Oι μουγγοί και οι φωνακλάδες

Δεκ 4th, 2007 | | Κατηγορία: Γενικά, Πολιτική | Email This Post Email This Post | Print This Post Print This Post |

Του Γιωργου Παγουλατου*1

Η ανάγκη ασφαλιστικής μεταρρύθμισης είναι γνωστή εδώ και δύο δεκαετίες. Η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη. Σειρά εκθέσεων και μελετών —μεταξύ των οποίων της ίδιας της ΓΣΕΕ— από το ’90 αποτυπώνουν το εκρηκτικό μέγεθος του προβλήματος. Κι όμως, μόλις η κυβέρνηση έθεσε το ασφαλιστικό, η αντίδραση αντιπολίτευσης, συνδικάτων και ΜΜΕ έφτασε τα όρια της υστερίας. Το θέμα δεσπόζει στην επικαιρότητα με ορολογία πολεμικών ανακοινωθέντων: «γροθιά», «σοκ», «επίθεση», «αντίσταση», «θα γίνει της Γαλλίας». Γιατί η κοινωνία αντιδρά με τέτοια οξύτητα; Και πού είναι η φωνή των τριαντάρηδων και σαραντάρηδων, που χωρίς ασφαλιστική μεταρρύθμιση κινδυνεύουν να βρουν χρεοκοπημένα ταμεία;

Μια πρώτη εξήγηση είναι ότι η κυβέρνηση δεν εμπνέει την εμπιστοσύνη που απαιτείται για να ζητήσει θυσίες. Το κράτος δεν έχει καταβάλει το μερίδιό του. Τα «δομημένα ομόλογα» δεν έχουν ξεχαστεί. Η επιλεκτική μεταχείριση προνομιούχων ομάδων προκαλεί.

Η δεύτερη εξήγηση είναι ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση, παρότι αναγκαία για το γενικό συμφέρον, δημιουργεί χαμένους, αφαιρεί κεκτημένα. Οι δυνητικά ζημιούμενοι, έχοντας την εμπειρία του παρελθόντος, γνωρίζουν ότι όσο οξύτερα αντιδράσουν τόσο πιθανότερη η ακύρωση των αλλαγών και η αποτροπή άλλων μελλοντικών.

Ομως δύο πράγματα παραμένουν εντυπωσιακά. Η υποστήριξη των αλλαγών, ακόμα και στο εσωτερικό της κυβέρνησης, είναι εξαιρετικά υποτονική. Και, για ένα ζήτημα τόσο κεφαλαιώδες, η απουσία εποικοδομητικής δημόσιας συζήτησης είναι εκκωφαντική.

Ο ιδεολογικός χώρος του μεταρρυθμισμού στην Ελλάδα υπήρξε και παραμένει διακομματικά ασθενής

Η βαθύτερη εξήγηση παραπέμπει σε κάτι ευρύτερο. Ο ιδεολογικός χώρος του μεταρρυθμισμού στην Ελλάδα υπήρξε και παραμένει διακομματικά ασθενής. Ο ρεφορμιστής Σημίτης επέβαλε προσωρινά την πολιτική του στο κόμμα του — όμως δεν το άλλαξε. Τελικά υποχρεώθηκε σε υπαναχώρηση. Η κυβέρνηση Καραμανλή κλίνει τη «μεταρρύθμιση» σε όλες τις πτώσεις. Ομως τα βήματά της θυμίζουν πυροτεχνουργό σε ναρκοπέδιο.

Η κατ’ εξοχήν επικράτεια του μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος, δηλαδή ο κοινωνικά δυναμικός, ιδεολογικά μετριοπαθής εκείνος χώρος που οριοθετείται μεταξύ φιλελευθερισμού και σοσιαλδημοκρατίας, συνιστά περιθωριοποιημένη μειοψηφία στο εσωτερικό των δύο μεγάλων κομμάτων.

