Δεν μπορώ καν να θυμηθώ πόσες φορές έχω ακούσει τα τετριμμένα επιχειρήματα για τη δυστυχία και την εξαθλίωση που προκαλεί ο καπιταλισμός, για τις «κοινωνίες των 2/3» και των «γκέττο» , για έναν κόσμο εν γένει, όπου οι «πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι».
Οι διανοούμενοι του αντικαπιταλισμού, ξεσκολισμένοι πολιτικοί αγωνιστές οι περισσότεροι,και έμπειροι προπαγανδιστές, χρησιμοποιούνε μεθοδικά και αδίστακτα το όπλο της στατιστικής. Γραφήματα και ποσοστά παρελαύνουν στη σχετική αρθρογραφία, «αποδεικνύοντας» υποτίθεται την σταδιακή πτώση του βιοτικού επιπέδου των «μαζών», και την προλεταριοποίηση της μεσαίας τάξης, ιδίως τα τελευταία 30 «νεοφιλελεύθερα» χρόνια. Όταν τα νούμερα δε βολεύουν, η ιδεολογική τρικυμία ξεβράζει το χιλιοειπωμένο επιχείρημα: «οι αριθμοί» μας λένε «ευημερούν και οι πολίτες υποφέρουν»
Η φτώχεια είναι ένα φαινόμενο που οριοθετείται και εννοιοδοτείται δύσκολα. Ο Μ.Φρίντμαν έγραψε κάπου πως «η φτώχεια εξαρτάται απ τη ματιά του παρατηρητή». Πολλές σχετικές μετρήσεις επικεντρώνονται στα έσοδα των χαμηλών εισοδηματικών τάξεων, στο μέσο εισόδημα κλπ. Το πρόβλημα όμως δε δύναται από τη φύση του να περιοριστεί σε έναν πόλεμο αριθμών και μέσων όρων. Ζήτημα είναι και το τι ακριβώς θα πρέπει να μετρήσουμε για να φτάσουμε σε ασφαλή συμπεράσματα.
Μπορούμε νομίζω να συμφωνήσουμε όλοι πως ένα από τα ασφαλέστερα κριτήρια φτώχειας για μια οικογένεια, είναι τα μέσα που χρησιμοποιεί στην καθημερινότητα της, δηλαδή ο εξοπλισμός του νοικοκυριού της με οικοσκευές,εργαλεία και είδη πολυτελείας. Το σπίτι μιας φτωχής οικογένειας του τρίτου κόσμου στερείται ηλεκτρικού ρεύματος , τηλεόρασης, κουζίνας, ακόμα και τρεχούμενου νερού. Είναι σαφές νομίζω πως δε μπορεί να θεωρηθεί εξίσου φτωχή μια οικογένεια Αμερικανών που ναι μεν έχει εισόδημα χαμηλότερο από το μέσο όρο αλλά διαθέτει όλα τα κομφόρ και τις ανέσεις της σύγχρονης ζωής ( ηλεκτρισμό,ύδρευση,θέρμανση, ίντερνετ κλπ) . Φυσικά,ακόμα και στον αναπτυγμένο κόσμο που νίκησε την απόλυτη φτώχεια, εξακολουθούν να υφίστανται κοινωνικά προβλήματα. Το ζήτημα είναι αν τα προβλήματα αυτά οξύνονται ή αν στην πραγματικότητα περιορίζονται με το πέρασμα του χρόνου.
Απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μας δίνει μια πρόσφατη μέτρηση του US Census Bureau. Η συγκεκριμένη έρευνα ρίχνει φως στην ουσιαστική κατάσταση των νοικοκυριών της Αμερικής επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της στα λεγόμενα extended measures of well being, μ ‘άλλα λόγια στη διαθέσιμη οικοσκευή,τα προϊόντα καθημερινής χρήσης , τις γενικότερες υποδομές της οικογενειακής στέγης, της γειτονιάς κλπ. Για να δούμε λοιπόν ποιες είναι οι «επιδόσεις» των Αμερικανών σε αυτόν τον τομέα με βάση τα στοιχεία του έτους 2005 που δημοσιεύτηκαν πριν από μερικές μέρες αλλά και συγκριτικά με στοιχεία περασμένων ετών.
πηγή [1]
Βλέπουμε εδώ πως μεταξύ του 2003 και του 2005 το ποσοστό των φτωχών αμερικάνικων οικογενειών που διέθετε τουλάχιστο δέκα από τις δεκατρείς αναφερόμενες οικιακές συσκευές αυξήθηκε και σε αρκετές περιπτώσεις αλματωδώς. Ειδικότερα, το ποσοστό αυτών που κατέχουν κινητό τηλέφωνο αυξήθηκε μεταξύ του 2003 και του 2005 κατά 13,6 ποσοστιαίες μονάδες. Τα πτωχά νοικοκυριά που διαθέτουν υπολογιστή αυξήθηκαν κατά 6,4% μεταξύ του 2003 και του 2005 και κατά 39,5 % περίπου μεταξύ 1984 και 2003. Τεράστια ήταν η αύξηση και όσων διαθέτουν πια τηλεόραση και βίντεο σε σχέση με το έτος 1984 (27,1% και 80,2% αντίστοιχα). Μεταξύ του 1984 και του 2005 υπερδιπλασιάστηκαν οι φτωχές οικογένειες που διαθέτουν πλυντήρια πιάτων και περίπου επταπλασιάστηκε το νούμερο αυτών που κατέχουν φούρνο μικροκυμάτων. Μείωση παρουσιάζεται κυρίως στην κατοχή σταθερών τηλεφώνων, που είναι πασιφανές πως αντισταθμίζεται από την αυξημένη τάση αγοράς κινητών.
Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους. Σημειώστε δε πως σε σχέση με το μέσο πτωχό του 1971 αλλά και με το μέσο (εύπορο) πολίτη της ίδιας χρονιάς η σημερινή φτωχή οικογένεια τα πάει πολύ καλύτερα, απολαμβάνοντας αγαθά και προϊόντα που τότε θεωρούνταν πολυτέλεια ή και δεν υπήρχαν καθόλου. Ενδεικτικά, το 1971, φούρνο μικροκυμάτων είχε μόλις 1% του συνολικού πληθυσμού ενώ σήμερα τέτοια συσκευή υπάρχει στο 92% των φτωχών νοικοκυριών. Αιρκοντίσιον διαθέτει πια το 78.8% των πτωχών, ενώ το 1971 διέθετε μόλις το 31.8% του συνόλου. Και όλα αυτά σε συνθήκες «στυγνού» καπιταλισμού και μιας έντονης κυβερνητικής παρουσίας των φιλελεύθερων-συντηρητικών δυνάμεων από το 1980 και εντεύθεν.
Το ερώτημα τώρα είναι πού οφείλεται αυτή η βελτίωση της κατάστασης των πτωχών νοικοκυριών. Στο κράτος-προνοίας? Στην καλή τύχη? Ή μήπως στο εφαρμοζόμενο οικονομικό σύστημα που εγκαλείται μονίμως για την «σκληρότητα» του?
Τον ίδιο προβληματισμό εξέφρασε και ο οικονομολόγος Mark Perry. Για να δώσει μια σαφή απάντηση μελέτησε τις διαφορές στο κόστος συσκευών καθημερινής χρήσης ανάμεσα στα έτη 1973 και 2009. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά.
πηγή [2]
To ανωτέρω γράφημα δείχνει τις τιμές λιανικής για έντεκα διαφορετικές οικιακές συσκευές (πλυντήρια, τηλεοράσεις, τοστιέρες κλπ) και το κόστος αυτών μετρημένο σε εργατοώρες βάσει του μέσου ωρομισθίου τότε και τώρα ( 4.12 δολλάρια το 1973 και 18.72 δολλάρια σήμερα) . Παρά τα όσα ακούμε εδώ και χρόνια περί ακρίβειας, τα στοιχεία αποδεικνύουν με τον πλέον εναργή τρόπο σημαντικές μειώσεις στο πραγματικό κόστος της μέσης οικοσκευής από το 1973 μέχρι σήμερα : χαρακτηριστικά , το κόστος έπεσε κατά 50,7 % για ένα μέσο φούρνο, κατά 83.5% για μια έγχρωμη τηλεόραση, 69,1 % για ένα πλυντήριο, κατά μέσο όρο δε, μιλούμε για μείωση τουλάχιστο 70,8% μεταξύ 1973 και 2009.
Με άλλα λόγια η αγορά έντεκα βασικών οικιακών συσκεών το 1973 «απαιτούσε» για έκαστη οικογένεια περίπου πεντακόσιες πενήντα μία ώρες δουλειάς, ενώ σήμερα οι ίδιες οικοσυσκευές «κοστίζουν» στους εργαζομένους μόλις εκατόν εβδομήντα μία ώρες εργασίας.
Συνεπώς ο λόγος για την βελτίωση της κατάστασης των φτωχών νοικοκυριών είναι ξεκάθαρος: Οι βελτιωμένες οικονομίες κλίμακος, οι πιο αποδοτικές αλυσίδες παραγωγής, τα αρτιότερα συστήματα διοίκησης, και κυρίως η φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση ρίχνουν το κόστος του παραγόμενου προϊόντος δίδοντας έτσι την ευκαιρία και στους φτωχότερους να το αποκτήσουν. Η Σουμπετεριανή Δημιουργική Καταστροφή και το «παίγνιο παραγωγής πλούτου»,όπως χαρακτήρισε ο Χάγιεκ την Αγορά, ανοίγουν γοργά το δρόμο στην υλική ευμάρεια του κοινωνικού συνόλου.
Τι κόσμος είναι άραγε αυτός όπου οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί…επίσης πλουσιότεροι? Σίγουρα όχι ο κόσμος που μας παρουσιάζεται καθημερινά από στρατευμένα μέσα ενημέρωσης και σοσιαλιστές διανοουμένους. Ο καπιταλισμός μπορεί να εμφανίζει προβλήματα και κρίσεις,να γεννά ερωτηματικά, ενίοτε να αμφισβητείται. Κανείς όμως δε θα πρέπει να αρνηθεί ότι παράγει Πλούτο. Σήμερα. περισσότεροι άνθρωποι από ποτέ έχουν προσβάσεις σε πόρους και μέσα που παλαιότερα φάνταζαν βγαλμένα από την πιο ζωηρή φαντασία. Κι αυτό εξαιτίας ακριβώς του οικονομικού εκείνου συστήματος που αρκετοί συμπολίτες μας λατρεύουν να μισούν.
Xάρης Πεϊτσίνης