Περιβάλλον και Οικονομική Μεγέθυνση
Ιαν 10th, 2009 | Πάνος Ευαγγελόπουλος| Κατηγορία: Περιβάλλον | Email This Post | Print This Post |Η σύγχρονη παγκόσμια οικονομία έχει παρουσιάσει σημαντική πρόοδο τις τελευταίες δεκαετίες. Η οικονομική μεγέθυνση που έχει συντελεστεί είναι μία άνευ προηγουμένου ιστορικά παγκόσμια κατάκτηση αφού έχει λάβει πλανητικές διαστάσεις, φέρνοντας στο προσκήνιο του διεθνούς καταμερισμού των έργων αλλά και του πιο διευρυμένου φάσματος παραγωγής όλων των ειδών των αγαθών, χώρες που σε άλλες προηγούμενες ιστορικές περιόδους ήσαν χαμένες από τα παγκόσμια οικονομικά δρώμενα. Αυτή όμως η εισβολή όλων των χωρών του πλανήτη στη παγκόσμια παραγωγική διαδικασία με όρους πολλαπλάσιας μεγέθυνσης από αυτήν της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης και μάλιστα από χώρες που το πληθυσμιακό τους μέγεθος είναι υπέρμετρο, οδήγησε σε μία σειρά ερωτημάτων αλλά και προβλημάτων για την ασύστολη εκμετάλλευση των πόρων και των δυσμενών συνεπειών που μπορεί να έχει για το περιβάλλον αλλά και τη μελλοντική ζωή στον πλανήτη μας.
Βέβαια οι ανησυχίες για την υγεία του περιβάλλοντος και τις επιπτώσεις που έχει σ’ αυτό η διαδικασία της οικονομικής μεγέθυνσης δεν είναι κάτι καινούργιο αλλά ανάγεται στο μακρύ παρελθόν ακόμη και σε εποχές που δεν θα ήταν νοητή καμιά λογική ανησυχία. Ήσαν οι εποχές που κυριαρχούσε ο σκοταδισμός, ο θρησκευτικός μεσσιανισμός, η απειλή της βιβλικής και τελειωτικής καταστροφής. Ήσαν οι εποχές που το φως της γνώσης ήταν μία μικρή ηλιαχτίδα που μπορούσαν να το δουν πολλοί λίγοι ενώ οι πολλοί τιθασεύονταν από το φόβο του σκότους και της απειλής που τους προαναγγελλόταν. Δεν χρειάζεται όμως να πάμε τόσο μακριά για να καταλάβουμε πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος να αιχμαλωτίσουμε το θαύμα της ανθρώπινης τεχνολογικής και οικονομικής προόδου που συντελείται σήμερα από τον φόβο που ντύνεται στις μέρες μας πιο έξυπνα με την οικολογική υστερία που θα ήθελα να την ξεχωρίσω από την σύγχρονη επιστήμη μελέτης του περιβάλλοντος και των επιπτώσεων που έχει σ’ αυτό η υπερμεγέθης παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα. Παρ’ όλα αυτά θα ήθελα να σταθώ στη πρώτη βιομηχανική επανάσταση που ενώ είχε λάβει χώρα το ευρύτατο και δυναμικό κίνημα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού που για πρώτη φορά ιστορικά, ενσωμάτωσε στη διαδικασία της επιστημονικής γνώσης και των ωφελειών της, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ακόμη και τότε, δεν έλειψαν μισαλλόδοξες απόψεις και κηρύγματα εναντίον της προόδου. Ακόμη και ένα φωτεινό παράδειγμα εκείνης της εποχής, ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ, άσκησε ανελέητη κριτική στις επιπτώσεις της ανεξέλεγκτης βιομηχανικής προόδου, στον καπνό που κατακλύζει τον ουρανό από τα αναρίθμητα φουγάρα των εργοστασίων που φυτρώνουν σαν μανιτάρια. Όλα τα έργα του Ρουσσώ διακατέχονται από ποιητικό οίστρο αλλά η ουσία του παραδείγματος του είναι ότι ο άνθρωπος, ακόμη και ο πιο καλλιεργημένος, τρομάζει με τα επιτεύγματα του.
