του Χάρη Πεϊτσίνη
Πρόσφατη δημοσκόπηση για λογαριασμό του τηλεοπτικού σταθμού Αlphα έφερε στο φως νέα σημαντικά στοιχεία για τη στάση της κοινής γνώμης στο θέμα του ΟΤΕ, των αποκρατικοποιήσεων και της ειδικής θέσης που απολαμβάνουν στην ελληνική κοινωνία οι δημόσιοι υπάλληλοι. Σε ποσοστό 52,2% οι Έλληνες φαίνεται να στηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις στον ΟΤΕ. Οι περισσοτεροι πολίτες, παράλληλα, φέρονται να πιστεύουν ότι η ολοκλήρωση της αποκρατικοποίησης θα οδηγήσει στη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Ανεξαρτήτως του αν η πραγματική πλειοψηφία των πολιτών είναι όντως υπέρ των μεταρρυθμίσεων, με την επιφύλαξη δηλαδή που προσδίδει σε μια δημοσκόπηση το περιορισμένο της εύρος δειγμάτων, είναι σίγουρο ότι ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας δεν συμμερίζεται –πια- το αντικαπιταλιστικό πάθος του ντόπιου συνδικαλισμού.
Η ριζική αντίθεση ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και στον γραφειοκρατικό κορμό του βαθέως κράτους φαίνεται να παίρνει σταδιακά την πιο οξεία της μορφή. Μπαίνει στη φάση της αντιπαράθεσης, ένα οριακό σημείο όπου η δυσφορία μετατρέπεται σε ουσιαστική αντιπολίτευση και ο γραφειοκρατικός μηχανισμός πατώντας αβέβαια στις ακραίες του ρίζες, τις δοσμένες ομάδες ειδικών συφερόντων, τίθεται σε τροχιά σύγκρουσης με την υπόλοιπη κοινωνία.
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της δημοσκόπησης μας οδηγεί σ ένα απρόσμενο συμπέρασμα: Υπάρχει ζωή εκεί έξω! Μια κρίσιμη μάζα πολιτών υποστηρίζει, έστω και παθητικά, την υπέρβαση ενός κατεστημένου συστήματος που θέλοντας και μη έχει αχθεί στα ακρότατα όρια του. Πίσω απο τούτη την επιδίωξη, κρύβεται όπως είναι αναμενόμενο μια πολιτικη πρόταση. Το ενδιαφέρον ζήτημα είναι ότι η πρόταση αυτή δεν έχει προς το παρόν την επεξεργασμένη μορφή μιας αποκρυσταλλωμένης ιδεολογίας αλλά υφίσταται περισσότερο σαν ένστικτο,φυσική ροπή, τάση προς μια δεδομένη κατεύθυνση που αφορά την ελευθερία επιλογής τόσο στο πολιτικό επίπεδο όσο και –κυρίως- στο οικονομικό.
Oι πολίτες κοινώς αρνούνται τα μονοπώλια, αποκρούοντας τις βασικές συνέπειες τους: υψηλές τιμές συνδυασμένες με χαμηλή ποιότητα υπηρεσιών, έλλειψη ανταγωνισμού, κρατικός έλεγχος και φυσικά, γραφειοκρατία. Αυτή η επιλογή είναι από μόνη της ικανή να κλονίσει εκ θεμελίων τη ρητορική των υπερμάχων του κρατισμού. Δίχως την ηθική «ανωτερότητα» που εκπορεύεται από την κοινωνική συναίνεση οι οργανωμένες αντιδράσεις ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις χάνουν την ιδεαλιστική ραχοκοκκαλιά τους. Τα προτάγματα τους, υψωμένα προς στιγμήν στον αστερισμό της υπεράσπισης των «κοινωνικών συμφερόντων» καταρρακώνονται αυτόματα στην πεζότητα των οικονομικών απαιτήσεων της μιας ή της άλλης προσοδοθηρικής ομάδας.
Μπροστά στην κρίση του κρατισμού, η φαντασιακή του πτυχή, ο κόσμος των συμβόλων του, οι ιδεολογικές του χειρολαβές σταδιακά εξαχνώνονται. Οι αγώνες για τη διατήρηση των (αδίκως) κεκτημένων του δημοσιουπαλληλισμού χάνουν έτσι τον χαρακτήρα του αυτονόητου. Οι λεξιλογικοί κώδικες που χάριζαν εκ των προτέρων στους συνδικαλιστές τον τίτλο των «αγωνιστών» αποδομούνται και οι εκάστοτε διαδηλωτες καλούνται να αποδείξουν την ορθότητα των επιχειρημάτων τους με το όπλο της λογικής και όχι με τη λογική των αυτοσχέδιων όπλων.
