Curitiba: Μια πόλη του… “Τρίτου Κόσμου” παραδίδει μαθήματα σχεδιασμού

Δεκ 7th, 2006 | | Κατηγορία: Κόσμος | Email This Post Email This Post | Print This Post Print This Post |

Του Νίκου Μάντζαρη*

Η Curitiba ήταν πριν 50 χρόνια μια τυπική, μεσαίου μεγέθους, πόλη της Βραζιλίας αν και με κάποιες σημαντικές περγαμηνές, ήδη από τότε, στον τομέα του σχεδιασμού. Σήμερα έχει καταφέρει να απολαμβάνει υψηλότατης φήμης σε διεθνές επίπεδο στα θέματα αστικού σχεδιασμού και περιβάλλοντος. Θα προσπαθήσω να περιγράψω τι φαίνεται να έκανε η… τριτοκοσμική αυτή πόλη ώστε:

* να ωθήσει τον βρεταννικό Guardian να χαρακτηρίσει το σύστημα λεωφορείων του Λονδίνου παρωχημένο μπροστά σ’αυτό της Curitiba,
* το 98% των κατοίκων της να δηλώνει ευχαριστημένο με την πόλη τους (όχι, δεν πρόκειται για το “δημοψήφισμα” του Σαντάμ!) και
* η επιφάνεια χώρων πρασίνου ανά κάτοικο να ανεβεί σταδιακά σε επίπεδα ανώτερα και αυτών που συναντώνται σε ευρωπαϊκές και αμερικάνικες μεγαλουπόλεις, την ίδια στιγμή που ο πληθυσμός της μητροπολιτικής περιοχής της αυξήθηκε από 300.000 το 1950 σε σχεδόν 2.800.000 σήμερα.

Ταυτόχρονα, θα κάνω κάποιες συγκρίσεις με τα ισχύοντα στη χώρα μας, ελπίζοντας να φωτίσω κάποιες από τις πηγές του [εδώ] κακού:

1. Η αντίληψη που κυριάρχησε ήταν αυτή του συνολικού σχεδιασμού, και όχι των αποσπασματικών έργων / εργολαβιών, η οποία φυσικά οφείλεται και στις θεσμικές δυνατότητες που είχε και έχει ο δήμος αυτός της Βραζιλίας να καθορίζει αυτόνομα τα του οίκου του. Όπως και σε χώρες της ανεπτυγμένης Δύσης, υπάρχει ουσιαστική ανεξαρτησία των τοπικών κοινωνιών στον καθορισμό του μέλλοντός τους και στη λήψη των αποφάσεων που τις αφορούν.

Η Curitiba έχει τον υψηλότερο αριθμό αυτοκινήτων ανά κάτοικο στη Βραζιλία μετά την πρωτεύουσα Μπραζίλια αλλά και το χαμηλότερο βαθμό χρήσης τους

Θα πρέπει να διευκρινίσω ότι ο όρος “συνολικός σχεδιασμός” δεν αναφέρεται σε κάποιου είδους σοσιαλιστική αντίληψη περί καθορισμού των πάντων από τον Δήμο αλλά στην πρακτική συντονισμένης και συνδυαστικής μελέτης των διαφόρων τομέων δράσης του έτσι ώστε οι αποφάσεις που λαμβάνονται στον ένα τομέα, όχι μόνο να μην αντιβαίνουν σε πρωτοβουλίες που λαμβάνονται σε κάποιον άλλο τομέα αλλά να δημιουργούν και συνέργειες τέτοιες που να πολλαπλασιάζουν τα θετικά αποτελέσματα και να καθιστούν αποδοτικότερη τη χρήση των — έτσι κι αλλιώς πεπερασμένων — διαθέσιμων πόρων.

Ο Δήμος καθορίζει όχι μόνο τις χρήσεις γης αλλά και τους όρους δόμησης εντός των ορίων του καθώς και όλες τις βασικές πολεοδομικές λειτουργίες ενώ είναι και υπεύθυνος για το σύστημα μεταφορών. Μάλιστα, από το 1965 ήδη, δημιουργήθηκε ένα ανεξάρτητο Ινστιτούτο Έρευνας και Σχεδιασμού, εκτός της υπόλοιπης γραφειοκρατίας του Δήμου, με αντικείμενο την προετοιμασία του Σχεδίου της Πόλης, την παρακολούθηση της εφαρμογής του και τον συντονισμό όλων των σχετικών δράσεων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την μορφή και λειτουργία της πόλης.

Στην Ελλάδα αντιθέτως, όλοι οι Δήμοι είναι υποχρεωμένοι, ακόμη και για τα απλούστερα των θεμάτων, να λαμβάνουν την έγκριση του ΥΠΕΧΩΔΕ, χωρίς να έχουν τον τελικό λόγο σε θέματα στοιχειώδη για την ανάπτυξη και λειτουργία τους.

Για παράδειγμα, ο Δήμος της Πάτρας επί 3 ολόκληρα χρόνια προσπαθούσε, και μόλις πρόσφατα κατάφερε(;), να πείσει το ΥΠΕΧΩΔΕ να τροποποιήσει ένα Προεδρικό Διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν η κατασκευή χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων (ακόμη και υπογείων) στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Ανεξάρτητα του αν κάποιος συμφωνεί ή όχι με μια επιλογή είναι πρωτοφανής ο κρατικός εναγκαλισμός / πατερναλισμός που χαρακτηρίζει τις σχέσεις της Κεντρικής Διοίκησης με τις τοπικές διοικήσεις στη χώρα μας.

