Βιολογία, Ντιζάιν, Open Source
Μαρ 5th, 2008 | Άρτεμις Γιάγκου| Κατηγορία: Επιστήμες | Email This Post | Print This Post |Ο Όσκαρ Ουάιλντ είχε πει ότι το μόνο καθήκον μας απέναντι στην ιστορία είναι να την ξαναγράψουμε. Πράγματι, ίσως έχει φτάσει και για μας σήμερα η ώρα να ξαναγράψουμε την ιστορία του ντιζάιν, επανεξετάζοντας πολλές από τις ερμηνείες και παρερμηνείες του παρελθόντος με οδηγό τις σύγχρονες εξελικτικές θεωρίες. Πολλά φωτισμένα μυαλά, μεταξύ των οποίων ο Richard Dawkins, ο Daniel Dennett, ο Michael Ruse, ο Philip Steadman και ο Jan Michl, έχουν αναπτύξει τη συσχέτιση της βιολογίας με το σχεδιασμένο περιβάλλον, ανοίγοντας έτσι νέους δρόμους στη σύγχρονη σκέψη. Ούτως ή άλλως, ο τομέας του ντιζάιν δε μένει σταθερός και αμετάβλητος και, ταυτόχρονα, οι αντιλήψεις μας γι’αυτό μεταβάλλονται διαρκώς. Είναι πια σχεδόν κοινοτοπία να πούμε ότι η έννοια του ντιζάιν δεν περιορίζεται μόνο στο σχεδιασμό υλικών προϊόντων, αλλά επεκτείνεται σε άυλες κατασκευές, όπως για παράδειγμα κοινωνικές πολιτικές και οργανωτικά συστήματα.
Πολλές θεωρίες έχουν αναπτυχθεί μέχρι σήμερα για να εξηγήσουν τις διαδικασίες αλλαγών στα αντικείμενα και να θεμελιώσουν σχετικές ιστορικές περιγραφές. Το σημείο εκκίνησης αυτού του κειμένου είναι ότι οι κυρίαρχες ιστορικές αφηγήσεις βασίζονται ευρύτατα σε γραμμικές προσεγγίσεις, οι οποίες είναι παραπλανητικές. Η παράδοση του μοντερνισμού, παρά την αδιαμφισβήτητη συμβολή της στην ανάπτυξη του σχεδιασμού, προκάλεσε επίσης μια σειρά από παρεξηγήσεις και στρεβλώσεις. Η περίφημη ρήση του Louis Sullivan ότι «η μορφή ακολουθεί τη λειτουργία» συνέβαλε στην πεποίθηση ότι η μορφολογική τελειότητα είναι εφικτή και προκύπτει από μια προβλέψιμη διαδρομή. Οι μορφολογικές αντιλήψεις του μοντερνισμού ορίζουν την αισθητική ποιότητα, η οποία ακολουθεί ορισμένα αισθητικά ιδεώδη που θεωρούνται αναμφισβήτητα και οδηγούν αναπόδραστα στο «καλό» ντιζάιν. Όμως, όπως έχουν δείξει πολλοί σύγχρονοι μελετητές, αυτά τα ιδεώδη ήταν στην πραγματικότητα ατομικές αισθητικές προτιμήσεις, οι οποίες υποστηρίζονταν θεωρητικά και εμφανίζονταν ως άνωθεν αλήθειες με αναπόδραστη ισχύ. Η επίκληση της Φύσης ή της Ιστορίας δικαιολογούσε συχνά την επιδίωξη απόλυτων μορφολογικών αξιών, οι οποίες θεωρούνταν παγκόσμιες και υπερεθνικές. Τα «αντικείμενα τύποι» του Le Corbusier για παράδειγμα είχαν χαρακτήρα προτύπου και προϋπέθεταν την αντίληψη ότι μπορούν να υπάρξουν ιδανικά, άχρονα αντικείμενα, αποκομμένα από οποιοδήποτε κοινωνικό ή πολιτισμικό νόημα. Μάλιστα, η αναζήτηση εξιδανικευμένων μορφών αναπτύχθηκε παράλληλα με την ευγονική, την ψευδοεπιστημονική θεωρία ότι οι καλύτερες ανθρώπινες ιδιότητες μπορούσαν και έπρεπε να καλλιεργηθούν μέσω επιλεκτικής αναπαραγωγής. Τέτοιες θεωρίες χρησίμευσαν ως το κύριο ιδεολογικό και ιστορικό πλαίσιο για το αεροδυναμικό ντιζάιν (streamlining). Το streamlining αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας ολιστικής «ιδανικής τυπολογίας», δηλαδή ενός ουτοπικού σχεδιαστικού προτύπου που θα ίσχυε για όλα τα προϊόντα. Οι απόψεις αυτές βασίστηκαν στην πραγματικότητα στις ξεπερασμένες πια εξελικτικές αντιλήψεις του Herbert Spencer, κι όχι σε αυτές του Δαρβίνου που είναι σήμερα επιστημονικά ακλόνητες και γενικώς αποδεκτές. Η ιδέα της μορφολογικής τελειότητας είναι ασύμβατη με τη δαρβινική εξελικτική θεώρηση, γιατί η εξέλιξη προκαλεί αλλαγή και προσαρμογή, αλλά δεν οδηγεί αναγκαστικά στην πρόοδο, και ποτέ δεν οδηγεί στην τελειότητα. Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι κάθε σχεδιαστική δραστηριότητα είναι θεμελιωδώς ημιτελής. Όλες μας οι δραστηριότητες εμπεριέχουν το ελάττωμα, καμία λύση δεν μπορεί να είναι ποτέ τέλεια ή τελειωτική.
O Dawkins υποστηρίζει ότι οι ανθρωπιστικές επιστήμες γενικότερα διδάσκονται ακόμα λες κι ο Δαρβίνος δεν έχει υπάρξει ποτέ! Βέβαια, η ιστορία του ντιζάιν έχει εμπλουτιστεί τα τελευταία χρόνια με νέες μεθοδολογίες και έχει διευρύνει τους ορίζοντές της. Παρ’όλ’αυτά, τέτοιες θετικές εξελίξεις δεν έχουν αφομοιωθεί ακόμα σε πολλές σχολές ντιζάιν, ούτε έχουν ακόμα επηρεάσει τη αντίληψη του ευρύτερου κοινού για το τι σημαίνει αυτή η λέξη. Για τον πολύ κόσμο, αλλά ακόμα και για πολλούς ανθρώπους στο χώρο του ίδιου του ντιζάιν, η δραστηριότητα αυτή είναι η αναζήτηση ωραίων μορφών από ταλαντούχα άτομα. Το ντιζάιν εκφυλίζεται σε φορμαλισμό που θίγει μόνο τα πιο επιφανειακά ζητήματα της μορφής και του στυλ. Η κυριαρχούσα στατική αντίληψη του στυλ γίνεται επιπλέον αντικείμενο ευρύτατης εμπορικής εκμετάλλευσης, με άλλα λόγια χρησιμοποιείται για την προώθηση και την πώληση αντικειμένων ως φετίχ. Η εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στην υπεραπλουστευτική σύλληψη του σχεδιασμού ως ευρηματική επινόηση από προικισμένα άτομα. Όπως όμως επισημαίνει ο στοχαστής George Kubler, όλα τα πράγματα, οι πράξεις και τα σύμβολα –όλη η ανθρώπινη εμπειρία– αποτελούνται από αντίγραφα, που αλλάζουν σταδιακά με μικροσκοπικές μεταβολές, παρά με απότομα άλματα. Ο θεωρητικός David Pye διαπιστώνει ότι τα καλύτερα αντικείμενα πάντα προέκυπταν από μια εξελικτική διαδικασία, από διαδοχικές μικρές μετατροπές μέσα σε μια μεγάλη χρονική διάρκεια, όχι μέσω μιας υπερβολικής εμμονής σε συχνές και προφανείς αλλαγές προκειμένου να προκύπτει κάτι που φαίνεται «πραγματικά νέο και διαφορετικό». Επομένως, υπό αυτό το πρίσμα, η έννοια της καινοτομίας αποκτά διαφορετικό νόημα από αυτό που συνήθως της δίνεται. Αν θεωρήσουμε το ντιζάιν ως μια σταδιακή, βήμα προς βήμα διαδικασία προσαρμογής λύσεων που προϋπάρχουν, τότε αυτό πρέπει να θεωρείται ως έξυπνη προσαρμογή παρά ως ριζική καινοτομία. Μελέτες της τεχνολογικής καινοτομίας στη βιομηχανία, όπως αυτή του John Langrish και των συνεργατών του, έχουν αποδείξει ότι οι περισσότεροι οργανισμοί ασχολούνται περισσότερο με μικροαλλαγές σε υπάρχοντα προϊόντα, παρά με καινούριες θεαματικές ιδέες. Πολύ συχνά, η επιτυχία προκύπτει από τη δημιουργική μίμηση, από ομάδες όπου πολλά μυαλά επηρεάζουν το ένα το άλλο, παρά από ενέργειες μιας απομονωμένης ιδιοφυΐας. Παρ’όλ’αυτά, αυτή η επιτυχημένη διαδικασία πρέπει να διαχωριστεί σαφώς από την απλή αντιγραφή, καθώς η στείρα μίμηση και επανάληψη δεν παράγει την απαιτούμενη διαφοροποίηση και ποικιλομορφία που είναι απαραίτητη για την εφαρμογή της επιλογής και εξέλιξης δαρβινικού τύπου.