Εμφανίζονται έτσι εκπρόσωποι των δασκάλων, συνδικαλιστές που ξεπήδηξαν θαρρείς από τα έγκατα της μεταπολιτευτικής μας ιστορίας να κοιτούν απορημένοι το φακό ανίκανοι να απαντήσουν στην πιο αυτονόητη ερώτηση: τι σκοπό είχε η παράλυση του εκπαιδευτικού συστήματος για την ικανοποίηση καθαρά οικονομικών συμφερόντων. Σε μια οργανική συνέχεια του παραπάνω σαστίσματος , οι πολιτικοί εκπρόσωποι των εργαζομένων του ΟΤΕ αντιδρούν πανικόβλητα στα αποτελεσματα της πρόσφατης δημοσκόπησης . Οι κομματικοί εκφραστές του κρατισμού, εχοντας αποπειραθεί να ρευστοποιήσουν το πολιτικό κεφάλαιο που εκπροσωπεί μια δυσαρεστημένη ομάδα εργαζομένων, βρίσκονται άξαφνα με την πλάτη στον τοίχο: τώρα θα πρέπει να υπερασπιστούν τις πολιτικές τους επιλογές απέναντι σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Ασυνείδητα –προφανώς- παίρνουν έτσι θέσεις μάχης ενάντια στον ίδιο τον ελληνικό λαό του οποίου τα συμφέροντα διατείνονται ότι υπερασπίζουν. Το θέαμα θα προκαλούσε το γέλιο αν δεν ήταν τόσο τραγικό. Ακούμε διάφορους δημοσιολόγους να ανασύρουν σκονισμένες έννοιες , όπως η «υποβολή», η «αλλοτριωμένη συνείδηση» και η «συστηματικη προπαγάνδα» που τάχα επιδρούν υποσυνείδητα στην κοινή γνώμη «εκτροχιάζοντας» τις απόψεις της από τον σωστό κομματικό δρόμο. Ο ολοκληρωτισμός σ όλο του το μεγαλείο: όποιος δεν ακολουθεί την άποψη της κοινωνικής αυτής «πρωτοπορίας» είναι ή πράκτορας ή πλανημένος!
Το ζήτημα ξεφεύγει από τα πλαίσια του ΟΤΕ και των πρόσκαιρων τριβών για την ιδιωτικοποίηση μιας ΔΕΚΟ. Άπτεται της ανάγκης να ανοικοδομηθεί θεωρητικά η διερώτηση για την ικανότητα και την επιθυμία των σύγχρονων ατόμων να μεταλλάξουν τις εξουσιαστικές δομές και τελικά να συρρικνώσουν το κράτος ως μηχανισμό ανακατανομής του πλούτου σε συγκεκριμένα κανάλια. Οι ενδείξεις είναι ξεκάθαρες. Το κοινό υπερασπίζεται την υφέρπουσα ανταγωνιστική λογική των αποκρατικοποιήσεων και καταψηφίζει τα «προνόμια» των δημοσίων υπαλλήλων (σε ποσοστό 58.7%). Η στρέβλωση της αγοράς που παράγουν τα μονοπώλια χάνει έτσι το φωτοστέφανο των φιλολαικών της κινήτρων και φανερώνει των εκμεταλλευτικό της χαρακτήρα: γυμνωμένος ο δημόσιος μηχανισμός τεχνητής διαφοροποίησης των εισοδημάτων προκαλεί την κοινωνική αγανάκτηση. Μπροστά σ αυτήν την αλήθεια τα στρώματα της γραφειοκρατίας αντιπαρατάσσουν τη δική τους λογική: πυραμιδική δομή κατανομής του πλούτου βάσει αφύσικων ιεραρχιών, προνόμια αδιανόητα σε συνθήκες ελευθερων συναλλαγών, πατριαρχική προστασία συγκεκριμένων τομέων της οικονομίας από την απειλητική προσφορά βελτιωμένων υπηρεσιών σε καλύτερες τιμές…Μια στάση επενδυμένη με το πολιτικά εκφρασμένο μίσος ενάντια στην ιδιωτική πρωτοβουλία, την καχυποψία μπροστά στο καινούργιο, το πρόταγμα αρχών που απευθύνονται στο θυμικό αψηφώντας κάθε έννοια κοινής λογικής. Παίζεται έτσι ένα παιχνίδι πολλαπλών εγκλήσεων και δημιουργείται ένας χώρος που αποπειράται να συγκρατήσει το υποκείμενο από την διεκδίκηση της ελευθερίας του.