Σήμερα βρισκόμαστε ακριβώς σ’ αυτό το κομβικό σημείο. Είμαστε υποχρεωμένοι να μην τρομάξουμε με τα επιτεύγματα μας αλλά μέσω αυτών, να λύσουμε τα οικολογικά προβλήματα που παρουσιάζονται ως παράπλευρα αποτελέσματα της διαδικασίας παγκόσμιας οικονομικής μεγέθυνσης. Είναι βέβαιο ότι αν αξιοποιήσουμε τη γνώση και την τεχνολογία που κατέχουμε και τα συνδυάσουμε με την απρόσκοπτη και ελεύθερη επιχειρηματική δράση τότε θα βρούμε νέους τρόπους παραγωγής ενέργειας και κίνησης του οικονομικού συστήματος που θα κάμπτουν την ενδογενή εντροπία και θα θεμελιώνουν στέρεες βάσεις για την αειφόρο ανάπτυξη. Παρ’ όλα αυτά το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα δύσκολο διότι ο φόβος αλλά και ο τρόμος που καλλιεργείται, είναι τελείως ανασχετικοί παράγοντες για να δούμε ξεκάθαρα τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουμε. Αυτό δεν είναι καθόλου υπερβολικό διότι αν εξετάσει κανείς προσεκτικά την ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπου, θα δει ότι ο κανόνας είναι η στασιμότητα και όχι η ανάπτυξη, η δεισιδαιμονία και όχι η στέρεα ορθολογική και εμπειρική γνώση. Αν εξαιρέσουμε την παγκόσμια γεωργική επανάσταση των προϊστορικών χρόνων που κατέστησε τον άνθρωπο κυρίαρχο της γης από έρμαιο της τότε θα πρέπει να μεταφερθούμε κατ’ ευθείαν στη πρώτη βιομηχανική επανάσταση για να δούμε μια μείζονα και σημαντική οικονομική και τεχνολογική μεταβολή στην ιστορία του ανθρώπου που άλλαξε ριζικά τη ζωή του. Όπως εμφατικά τονίζει ο Ντάγκλας Νορθ (Νόμπελ 1993), αν μεταφέραμε, με μία υποθετική μηχανή χρόνου, έναν αρχαίο Έλληνα στην εποχή προ της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, θα μπορούσε να καταλάβει τον κόσμο με μία σχετική άνεση αφού θα παρατηρούσε ξεκάθαρες ομοιότητες. Αν όμως κάναμε το ίδιο αλλά τον μεταφέραμε αμέσως μετά τη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, δεν θα μπορούσε να καταλάβει που βρίσκεται. Δηλαδή ότι μεταβολές δεν γίνανε σε δύο χιλιάδες χρόνια έγιναν σε εκατό!
Αυτό σημαίνει ότι η επιτάχυνση της μεταβολής είναι τόσο μεγάλη και ακραία και ακόμη πιο ακραία στις μέρες μας, μετά την ψηφιακή επανάσταση και το άνοιγμα των παγκόσμιων αγορών που μπορεί να μας τρομάξει τόσο πολύ ώστε να επικρατήσουν εντελώς αντίστροφες με την πρόοδο ιδέες που να μας οδηγήσουν σε ένα πολύ μακρύ τέλμα. Αν αυτή η αιχμηρότατη κορύφωση της οικονομικής μεταβολής και προόδου μας τρομάζει για τα όρια της και το μέλλον της ζωής μας στον πλανήτη τότε αυτός ο ίλιγγος της κορυφής δεν πρέπει να τον αφήσουμε να εξελιχθεί σε τροχοπέδη που θα διαταράξει τη δυναμική ισορροπία μας για να μας ρίξει εν τέλει με πάταγο σε ένα ανυπολόγιστο οικονομικό αλλά και κοινωνικό ναδίρ. Με γνώση λοιπόν και σύνεση πρέπει να διαφυλάξουμε σαν κόρη οφθαλμού τους θεσμούς αυτούς που μας απογείωσαν τα τελευταία χρόνια και να κλείσουμε τα αυτιά μας στις σειρήνες της αντίδρασης και της οπισθοδρόμησης που θέλουν να μας προσγειώσουν απότομα στα χαμηλά επίπεδα μιας νέας ιδιόμορφης στασιμότητας. Αυτοί οι θεσμοί είναι τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα, η ανεμπόδιστη επιχειρηματική δράση με σκοπό το κέρδος, η ελεύθερη και απρόσκοπτη λειτουργία των αγορών με διεύρυνση και εμβάθυνση της παγκοσμιοποίησης τους και η παγκόσμια συνεργασία μέσα από ένα πολύμορφο και πλουραλιστικό περίγραμμα δημοκρατικών κρατών και διεθνών οργανισμών.
Σήμερα ένα από τα κορυφαία οικολογικά προβλήματα του πλανήτη είναι η εκπομπή ρύπων από την παραγωγή και την κατανάλωση ενέργειας. Η εισαγωγή της πράσινης τεχνολογίας είναι η πιο ιδεατή απάντηση σ’ αυτό το μείζον πρόβλημα που τίθεται κατά τη διαδικασία οικονομικής μεγέθυνσης. Όμως ο τρόπος που θα χτίσουμε την πράσινη τεχνολογία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής για να μην οδηγήσουμε το οικονομικό σύστημα εκμετάλλευσης των πόρων σε μία ανορθολογική και αναποτελεσματική διάταξη που μόνο κινδύνους εγκυμονεί για τη συνέχιση της προόδου. Εξ άλλου σκοπός μας δεν είναι η ανάσχεση της προόδου αλλά η ελαχιστοποίηση των παράπλευρων ζημιών της εκμετάλλευσης των πόρων και η διατήρηση αν όχι η βελτίωση του περιβάλλοντος εντός του οποίου εξελίσσεται η οικονομική μεγέθυνση.