Όταν η λέξη «ντιζάιν» χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη δημιουργική δραστηριότητα ενός μόνο ντιζάινερ, στην ουσία συσκοτίζει εντελώς τη συνεργατική και παρελθοντική διάσταση του σχεδιασμού. Το ντιζάιν πάντα εμπεριέχει ένα συλλογικό και αθροιστικό χαρακτήρα. Σήμερα είναι συνηθισμένο να διαχωρίζεται αυθαίρετα το «παρελθόν» από το «παρόν», όμως η σημασία της συνέχειας είναι θεμελιώδης στη γενεαλογία των προϊόντων. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει ενδεχομένως να επανεξετάσουμε περιοδολογήσεις και διακρίσεις που έχουν καθιερωθεί ανάμεσα στην προβιομηχανική και τη βιομηχανική παραγωγή, καθώς και να επαναξιολογήσουμε τα επιτεύγματα του σχεδιασμού που κατατάσσονται εκτός του συμβατικού, εμπορικού και ανδροκρατούμενου μοντέλου που κυριαρχεί σήμερα στο χώρο του ντιζάιν. Έτσι, θα μπορούσαμε για παράδειγμα να ενσωματώσουμε στην ιστορία του ντιζάιν σύγχρονες φεμινιστικές προσεγγίσεις που ασχολούνται με τη μελέτη της οικιακής, γυναικείας χειροτεχνίας, ή με το φαινόμενο “do-it-yourself” που βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ χειροτεχνίας και βιομηχανίας. Τέλος, πρέπει να τονιστεί η σημασία των αποτυχημένων και αντιεμπορικών προϊόντων, που συνήθως αγνοούνται από την «επίσημη» ιστορία. Βασισμένοι σε τέτοιες προσεγγίσεις, διακεκριμένοι ιστορικοί τονίζουν την πολυπλοκότητα των δικτύων του σχεδιασμού, της τεχνολογίας, των παραγωγικών διαδικασιών και της διακίνησης που ενέχονται στις διάφορες ιστορικές μεταλλάξεις της βιομηχανίας, από τόπο σε τόπο. Οι υπεραπλουστεύσεις και οι γενικεύσεις πρέπει να αποφεύγονται, προκειμένου να αναγνωρίζεται και να αφομοιώνεται η ποικιλομορφία των τοπικών εκδοχών του ντιζάιν. Τέτοιες απόψεις, όπως φαίνεται και από το λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται, έχουν προφανώς έντονες βιολογικές συνδηλώσεις και υπονοούν μια εξελικτική αντιμετώπιση του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος.