Ταυτόχρονα όμως με την περιχαράκωση των προσοδοθηρικών ομάδων στις ειδικές τους διεκδικήσεις αναπτύσσεται και μια νέα κοινωνική συνείδηση που αμφισβητεί το βάσιμο των αιτημάτων αλλά και τις εκβιαστικές τακτικές πραγμάτωσης τους. Γίνεται λοιπόν φανερό ότι δυο κόσμοι με αντιθετα συμφέροντα περνούν στο στάδιο της σύγκρουσης. Ο ένας, που περικλείει την ανοιχτή κοινωνία, δεμένη, χάρη σε αθραυστους δεσμούς, με το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι. Ένας κόσμος εργαζομένων και ταυτόχρονα καταναλωτών που παράγει και αναπτύσσει τη δραστηριότητα του σε συνθήκες ανταγωνισμού. Και από την άλλη πλευρά, το γραφειοκρατικό κράτος, ένας γιγάντιος μηχανισμός πλοκαμοειδώς απλωμένος σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής, έχοντας στο πλευρό του ομάδες που εξαρτούν την ευημερία τους από τη μέριμνα του..
Το διακύβευμα αυτή τη στιγμή είναι η συμπίεση του κράτους ανάμεσα στις πολιτικές πρωτοβουλίες της κορυφής και την συνειδητή στήριξη των μεταρρυθμίσεων από την κοινωνική βάση. Η εναλλακτική λύση θα ήταν η καθυστέρηση των δομικών μεταβολών με την επικράτηση της λογικής του κρατισμού στα κυβερνητικά και αντιπολιτευτικά υψηλά κλιμάκια . Ο φόβος του πολιτικού κόστους κάνει επικίνδυνα πιθανό το παραπάνω σενάριο. Όμως η κοινωνία των πολιτών αναπτύσσει φυγόκεντρες δυνάμεις στους κόλπους της που ξεπερνούν τις πρωτοβουλίες των υπαρχόντων κομματικών σχηματισμών και παράγουν νέες πολιτικές προτάσεις. Η συγκεκριμένη διάταξη των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων φανερώνει έτσι τη θεμελιώδη σημασία των ζυμώσεων που παρατηρούνται τελευταία στον φιλελεύθερο χώρο
Αν συνδυάσουμε τις δημοσκοπήσεις αυτές με παλαιότερες έρευνες που φανερώνουν θεαματικές μεταστροφές της κοινής γνώμης σε θέματα όπως οι σχέσεις εκκλησίας-κράτους [1] μπορούμε να διαπιστώσουμε μια σαφή κλίση ενός τμήματος της ελληνικής κοινωνίας προς παραδοσιακά φιλελεύθερες αρχές. Μια κλίση που δεν είναι πλήρως ορατή γιατί έχει έναν πραγματιστικό και όχι ιδεολογικό χαρακτήρα Οι πολίτες επιλέγουν το μοντέλο οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης που φαίνεται να μεγιστοποιεί την ελευθερία τους και απορρίπτουν τις οργανωτικές φόρμες που περιορίζουν το δυναμικό και το ευρος των επιλογών του ατόμου. Ένας λόγος παραπάνω για τον απολιτικό χαρακτήρα αυτής της τάσης ήταν μέχρι πρόσφατα η έλλειψη ενός πολιτικού φορέα που να συγκεφαλαιώνει τις καίριες θέσεις τούτης της μερίδας των πολιτών και να τις επενδύει με την κατάλληλη πολιτική ρητορική
Αυτό το ποσοστό της κοινωνίας είναι προς το παρόν μοιρασμένο στους μεγάλους κομματικούς πόλους. Ο απολακτισμός του από τις στείρες κομματικές εξαρτήσεις με τη επακόλουθη ανάκαμψη του πολιτικού ανταγωνισμού είναι προυποθέσεις απαραίτητες για την επιτάχυνση της πορείας των δομικών αλλαγών που έχουν μπει σε εφαρμογή. . Η σταδιακή διαμόρφωση πολιτικών μηχανισμών προώθησης ανάλογων προταγμάτων μόνο αισιοδοξία μπορεί να προκαλέσει για το μέλλον. Το σίγουρο είναι ότι μπροστά μας ανοίγεται μια μακρά και σκληρή περίοδος πολιτικής πάλης δίχως ακόμα ορατό αποτέλεσμα. Εξίσου σίγουρο είναι ότι η πολιτική δύναμη που θα αναλάβει το φορτίο των αλλαγών δε θα πρέπει να διστάσει στιγμή σε μια παρτίδα που δεν μπορεί παρά να έχει νικητές και ηττημένους. Οι εκατέρωθεν συμβιβασμοί και η διατήρηση ενός μικτού status θα αποτελέσει τελικά νίκη του γραφειοκρατικού κράτους σε βάρος της κοινωνίας των πολιτών. Γι αυτό η διέξοδος από τα διλήμματα απαιτεί χωρίς αργοπορία το κόψιμο του γόρδιου δεσμού της κρατικής εξουσίας. Ο επιθανάτιος ρόγχος του κρατισμού, θα σημάνει έτσι με τον πιο άμεσο τρόπο την άνοδο της ανοιχτής κοινωνίας..