Μία σημαντική συμβολή της φιλελεύθερης παράδοσης της αγοράς είναι η θεωρία και η πολιτική της εφαρμογής των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, εμπνευστής και θεμελιωτής της οποίας είναι ο Ronald Coase (Νόμπελ 1991). Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, οι κοινόχρηστοι χώροι είναι πιο ευάλωτοι στη μόλυνση και τη διάβρωση από τις οικονομικές δράσεις που αναλαμβάνει ο άνθρωπος. Ο λόγος είναι προφανής διότι κανείς δεν έχει κίνητρο να τους περιφρουρήσει (άτομα) και κανένα είδος συλλογικής δράσης (κράτος) δεν μπορεί να το πετύχει διότι είναι απαγορευτικά πολυδάπανο ή απογοητευτικά αναποτελεσματικό. Η κατανομή περιουσιακών δικαιωμάτων στον αέρα, φάνταζε η πιο τρελή ιδέα όταν ακούστηκε για πρώτη φορά πριν τριάντα χρόνια. Όσοι την άκουσαν τότε έλεγαν περιγελαστικά ότι οι νεοφιλελεύθεροι τρελάθηκαν τόσο πολύ που θέλουν να ιδιωτικοποιήσουν τον αέρα. Σήμερα όμως υπάρχει αγορά ρύπων που μετράται σε εκατομμύρια δικαιωμάτων τα οποία ανταλλάσσονται, πωλούνται και αγοράζονται. Η διεύρυνση αυτών των αγορών και των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων ρύπων σε παγκόσμιο επίπεδο κατ’ αρχήν θα ελαχιστοποιήσει τη βλάβη και κατά δεύτερον θα ανοίξει το δρόμο στις ρυπογόνους βιομηχανίες και οργανωμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες να καινοτομήσουν εις βάρος των ακριβών ρύπων και υπέρ της φθηνής πράσινης τεχνολογίας.
Η πράσινη τεχνολογία στο μέλλον θα κατακλύσει τις αγορές με φθηνά και καλά ποιοτικά προϊόντα που θα αντιστρατεύονται με επιτυχία και μάλιστα με την άνεση της υπεροχής τα βλαβερά. Σε έναν κόσμο ελεύθερων συναλλαγών που θα κυριαρχείται από την ατομική ευθύνη και την ιδιωτική πρωτοβουλία, τα ρυπογόνα αγαθά και οι παραγωγικές τους εκμεταλλεύσεις θα αποβάλλονται και θα αποσύρονται με τόσο γρήγορο ρυθμό που δεν θα χρειάζεται καμία επιδότηση ή ιδιαίτερη προίκα από το κράτος. Μπορεί αυτό σήμερα να φαντάζει απίθανο και όλοι να στρέφονται στη βεβαιότητα των κρατικών επιδοτήσεων για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αλλά η αγορά είναι δυνατόν να ανατρέψει καταλυτικά αυτό το σκηνικό. Όπως από την πρώτη μέχρι και την δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, συντελέστηκε αυτό το θαύμα προόδου, χωρίς την παραμικρή κρατική ανάμιξη έτσι και τώρα η πραγματική φιλελεύθερη οικολογική επανάσταση θα συντελεστεί από τον κόσμο των αγορών. Οι αγορές θα διορθώσουν τις λανθασμένες κρατικές επιδοτήσεις και θα κατευθύνουν την καινοτομία εκεί που υπάρχει κέρδος! Δηλαδή εκεί που η προσφορά της πράσινης τεχνολογίας είναι ταυτόχρονα και οικονομική ως προς το κόστος αλλά και αποδοτική ως προς το ενεργειακό αποτέλεσμα. Μόνον τότε η προσφορά θα δελεάσει την ζήτηση να εκδηλωθεί και να την συναντήσει για να στηθεί ένα ταγκό σε έναν ξέφρενο ρυθμό της οικολογίας με την οικονομική μεγέθυνση.
Πάνος Ευαγγελόπουλος
Η βασική δυσκολία που έχω στην αποδοχή των θέσεων του Πάνου είναι η σχεδόν θρησκευτική πίστη που κυριαρχεί σε κάποια κείμενά του, όπως το παρόν. Χρησιμοποιώ επίτηδες τον όρο θρησκευτική επειδή, όπως και η θρησκεία, ενίοτε αρνείται την πραγματικότητα, ή την ερμηνεύει μέσα από παρωπίδες.
Διευκρινίζω ότι συμφωνώ σε σημαντικό βαθμό με το πνεύμα του άρθρου. Δραστηριοποιούμαι επαγγελματικά στον περιβαλλοντικό χώρο από το 1992 και συμφωνώ ότι οι επιδοτήσεις δεν είναι η λύση. Όμως παρά τη συμφωνία μου επί της αρχής δεν μπορώ να αγνοήσω ότι η πραγματικότητα είναι εξαιρετικά περίπλοκη.