2. Το ταμπού με τα μέγιστα ύψη και τον συντελεστή δόμησης
Στην Ελλάδα, λόγω κακής παρελθούσας χρήσης δύο πολύ χρήσιμων πολεοδομικών εργαλείων (του συντελεστή δόμησης και του μέγιστου επιτρεπόμενου ύψους των κτιρίων), το θέμα τους έχει καταστεί ένα πρωτοφανές πολεοδομικό ταμπού, πιο ισχυρό κι από τα ταμπού περί κρατικά ρυθμιζόμενης οικονομίας που κυριαρχούσαν πριν λίγα μόλις χρόνια. Οποιαδήποτε ιδέα ή σκέψη που δεν υποτάσσεται στο μονολιθικά απλουστευτικό σχήμα:

Χαμηλά κτίρια, μικρός σ.δ. = καλό # ψηλά κτίρια, υψηλός σ.δ. = κακό

κινδυνεύει αυτομάτως να ριφθεί στο πυρ το εξώτερον! Πολύ καλή περιγραφή της αντίληψης αυτής και των καταβολών της γίνεται στο άρθρο του Αθ. Ζούλια “Αρχιτεκτονική – συντελεστής δόμησης και ύψος κτιρίων. Διαχείριση Περιαστικού χώρου

Αντιθέτως, στην Curitiba, ο Δήμος καθόρισε κατά μήκος κάποιων βασικών οδικών αρτηριών (οι οποίες και είχαν χαραχτεί σύμφωνα με τον δικό του σχεδιασμό) υψηλούς συντελεστές δόμησης ενώ όσο η απόσταση από τους βασικούς οδικούς άξονες μεγάλωνε χαμήλωναν και οι συντελεστές δόμησης. Σε συνδυασμό με τον κατάλληλο καθορισμό χρήσεων γης το αποτέλεσμα ήταν να αναπτυχθούν ψηλά κτήρια γραφείων – υπηρεσιών στις περιοχές με τον υψηλό συντελεστή δόμησης, κατά μήκος των βασικών οδικών αξόνων και η κατευθυνόμενη σ’αυτά κυκλοφορία να μην διαχέεται στις περιοχές κατοικίας. Αυτές αναπτύχθηκαν πιο μακριά από τους βασικούς άξονες, απαλλαγμένες από τον κυκλοφοριακό φόρτο, και προσφέροντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης για τους κατοίκους τους.

3. Το σύστημα των λεωφορείων
στην Curitiba είναι οικονομικά βιώσιμο και χρηματοδοτείται από τα εισιτήρια (!), η τιμολόγηση των οποίων είναι έτσι διαρθρωμένη ώστε έμμεσα να επιδοτούνται οι επιβάτες των φτωχότερων συνοικιών από αυτούς που ανήκουν στη μεσαία τάξη. Ο Δήμος είναι υπεύθυνος για την υποδομή του συστήματος (εξπρές λεωφορειόδρομοι κατά μήκος των βασικών αξόνων, στάσεις, σταθμοί λεωφορείων, σύστημα τιμολόγησης) ενώ για την καλύτερη λειτουργία του συστήματος χρησιμοποιούνται οι υπηρεσίες 10 ιδιωτικών εταιρειών συγκοινωνιών, η άδεια των οποίων μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακληθεί. Τα έσοδα από τα εισιτήρια κατανέμονται μεταξύ των εταιριών με βάση όχι τον αριθμό των εισιτηρίων που κόβει η κάθε μία αλλά με βάση τα διανυόμενα χιλιόμετρα διαδρομής. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί έτσι ενθαρρύνονται οι αστικές συγκοινωνίες να φτάσουν και σε περιοχές χαμηλής κίνησης των οποίων οι κάτοικοι διαφορετικά δεν θα εξυπηρετούνταν. Θα φανταζόταν κανείς, ότι η επιτυχία του συστήματος είναι αναμενόμενη σε μια πόλη της Βραζιλίας όπου οι κάτοικοι μάλλον δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν αυτοκίνητο. Και όμως! Η Curitiba έχει τον υψηλότερο αριθμό αυτοκινήτων ανά κάτοικο στη Βραζιλία μετά την πρωτεύουσα Μπραζίλια αλλά και το χαμηλότερο βαθμό χρήσης τους!

Το στατιστικό αυτό, καθώς και σημαντικό τμήμα της επιτυχίας της πόλης συνολικά, οφείλεται σύμφωνα με τους ιθύνοντές της στο ότι — αντίθετα με ότι γίνεται στις περισσότερες χώρες (και στην Ελλάδα μάλιστα υποχρεωτικά δια νόμου) — τα συγκοινωνιακά έργα δεν αφέθηκαν στα χέρια συγκοινωνιολόγων μηχανικών, αλλά αντιμετωπίστηκαν από αρχιτέκτονες και πολεοδόμους που έχουν εξ’επαγγέλματος την τάση να τα βλέπουν ως τμήμα ενός συνόλου, συνδυάζοντάς τα με τις χρήσεις γης, το ανάγλυφο της πόλης, τη χρήση των φυσικών πόρων, τις κοινωνικές / δημογραφικές παραμέτρους, τα οικονομικά μεγέθη κ.τ.λ.

Στην Ελλάδα, οι δημόσιες συγκοινωνίες, κατά κύριο λόγο είτε βρίσκονται υπό τον έλεγχο αδίστακτων, απροσπέλαστων από την κοινωνία και τον πολίτη κρατικών μονοπωλίων (Αθήνα), είτε είναι σχεδόν εγκαταλελημμένες στη μορφή των ΚΤΕΛ και επιδοτούνται, ίσα-ίσα όσο χρειάζεται για να ψευτοεπιβιώνουν και να ταλαιπωρούν, λειτουργώντας ως οι καλύτεροι προπαγανδιστές του Ι.Χ. αυτοκινήτου. Τα δε σχήματα επιδότησης που έχουν επιλεγεί (επιδότηση ανά εισιτήριο, ή απλώς “κάλυψη” (sic!) ελλειμάτων) δεν βοηθούν στο να εξυπηρετούν οι συγκοινωνίες τις πιο απομακρυσμένες περιοχές των νέων προαστίων ούτε στο να καλύπτουν μεγαλύτερο χρονικό εύρος αλλά αντίθετα περιορίζουν τη συγκοινωνιακή κάλυψη στις περιοχές των αστικών κέντρων με τη μεγαλύτερη κίνηση και στις ώρες εκείνες που υπάρχει ένας ελάχιστος αριθμός επιβατών, καθιστώντας και πάλι απαραίτητη την αγορά – χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου.

