Οταν ο Μίλτον γνώρισε τη Ρόουζ
Δεκ 6th, 2006 | Αριστείδης Χατζής| Κατηγορία: Οικονομικά, Φιλελευθερισμός | Email This Post | Print This Post |Του Αριστείδη Ν. Χατζή*
“Σχεδόν τα μισά απ’ όσα έμαθα, τα έμαθα από τους συμφοιτητές μου. Ζούσαμε μαζί, συζητούσαμε με πάθος και ειλικρίνεια που δεν θα άντεχε κανείς καθηγητής μας, ούτε κι ο πιο ανεκτικός.”
George Stigler
Οπως οι ήρωες της Nora Ephron (ο Χάρι και η Σάλι), ο Μίλτον και η Ρόουζ Φρίντμαν γνωρίστηκαν ως φοιτητές στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου στις τάξεις του Jacob Viner και του Frank Knight. Η παράδοση που θέλει τους αποφοίτους του Πανεπιστημίου του Σικάγου να παντρεύονται μόνο μεταξύ τους -καθώς είναι αδύνατο να συμβιώσουν με τους «άλλους»- επιβεβαιώθηκε στην περίπτωσή τους. Έζησαν μαζί ευτυχισμένα από το 1932 που πρωτογνωρίστηκαν μέχρι τις 16 Νοεμβρίου 2006, όταν ο Μίλτον άφησε την τελευταία του πνοή δίπλα της.
Οι Φρίντμαν, μαζί με τον Aaron Director (αδελφό της Ρόουζ) και τον στενό τους φίλο George Stigler αποτέλεσαν τον πυρήνα αυτού που αργότερα ονομάστηκε Σχολή του Σικάγου. Στον πυρήνα προστέθηκαν αργότερα μερικοί από τους μεγαλύτερους οικονομολόγους του 20ού αιώνα: οι νομπελίστες Gary Becker, James Buchanan, Ronald Coase, Theodore Schultz, Robert Lucas, James Heckman, Robert Fogel, αλλά και οι Gordon Tullock, Richard Posner και James Coleman.
Δεν ήταν απλώς συνάδελφοι και συμφοιτητές -ήταν κάτι πολύ παραπάνω: μια σχεδόν θρησκευτική σέκτα, απομονωμένη μέσα σε μια πανεπιστημιούπολη χαμένη μέσα στο μεγαλύτερο γκέτο των ΗΠΑ, στο νότιο Σικάγο. Αυτή η ομάδα, με επικεφαλής τον Φρίντμαν, κατόρθωσε μέσα σε μια γενιά να μεταμορφώσει την οικονομική επιστήμη.
Δεν αναφέρομαι στο μονεταρισμό, στις αποκρατικοποιήσεις, στα κουπόνια στην εκπαίδευση, στην αποποινικοποίηση της χρήσης των ναρκωτικών, στην κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης, στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και στις άλλες γνωστές απόψεις του Φρίντμαν που επηρέασαν την πολιτική των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της δικτατορικής Χιλής, της κομμουνιστικής Κίνας, ακόμα και του αριστερού δημάρχου του Λονδίνου Κεν Λίβινγκστον.
Αναφέρομαι στην κορυφαία συμβολή του στην οικονομική επιστήμη, που παραμένει όμως άγνωστη στο ευρύ κοινό. Ο Φρίντμαν είναι αυτός που εισήγαγε την ποπεριανή επιστημολογία στα οικονομικά: η οικονομική επιστήμη μπορεί να ξεχωρίσει από τις υπόλοιπες κοινωνικές επιστήμες αν αποκτήσει την προβλεπτική ικανότητα που έχουν οι φυσικές επιστήμες. Η δύναμη πρόβλεψης μιας θεωρίας αποτελεί το κριτήριο της εγκυρότητας και της χρησιμότητάς της. Εάν τα εμπειρικά στοιχεία τη διαψεύσουν, πρέπει να απορριφθεί. Αν όχι, τότε η θεωρία είναι έγκυρη, τουλάχιστον μέχρι να διαψευστεί.
Μια θεωρία για να έχει αυτή την προβλεπτική δύναμη πρέπει να είναι απλή στην αφαιρετικότητά της. Μια ρεαλιστική, λεπτομερής περιγραφική θεωρία μπορεί να απεικονίζει ακριβέστερα την πραγματικότητα, αλλά χάνει την προβλεπτική της δύναμη. Όμως ο ρόλος της επιστήμης των οικονομικών δεν είναι η περιγραφή αλλά η πρόβλεψη. Οι μη ρεαλιστικές παραδοχές μπορεί να μην είναι αληθοφανείς (κάτι όχι απαραίτητα κακό!). Αυτό που έχει σημασία είναι η επιβεβαίωση των προβλέψεών τους.
