυπουργούς.
Βέβαια, εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι καταγράφεται διαχρονικά ένας φόβος για την αποκέντρωση. Είναι ακριβώς ο φόβος της δημοκρατίας , η αντίληψη ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να διαχειριστούν τα του οίκου τους και αναζητούν μεσσίες. Και αυτό είναι φυσικό, διότι το πρώτο βήμα προς τη δημοκρατία δημιουργεί παραδοσιακά χάος, καθώς το αποκεντρωμένο υποσύστημα το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να αντιγράφει τις παθογένειες του κεντρικού συστήματος, ήτοι διαφθορά, νεποτισμό και άλλα γνωστά σε όλους σας. Μακροπρόθεσμα όμως τα οφέλη της αποκέντρωσης θα είναι πολλαπλά. Σκεφτείτε τα πανεπιστήμια, τα οποία θα αναγκαστούν να εγκαθιδρύσουν διαφάνεια στα οικονομικά τους αφού θα ελέγχονται, ενώ παράλληλα θα αναγκαστούν να γίνουν πιο αποτελεσματικά υπό το δημιουργικό βάρος του ανταγωνισμού. Το ίδιο ισχύει σήμερα και για τους καταχρεωμένους και αναποτελεσματικούς φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οποίοι “φεσώνουν” την αγορά γνωρίζοντας ότι έχουν από πίσω το δεκανίκι του κράτους και την υπεροψία του ανέλεγκτου. Η μετάβαση από το σοβιετικού σταλινικού τύπου οργάνωσης συστήματος σε ένα πιο αποκεντρωμένο θα είναι μεν δύσκολο, αλλά θεωρώ ότι είναι και μονόδρομος.
Απόλυτα συνυφασμένο με αυτήν την προτεραιότητα που παραπάνω περιέγραψα είναι και η παρέμβαση στη Δημόσια Διοίκηση. Με διαλυμένη τη Διοίκηση, καμιά πολιτική διαφάνειας δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Από τη θητεία μου στο Υπουργείο Πολιτισμού έχω προσωπική πείρα, πόσο πιο αποδοτική είναι η δημόσια διοίκηση όταν λειτουργεί ακομμάτιστα, αλλά και πόσες αντιστάσεις βρίσκει η οποιαδήποτε προσπάθεια για να αλλάξει το στάτους-κβο. Το σύνθημα για επανίδρυση του κράτους είναι πιο πλατειά έννοια. Εδώ αναφέρομαι στην επικράτηση αξιοκρατικών μηχανισμών για τη λειτουργία και τη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού, με ισχυροποίηση των αντίστοιχων θεσμών, δηλαδή του ΑΣΕΠ και των Ανεξάρτητων Αρχών. Αναφέρομαι στην υποχρέωση ευρύτατης χρήσης του Διαδικτύου, στο οποίο θα πρέπει να δημοσιεύονται όχι μόνο οι προκηρύξεις, αλλά και όλες οι μεταβολές της υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων. Αναφέρομαι επίσης σε γνωστά εκ των προτέρων, επίσης στο Διαδίκτυο, γραπτά κριτήρια επιλογής και προαγωγής, σε γραπτές περιγραφές καθηκόντων, σε διαγράμματα ροής εργασιών και σε όσα άλλα εργαλεία η επιστήμη του μάνατζμεντ παρέχει και εφαρμόζονται ήδη στις επιτυχημένες δομές του ιδιωτικού τομέα.
Θα πρέπει επίσης να δούμε προσεκτικά τη διοίκηση βάσει αποτελεσμάτων, μια καινοτομία που το γαλλικό κράτος προσπαθεί να εφαρμόσει τα τελευταία χρόνια. Να αξιολογήσουμε το θεσμό των Γενικών Γραμματέων εκ της ιεραρχίας, ώστε να μη σταματά η λειτουργία της διοίκησης όταν αλλάζουν υπουργοί και κυβερνήσεις. Τέλος, να βρούμε το θάρρος και την πυγμή να βάλουμε μία τάξη στον τομέα που ονομάζουμε «ευρύτερο δημόσιο τομέα», που τώρα αποτελεί το κατ’ εξοχήν φέουδο του κομματικού κράτους, καθώς δεν υπάρχουν σ’ αυτόν οι ελάχιστες έστω δικλείδες ασφαλείας του Δημοσίου.