4. Η συμμετοχή των πολιτών στα κοινά με διάφορους τρόπους και η δημοκρατική, διαφανής διακυβέρνηση είναι κυρίαρχα στοιχεία της επιτυχίας της Curitiba. Για παράδειγμα, η κύρια πηγή εσόδων για το Δήμο είναι ο φόρος ακίνητης περιουσίας. Οι δημότες όμως, έχουν τη δυνατότητα να ψηφίζουν για τα έργα που θα γίνουν απο το Δήμο στις γειτονιές τους, τη στιγμή που πληρώνουν τους φόρους. Ένας ιστορικός πεζόδρομος, από τους πρώτους που δημιουργήθηκαν στον κόσμο, το 1972, κατασκευάστηκε μέσα σε τρείς (3) ημέρες, ενώ ένα ολόκληρο πάρκο μόλις σε είκοσι (20).

Η πολιτική κουλτούρα που έχει αναπτυχθεί αναγκάζει τις εκάστοτε δημοτικές αρχές, που δεν προέρχονται πάντα από την ίδια παράταξη, να ακολουθούν τις ίδιες βασικές κατευθύνσεις

Συγχρόνως, η λογική που κυριαρχεί είναι να μην ξοδεύονται οι πόροι του Δήμου σε λίγα, μεγαλεπήβολα σχέδια / έργα αλλά να κατανέμονται σε μια πληθώρα έργων το καθένα από τα οποία εξυπηρετεί πολλαπλούς στόχους που αλληλοσυμπληρώνουν και τροφοδοτούν το ένα το άλλο, ενώ συγχρόνως κάνουν χρήση των ικανοτήτων και της θετικής διάθεσης των κατοίκων, εμπλέκοντάς τους στο μέγιστο δυνατό βαθμό στην ανάπτυξη της πόλης και καλλιεργώντας το αίσθημα αστικής περηφάνιας (civic pride). Κάτι που γίνεται εμφανές ακόμα και από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, στην χρήσιμη και δίχως δυσκολία επικοινωνία που μπορεί να έχει κάποιος με τους εργαζόμενους στο Δήμο και το Ινστιτούτο Σχεδιασμού. Ο δε ιδιωτικός τομέας αντιμετωπίζεται ως ουσιαστικός παράγοντας στην αναπτυξιακή διαδικασία χωρίς κρατικίστικα / γραφειοκρατικά ταμπού. Η διαφάνεια στη διακυβέρνηση αλλά και η χρήση των νέων τεχνολογιών (που βοηθάει και προς αυτήν την κατεύθυνση) υπήρξαν από τις βασικές αρχές στις οποίες βασίστηκε η ανάδειξη της πόλης.

Για όλες τις υπηρεσίες που παρέχει ο Δήμος τηρούνται στατιστικά στοιχεία ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση της προόδου που επιτυγχάνεται, ή ο έγκαιρος εντοπισμός προβλημάτων ή η σύγκριση βάσει κοινά αποδεκτών κριτηρίων με άλλες πόλεις (benchmarking). Η πολιτική κουλτούρα που έχει αναπτυχθεί αναγκάζει τις εκάστοτε δημοτικές αρχές, που δεν προέρχονται πάντα από την ίδια παράταξη, να ακολουθούν τις ίδιες βασικές κατευθύνσεις.

Η δήλωση αντιδημάρχου μεγάλου ελληνικού δήμου στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν: “Σχεδιασμός με τους πολίτες δεν γίνεται”, με αφορμή διαμάχη για τη χρήση κάποιου χώρου, αντικατοπτρίζει πολύ καλά την κυρίαρχη αντίληψη που βλέπει τον πολίτη όχι σαν, πιθανό έστω, συμμέτοχο και συνεταίρο αλλά σαν εμπόδιο στην υλοποίηση των δημοτικών σχεδιασμών.

5. Πράσινο – Ανακύκλωση – κοινωνικά-οικολογικά προγράμματα
Προγράμματα ανακύκλωσης, για κάθε υλικό που κυκλοφορεί στην πόλη, συνδυάζονται με κοινωνικά προγράμματα. Για παράδειγμα, κάθε παιδί του Δημοτικού σχολείου στην Curitiba μπορεί να αποκτήσει δωρεάν μια δεκάτομη έκδοση με την ιστορία της πόλης και άλλες πληροφορίες, που χρησιμοποιείται ως σχολικό εγχειρίδιο, σε αντάλλαγμα για υλικά ανακύκλωσης που θα φέρει στους σταθμούς διαλογής. Στα δε κέντρα διαχωρισμού ανακυκλώσιμων, αντί να αγοραστεί πανάκριβος μηχανολογικός εξοπλισμός χρησιμοποιούνται και οι υπηρεσίες πρώην τοξικομανών, αστέγων, νέων μεταναστών κ.τ.λ. ενώ και ο όγκος των απορριμάτων έχει μειωθεί σημαντικά μέσω της εκτεταμένης εκστρατείας ανακύκλωσης.