Αν πάρουμε για παράδειγμα τον τομέα της ενέργειας, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) έχουν να ανταγωνιστούν άλλες πηγές, όπως η πυρηνική, που έχουν επιδοτηθεί (και συχνά επιδοτούνται ακόμη ποικιλοτρόπως) επί δεκαετίες. Σε έναν τομέα που η έρευνα και ανάπτυξη έχουν δραματικό αποτέλεσμα στο παραγωγικό κόστος, η μη επιδότηση των ΑΠΕ για μια αρχική περίοδο αναλογεί με δυσανάλογη επιβάρυνσή τους.
Παράλληλα, δεν μπορούμε να αγνοούμε το διαρκές εξωτερικό κόστος, το οποίο μόνο σε μεμονωμένες περιπτώσεις εσωτερικεύεται. Η διαφορετική τιμολόγηση π.χ. της ηλιακής από την πετρελαϊκή κιλοβατώρα δεν είναι παρά μια τέτοια προσπάθεια. Όταν αυτή εφαρμόστηκε με συνέπεια, τα επενδυτικά κεφάλαια που κινήθηκαν ήταν αστρονομικά, με αποτέλεσμα τη ραγδαία ώθηση της τεχνολογίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να γίνει το ίδιο για οποιοδήποτε περιβαλλοντικό ζήτημα.
Δυστυχώς η εφαρμογή των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων δεν φαίνεται να έχει φέρει (ακόμη) ουσιαστικά αποτελέσματα. Βλ. για παράδειγμα «Πώς δεν λειτούργησε το σύστημα εμπορίας ρύπων»: http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_100046_11/12/2008_295573
Εν ολίγοις, δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, μόνο συμβιβαστικές προσεγγίσεις διαχείρισης της εγγενούς πολυπλοκότητας των περιβαλλοντικών ζητημάτων. Δεν υπάρχουν επίσης καλοί και κακοί σε αυτό το παιχνίδι, μόνο διαφορετικές οπτικές που χρειάζεται να συσχετιστούν. Αυτή είναι η πραγματικότητα, ας δούμε ποιο είναι το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε μαζί αντί να καταφεύγουμε σε υπερκλαϊκευμένες ή αφοριστικές προσεγγίσεις, π.χ. ότι όλοι «στρέφονται στη βεβαιότητα των κρατικών επιδοτήσεων για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας». Αυτό είναι απλώς αναληθές και αγνοεί την υγιή πράσινη ενεργειακή επιχειρηματικότητα που αναπτύσσεται εδώ και χρόνια ερήμην –ή και σε πείσμα- του κράτους.
Αν μάλιστα εστιάσουμε στα καθ’ημάς, θα δούμε ότι το πρόβλημα στην ανάπτυξη των ΑΠΕ δεν είναι καν οικονομικό: κατά την επίσημη επίσκεψή του πέρυσι στην Ελλάδα, ο Ισπανός πρωθυπουργός έφερε μαζί του τους επικεφαλής των 4 κύριων επιχειρήσεων ΑΠΕ της χώρας του (από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως) οι οποίοι δήλωσαν ότι εδώ και μια δεκαετία προσπαθούν να επενδύσουν περί τα 4 δισ. Ευρώ στη χώρα μας και δεν τα καταφέρνουν. Η απάντηση του αρμόδιου υπουργού ανάπτυξης ήταν ότι και εμείς έχουμε προβλήματα με τη γραφειοκρατεία! Ευτυχώς για το παγκόσμιο περιβάλλον, δεν λειτουργούν όλες οι χώρες έτσι.
panos@evangelopoulos.gr
Αγαπητέ μου φίλε Αλέξανδρε,
Σέβομαι και εκτιμώ την επιστημονική σου γνώση, την εμπειρία σου και το πάθος σου που σε όσους σε ξέρουν αποδεικνύτεαι εμπράκτως μέσα από τον επαγγελματισμό σου και την καθημερινή σου ασχολία για το περιβάλλον.
Είναι αλήθεια ότι σχεδόν θρησκευτικά ασπάζομαι την ελεύθερη αγορά και νιώθω ταπεινός καλόγερος της.
Παρά το γεγονός ότι η θρησκεία δεν έχει καμία σχέση ούτε με τις αρχές ούτε με τα αξιώματα του φιλελευθερισμού, της ανοιχτής κοινωνίας και της τεκμηριωμένης επιστημονικής γνώσης του κόσμου.
Απλά στο γράφω μεταφορικά και μην με παρεξηγείς σε παρακαλώ πολύ.
Η ελεύθερη αγορά δεν είναι μόνον η μυσταγωγία του σύγχρονου κόσμου αλλά το θαύμα των θαυμάτων της ιστορίας και του μέλλοντος του πολιτισμού μας.
Γι’ αυτόν τον λόγο οι πιονέροι του καπιταλισμού, οι εφευρέτες και οι καινοτόμοι ποτέ δεν βασίστηκαν στις κρατικές επιδότήσεις. Αντίθετα υπολόγισαν ότι επειδή θα είναι οι πρώτοι που θα παράγουν ένα νέο και ελκυστικό προϊόν, θα αποκομίσουν και τα περισσότερα κέρδη!!!
