- e-rooster.gr - http://e-rooster.gr -

H επανάσταση που δεν έγινε

Του Νίκου Μεντή

Πολλές φορές στην ιστορία ο κόσμος έχει βγει στους δρόμους, έχει έρθει αντιμέτωπος με τα όργανα της τάξης κτλ. Ο Μάης του ’68 [1] είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση: είναι, κατά την γνώμη μου, η μοναδική επανάσταση στην ιστορία. Αποκαλώ τις άλλες «επαναστάσεις» όπως την γαλλική [2], την ρωσική [3] κτλ «εξεγέρσεις» για να τις διαχωρίσω από τον Μάη του ’68, που είναι επανάσταση.

Χρησιμοποιώ βέβαια τους όρους «επανάσταση» και «εξέγερση» διαφορετικά από το σύνηθες. Η βάση του δικού μου ορισμού είναι ο διαχωρισμός της ελευθερίας σε θετική και αρνητική ή, πιο σωστά, σε ελευθερία από και σε ελευθερία προς. Η πρώτη είναι περισσότερο ένα ένστικτο (που υπάρχει άλλωστε και στα ζώα), ενώ η δεύτερη είναι αποκλειστικό προνόμιο του ανθρώπου.

Ελευθερία από: Δεν μπορούμε να αποκαλέσουμε ελεύθερο έναν άνθρωπο που πεινάει ή έναν άνθρωπο που έχει δεμένα τα χέρια του. Ο κορεσμός της πείνας και το σπάσιμο της αλυσίδας είναι πράξεις απελευθέρωσης. Είναι ένα ένστικτο που υπάρχει και στα ζώα:αν δέσεις ένα ζώο, αυτό παλεύει να απελευθερωθεί – όταν πεινάει θα κάνει τα πάντα για να φάει.

Ελευθερία προς: Η έννοια αυτή είναι πιο σύνθετη,αποτελεί δε το θεμέλιο κάθε μορφής φιλελευθερισμού. Αφετηρία είναι η απόρριψη του ντετερμινισμού [4], τουλάχιστον για τον άνθρωπο. Για τα ζώα μπορούμε ίσως να δεχτούμε ότι ισχύει κατά κάποιο τρόπο ο ντετερμινισμός: κάνουν για παράδειγμα σεξ συγκεκριμένες περιόδους τον χρόνο και τόσες φορές, όσες χρειάζονται για την αναπαραγωγή ή τρώνε συγκεκριμένα φαγητά σε σταθερές ποσότητες. Ο άνθρωπος αντίθετα, δεν λειτουργεί έτσι (ή τουλάχιστον αυτό ελπίζουμε): υπάρχουν άνθρωποι που απέχουν συνειδητά από το σεξ, συνέπεια της αποδοχής εκ μέρους τους κάποιας θρησκείας. Άλλοι επιλέγουν να μην τρώνε κρέας ή να μην τρώνε ποτέ τυρί ή ακόμα και να κάνουν απεργία πείνας,στο όνομα κάποιας ιδέας ή πίστης. Η ελευθερία προς είναι λοιπόν η ελευθερία του Είναι: η δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος να γίνει ο δημιουργός του εαυτού του,να επιλέξει συνειδητά κάτι από κάτι άλλο και να νοηματοδοτήσει την ζωή του μέσα από τις επιλογές του.

Η οκτωβριανή ή η γαλλική «επανάσταση» βρίσκονται πιο κοντά στην έννοια της εξεγέρσης, διότι αποσκοπούν στην ελευθερία από.1 [5] Είναι γνωστό ότι και στα δύο αυτά γεγονότα (όπως και σε τόσα άλλα) οι πρωταγωνιστές ήταν κατά βάση εξαθλιωμένοι άνθρωποι που είχαν φτάσει στα όρια τους. Οποιοδήποτε βιβλίο ιστορίας και αν διαβάσει κανείς,θα δει ότι οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες αυτών των περιόδων περιγράφονται με ζοφερά χρώματα (πχ σχετικά με την επανάσταση του 1789, συχνά γίνεται αναφορά στις πολύ κακές σοδειές των χωρικών τα προηγούμενα χρόνια και στα τεράστια προβλήματα που είχαν εξ αιτίας αυτών).

Η Γαλλία του 1968 όμως είναι άλλη περίπτωση:κανείς δεν περιγράφει με ζοφερά χρώματα τις τότε κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, το αντίθετο μάλιστα:

• από οικονομικής απόψεως,η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική (έως και αντίθετη…) από την σημερινή: το κράτος πρόνοιας πάταγε γερά στα πόδια του (σε αντίθεση με σήμερα που παραπαίει), το ασφαλιστικό (που σήμερα είναι μια ωρολογιακή βόμβα) δεν υπήρχε καν σαν θέμα, η ανεργία δεν ήταν η μάστιγα που είναι σήμερα,ούτε μπορεί να πει κανείς ότι οι νέοι το ’68 είχαν σαν κύριο αίτημα να βρουν δουλειά (ενώ οι σημερινοί γάλλοι ακριβώς αυτό ζητάνε).

• από κοινωνικής άποψης πάλι τα πράγματα με τίποτα δεν είναι άσχημα: το «οικονομικό θαύμα» που προηγήθηκε (το ’50) έχει γεμίσει την αγορά με ένα σωρό προϊόντα,προσβάσιμα στην μεγάλη πλειονότητα των κατοίκων (ενώ οι μπολσεβίκοι διαμαρτύρονταν για το ακριβώς αντίθετο:για το ότι δεν είχαν τίποτα άλλο εκτός από τις αλυσίδες τους). Στα πανεπιστήμια ακριβώς το ίδιο: ενώ παλιά η ανώτερη μόρφωση ήταν προνόμιο των ανώτερων τάξεων,στα ’60ς τα πανεπιστήμια έχουν περισσότερους φοιτητές από ποτέ, πολλοί από μεσαία και κάτω στρώματα.