Το πρόβλημα των πλημμυρών είχε αρχίσει να γίνεται οξύ γύρω στα 1970, όταν ανέλαβε για Δήμαρχος ο Jaime Lerner, πρωτοστάτης της αναγέννησης της πόλης. Η συνεχής αύξηση των μη διαπερατών επιφανειών, καθώς και οι “λύσεις” που είχαν ακολουθηθεί μέσω “διευθετήσεων”, ήταν παρόμοιες με αυτές που συναντούμε έως και σήμερα στις ελληνικές πόλεις και είχαν τα ίδια αμελητέα αποτελέσματα. Τότε, αποφασίστηκε η αλλαγή πορείας στο θέμα αυτό. Αντί να γίνεται προσπάθεια να τιθασευτεί η φύση έγινε προσπάθεια καλύτερης και φυσικότερης εκμετάλλευσης των νερών. Η δόμηση απαγορεύτηκε σε ζώνες δεξιά κι αριστερά των ρεμάτων / ποταμών, σκάφτηκαν μικρά χαντάκια – λίμνες που λειτουργούν σαν υδάτινα στοιχεία των χώρων πρασίνου που δημιουργήθηκαν ολόγυρά τους και, κυρίως, απαγορεύτηκε η κάλυψη κάθε ανοιχτού χώρου (δημόσιου ή ιδιωτικού) με μη διαπερατά υλικά. Δόθηκαν φορολογικά κίνητρα για την διατήρηση των ιδιωτικών χώρων πρασίνου και φυτεύθηκαν χιλιάδες δέντρα. Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω, το πρόβλημα των πλημμυρών περιορίστηκε, η αξία και οι τιμές των ακινήτων ανέβηκαν, και μαζί τους τα έσοδα του Δήμου.

Το επίπεδο ζωής που προσφέρει η πόλη, και οι οικονομίες σε χρόνο μετακίνησης, της έχουν δώσει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την πολύ καλή γεωγραφική της θέση έλκοντας επιχειρήσεις από ολόκληρο τον κόσμο.

Το παράδειγμα της Curitiba, σίγουρα δεν μπορεί να αντιγραφεί καθότι η κάθε πόλη είναι ένας ξεχωριστός οργανισμός με τις δικές του, συνεχώς μεταβαλλόμενες, ιδιαιτερότητες. Αποτελεί ωστόσο πηγή έμπνευσης και δείχνει το τι είναι δυνατόν να επιτευχθεί μέσα από απλές, πρακτικές λύσεις που θα είναι αποτέλεσμα συνεχούς σχεδιασμού και μελέτης των προβλημάτων της πόλης, ιδίως αν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες διακυβέρνησης και ανάληψης πρωτοβουλιών.

Πηγές:
*Natural Capitalism: Creating The Next Industrial Revolution. Paul Hawken, Amory Lovins and L. Hunter Lovins. Boston. 1999.
*Τηλεοπτικό Ντοκυμαντέρ: People’s Planet: Transforming the City
*http://www.curitiba.pr.gov.br/
*http://www.ippuc.org.br
*http://www.globalideasbank.org/inspir/INS-107.HTML
*http://www.globalideasbank.org/BI/BI-262.HTML

——————————————————————
*Ο Νίκος Μάντζαρης είναι Περιβαλλοντολόγος – Master of City Planning

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε το 2002 στην προσωπική του σελίδα, και αναδημοσιεύται στο e-rooster.gr (μετά από συνεννόηση με τον συγγραφέα) ως συνέχεια της συζήτησης που ξεκίνησε εδώ για την ανάγκη ψηλών κτηρίων στην Αθήνα.

12 σχόλια
Leave a comment »

  1. Γνωστό και αγαπητό άρθρο και χαίρομαι φυσικά που επαναδημοσιεύεται εδώ πέρα.

    Εχω δεί φωτογραφίες της συγκεκριμένης πόλης και έχω μείνει άναυδος, διότι δεν αποτελεί τυπικό παράδειγμα ακόμα και Βραζιλιάνικης πόλης. Ενώ πχ, κατ’ αντιπαράθεση, το Σάο Πάουλο είναι μια τεράστια πόλη με χιλιάδες ψηλά κτίρια, αλλά αφόρητα πυκνή δόμηση και κανένα που να ξεχωρίζει, αντίθετα, οι εναέριες φωτογραφίες της Curitiba αναδεικνύουν ένα textbook-perfect αστικό σχεδιασμό όπου συνυπάρχουν τα ψηλά, κτίρια, οι παραλίες, οι υποδομές και οι άνθρωποι.

    Δεν κοστίζει τίποτα μια έρευνα στο Ιντερνετ και θα εν5τυπωσιαστείτε από το αποτέλεσμα…

  2. Χωρίς και πάλι να το παίζω ειδήμων, αλλά απλά φέρων αντιρρήσεις, θα ήθελα να προσθέσω ότι με την υπάρχουσα εμπειρία βλέπουμε συχνά πολυόροφες οιοκοδμές που απέχουν πολύ από την πρακτικότητα. Αντίθετα μόνο ενισχύουν τις τοπικές αυτοδιοκήσεις και τους εργολάβους. Τέτοιες εικόνες έχουμε πάρα πολλές στη Νέα Πολιτεία του Ευόσμου και στη ΝΙκόπολη Σταυρούπολης στη Θεσσαλονίκη, όπου εφαρμόστηκε το -σημαντικό και αξιόλογο κατά τα άλλα- όπλο του Κοινωξικού Συντελεστή. Το επιπρόσθετο πρόβλημα είναι ότι οι δήμοι θα ξεπουλήσουν κάθε σπίθα γης (βλ. Σταυρούπολη με τον απερχόμενο Δήμαρχο) χωρίς να μείνει ίχνος χώρου για πράσινο. Παράλληλα, ο τόπος γεμίζει τεράστιες οικοδομές, χωρίς υποδομές για μελλοντική ανάπτυξη (αύξηση πληθυμσού, παιδιά, οχήματα κλπ). Και όλα αυτά δεν είναι απλά και μόνο θεωρίες και εικασίες, αλλά η άσχημη ελληνική πραγματικότητα. Βέβαια θα μου αντιτίναται ότι πρέπει να αλλάξει. Σωστά θα συμφωνούσε ο καθένας, αλλά μέχρι τότε; Μήπως απλά θα θυσαύριζαν κάποιοι εις βάρος του κοινωνικού συνόλου;