Αυτό δεν συνέβη μόνον στην πρώτη και στη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση αλλά και στη σύγχρονη μας ψηφιακή επανάσταση. Το κράτος και οι μανδαρίνοι του γραφειοκράτες μόνο εμπόδια θέσπισαν για την εξάπλωση του νέου και του πρωτοποριακού.
Έτσι θα γίνει και με την πράσινη τεχνολογία!
Κράτησε τις επιφυλάξεις σου και φρόντισε να τις αποτινάξεις όταν η πραγματικότητα δείξει για άλλη μια φορά ακόμη τη δύναμη των αγορών.
Αυτό είναι που διαχωρίζει την ελεύθερη αγορά από τη θρησκεία. Δεν υπόσχεται την μεταφυσική αλήθεια αλλά καθορίζει την πραγματικότητα που ζούμε.
Χαιρετισμούς Πολλούς,
Πάνος
Αγαπητέ Πάνο, ευχαριστώ για την άμεση ανταπόκριση στο σχόλιό μου. Θα εκτιμούσα πάντως αντί του να επαναλαμβάνεις με γενικούς όρους την απόλυτη πίστη σου στην ελεύθερη αγορά, να αναφερόσουν και στα όσα επεσήμανα. Το ότι κάποτε η (όποια) αλήθεια θα λάμψει, δεν το αμφισβητώ, με ενδιαφέρει όμως και το τι συμβαίνει όσο είμαι ο ίδιος ζωντανός. Καλό είναι εκτός από γενικές αρχές, να προτείνουμε και συγκεκριμένες πρακτικές λύσεις.
Το άρθρο σου έχει σημαντικές ανακρίβειες που άλλοι (π.χ. ιστορικοί) είναι πολύ πιο αρμόδιοι από εμένα να τις επισημάνουν. Από πλευράς μου εστίασα σε κάποιο συγκεκριμένο ζήτημα το οποίο παρακολουθώ από κοντά. Αναφέρεις ότι η ελεύθερη αγορά «καθορίζει την πραγματικότητα που ζούμε». Δεν συμφωνώ και πιστεύω ότι και πολλοί άλλοι εδώ θα διαφωνήσουν. Πώς θα μπορούσε να την καθορίζει τι στιγμή που δεν την αφήνουν να δουλέψει;
Στις Η.Π.Α. η πυρηνική βιομηχανία προσπαθεί να προωθήσει το εμπόρευμά της με περιβαλλοντικό προσωπείο (βλ. http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,1869203,00.html ). Γιατί; Επειδή έχει πλέον γίνει αντιληπτό ότι είναι πανάκριβο. Πώς τότε αναπτύχθηκε τόσα χρόνια; Λόγω της επιδότησης της έρευνας και της άγνοιας των εξωτερικοτήτων. Για ποια ελεύθερη αγορά μιλάμε ακριβώς;
Αν και έχω εμπιστοσύνη (όχι πίστη) σε κάποιους μηχανισμούς της αγοράς, το άρθρο του κου. Ευαγγελόπουλου και το σχόλιο-απάντησή του με έχουν αφήσει εμβρόντητο. Θα ξεκινήσω λοιπόν από την απάντηση καθώς αναδεικνύοντας τις αδυναμίες των θεμελίων θα φανούν και τα επικίνδυνα κενά του υπόλοιπου οικοδομήματος.
Αν και η «ελεύθερη αγορά» δεν υπόσχεται κάποια «μεταφυσική αλήθεια», βλέπουμε ότι στο μυαλό του κου. Ευαγγελόπουλου παραμένει «μυσταγωγία του σύγχρονου κόσμου», και του επιτρέπει να εκφράζει μάλιστα και προφητείες για το μέλλον του πολιτισμού (μας;). Πόσο πιο καθαρή διατύπωση του μεταφυσικού οράματος της τεχνολογικής εποχής μπορεί να περιμένει κανείς; Σπάνια η ιδεολογία της τεχνολογίας (συμπεριλαμβανομένης και της κοινωνικής τεχνολογίας της αγοράς) εκφράζεται τόσο άμεσα προκειμένου να γίνουν σαφείς οι αναλογίες με τη θρησκεία, σε αντιδιαστολή με την οποία ορίζεται (ο σημαίνων άλλος).
Ο σεβασμός μου στις ανθρώπινες μεταφυσικές ανησυχίες και στις κατά καιρούς απαντήσεις (ατομικές, θρησκευτικές, πολιτικές, επιστημονικές) σε αυτές είναι σχεδόν απόλυτος, στο βαθμό όμως που αναγνωρίζονται ως τέτοιες. Οι ανησυχίες αυτές, προερχόμενες από την ομορφιά αλλά και την αβεβαιότητα της ύπαρξής μας, όχι μόνο δεν είναι κατακριτέες αλλά αποτελούν σημαντική δημιουργική δύναμη. Μάλιστα μπροστά στα πράγματα που με αγγίζουν –το θαύμα της ζωής, τη γέννηση, το θάνατο, τις ανθρώπινες σχέσεις και την πανέμορφη πολυπλοκότητα του κόσμου μας- το να θεωρήσω την «ελεύθερη αγορά» ως «θαύμα θαυμάτων» μου φαίνεται ως φοβερή αδικία απέναντι στον εαυτό μου και το σύνολο, αλλά και ως έλλειψη φαντασίας και αντίληψης σε σχέση με τον φυσικό κόσμο. Χωρίς να θέλω να υπερτονίσω τη διαφορετική μου αντίληψη (γούστα είναι αυτά) θέλω να αναδείξω την αδυναμία του συγγραφέα να εκτιμήσει αυτό για το οποίο γράφει: το φυσικό περιβάλλον και μάλιστα υπό το πρίσμα της συνέχισης της ζωής.