Ακούγεται παράδοξο αυτό για ένα δικομματικό σύστημα που ομνύει στα «μεσαία στρώματα» και τον «μεσαίο χώρο». Ομως τα φαινόμενα απατούν. Η κυρίαρχη σχολή σκέψης στη Ν.Δ. προάγει έναν δεξιό τακτικίστικο εμπειρισμό, προσηλωμένο στη μεγιστοποίηση πολιτικού ελέγχου αντί της προώθησης αλλαγών και στις δημοσκοπήσεις αντί της διακυβέρνησης. Ο μεσαίος χώρος δεν είναι μεταρρυθμιστική ιδεολογία, αλλά επικοινωνιακό εύρημα προκειμένου να απαλλαγεί η Ν.Δ. από την ούτως ή άλλως υπερβολική στάμπα της ανάλγητης νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. Ο χαρακτηρισμός αυτός εκπορεύεται από μια ιδεολογικά ηγεμονική Αριστερά, που υποκαθιστά τον προοδευτικό λόγο με εξορκισμούς της παγκοσμιοποίησης και την κοινωνική πολιτική με υπεράσπιση συντεχνιακών κεκτημένων.

Ποιοι οι θεσμοί που θα προωθούσαν τις αξίες μιας φιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα;

Μια ιδεολογία αποκτά ηγεμονικές αξιώσεις όταν υπάρχουν οι θεσμοί εκείνοι που επιτρέπουν την αναπαραγωγή της. Ποιοι είναι αυτοί οι θεσμοί που θα προωθούσαν τις αξίες μιας φιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα; Τα συνδικάτα του «δεν συζητώ — δεν διαπραγματεύομαι — αποχωρώ από τον διάλογο»; Η δημόσια διοίκηση — μαγαζί των κομματικών βαρόνων; Η Δικαιοσύνη μόνιμος στόχος πολιτικής ποδηγέτησης; Τα σχολεία των καταλήψεων και των διευθυντών που επιλέγονται από τις συνδικαλιστικές παρατάξεις; Τα πανεπιστήμια της γραφειοκρατικής ασφυξίας και ιδεολογικής δυσανεξίας; Η τηλεόραση των παρουσιαστών που ονειρεύονται να αλληλοδαρούν οι καλεσμένοι τους σε κάποιο τηλεοπτικό παράθυρο; Ακόμα και η Εκκλησία μας αντί της πνευματικότητας θητεύει στον διχαστικό πολιτικαντισμό. Πού είναι λοιπόν οι θεσμοί που θα καλλιεργήσουν τον φιλελεύθερο λόγο ενός προοδευτικού μεταρρυθμισμού;

Η Ιστορία δεν βοήθησε. Ο φιλελεύθερος ρεφορμισμός στη μετεμφυλιακή Ελλάδα είτε απορροφήθηκε από το αυταρχικό αντικομμουνιστικό κράτος είτε παρέμεινε στο περιθώριο. Μετά το 1974, η πόλωση της μεταπολίτευσης κονιορτοποίησε ξανά ό,τι είχε απομείνει από τη ρεφορμιστική και φιλελεύθερη παράδοση. Αλλοι εντάχθηκαν στην ευρωκομμουνιστική Αριστερά, άλλοι εξαφανίστηκαν στα θνησιγενή σχήματα του Κέντρου, άλλοι απορροφήθηκαν στον χυλό της πολυσυλλεκτικής Ν.Δ. και άλλοι ενσωματώθηκαν στο λαϊκίζον τότε αντιδυτικό ΠΑΣΟΚ.

Ετσι δύο ισχυροί αντίπαλοι πόλοι σχηματοποιήθηκαν. Ο ένας ηγεμόνευσε στην οικονομία, ο άλλος στις ιδέες. Ο δεξιός πόλος υπήρξε απολίτικος ή ενστικτωδώς συντηρητικός. Εγκατέλειψε το πεδίο των ιδεών σε μια Αριστερά υπερπολιτικοποιημένη, ιδεολογικά μαξιμαλιστική, ενστικτωδώς συγκρουσιακή και αδιάλλακτα καταγγελτική.