    Από την άλλη, πρέπει να θυμίσω το λάθος του post σχετικά με τη δόμηση. Μπορεί πολύ εύκολα σε νεόδμητες περιοχές ένας δήμος να θέσει τον Κοινωνικό Συντελεστή αυξόνοντας ως διπλά -νομίζω- την οικοδομήσιμη δόμηση. Έτσι, παίρνει “δώρο” μέρος (περίπου 35-45%) της επιπλέον δόμησης και το υπόλοιπο ο εργολάβος. Έτσι, βωέβαια ο δήμος μετατρέπεται σε αντιπαροχέα οικοπέδου, άλλοτςε για το καλό του συνόλου, άλλοτε εις βάρος του. Ο δήμος έχει σημαντικό λόγο στο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο της έκτασής του και όχι μόνο εκεί. Και σαφώς πρέπει και τούτο να ελέγχεται από την Περιφέρεια, γιατί αλλιώς με τόση διαπλοκή καήκαμε στην Ελλάδα. Δεν μπορεί ένας δήμος (συχνά μη μητροπολιτικός) να κάνει ότι θέλει, ειδικά όταν έχει την απόλυτη πλειοψηφία υποθυκεύοντας το μέλλον όλων μας.

  3. Αυτό είναι άρθρο υπερ του “κεντρικού” σχεδιασμού να υποθέσω?

  4. The urban legent, o μύθος ότι οι υποδομές για ουρανοξύστες είναι οικονομικότεροι καταλήγουν να κάνουν ανεδαφική και αρνητική τη πρόταση.
    Η υπεύθυνη στάση άς ξεκινήσει απο την αντίθετη παραδοχή διότι το κόστος δεν αφορά μόνο τη κατασκευαστική καινοτομία αλλά κυρίως τη σχεδιαστική ιδιαίτερα των πολεοδομικών υποδομών και εδώ τα γεγονότα είναι πολύπλοκα και όχι όπως φαίνονται.
    Ενας ουρανοξύστης και oi πολεοδομικές του υποδομές για αντιμετώπιση κρίσεων απαιτεί άλλου τύπου πρωτόγνωρους σχεδιασμούς, άλλες δημόσιες υπηρεσίες, κτλπ.
    Αξίζει το κόπο αλλά όχι να τη βγάλουμε και στη ζούλα!!
    Η επιτυχία εξαρτάται απο την υπευθυνοτητα να αντιμετωπιστεί με σοβαρότητα.

  5. Eεεε, συγνώμη, μάλλον δεν μιλάμε για τα ίδια πράγματα, αδυνατώ να αντιληφθώ τι σχέση μπορεί να έχει μια όποιαδήποτε περιοχή Ελληνικής πόλης με αυτό που ως άνω περιγράφει ο αρθρογράφος.

    Εδώ μιλάμε για αστικούς μετασχηματισμούς υπέρβασης και όχι για ευτελείς εργολαβίες που να πάρει η ευχή. Ας σταματήσουμε να δαιμονοποιούμε τα πάντα και ας οραματιστούμε… Οσον αφορά το συντελεστή, επιτέλους ας αφήσουμε το ύψος ελεύθερο και ας μειώσουμε την κάλυψη του οικοπέδου. Οι Ελληνικές πόλεις άνω του 1.000.000 κατοίκων είναι απλά πόλεις άνω του 1.000.000 κατοίκων. Εχουν πολλά αλλά όχι όλα τα χαρακτηριστικά των πόλεων άνω του 1.000.000 κατοίκων του εξωτερικού. Δυστυχώς, η αστική τους πυκνότητα, το διάτρητο του νομικού πλαισίου αλλά και η μονομανία μας τις έχει κάνει χειρότερες από άλλες πόλεις. Ας σταματήσει εδώ το κακό. Δηλαδή πρέπει η Αθήνα με τη Θεσσαλονίκη να… συναντηθούν στα Τέμπη από την ανεξέλεγκτη επέκταση για να αντιληφθούμε ότι τα μυστικά της ανακοπής της αναρχίας είναι:

    1. Η Θέσπιση ζωνών ανάπτυξης διαφόρων δραστηριοτήτων.

    2. Η συγκέντρωση των γραφειακών χώρων σε μερικές περιοχές με ανάλογη υποδομή και όχι όπου τύχει,

    3. Η θέσπιση υψηλών ορίων ύψους και η πάση θυσία διάσωση ελευθέρων χώρων στις περιοχές που ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΠΟΦΕΥΚΤΟ ότι θα κτιστούν ή θα δεχτούν πιέσεις με τη μεταφορά συντελεστού καθ’ ύψος, εκεί που ο Θεός, οι κακοί και τρισκατάρατοι εργολάβοι, το κακό καπιταλιστικό κρατος, ο κακός μας ο καιρός, μας δείχνουν ότι η πόλη αναπτύσσει δραστηριότητες.

    Αλλη λύση δεν υπάρχει, όλες οι πόλεις άνω των 300.000 αναπτύσσονται προς τα πάνω οι… άτιμες τι να κάνουμε. Μια Αμερική ανακάλυψε ο δυστυχής Κολόμβος, δεν γίνεται να αλλάξουμε τον κόσμο να ανακαλύψουμε μια άλλη έτσι που να μας συμφέρει.

    Μακάρι να είχαμε μια Αθήνα 5.000.000 να μας θυμίζει το Γαρδίκι Ομιλαίων του νομού Φθιώτιδας από όπου που κατάγεται ο μακαρίτης ο πατέρας μου, ή ανάλογα, τα χωριά από τα οποία καταγόμαστε οι περισσότεροι (αν και εγώ γεννήθηκα στην Αθήνα). Ε, απλά ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ.

    Εκτός αν προτείνετε να επιστρέψουν 4.000.000 Αθηναίων πίσω στα χωριά τους. Ε, λοιπόν εγω δεν φεύγω, οι υπόλοιποι κανονίστε… 🙂

  6. Χωρίς να είμαι ειδικός στα θέματα πολεοδομίας, ένα έχω να πώ:
    άς μην ξεχνάμε πως η Βραζιλία και οι μηχανικοί της έχουν παράδοση στον συγκεκριμένο τομέα. Απόδειξη τρανή η κατασκευή της νέας πρωτεύουσας Brasilia (υπό την επίδραση του Le Corbusier) στη δεκαετία του 50, στο μέσον του …πουθενά!

    http://en.wikipedia.org/wiki/Bras%C3%ADlia

  7. Γρηγόρη,

    η πρότασή σου,

    1. Η Θέσπιση ζωνών ανάπτυξης διαφόρων δραστηριοτήτων.