Αναφέρθηκε ήδη ότι ο σχεδιασμός προϊόντων νοείται πια ως δημιουργία όχι μόνο τρισδιάστατων αντικειμένων, αλλά συστημάτων και διαδικασιών. Πηγαίνοντας την αντίληψη αυτή ένα βήμα πιο πέρα, μπορούμε να μιλήσουμε για έναν ορισμό του ντιζάιν όχι ως παραγωγή αντικειμένων αλλά ως δημιουργία νοήματος μέσω των αντικειμένων. Το ντιζάιν έχει να κάνει τελικά με τη διεπαφή (interface) στην ευρύτερή της έννοια, δηλαδή με την αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπου και τεχνικού αντικειμένου, επομένως ασχολείται εξ ορισμού με την πολιτισμική αφομοίωση της τεχνολογίας. Η έννοια της διεπαφής είναι κεντρική και θεμελιώδης στο ντιζάιν, είναι το κατ’εξοχήν πεδίο στο οποίο εστιάζεται η προσοχή του σχεδιαστή και το οποίο προσδιορίζει το εύρος της δράσης του ανθρώπου κατά τη χρήση των αντικειμένων και συστημάτων. Το ντιζάιν δεν έχει τόσο να κάνει με τον προσδιορισμό των μορφολογικών χαρακτηριστικών, όπως πρεσβεύει η συμβατική αντίληψη για τον κλάδο αυτό, όσο με την έκφραση του πολιτισμικού περιεχομένου ενός αντικειμένου ή συστήματος. Προεκτείνοντας την άποψη αυτή, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η ιστορία του ντιζάιν δεν είναι η ιστορία των αντικειμένων αλλά η ιστορία των ιδεών, και επομένως της κουλτούρας. Μία τέτοια ιστορία δεν αντιλαμβάνεται τα έργα των σχεδιαστών σαν φανταχτερά προϊόντα, αλλά σαν εκφάνσεις των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών μιας δεδομένης εποχής. Κάθε αντικείμενο, σύστημα αντικειμένων, γραφιστικό προϊόν, ή οποιοδήποτε προϊόν του ντιζάιν εκλαμβάνεται ως η υλοποίηση μιας συγκεκριμένης ιδέας ή βιοθεωρίας. Το ίδιο πράγμα είχε πει με άλλα λόγια ο τεχνοκριτικός Παναγιώτης Μιχελής το 1959, όταν δήλωνε ότι μια καρέκλα δεν είναι μόνο για να κάθεσαι, αλλά για να κάθεσαι σύμφωνα με τη νοοτροπία του καιρού σου.
Tο προϊόν είναι ουσιαστικά το όχημα μέσω του οποίου μεταδίδονται ορισμένες ιδέες -και αυτές είναι που μετράνε, όχι το ίδιο το «όχημα». Επομένως, η ιστορία του ντιζάιν πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μία ιστορία ιδεών για το πώς να ζει κανείς και πώς να αλληλεπιδρά με τους άλλους, παρά ως μια διαδοχή μορφών και στυλ. Το καλό ντιζάιν δεν συνίσταται σε ιδανικές μορφές, αλλά είναι έκφραση ιδεών που έχουν εξελιχτεί και προσαρμοστεί σε συγκεκριμένα τεχνολογικά, οικονομικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα. Κάτι τέτοιο βέβαια αντιτίθεται στην τρέχουσα, διακοσμητικής λογικής, αντίληψη του κοινού για το ντιζάιν, όπως αυτή διαμορφώνεται από τα περιοδικά και τη διαφήμιση. Πρόκειται για μια θεμελιώδη αλλαγή παραδείγματος, σε σχέση με το παλιό μοντέλο, όπου οι σχεδιαστές θεωρούνταν αυθεντίες για το πώς έπρεπε να είναι και πώς να χρησιμοποιούνται τα αντικείμενα. Στο νέο μοντέλο, οι σχεδιαστές συνεργάζονται με τους χρήστες για τη δημιουργία παρεμβάσεων στον τρόπο ζωής. Αυτή η προσέγγιση αμφισβητεί την παντοδυναμία του μεμονωμένου σχεδιαστή και εναρμονίζεται με την εξελικτική θεώρηση που βασίζεται στη ιστορικότητα και τη συνέχεια. Έτσι έρχεται στο προσκήνιο και η θεμελιώδης έννοια της πολυπλοκότητας, που έχει κυρίαρχο ρόλο στη δυναμική διαδικασία ανταλλαγής και προσαρμογής ιδεών. Στο ντιζάιν ειδικότερα, η πολυπλοκότητα μας οδηγεί στην επανεξέταση των συμβατικών διαχωριστικών ορίων μεταξύ διαφορετικών κλάδων (όπως ο βιομηχανικός σχεδιασμός, η γραφιστική, η μόδα, κλπ.) και μας κατευθύνει προς διακλαδικές αναζητήσεις, υπερβαίνοντας πολλούς συμβατικούς και παρωχημένους πλέον διαχωρισμούς.