Βέβαια, οι δύο παραπάνω προτάσεις που περιέγραψα εξαρτώνται απόλυτα από την ύπαρξη ισχυρής πολιτικής βούλησης. Αυτή μέχρι στιγμής δυστυχώς δεν προκύπτει από πουθενά. Στα μεγαλύτερα σκάνδαλα του τόπου ένοχοι δεν έχουν εξευρεθεί. Οι πολιτικά ένοχοι, υπουργοί και άλλοι απομακρύνονται δια του ανασχηματισμού τους και μόνο και μάλιστα με τις θερμές μας ευχαριστίες για το σπουδαίο τους έργο. Για ποινικές ευθύνες δεν συζητούμε καν. Είδαμε πρόσφατα μάλιστα εισαγγελείς, εν μέσω ερευνών, να προαναγγέλλουν ότι ευθύνες για πολιτικά πρόσωπα δεν προκύπτουν! Γνωρίζετε ότι αναφέρομαι στην περίπτωση του Βατοπεδίου. Αυτό που σε αναπτυγμένες χώρες αποτελεί κανόνα για την εξιχνίαση υποθέσεων μαύρου πολιτικού χρήματος , ο γνωστός κανόνας του follow the money, εδώ δεν ίσχυσε ποτέ. Οι κρυφοί λογαριασμοί για τα εξοπλιστικά δεν άνοιξαν ποτέ. Στη Siemens δεν φαίνεται να υπάρχει πολιτική πρωτοβουλία. Όπως επίσης δεν ισχύει και η εφαρμογή του τεκμηρίου πολιτικής ενοχής που θέλει τους πολιτικούς που εμπλέκονται με κάποιον τρόπο σε σκάνδαλα να παραιτούνται προκειμένου η δικαιοσύνη ανεπηρέαστα να τους κρίνει, χωρίς τη βαριά σκιά του ονόματος και των αξιωμάτων τους. Και αυτό το έχω καταθέσει σε δημόσιο διάλογο.
Το 2004 ο ελληνικός λαός είχε αγανακτήσει από τη διαφθορά στο δημόσιο βίο με την πολύχρονη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Και για αυτό ακριβώς το λόγο, μέσα σε ένα γενικότερο τότε κλίμα ευφορίας λόγω ολυμπιάδας και ανοδικής τροχιάς ανάπτυξης , εμπιστεύθηκε την άπειρη αλλά τότε αδιάφθορη νέα δημοκρατία εις βάρος του έμπειρου αλλά διεφθαρμένου ΠΑΣΟΚ. Σήμερα η απαισιοδοξία είναι γενικευμένη. Καμία προοπτική αισιοδοξίας δεν διαφαίνεται. Όλοι αναποτελεσματικοί, όλοι διεφθαρμένοι. Το εύλογο ερώτημα είναι: μπορεί το πολιτικό σύστημα να επανορθώσει τις ζημιές που διαχρονικά το ίδιο προκάλεσε; Φοβούμαι ότι δεν είμαι αισιόδοξος, αφού και η ίδια η οργάνωση των ελληνικών κομμάτων προωθεί τους ιδιοτελείς και τους οσφυοκάμπτες. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση διαφάνειας, αποτελεσματικότητας και αξιοκρατίας..