    2. Η συγκέντρωση των γραφειακών χώρων σε μερικές περιοχές με ανάλογη υποδομή και όχι όπου τύχει,

    δεν είμαι σίγουρος ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Δοκιμάστηκε στην Αμερική, και όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος Richard Florida, ο οποίος ειδικεύεται σε θέματα urban development, οδήγησε σε κέντρα πόλεων που ερημώνουν το βράδυ και γίνονται πεδίο δράσης κακοποιών στοιχείων. Αντίθετα πόλεις με ζώνες μεικτών δραστηριοτήτων έχουν κέντρα με περισσότερη νυχτερινή ζωή, καθώς οι κάτοικοι θα πάνε να φάνε στο εστιατόριο ή την ταβέρνα, μετά θα πάνε στο σινεμά, ή στο θέατρο, ή στο μπαρ να δούνε κάποιο συγκρότημα να παίζει, κ.ο.κ. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας πόλης είναι το Μανχάταν.

  8. Καλό άρθρο που υπογραμμίζει νομίζω και κάποια σημεία που ανέφερα στα σχόλια μου στο post του Γρηγορη Μαλούχου:
    – Χρειάζεται συνολικός, κεντρικός και μακρόπνοος σχεδιασμός μια πόλης με σαφείς, συγκεκριμένους στόχους. Στόχους που να αφορούν την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, τον σεβασμό στο περιβάλλον, την αντιμετώπιση των προκλήσεων του μέλλοντος, την προσέλκυση τουρισμού και επενδύσεων και την εξασφάλιση βιώσιμης, αειφόρου ανάπτυξης σε ΒΑΘΟΣ ΧΡΟΝΟΥ. Όχι αποσπασματικά έργα λόγω πίεσης κάποιων συμφερόντων, ή για τον ανήθικο πλουτισμό λίγων επιτήδειων τοπικών παραγόντων, ή για προεκλογικούς λόγους.
    – Χρειάζεται ΟΡΑΜΑ και ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ από όλους, κυβερνώντες αλλά και κυβερνώμενους. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μεταξύ της περίπτωσης της Curitida και των υπόλοιπων επιτυχημένων πόλεων από τα συμβαίνοντα στην χώρα μας όπου κυριαρχεί μία νοοτροπία μιζέριας και αρνητισμού, αλλά και εγωιστικής προσήλωσης στο στενά εννοούμενο συμφέρον. Πως να γίνει κάτι ουσιαστικό όταν οι ενίοτε κυβερνώντες (κεντρικοί ή τοπικοί), ενδιαφέρονται για «μπαλώματα» με «το μικρότερο δυνατόν κόστος» που θα τους εξασφαλίσουν την επανεκλογή τους, ενώ οι πολίτες έχουν αποδεχθεί απλά ως δεδομένη αυτή την κατάσταση; Ή όταν κυριαρχεί στην κοινή γνώμη η αντίληψη «για τέτοια μεγαλοπιάσματα είμαστε τώρα» κάθε φορά που προτείνεται κάτι που ξεφεύγει από το μέτριο; Γιατί πρέπει να σκοντάφτουν μονίμως τα έργα στα στενά συμφέροντα μικρών, στενόμυαλων ομάδων (ξέρετε πχ. πόσων πεζόδρομων η δημιουργία έχει αποτραπεί γιατί οι τοπικοί καταστηματάρχες φοβούνται ότι θα χάσουν τους πελάτες που δεν θα παρκάρουν μπροστά τους;).
    Όσον αφορά όμως την ανάθεση της αρμοδιότητας στην τοπική αυτοδιοίκηση εδώ έχω τις αμφιβολίες μου – τουλάχιστον για την ώρα. Όχι γιατί είμαι ενάντιος στην ιδέα οι τοπικές κοινωνίες να καθορίζουν οι ίδιες το μέλλον τους – το αντίθετο μάλιστα. Αλλά λόγω συγκεκριμένων πραγματικοτήτων:
    – Η διαφθορά της τοπικής αυτοδιοίκησης στην χώρα μας είναι, βάσει πολλών ενδείξεων, πολύ χειρότερη από αυτή του κεντρικού κράτους. Τα οργανωμένα συμφέροντα βρίθουν, δεν υπάρχουν αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου, ενώ οι δυνατότητες των πολιτών για καταλογισμό ευθυνών παραμένουν μικρές.
    – Οι δυνατότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης για συστηματικό σχεδιασμό είναι στις περισσότερες περιπτώσεις πολύ χειρότερες από του κεντρικού κράτους.
    – Η ύπαρξη συχνά ενός κακώς εννοούμενου «τοπικισμού». Κλασικό παράδειγμα οι αποσπασματικές κυκλοφοριακές «ρυθμίσεις» ορισμένων δήμων της Αθήνας (μονοδρομήσεις, αλλαγές κατεύθυνσης ή και κλείσιμο ορισμένων δρόμων (!) κτλ.) με πρόσχημα την βελτίωση ποιότητας ζωής στην γειτονιά χωρίς καμία μελέτη ή και ενδιαφέρον για το πως επηρεάζεται η γενικότερη κίνηση στην πόλη. Ο τοπικισμός αυτός συνήθως οδηγεί σε διαμάχες δήμων αντί της απαραίτητης συνέργιας, με επιζήμια αποτελέσματα.
    Μέχρι τα δεδομένα αυτά να αλλάξουν, βρίσκω προβληματική την αποκλειστική ανάθεση σχεδιασμού των πόλεων στους δήμους.