Όπως είναι αναμενόμενο, η ανεπαρκής κατανόηση του σχεδιαστικού φαινόμενου έχει άμεσες συνέπειες στην εκπαίδευση αλλά και στην επαγγελματική πρακτική. Οι επαγγελματίες ντιζάινερ συνήθως υποτιμούν τη σημασία της ιστορίας για το επάγγελμά τους. Όμως, η κατανόηση της ιστορίας είναι θεμελιώδης και ένα νέο μοντέλο σχεδιασμού βασισμένο σε εξελικτικές ερμηνείες ίσως να έχει καθοριστική επίδραση στο μέλλον του ντιζάιν. Οι κυρίαρχες αγκυλώσεις αντικατοπτρίζονται και στη διδασκαλία του ντιζάιν, που είναι προσανατολισμένη στην έννοια του στυλ και στην αντίληψη του σχεδιασμένου αντικειμένου ως φετίχ. Η λογική της στυλιστικής πρωτοτυπίας και της υποτιθέμενης δημιουργίας εκ του μηδενός είναι εξαιρετικά ανθεκτική και οδηγεί σε στείρες, φορμαλιστικές αναζητήσεις. Σταδιακά όμως, αναγνωρίζονται περισσότερο οι συλλογικές πλευρές του σχεδιασμού, ο ρόλος της διαχείρισης του ντιζάιν (design management), καθώς και το γεγονός ότι υπάρχουν διάφοροι τύποι δημιουργικότητας. Το φαινόμενο της δημιουργικότητας αυτό καθαυτό είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και πρέπει να ερευνηθεί περισσότερο. Γενικότερα, η ενσωμάτωση σύγχρονων εξελικτικών αντιλήψεων πρέπει να τροφοδοτήσει την μελέτη του ντιζάιν και της καινοτομίας. Ο σχεδιαστής γραμματοσειρών Mr Keedy δηλώνει ότι το ντιζάιν δεν έχει να κάνει τόσο με την πρωτοτυπία, όσο με την οργάνωση και την κατασκευή, και αυτό ποτέ εκ του μηδενός και πάντα σε σχέση με τα συμφραζόμενα της χρήσης του προϊόντος. Ειδικότερα για το σχεδιασμό γραμματοσειρών, υποστηρίζει ότι όταν κάποιος σχεδιάζει μία πρωτότυπη γραμματοσειρά, δεν επινοεί νέα γράμματα, αλλά νέα σχήματα για γράμματα που καταλαβαίνουμε μόνο επειδή είναι τόσο παρόμοια με τα σχήματα των γραμμάτων που υπάρχουν ήδη. Δεν είναι τόσο τα συγκεκριμένα σχήματα που είναι σημαντικά, όσο η εφευρετικότητα των μορφών των γραμμάτων σε σχέση με όλες τις άλλες μορφές γραμμάτων που έχουν προϋπάρξει, και το νόημα που μεταφέρουν σε αυτό το πλαίσιο. Η μοναδικότητα αυτή καθαυτή δεν είναι τόσο σημαντική, ούτε είναι τόσο διαδεδομένη στο ντιζάιν όσο ισχυριζόμαστε ότι είναι. Η επινόηση και η φαντασία είναι ουσιώδεις, αλλά δεν προέρχονται από το πουθενά, προκύπτουν από το πλαίσιο στο οποίο δημιουργήθηκαν, όχι από κάποια αυτοδίδακτη ιδιοφυία. Αυτό δε σημαίνει βέβαια ότι η προσωπική συνεισφορά του καθενός είναι ασήμαντη. Όμως η συνεισφορά αυτή νοείται μέσα σε ένα ευρύτερο, συλλογικό πλέγμα δημιουργίας και παραγωγής. Η κατανόηση αυτού του λεπτού σημείου από τους νέους σχεδιαστές θα συμβάλλει καθοριστικά στην καλύτερη ενσωμάτωσή τους σε σύγχρονες σχεδιαστικές ομάδες, που τείνουν να είναι πολυάνθρωπες, ετερογενείς, διακλαδικές και συχνά πολυεθνικές.