Σε κάθε περίπτωση, η παρούσα μορφή παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας σίγουρα επηρεάζει τη ζωή όλων μας, αλλά περισσότερο επηρεάζει τον συγγραφέα ως αξιακό πρίσμα και θέσφατο το οποίο δεν του επιτρέπει να αντιληφθεί την πραγματικότητα στην οποία ζούμε (κοινό πρόβλημα της ακαδημαϊκής ψυχοσύνθεσης) αλλά κυρίως του επιτρέπει να συμφιλιώσει τα λογικά παράδοξα των απόψεων του.
Σε ότι αφορά λοιπόν την αρχική δημοσίευση, παρά την πίστη του στην επιστήμη, ο κος. Ευαγγελόπουλος, φαίνεται να αγνοεί βασικά συμπεράσματα τόσο του δικού του κλάδου (οικονομικά) όσο και της «σύγχρονης επιστήμης της μελέτης του περιβάλλοντος» (η οποία αργότερα συγχέεται με την οικολογία). Γνωρίζοντας την απόλυτη έλλειψη διδασκαλίας των περιβαλλοντικών οικονομικών στα ελληνικά πανεπιστήμια και την κλαδική περιχαράκωση, δεν εκπλήσσομαι. Όταν όμως οι ανακρίβειες (ημιμάθεια;) φορούν καπελάκι επιστημοσύνης και κορσέ φανατισμού θρησκευτικού τύπου, δεν μπορώ παρά να τρομάξω.
Η οικονομία («ελεύθερη αγορά» ή όχι) αποτελεί ανθρωπογενές υποσύστημα το οποίο εντάσσεται στο ευρύτερο οικοσύστημα και το οποίο μοιράζεται με άλλες μορφές ζωής, έντομα, ζώα, φυτά, ορυκτά, κλπ. Μπορούμε να διαφωνήσουμε για τα όρια του ευρύτερου οικοσυστήματος (τη φέρουσα ικανότητα του πλανήτη γη), αλλά ελπίζω ότι να συμφωνούμε πως όποια και αν είναι αυτά, και ανεξάρτητα από τις αξίες μας (πόσα είδη πρέπει να εξαφανιστούν προκειμένου να συνεχιστεί η ανθρώπινη οικονομική μεγέθυνση;) αυτά είναι απόλυτα. Στο πλαίσιο αυτό (κυριολεκτικά), «ταγκό σε έναν ξέφρενο ρυθμό της οικολογίας με την οικονομική μεγέθυνση» όχι απλώς δεν προβλέπεται αλλά μόνο ως κανιβαλιστικό και αυτοκαταστροφικό όργιο μπορεί να υπάρξει. Φυσικά, το πρόβλημα των ορίων της μεγέθυνσης έχει τεθεί και εν μέρει απαντηθεί από πληθώρα οικονομολόγων (όχι τον Coase φυσικά) ακόμα και ως πρόβλημα απλής φυσικής (Georgescu-Roegen) αν όχι ηθικής (Sen, Daly κλπ). (Αποφεύγω να μπω στο ζήτημα της μέτρησης της μεγέθυνσης αλλά είμαι στη διάθεσή σας αν θέλετε να το ανοίξετε).
Πέρα από αυτή τη θεμελιώδη παράλειψη του Κανόνα της οικονομικής επιστήμης η οποία βαραίνει τον κλάδο συνολικά, ερχόμενοι στο ζήτημα των εκπομπών αερίων βλέπουμε τις αφαιρετικές τάσεις του συγγραφέα να μπαίνουν σε πλήρη λειτουργία. Η αγορά ρύπων φυσικά και δεν είναι η λύση στο πρόβλημα της υπερθέρμανσης της γης: είναι μέρος της λύσης ενός εξαιρετικά σύνθετου προβλήματος και κατά γενική ομολογία (βλ. IPCC) από μόνη της εξαιρετικά ανεπαρκής (βλ. π.χ. άλλους παράλληλους στόχους για μείωση της κατανάλωσης). Είναι ο ελάχιστος κοινός παρανομαστής εντός του «πολύμορφου και πλουραλιστικού περιγράμματος» της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Η ιστορία του μέτρου αυτού και άλλων σχετικών είναι κυρίως πολιτική και εν πολλοίς αφορά την προσπάθεια πολιτών, ακαδημαϊκών και τμημάτων κρατών να παρακάμψουν τα εμπόδια που τίθενται από οργανισμούς της «ελεύθερης αγοράς» και την αυξημένη πρόσβασή τους στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Επιπλέον, το να θεωρεί κανείς πως εκεί που ένα είδος ανθρώπινης «συλλογικής δράσης (κράτος) δεν μπορεί να…πετύχει διότι είναι απαγορευτικά πολυδάπανο ή απογοητευτικά αναποτελεσματικό», ένα άλλο (η αγορά) θα τα καταφέρει, ειδικά εκεί που τόσο κατάφορα μέχρι σήμερα έχει αποτύχει, απαιτεί πράγματι θρησκευτικού τύπου πίστη προκειμένου να καλυφθεί η απόσταση από την κοινή λογική και να υπερπηδηθεί το σχετικό επιστημονικό και εμπειρικό κενό.