Απλώνονται λοιπόν τώρα μπροστά μας ζωντανές οι συνέπειες αυτής της στρέβλωσης. Η μεγαλύτερη μεταβολή στο κοινωνικό μας κράτος «συζητείται» σε έναν «κοινωνικό διάλογο» μεταξύ των μουγγών και των φωνακλάδων.

  1. Ο κ. Γ. Παγουλάτος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, gpag@aueb.gr []

4 σχόλια
Leave a comment »

  1. συμφωνώ απόλυτα με το ευρύτερο πλαίσιο της δημοσίευσης, αν και υπήρξε ορθώς καταγγελτικό προς την αριστερά και την ιδεολογική-“αγωνιστική” δυσκαμψία της αλλά δεν έκανε το ίδιο τελικά και σε επίπεδο διατύπωσης προτάσεων για το ασφαλιστικό. Σωστές οι καταγγελίες προς αρμόδιους και μη φορείς. Ωστόσο και μια παράμετρος ακόμα: τη στιγμή που το ασφαλιστικό, αλλά και το ευρύτερο μισθοδοσιακό σύστημα στην Ελλάδα(της Ε.Ε.) φαίνεται με μαθηματική ακρίβεια να οδεύει προς κατάρρευση, μια μεγάλη μερίδα μορφωμένων Ελλήνων, που αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα παραμένει δέσμια των λαϊκιζόντων ΜΜΕ και των “φασίζοντων” συνδικαλιστών και αποφεύγει να διατυπώσει σαφή άποψη. Το ασφαλιστικό έχει ανοίξει με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, έστω και με λανθασμένες βάσεις και με μια ανείπωτη δειλία και ακόμα μία σαφή (αντί)πρόταση δεν έχουμε ακούσει. Ακόμα και η φιλελευθέρως οικονομικά σκεπτόμενη κοινότητα δεν έχει πεί ακόμα κάτι. Δεν λέω να στηρίξει το κυβερνητικό σχέδιο, απλά να αντιδράσει με προτάσεις που θα λένε την αλήθεια απέναντι σε όλους αυτούς τους “πεφωτισμένους μεσσίες” της αριστεράς και των συνδικάτων. Ακόμα αναμένουμε μια σαφή και βιώσιμη πρόταση. Γιατί?

  2. Ερώτημα: θα την ξαναπληρώσουν αυτοί που πλήρωσαν;

  3. Δεν υπάρχει κυβερνητικό σχέδιο — τι να στηρίξει κανείς; Χωρίς στοιχεία διάλογος δε γίνεται — η κυβέρνηση δεν έχει κάνει λογαριασμό ούτε καν για το πόσα ταμεία υπάρχουν, ούτε πολύ περισσότερο για το πόσες υποχρεώσεις και έσοδα έχει το καθένα. Έβγαλε “διάταγμα” ότι αν δεν δημοσιεύονται ισολογισμοί θα παύονται οι διοικήσεις ταμείων και οργανισμών — παύτηκε καμμιά; Τι να στηρίξει κανείς; Το ότι γενικώς υπάρχει πρόβλημα δεν αμφισβητείται σοβαρά, αλλά στο πως θα λυθεί απαιτούνται τα στοιχεία για τη σημερινή κατάσταση.

  4. πως να εμπιστευθεί ο πολίτης τη μεταρύθμιση της κυβέρνησης στο ασφαλιστικό, όταν την ώρα που τη παρουσιάζει, πρόχειρη, αποσπασματική, χωρίς διάλογο, την ίδια ώρα οι γαλάζιοι, δοτοί πρόεδροι των ασφαλιστικών ταμείων, ευτυχώς όχι όλοι, με τη μεσολάβηση αετονύχηδων, τύπου Παπαμαρκάκη, ζημίωναν με εκατοντάδες δισεκατομύρια ευρώ τα ήδη προβληματικά ταμεία;

Σχολιαστε