Είμαι ωστόσο πεπεισμένος ότι υπάρχουν υγιείς δυνάμεις σε αυτόν τον τόπο, ικανοί και άξιοι πολίτες που έχουν απαλλαχθεί από μικροκομματικά συμφέροντα και αγκυλώσεις. Αυτοί οι πολίτες, μέσα από την έρευνα που σήμερα παρουσιάζετε δήλωσαν δυναμικά ότι ξέρουν επακριβώς τι συμβαίνει και πού οδηγείται αυτή η χώρα. Δήλωσαν δυναμικά ότι δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στους χειρισμούς και στα μέτρα που έχουν ληφθεί. Αυτοί οι πολίτες λοιπόν δηλώνουν ευθαρσώς ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα χρειάζεται επειγόντως βαθιές τομές. Τομές που θα δώσουν ρεαλιστικές και εφικτές απαντήσεις στα μεγάλα προβλήματα του σήμερα και του αύριο. Όχι ηθικισμούς. Όχι ρητορείες. Όχι επικοινωνισμούς. Το κόστος της διαφθοράς είναι δυσβάσταχτο και δεν μπορούμε πλέον χωρίς ντροπή να το μετακυλύουμε, υπερχρεώνοντας τις επόμενες γενιές.
Πέτρος Τατούλης
> εμπιστεύθηκε την άπειρη αλλά τότε αδιάφθορη νέα δημοκρατία εις βάρος του έμπειρου αλλά διεφθαρμένου
>ΠΑΣΟΚ.
Μόνο γέλωτα προκαλεί η παραπάνω δήλωση. Πάλι το ΠΑΣΟΚ φταίει, οι ξένοι, οι ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι… οι άλλοι. Πέτρο, εσύ δε φταις ποτέ. Λυπάμαι αλλά κάθε φορά που σε διαβάζω σε βρίσκω όλο και πιο ξύλινο… έχεις καταντήσει πιο ξύλινος και από τον Πινόκιο. Έλεος πια, μην παίζεις με τη νοημοσύνη μας.
Στην τελευταία παράγραφο βρίσκεται η κρίσιμη ουσία όσων γράφονται και λέγονται για τη διαφθορά. Πως δηλαδή αυτή η σιωπηλή πλειοψηφία θα μετασχηματιστεί σε φορέα ικανό να επιβάλει εκ των άνω (ως κυβέρνηση, ως κόμμα, ως κίνημα, ακόμη και συμμαχώντας με το διάβολο….) τη νομοθετική ασπίδα κατά της διαφθοράς.
Είναι παραπάνω από βέβαιο ότι οι «δυνάμεις» της εντιμότητας, της διαφάνειας και του φιλότιμου, πλειοψηφούν στην ελληνική κοινωνία. Όσο κι αν φαίνεται ότι έχει επικρατήσει πλήρως στην καθημερινή μας ζωή η απατεωνιά, η κομπίνα, η πλεονεξία, ο φαταουλισμός, η απουσία αλληλεγγύης, το πάτημα επί πτωμάτων και μια συλλήβδην αντίληψη πως «η ζωή είναι σύντομη, άρα ο,τι φάμε κι ο,τι πιούμε…..», κάπου βαθειά ανάμεσα στους πολίτες υπάρχει η αγανάκτηση για τα συμβαίνοντα καθημερινά στο δημόσιο βίο. Υπάρχουν άνθρωποι γύρω μας που είναι σίγουρο ότι, αν τους εμπιστευόσουν το πορτοφόλι του κράτους, θα το φύλαγαν ως κόρη οφθαλμού, αφιλοκερδώς και με αυτοθυσία. ΠΡΕΠΕΙ ΟΜΩΣ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΟΥΜΕ. Να τους βάλουμε στην εμπροσθοφυλακή της διοίκησης, να τους θωρακίσουμε θεσμικά και να εξουσιοδοτηθούν εν λευκώ να δράσουν όπως οι «Αδιάφθοροι» της γνωστής ταινίας του Ντε Πάλμα.
Αυτό είναι το ζητούμενο, αφού, όπως παραδεχόμαστε παραπάνω, οι πολιτικές ηγεσίες δεν έχουν τη διάθεση να μπούν μπροστά.