Αν και αυτονόητο, επισημαίνω επίσης πως οι εκπομπές αερίων –σε αντίθεση π.χ. με το θέμα της ένδυσης ή της τροφής– είναι ανθρωπογενές πρόβλημα το οποίο έχει προκύψει ακριβώς από την ψυχοσύνθεση του «πιονιέρου» και των συνοδευτικών θεσμών στους οποίους έχει τόση πίστη ο κος. Ευαγγελόπουλος. Ο περιορισμός των εκπομπών έρχεται αφού έχει δημιουργηθεί το πρόβλημα (end-of-pipe solution που λένε και οι μηχανικοί) από τον πιονιέρο-καπιταλιστή (στην αφήγηση του συγγραφέα). Το ζήτημα δεν είναι να αποσύρονται γρήγορα (πόσο γρήγορα μπορείς να μετρήσεις την απώλεια ζωής από χημικές ουσίες;) αλλά φυσικά να μη δημιουργούνται.
Το ζήτημα ανοίγεται στο άρθρο και αφήνεται στην τύχη του (λόγω έλλειψης εμπειρικών στοιχείων να υποθέσω;). Συμφωνώ λοιπόν πως η ατομική ευθύνη και η ιδιωτική πρωτοβουλία είναι μέρος της λύσης αλλά φυσικά όχι μόνες τους.
Η ταύτιση των «πιονιέρων του καπιταλισμού» με τους επιστήμονες και εφευρέτες αποτελεί ανιστόρητη και επικίνδυνη ιδεοληψία, όχι μόνο γιατί εξισώνει τον επιστήμονα με τον καπιταλιστή (Γαλιλαίος; Νεύτωνας;) αλλά αγνοεί τη βαθιά θρησκευτική πίστη πολλών επιστημόνων (με πιο πρόσφατα παραδείγματα τον Νιλς Μπορ και τον Αϊνστάιν). Ειδικά σε σχέση με την τριβή μεταξύ καπιταλιστών και εφευρετών υπάρχει μια ολόκληρη γενεαλογία διαμάχης (με αφορμή το ιδιοκτησιακό δικαίωμα της πατέντας) και το αντίστοιχο πρότυπο του απόκληρου επιστήμονα (βλ. Τέσλα). Για την αδράνεια της αγοράς να ενσωματώσει εφευρέσεις (πόσο μάλλον ιδέες όπως η συστημική σκέψη της κβαντικής φυσικής), πλην των δημοσίως χρηματοδοτούμενων στρατιωτικών ή αυτών της άμεσης απόδοσης, δεν αρκεί παρά να κοιτάξουμε γύρω μας τον ενεργοβόρο QWERTY κόσμο μας. Η δε ανευθυνότητα των καπιταλιστών επιβεβαιώνεται –δυστυχώς- μέρα με τη μέρα στη φαρμακευτική, τη βιοτεχνολογία και και και. Ας μην υπάρχουν αυταπάτες, δεν υπάρχει μοναχικός πιονιέρος στην εξερεύνηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, υπάρχουν μελετημένες (συχνά συγκλίνουσες) αποφάσεις ιδιωτικών και δημοσίων γραφειοκρατιών. Άλλωστε η νέα μυθολογία του «πιονιέρου» δεν αφορά την διαμάχη του με το κράτος ή την εκκλησία αλλά φυσικά τις υπάρχουσες εταιρίες.
Καθώς τα περιθώρια για «δημιουργική καταστροφή» στενεύουν (βλ. όρια οικοσυστήματος) όσο σημαντικός και να είναι ο πιονιέρος επιχειρηματίας για τον καπιταλισμό (εκτιμώ όλο και λιγότερο στην παρούσα γιγάντια συγκέντρωση κεφαλαίου), απέχει πολύ από το να είναι απαραίτητος για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Η αίσθηση μου είναι πως η γνώση που χρειαζόμαστε υπάρχει περισσότερο στις γιαγιάδες μας: η αλληλοϋποστήριξη, η φροντίδα της γης, ο σεβασμός στη ζωή, η αίσθηση της ομορφιάς, η αναζήτηση της αλήθειας, και φυσικά η φειδώ (σε αντιδιαστολή με τη μεγέθυνση).
