Ο κ. Αντώνης Σαμαράς ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την αρχηγία της ΝΔ. Φιλοδοξεί να αποδείξει ότι θα επιτύχει εκεί, όπου απέτυχε παταγωδώς με το κόμμα που ίδρυσε την Πολιτική Άνοιξη. Επιθυμεί να γίνει αρχηγός ενός κόμματος, την κυβέρνηση του οποίου ανέτρεψε το 1993 και το οποίο εμπόδισε να επανέλθει στην εξουσία το Φεβρουάριο του 1995 παρέχοντας θετική ψήφο στην εκλογή του κ. Στεφανόπουλου στη θέση του προέδρου της Δημοκρατίας. Με τη δήλωση υποψηφιότητας Σαμαρά, ολοκληρώνεται η πολιτική επανένταξη του ανδρός στη Νέα Δημοκρατία. Προηγήθηκαν η υπουργοποίησή του τον περασμένο Ιανουάριο και η συμμετοχή του με απόφαση Καραμανλή στις βουλευτικές εκλογές του 2004.
Τα χρόνια που πέρασαν οι περισσότεροι λησμόνησαν το πόσο καθοριστική υπήρξε η πολιτική συνεισφορά του πρώην αρχηγού της Πολιτικής Άνοιξης (κόμματος που γρήγορα κατέληξε στα αζήτητα της πολιτικής) και επίδοξου αρχηγού της ΝΔ την κρίσιμη περίοδο 1992-1993 στην πτώση της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Με την κατάρρευση της κυβέρνησης εκείνης έληξε η περίοδος της επιχειρούμενης σύνεσης και μετριοπάθειας στην εξωτερική πολιτική και ακυρώθηκαν οι προσπάθειες για μεταρρυθμίσεις που προωθούντο σε θεσμικό επίπεδο στη δημόσια διοίκηση και στην οικονομία (ιδιωτικοποίηση ΟΤΕ, ΔΕΗ και άλλων κρατικών επιχειρήσεων). Το χειρότερο, τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη ακολούθησε –ελέω Σαμαρά– η περίοδος της διακυβέρνησης Α. Παπανδρέου με τα γνωστά σε όλους αρνητικά αποτελέσματα κυρίως στην εξωτερική πολιτική (εμπάργκο στη FYROM) και την οικονομία (επανακρατικοποίηση αστικών συγκοινωνιών, ακύρωση ιδιωτικοποιήσεων κ.λπ.). Ας μην ξεχνούμε ότι η ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ το 1993 εκτός από τις πολιτικές αντιδράσεις των ΠΑΣΟΚ, Πολιτικής Άνοιξης, Αριστεράς και συνδικαλιστών όλων των παρατάξεων του ΟΤΕ, συνήντησε και τις αντιδράσεις των ενδιαφερομένων προμηθευτών του κρατικού οργανισμού ένας εκ των οποίων είναι και η περιβόητη εταιρεία Siemens.
Ο κ. Σαμαράς μέχρι την επανένταξή του στη ΝΔ το 2004 φρόντισε βεβαίως να συσκοτίσει την ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη με διάφορες ενδιαφέρουσες απόψεις …
Στις 15.2.2004, σε συνέντευξή του στην “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία” υποστήριξε το εξής:
«Το έχω ξαναπεί πρόσφατα: Το καλοκαίρι του 1993, δεν ανέτρεψα ούτε σκέφθηκα να ανατρέψω τον κ. Μητσοτάκη. Αλλωστε, η Πολιτική Ανοιξη, που μόλις είχαμε ιδρύσει τότε, δεν ήταν ακόμα έτοιμη για εκλογές. Δεν πίστευα, λοιπόν, ότι θα παραιτούνταν αιφνιδιαστικά, πράγμα που τότε δεν συνέφερε ούτε τη Νέα Δημοκρατία, ούτε εμένα. Αλλωστε, το σύνταγμα του επέτρεπε να κυβερνήσει αδιατάρακτα, αφού ούτε καν πρόταση μομφής μπορούσε να του γίνει. Δεν θα έκανα το λάθος, λοιπόν, να σπρώξω τα πράγματα στο σημείο που ο κ. Μητσοτάκης θα επεκαλείτο την Πολιτική Ανοιξη για να αποτολμήσει την “ηρωική έξοδο”;».
Πράγματι, δεν πέφτει μια κυβέρνηση που την υποστηρίζουν 150 βουλευτές ούτε επίσης μπορεί να ευδοκιμήσει εναντίον της πρόταση δυσπιστίας της αντιπολίτευσης. Το ερώτημα όμως δεν είναι εάν πέφτει η κυβέρνηση αλλά εάν μπορεί να κυβερνήσει. Ο κ. Σαμαράς επεδίωκε –κατά τα λεγόμενά του– να διατηρηθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην εξουσία ανήμπορη να προωθήσει τις ωφέλιμες για την κοινωνία μεταρρυθμίσεις (της ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ, τα σημαντικά μέτρα Μάνου για την οικονομία κ.ο.κ.) μέχρις ότου αυτός ήταν έτοιμος για εκλογές. Ωστόσο πραγματική επιδίωξη του υποψήφιου αρχηγού της ΝΔ παρά τους περί αντιθέτου ισχυρισμούς του ήταν η άμεση πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Γιατί; Ο κ. Σαμαράς είχε κάνει ένα σημαντικό πολιτικό λάθος: δημιούργησε το κόμμα του νωρίτερα από τον χρόνο που έπρεπε. Τα ποσοστά του κόμματος της Πολιτικής Άνοιξης ακολουθούσαν μια φθίνουσα με ταχύτατους ρυθμούς πορεία (από 12% τον Ιούνιο περίπου στο 6% το Σεπτέμβριο του 1993). Ο μόνος τρόπος να ανακόψει τη φθορά και την πολιτική εξαφάνισή του προτού καν προλάβει να λάβει μέρος σε εκλογές, ήταν να προκαλέσει εκλογές, μια πολιτική πράξη που θα επανέφερε έστω για λίγο το κόμμα του στο προσκήνιο της επικαιρότητας κι αυτό έπραξε.