  9. Ολα μπορούν να συμβούν άν η κοινωνία μας διαθέτει “κοινό νού” ή think tank το οποίο να σχεδιάζει, να συντονίζει και να προγραμματίζει ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, και Γαρδίκι να θυμιζει και παράδεισος να γίνει, αλλά βλέπεις ο Κ. Δοξιάδης εκτός Ελλάδος έκανε έργο, τυχαία;
    ΥΓ υπάρχει έκθεση εν Αθήναις,αυτους τους μήνες για το έργο του
    ΥΓ μή ξεχνάμαι και τις φαβέλες (παράγκες) των βραζιλιάνικων πόλεων, όπου ζούν οι άνθρωποι και όχι οι κυβερνήτες της Μπραζίλια.

  10. Παιδιά, πριν προχωρήσουμε τη συζήτηση, ας διαβάσουμε για μια ακόμη φορά την παρέμβαση του σκεπτικιστή.

    Συμφωνώ και με τον gb όσον αφορά την οπτική του ότι κάθε πόλη είναι ένας πολυσυλλεκτικός οργανισμός με διαφορετικές λειτουργίες, οπότε “τα πάντα” μπορούν να συμβούν, όχι όμως “πάντοτε”.

    Για να γίνω πιο σαφής, δεν διαφωνώ στη “μείξη” δραστηριοτήτων με κατοικίες. Υπάρχουν όμως δραστηριότητες οι οποίες είναι είτε εξαιρετικά οχλούσες, ή απαιτούν μεγάλης κλίμακας κατασκευές οπότε τι γίνεται τότε;

    Ύστερα είναι και το άλλο: Γιατί μόλις κάποιος βγάλει καλά λεφτά, νόμιμα ή μη, αδιάφορο, θα κοιτάξει να πάει να ιδιωτεύσει μακριά από την πλέμπα, σε βόρεια προάστια ή όπου αλλού για να πάρεις τσιγάρα πρέπει να περπατήσεις μισή ώρα ή να μπεις στο ΙΧ;

    Βέβαια δεν μου αρέσουν οι υπνουπόλεις των πλουσίων όπου η αντίθεση κατεστραμμένων πολλές φορές δρόμων με τις άψογες κατοικίες απλά υποδηλώνει την αδιαφορία τους για τα εκτός οικίας τεκταινόμενα (έξω από την πόρτα μου γαία πυρί μειχθήτω). Δεν μπορώ όμως να παραβλέψω ότι πολλοί επιλέγουν να ζουν έτσι-απομονωμένοι. Ύστερα, το mixed development είναι πολύ πιο πολύπλοκο στο σχεδιασμό του από μια απλή ανάπτυξη subdivisions (προαστίων με το αμερικανικό σύστημα που καμιά εικοσαριά μελλοντικά τετράγωνα μετατρέπονται σε ομοειδείς μονώροφες κατοικίες) και όπου φυσικά το πιο εύκολο είναι να σχεδιάσεις υποδομές εφόσον η πυκνότητα πληθυσμού είναι δεδομένη και οι άλλες παράμετροι ελέγξιμες.

    Η “ζωνοποίηση” στην οποία αναφέρομαι είχε κατά νουν τo αρνητικό παράδειγμα του “mixed development” της οδού Παραδείσου του Αμαρουσίου όπου την αρχή της υπάρχουν ένα δεκαώροφο κτίριο γραφείων (της Shelman), μια πάροδος απολήγει από ένα εικοσαόροφο (το Atrina Center), ενώ, σε επίφαση του νεοελληνικού παραλογισμού, από κάποιο σημείο και μετά προς τα μέσα τα κτίρια κονταίνουν στα τέσσερα πατώματα, είναι στριμωγμένα σε μικρά οικοπεδάκια και στελέχη βαρβάτων πολυεθνικών σε αίθουσες συσκέψεων “παίρνουν μάτι” τις μπουγάδες με τα εσώρουχα στα διαμερίσματα των διπλανών πολυκατοικιών ή αν είναι τυχεροί, και καμιά καλλίγραμμη γειτόνισσα σε ιδιωτικές της στιγμές :).

    Εκεί ούτε οι μεν αλλά ούτε οι δε βρίσκουν άκρη καθόσον οι λειτουργίες αυτές είναι ΠΑΝΤΕΛΩΣ ασύμβατες και φυσικά μη “συμβιωτικές”, να το πω έτσι. Αποτέλεσμα: Οι πελάτες, συνεργάτες και λοιποί επισκέπτες (αλλά και εργαζόμενοι) ΔΕΝ μπορούν να βρουν θέση να παρκάρουν και το ίδιο ισχύει και για τους μόνιμους κατοίκους οι οποίοι πλήρωσαν έστω και τω πάλαι ποτέ, εφόσον το ηλίθιο κράτος δεν σταμάτησε την κατασκευή πολυκατοικιών τόσο κοντά στη Λ. Κηφισίας, τιμές γειτονιάς κατοικίας των Βορείων προαστίων και κατέληξαν ανάμεσα σε ένα -ο Θεός να το κάνει- τριτοκοσμικό “Business Center” της κακιάς ώρας με τριώροφα και τετραώροφα (και εξαώροφα που χτίστηκαν τη δεκαετία του 80) γυάλινα ή επενδυμένα γρανίτη και μάρμαρο -ταχαμ- “πολυτελή συγκροτήματα γραφείων” να εναλλάσσονται με τις πολυκατοικίες τους και τους απελπισμένους κουστουμάτους “συνεργάτες” και λοιπούς “stakeholders” να κοντεύουν να παρκάρουν στο… σαλόνι τους. Ε, μετά από αυτό πως να μη βλέπουν τις πινακίδες του “γνωστού”, “Κηφισιάρχη” κατασκευαστή και να παθαίνουν αμόκ;