Σε κάθε περίπτωση, ο σύγχρονος μύθος της ελεύθερης αγοράς, βασίζεται σε τέτοιο βαθμό στην υπόθεση της τέλειας πληροφόρησης που τον κάνει μια ενδιαφέρουσα άσκηση επί χάρτου, η οποία συχνότατα βαίνει ενάντια στην κοινή λογική και εμπειρία, όπως σωστά σημειώνει ο Αλέξανδρος. Η παγκόσμια «ελεύθερη αγορά» δεν είναι κάποιο παζάρι, που πας δυο πάγκους παρακάτω και βρίσκεις πιο φτηνά ψάρια. Αποτελεί γιγαντιαία γραφειοκρατία και μηχανισμό εξουσίας (με φυσικά και ιδεολογικά μέσα) μπροστά στην οποία η καθολική εκκλησία είναι κοινοτικό συμβούλιο και η ΕΣΣΔ εξαιρετικά αποτελεσματικός διαχειριστής φυσικών πόρων. Στην κλίμακα αυτή είναι αναπόφευκτο να υπάρχουν οι αντίστοιχοι μεσάζοντες και μανδαρίνοι (ή κληρικοί ή μουλάδες) οι οποίοι έχουν καλύτερη πληροφόρηση και τείνουν να την χρησιμοποιούν προς ίδιο όφελος. (Οι τύποι αυτοί δεν είναι εκτρώματα αλλά οι πραγματικοί πιονιέροι του κόσμου που θαυμάζει ο κος. Ευαγγελόπουλος). Σε κάθε περίπτωση, και πέραν του ζητήματος της πληροφόρησης, οι επιδοτήσεις της «ελεύθερης» αγοράς μέσω των αμυντικών δαπανών (βλ. μικροεπεξεργαστές, διαδίκτυο, ΓΣΠ) και της στήριξης της πετρελαιοκίνησης είναι τέτοιες που και μόνο η χρήση του όρου φαντάζει ως αυτοσαρκασμός (π.χ. Myers and Kent Perverse Subsidies). Δυστυχώς, η απαραίτητη αλλαγή των λογιστικών αξιών για τα κράτη (ΑΕΠ) και επιχειρήσεις (triple bottom line) ασφυκτιά υπό το βάρος της οικονομικίστικης νεοφιλελεύθερης σκέψης στα πιο κρίσιμα πόστα. Ας ελπίσουμε ότι θα έχουμε άλλα σαράντα χρόνια να ξεπεράσουμε αυτές τις αγκυλώσεις.
Όσο για τις ιστορικές ανακρίβειες ιστορικές του άρθρου, θα σταθώ μόνο σε μία όχι ως ιστορικός, αλλά κυρίως για να φανούν οι λογικές παρεκβάσεις του άρθρου το οποίο κατά τα άλλα κηρύττει την επιστήμη. Αναφέρεται λοιπόν πως:
«…από την πρώτη μέχρι και την δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, συντελέστηκε [αυτό] το θαύμα προόδου, χωρίς την παραμικρή κρατική ανάμιξη…»
Η άγνοια της οικονομικής και πολιτικής ιστορίας της Ευρώπης (χάρτες βασιλέων για λειτουργίες εταιριών, περιφράξεις, εισαγωγή της πατέντας, καταστολή κλπ.) αγγίζει τα όρια του επικίνδυνου. Κυρίως όμως, η εισαγωγή έννοιας της περιορισμένης ευθύνης για εταιρίες στο βρετανικό δίκαιο το 1844 αποτελεί την πλέον καθοριστική κοινωνική/ πολιτική καινοτομία και τεχνολογία. Παράλληλα, καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα μια σειρά από αποφάσεις των δικαστηρίων των ΗΠΑ, οδήγησαν στην εξομοίωση των εταιρικών δικαιωμάτων με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την επακόλουθη διαστρέβλωση της διακήρυξης της Ανεξαρτησίας και του αμερικάνικου συντάγματος. (Η νομολογία αυτή έχει οδηγήσει επίσης και στη σύγχυση μεταξύ πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού, που ταλαιπωρεί τόσο τους νεοφιλελεύθερους και φυσικά τον κόσμο).
Δυστυχώς, οι ανακρίβειες του άρθρου το κάνουν εύκολο στόχο και στερούν από την αξιοπιστία του site ειδικά σε θέματα περιβάλλοντος. Υπάρχουν μηχανισμοί της αγοράς οι οποίοι μπορούν και πρέπει να λειτουργήσουν, αλλά το ζήτημα παραμένει βαθιά πολιτικό και συλλογικό (απέναντι στην ατομικιστική ιδεοληψία). Ευτυχώς, απέναντι στην αδυναμία του Ευαγγελόπουλου να κινηθεί στο τερέν που ο ίδιος διάλεξε, το erooster παραθέτει την εξαιρετική ρήση του Popper ο οποίος ήταν πάντα ευαίσθητος στους εχθρούς της ελευθερίας και στα ψευδοφιλοσοφικά τεχνάσματά τους: Those who promise us paradise on earth never produced anything but a hell.