Η εξελικτική θεώρηση του σχεδιασμού βρίσκει σπουδαία εφαρμογή στο φαινόμενο Open Source. Το Open Source είναι μία συλλογική, εξελικτική διαδικασία δημιουργίας που έχει εφαρμοστεί με μεγάλη επιτυχία στην ανάπτυξη λογισμικού (software) και έχει διεισδύσει στην ευρύτερη κοινότητα του ντιζάιν διεθνώς εδώ και αρκετά χρόνια. Το φαινόμενο Open Source περιγράφεται ως ένας νέος τρόπος παραγωγής στο ψηφιακά δικτυωμένο περιβάλλον, που επιτρέπει σε ομάδες ατόμων να συνεργαστούν ακολουθώντας ποικίλα κίνητρα και κοινωνικά μηνύματα, αντί για τις τιμές της αγοράς ή διευθυντικές εντολές όπως θα συνέβαινε συμβατικά. Μέχρι τώρα, το Open Source έχει συνδεθεί κυρίως με την ανάπτυξη του λογισμικού, ενός τομέα όπου ανθεί εδώ και πάνω από μια δεκαετία. Στο φαινόμενο αυτό έχουν εμπλακεί χιλιάδες προγραμματιστές που συνεισφέρουν σε μικρά και μεγάλα έργα, με κεντρική οργανωτική αρχή ότι το λογισμικό παραμένει ελεύθερο από τους περισσότερους περιορισμούς αντιγραφής και χρήσης. Κανένας δεν κατέχει το λογισμικό με τη συμβατική έννοια του ελέγχου πώς χρησιμοποιείται, αναπτύσσεται, ή διατίθεται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανάδυση μίας ζωηρής, καινοτομικής και παραγωγικής συνεργασίας, με συμμετέχοντες που δεν είναι οργανωμένοι σε εταιρείες και δεν επιλέγουν τα έργα με τα οποία θα ασχοληθούν στη βάση οικονομικών παραμέτρων. Είμαστε λοιπόν μάρτυρες, στην περίπτωση του Open Source, ενός νέου τρόπου παραγωγής, που διαφέρει από τα μοντέλα των εταιρειών και των αγορών που στηρίζονται στην ιδιοκτησία και τα δικαιώματα χρήσης. Οι υποστηρικτές του Open Source θεωρούν ότι το μοντέλο αυτό έχει σημαντικά πλεονεκτήματα απέναντι στις αγορές και τις διευθυντικές ιεραρχίες, ιδιαίτερα όταν το αντικείμενο της παραγωγής σχετίζεται με την πληροφορία ή τον πολιτισμό.
Η στροφή προς το Open Source μπορεί να εικονογραφηθεί μέσω του παραλληλισμού του καθεδρικού ναού με το παζάρι. Αφ’ενός, υπάρχει το μοντέλο του καθεδρικού ναού, που βασίζεται σε ένα αυστηρά ιεραρχικό σύστημα. Από την άλλη, υπάρχει το μοντέλο «παζάρι», που εκφράζεται από ένα πολύβουο μείγμα διαφορετικών προτεραιοτήτων και προσεγγίσεων. Στην περίπτωση του παζαριού, οι χρήστες δεν αντιμετωπίζονται ως αποδέκτες ενός τελειωμένου έργου αλλά ως συνδημιουργοί με ουσιαστική συνεισφορά. Όταν οι χρήστες είναι συνδημιουργοί, ο καθένας προσεγγίζει το έργο που πρέπει να γίνει με το προσωπικά του αντιληπτικά και αναλυτικά εργαλεία, με μια διαφορετική ματιά απέναντι στο πρόβλημα. Η λέξη «παζάρι» συνδέεται εξάλλου με την αρχαιοελληνική «αγορά», που εκφράζει τον υπαίθριο δημόσιο χώρο συνάντησης και διαλόγου. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, οι ιδέες που συνδέονται με την έννοια Open Source έχουν αποκτήσει σημαντική δυναμική ανάμεσα στις επιστημονικές και τεχνολογικές κοινότητες που γέννησαν το Διαδίκτυο, και τώρα εισχωρούν και στους εμπορικούς τομείς. Πολλοί θεωρούν ότι το λογισμικό είναι μόνο το ξεκίνημα ευρύτερων εφαρμογών των αρχών του Open Source σε διάφορους τομείς. Ήδη τέτοιες αρχές έχουν χρησιμοποιηθεί με μεγάλη επιτυχία σε πολλούς κλάδους πολιτισμικής παραγωγής, όπως στην τέχνη, τη μουσική και τη λογοτεχνία. Κάτι τέτοιο μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στο σύστημα παραγωγής και διανομής αγαθών γενικότερα. Αντίθετα απ’ό,τι ισχυρίζονται πολλοί αντίπαλοι του μοντέλου, πρόκειται στην πραγματικότητα για επιστροφή σε βασικές αρχές της ελεύθερης αγοράς, καθώς ενισχύει τον ανταγωνισμό, τη δημιουργικότητα και την επιχειρηματικότητα. Η παραγωγή βασίζεται σε ανθρώπους που εργάζονται χωρίς περιορισμούς δικαιωμάτων, σε ένα είδος βιοτεχνικής παραγωγής ενταγμένης στα πλαίσια της οικονομίας της γνώσης. Η κατάσταση αυτή επιτρέπει να συλλάβουμε διαφορετικά την έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας, η οποία θεωρείται πλέον ένα αγαθό για ελεύθερη διανομή, παρά για προστασία.