Τα παραπάνω είναι ωστόσο πολιτικά συμπεράσματα τα οποία μπορούν να αμφισβητηθούν ως υποκειμενικά και αυθαίρετα. Για το λόγο αυτό θα ανατρέξουμε σε παλαιότερες δηλώσεις του κ. Σαμαρά και των βουλευτών που τον ακολούθησαν ώστε να είναι απολύτως σαφές, εάν ο υποψήφιος αρχηγός της ΝΔ επιδίωξε δεκαέξι χρόνια πριν την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Πιο συγκεκριμένα: Στις 6.9.1993 ο κ. Σαμαράς δηλώνει μεταξύ άλλων, ότι:
«…μόνον η διακοπή της ανοχής προς την σημερινή Κυβέρνηση μπορεί να αποτρέψει τα επερχόμενα δραματικά γεγονότα (…) στο εθνικό θέμα της Μακεδονίας, που θα νομιμοποιούσαν το επαίσχυντο πωλητήριο του ΟΤΕ (…) Κατά συνέπεια καθιστώ δημόσια σαφές προς όλους ότι “Άνοιξη” και στήριξη της Κυβέρνησης αποτελούν δυο αντίθετες θέσεις που είναι αδύνατον να συνυπάρξουν».
Στις 7.9.1993 ανεξαρτοποιείται ο κ. Στέφανος Στεφανόπουλος και δηλώνει προς τον Πρόεδρο της Βουλής:
«Κύριε Πρόεδρε, Η συνείδησή μου μού απαγορεύει να συμπράττω στην επικίνδυνη αυτή κυβερνητική πορεία και μου υπαγορεύει να επιχειρήσω να αποτρέψω ό,τι μπορεί ακόμα να αποτραπεί. Συμμερίζομαι και προσυπογράφω τις διαπιστώσεις που περιλαμβάνονται στη χθεσινή δήλωση του Προέδρου της Πολιτικής Άνοιξης, Αντώνη Σαμαρά. (…) Αίρω τη εμπιστοσύνη μου από την κυβέρνηση και καθίσταμαι ανεξάρτητος βουλευτής».
Για να φθάσουμε στις 9.9.1993, οπότε ανεξαρτητοποιείται ο κ. Γιώργος Συμπιλίδης, δηλώνοντας:
«Το θέμα της Μακεδονίας μας δρομολογήθηκε (…) προς την κατεύθυνση της εθνικής τραγωδίας. (…) Το θέμα του ΟΤΕ, μετά μάλιστα από τις γνωστές περιπέτειες της ΑΓΕΤ, εγείρει τεράστια ερωτηματικά (…) Κύριε πρόεδρε, όλα τα παραπάνω με φέρνουν στην επώδυνη θέση να κάνω χρήση του συνταγματικού μου δικαιώματος και να προχωρήσω στην άρση της εμπιστοσύνης μου από την κυβέρνηση».
Τον κ. Σαμαρά διαψεύδουν πανηγυρικά και οι ίδιες οι δηλώσεις του που ακολούθησαν την παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη:
Στις 21.12.1993 στην αγόρευσή του στη Βουλή κατά τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του 1994 υποστηρίζει:
«Εύχομαι να διαψευσθώ και να έχει δίκιο στην επιλογή του (σημ. ο Α. Παπανδρέου για το Μακεδονικό), αλλά δεν παρουσιάζει καμιά εναλλακτική λύση (…). Εμείς αυτό που τώρα αποκάλυψε ο κ. Παπανδρέου, θυμίζω ότι ήταν το αίτιο για το οποίο ρίξαμε την κυβέρνηση Μητσοτάκη» (βλ. Πρακτικά Βουλής) αλλά και στις 6.11.1995 απευθυνόμενος ο κ. Σαμαράς προς τον Ανδρέα Παπανδρέου σε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή, ισχυρίζεται: « (…) Γιατί εσείς ο ίδιος όταν εμείς ανατρέψαμε την κυβέρνηση Μητσοτάκη, για να αποτρέψουμε την παράδοση του ονόματος “Μακεδονία”, σηκώσατε τη σημαία του αδιαπραγμάτευτου» (βλ. Πρακτικά Βουλής).
Αυτά, ενδεικτικά και μόνο για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του κ. Σαμαρά όταν υποστηρίζει, ότι δεν ανέτρεψε αυτός την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί σε ένα κόμμα ποιον θα επιλέξει για αρχηγό του και ποιον όχι. Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού διατείνονται ωρισμένοι. Το κείμενο αυτό απευθύνεται στους υπόλοιπους.
Τάσος Ι. Αβραντίνης