Σ’ αυτό το επιστημολογικό όραμα του Φρίντμαν βασίστηκε μεθοδολογικά η Σχολή του Σικάγου για να υποστηρίξει τη δική της οπτική για την επιστήμη των οικονομικών, που δεν είναι πλέον η επιστήμη που μελετά τις οικονομικές αγορές, αλλά η κοινωνική επιστήμη που μελετά τις ανθρώπινες επιλογές εντός και εκτός αγοράς.
Κεντρική υπόθεσή της η ορθολογική συμπεριφορά: οι άνθρωποι δρουν καταρχήν ορθολογικά, δηλαδή επιχειρούν να επιτύχουν με περιορισμένα μέσα την καλύτερη δυνατή ικανοποίηση των επιθυμιών τους. Δεν εξετάζεται η ποιότητα ή το έλλογο των ανθρώπινων επιθυμιών. Δεδομένων των επιθυμιών τους, τα άτομα θα κάνουν ό,τι χρειάζεται για να επιτύχουν τους στόχους τους με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, όπως τα ίδια τον αντιλαμβάνονται. Ακόμα κι όταν δεν φέρονται απόλυτα ορθολογικά, ακόμα και τότε μόνο τα ίδια έχουν την απαραίτητη πληροφόρηση για να κάνουν τις σωστές επιλογές και να πραγματώσουν τους στόχους τους. Η εξωγενής παρέμβαση στη ζωή τους είναι οπωσδήποτε αναποτελεσματική, αυθαίρετη και τις περισσότερες φορές καταστροφική.
Αυτή η εικόνα της ανθρώπινης ορθολογικής συμπεριφοράς διαπνέει όλο το έργο του Φρίντμαν. Μία από τις διάσημες θεωρίες του βασίζεται σ’ αυτή τη βασική παραδοχή: η αύξηση των κρατικών δαπανών και η έκδοση νέου χρήματος δεν θα οδηγεί για πάντα και σε αυξημένη οικονομική δραστηριότητα, καθώς τα άτομα θα αντιληφθούν σύντομα ότι ο πληθωρισμός θα ακολουθήσει αναπόφευκτα. Το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ορθολογική αντίδραση ατόμων που μαθαίνουν από την εμπειρία τους.
Όταν το 1962 ο Φρίντμαν αποφάσισε να μελετήσει συγκριτικά τους θεσμούς της νομισματκής πολιτικής, επέλεξε να μελετήσει σε βάθος πέντε χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, όπου τον φιλοξένησε ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Κέντρο Οικονομικών Ερευνών. Ο Παπανδρέου τον βοήθησε να βρει τα στοιχεία που ήθελε από την Τράπεζα της Ελλάδος και τον έφερε σε επαφή με τον Ξενοφώντα Ζολώτα.
Ο Φρίντμαν παρατήρησε με έκπληξη πως κανείς (ούτε ο Ζολώτας!) δεν είχε μπλοκ επιταγών, αλλά όλοι στην Ελλάδα πλήρωναν τα πάντα με μετρητά. Το ίδιο φαινόμενο παρατήρησε και σε άλλες χώρες που επισκέφθηκε εκείνη την περίοδο. Η εξήγηση ήταν απλή: στις χώρες αυτές η έκδοση ακάλυπτων επιταγών δεν αποτελούσε ποινικό αδίκημα (ή απλά δεν επιβάλλονταν οι ποινές).
Το μοντέλο αυτό της ανθρώπινης συμπεριφοράς που μπορεί να προβλεφθεί (γιατί είναι ορθολογική) είναι το κυρίαρχο πλέον στις κοινωνικές επιστήμες. Διαμορφώθηκε μέσα από τις ατέλειωτες συζητήσεις του Μίλτον, της Ρόουζ και των άλλων νέων παιδιών, στους καναπέδες της βιβλιοθήκης Χάρπερ, κατά τη διάρκεια των παγωμένων χειμώνων του Σικάγου.
———————————————————————-
*Ο Αριστείδης Ν. Χατζής είναι Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας & Θεωρίας της Επιστήμης του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
-Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» στις 3/12/2006