    Ποίος φταίει όμως γι’ αυτό; Δεν θα ήταν καλύτερα όλοι αυτοί οι γραφειακοί κατ’ επίφαση “υψηλής ποιότητας” (η επένδυση γρανίτη δεν είναι το μόνο κριτήριο ποιότητας)χώροι δεν μιλάω για τα κτίρια ΕΠΙ της Κηφισίας, στο κάτω-κάτω ΕΚΕΙ είναι η θέση τους) να ήταν μαζεμένοι κάπου αλλού πιο λειτουργικά, και αυτοί οι άνθρωποι είτε να μην είχε επιτραπεί ποτέ να μετοικήσουν, είτε να είχε θεσπιστεί κάτι βρε παιδί μου ώστε -ναι, να υπάρχουν “ζώνες” ανέγερσης ψηλών κτιρίων ακόμα και τότε που το Ατρίνα χτιζόταν (έβλεπε μακριά ο μπαγάσας ο Βωβός) και που φυσικά τα γύρω οικόπεδα ήταν αλάνες;

    Δυστυχώς, ο Σκεπτικιστής βάζει τα πράγματα στις σωστές διαστάσεις. Η Ελληνική κοινωνία είναι ΚΑΙ σε αυτό το θέμα εν πολλοίς απαίδευτη, και ενώ μιλάμε με τους όρους που μιλάμε, “εκεί έξω” μιλάνε με όρους κρεοπωλών και χασάπηδων για “φιλέτα” και “διαμπερή”…

    Οπότε, φίλτατε σκεπτικιστή, μάλλον έχεις δίκιο, τι να λέμε τώρα…

  11. “”Γιατί μόλις κάποιος βγάλει καλά λεφτά, νόμιμα ή μη, αδιάφορο, θα κοιτάξει να πάει να ιδιωτεύσει μακριά από την πλέμπα, σε βόρεια προάστια ή όπου αλλού για να πάρεις τσιγάρα πρέπει να περπατήσεις μισή ώρα ή να μπεις στο ΙΧ; “” Ρωτά ο Γρ. Μαλούκος

    Η πιό σύντομη απάντηση,
    Ανεμομαζώματα, Ανεμοσκορπίσματα Απολεοδόμητα.

    όπως τάβγαλε έτσι και τα τρώει,
    αν τάβγαλε με κόπο
    έμαθε και την απόλαυση να τα χαίρεται.

  12. Ευχαριστώ τον Φώτη που είχε την ιδέα για επαναδημοσίευση του άρθρου. Δύο – τρία σχόλια:

    @Yannis Lympe:
    Όχι δεν είναι άρθρο υπέρ του κεντρικού σχεδιασμού. Δεν ήταν αυτός ο σκοπός του εν πάσει περιπτώσει. Σκοπός ήταν να περιγραφεί πως ένας Δήμος σε μια “τριτοκοσμική” χώρα, με ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο, μπορεί με τις δυνάμεις του να φτάνει να αποτελεί πρότυπο προς θαυμασμό από ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

    @Κώστας:
    Μεικτές χρήσεις γης: Το μόνο καλό των ελληνικών πόλεων. Βέβαια, το είδος του μίγματος είναι αυτό που κάνει τη διαφορά και που πρέπει κάθε φορά να εξετάζεται (όπως γράφει γλαφυρότατα και ο Γρηγόρης)

    @Σκεπτικιστής:
    Περί διαφθοράς και ανάθεσης αρμοδιοτήτων στην Τ.Α. Μερικές παρατηρήσεις:
    _Έχουμε ορισμένες φορές την τάση βλέποντας τα προβλήματα που υπάρχουν γύρω μας να θεωρούμε ότι αποτελούν δικό μας ιδιαίτερο χαρακτηριστικό (όπως η κουβέντα περί νοοτροπίας που είχαμε πρόσφατα). Ωστόσο, τα θέματα αυτά έχουν παρουσιαστεί παντού όπου πρωτοαφέθηκαν ελεύθερες οι τοπικές κοινωνίες να καθορίσουν τα του οίκου τους. Προσπαθήστε να θυμηθείτε κάποια παλιά γουέστερν με δημάρχους-σερίφηδες-δικαστές που λειτουργούσαν ως κράτος εν κράτει…. Κάποτε όμως θα πρέπει και οι ελληνικοί δήμοι να απογαλακτιστούν από την κεντρική εξουσία. Έτσι θα γίνει και ο δημότης απαιτητικότερος. Όταν γνωρίζει με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σαφήνεια το ποιος είναι υπεύθυνος. Και να έχει και ο δήμος αρμοδιότητες φορολόγησης (με σύμφωνη γνώμη των δημοτών αν θέλετε / τοπικά δημοψηφίσματα).
    _Συμφωνώ με την κρισιμότατη παράμετρο της ύπαρξης αποτελεσματικού και ταχέως δικαστικού ελέγχου / καταλογισμού ευθυνών.
    _Ο τοπικισμός ή τα άλλα θέματα “NIMBYism” εμφανίζονται πολλές φορές ως αποτέλεσμα κακού ευρύτερου σχεδιασμού ή / και αυταρχισμού στην σύλληψη και εφαρμογή ενός έργου. Οι πολίτες που δεν ρωτώνται και περιθωριοποιούνται από τις διαδικασίες λήψεις αποφάσεων έχουν την… ενοχλητική τάση να μην το βάζουν κάτω. Ευθύνη του σχεδιαστή είναι να εμπλέξει όσο το δυνατόν περισσότερους και να βρει τρόπους να ικανοποιήσεις τα συμφέροντα / ανησυχίες τους. Όχι ότι είναι πάντα εύκολο ούτε ότι όλοι είναι καλοπροαίρετοι.
    _Η παραχώρηση αρμοδιοτήτων σχεδιασμού θα μπορούσε να μη γίνει αυτόματα για όλους τους δήμους (αν και αυτό θα έβλεπα εγώ ως αποτελεσματικότερο). Θα μπορούσε να γίνει βάσει θεσμοθετημένων κριτηρίων (είτε πληθυσμού είτε επίδοσης).

Σχολιαστε