Εφαρμογές του μοντέλου Open Source έχουν ήδη αναπτυχθεί στο χώρο του σχεδιασμού, και φαίνεται ότι είναι πολλά υποσχόμενες. Μία από τις πιο ανεπτυγμένες εφαρμογές του Open Source στο ντιζάιν είναι το Think Cycle, μία ακαδημαϊκή, μη κερδοσκοπική πρωτοβουλία που υποστηρίζει την κατανεμημένη συνεργασία μέσω διαδικτύου, προκειμένου να σχεδιαστούν λύσεις για μη προνομιούχες κοινότητες. Το ThinkCycle παρέχει έναν κοινόχρηστο, διαδικτυακό χώρο, όπου σχεδιαστές, μηχανικοί, και ειδικοί διαφόρων τομέων επικοινωνούν και συνεργάζονται με μέλη τοπικών κοινοτήτων αλλά και με άλλους εμπλεκόμενους, προκειμένου να αναπτύξουν σχεδιαστικές ιδέες που είναι συμβατές με τη βιώσιμη ανάπτυξη. Μια άλλη χαρακτηριστική εφαρμογή είναι το Open Prosthetics Project, όπου αναπτύσσονται με συλλογικό τρόπο σχεδιαστικές προτάσεις για προϊόντα προσθετικής ιατρικής, οι οποίες στη συνέχεια είναι δωρεάν διαθέσιμες σε όσους τις έχουν ανάγκη. Η μέχρι τώρα αποδοχή του μοντέλου σχεδιασμού Open Source δεν είναι τυχαία. Κατ’αρχήν, είναι πλήρως συμβατό με μία εξελικτική κατανόηση της ιστορίας των αντικειμένων. Επιπλέον, συνιστά ένα απόλυτα αποδεκτό μοντέλο για το μέλλον, τόσο από την πλευρά του σχεδιασμού, όσο και από την πλευρά της χρήσης. Μια κατανεμημένη, συνεργατική διαδικασία επιτρέπει τη βέλτιστη αξιοποίηση των φυσικών και ανθρώπινων πόρων και εξασφαλίζει την αποδοχή του σχεδιαστικού προϊόντος από μια μεγάλη γκάμα ενδιαφερομένων. Η διάδοση του εναλλακτικού αυτού μοντέλου είναι ασφαλώς ακόμα μικρή, αλλά η δυναμική που αναπτύσσεται προς αυτή την κατεύθυνση δεν είναι αμελητέα.
Ξεκινώντας λοιπόν από μία εξελικτική θεώρηση του ντιζάιν, οδηγούμαστε στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού της φύσης και του ρόλου των αντικειμένων στη σύγχρονη ζωή. Η διερεύνηση εναλλακτικών σχεδιαστικών μοντέλων είναι επιτακτική, προκειμένου να ξεφύγουμε από την επιδερμικότητα του σύγχρονου εμπορικού ντιζάιν και να καλύψουμε ευρύτερες κοινωνικές ανάγκες. Μια τέτοια στροφή ασφαλώς δεν είναι εύκολη, αλλά αποτελεί πρόκληση, ιδίως για τους νεώτερους σχεδιαστές. Εκτός των άλλων, θα προσέθετε μία αίσθηση του μέτρου στον υπερτροφικά εγωιστικό κόσμο του σύγχρονου ντιζάιν.
—————————————————————
- Η Άρτεμις Γιάγκου είναι Δρ Μηχανικός με εξειδίκευση στο βιομηχανικό σχεδιασμό και στην ιστορία του ντιζάιν [↩]
- http://www.yagou.gr [↩]