Και γιατί βγήκαν στους δρόμους τότε το ‘68;

Βγήκαν για να διαδηλώσουν κατά των γονιών τους. Χωρίς να έχουν άμεσο βιοποριστικό πρόβλημα οι περισσότεροι από αυτούς, το κύριο μέλημα τους ήταν η ζωή (ενώ αυτό των ρώσων εξεγερμένων ήταν η επιβίωση). Τα μείζον θέμα ήταν το σεξ/ο έρωτας. Οι νέοι τότε θέλησαν να επαναδιαπραγματευτούν τις μέχρι τότε ισχύουσες απόψεις.

Η παραδοσιακή σεξουαλική ηθική γίνεται αντικείμενο σφοδρής κριτικής. Οι νέοι πειραματίζονται με το σεξ (ό,τι και αν σημαίνει αυτό…), ερωτεύονται ελεύθερα, γλεντάνε. Απενοχοποιείται η ηδονή, οι νέοι την επιδιώκουν αντί να ντρέπονται για αυτήν. Η σημασία που πήραν αυτά τα θέματα τότε μπορεί να φανεί σε ταινίες όπως το Les amants reguliers [6] ή το Dreamers [7], γυρισμένες και οι δύο από σκηνοθέτες που είχαν συμμετάσχει τότε στα γεγονότα, αλλά αρκετό χρόνο μετά από αυτά. Στην πρώτη, αφού παρακολουθήσουμε για 30 λεπτά (ή μάλλον για 45,αφού στις γαλλικές ταινίες η μισή ώρα διαρκεί 45 λεπτά) την εμπλοκή του ήρωα στα οδοφράγματα,στην συνέχεια βλέπουμε την εξέλιξη του έρωτα των δύο νέων και τα αμιγώς πολιτικά ζητήματα περνάνε εντελώς σε δεύτερη μοίρα. Η δεύτερη ταινία ασχολείται κατά κύριο λόγο με την σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ των πρωταγωνιστών, με όλα τα άλλα ζητήματα καθαρά δευτερεύοντα.

Φανταστείτε πώς παρουσιάζει τον έρωτα το χόλυγουντ του ΄50,΄60 (ή και του σήμερα,δεν βλέπω μεγάλες διαφορές) και ο ελληνικός κινηματογράφος του τότε (ούτως η άλλως η κοσμοθεωρία του έλληνα βρίσκεται πιο κοντά σε αυτήν του μέσου αμερικάνου,παρά του μέσου ευρωπαίου): ροζ, και στο τέλος ο γάμος.Αυτή ακριβώς η εικόνα ήταν το αντικείμενο της κριτικής των νέων τότε.

Νομίζω ότι αυτή η ανάγνωση του Μάη του ’68 δείχνει το πόσο άσχετες με αυτόν είναι οι τωρινές κινητοποιήσεις των νέων στην Γαλλία και στην Ελλάδα, τις οποίες πολλοί επιπόλαιοι ονόμασαν «νέο Μάη». Η διαφορά ωστόσο είναι τεράστια.Τότε οι νέοι βγήκαν στους δρόμους επειδή δεν ήθελαν να γίνουν μικροαστοί, τώρα βγαίνουν επειδή θέλουν να γίνουν μικροαστοί.

Η πολιτική διάσταση.

Εκτός βέβαια από το θέμα του έρωτα,οι διαδηλωτές τότε είχαν και σαφή πολιτική τοποθέτηση, στον ευρύτερο χώρο του μαρξισμολενιναποψεαυτοσχεδιαζουμετροτσκυτσεγκεβαρακαμμιαγκομενα
θαβγαλουμεήτζαμπαταλεμεολααυταμαοτσετουνγκφιντελκαστροχασισοοτικατσειισμού.

Αυτή η ιδεολογική προσήλωση είναι ίσως και η αιτία των δεινών της Γαλλίας σήμερα,η αδυναμία της να παρακολουθήσει τις τεχνολογικές (=καπιταλιστικές!) καινοτομίες και να εκσυγχρονίσει την οικονομία της.

Η ιδεολογική αγκύλωση των νέων τότε αντιμετωπίζεται με έντονη κριτική στις δύο ταινίες που προανέφερα. Στο τέλος του The Dreamers γίνεται ο εξής διάλογος μεταξύ του γάλλου και του αμερικάνου:

Γάλλος: Γιατί δεν βλέπεις του Μάο σαν μεγάλο σκηνοθέτη που γυρίζει μια ταινία με εκατομμύρια ηθοποιούς; Εκατομμύρια ερυθροφρουροί βαδίζουν προς το μέλλον κρατώντας το Κόκκινο βιβλίο στα χέρια τους. Βιβλία,όχι όπλα. Κουλτούρα, όχι βία.

Αμερικάνος: Είναι εύκολο να λες βιβλία, όχι όπλα, αλλά δεν είναι αλήθεια. Δεν είναι «βιβλία», είναι βιβλίο, μόνο ένα βιβλίο…..Οι ερυθροφρουροί που θαυμάζεις όλοι κρατάνε το ίδιο βιβλίο και λένε τα ίδια τραγούδια και παπαγαλίζουν τα ίδια συνθήματα και σε αυτήν την ταινία όλοι είναι κομπάρσοι.

Αθήνα 2006

Η έννοια «κίνημα», όπως και κάθε άλλη έννοια στην χώρα μας, έχει ξεχειλώσει τόσο, που τελικά περιλαμβάνει τα πάντα. Δέκα άνθρωποι που κλείνουν έναν δρόμο και ζητάνε να ικανοποιηθούν τα δίκαια αιτήματα τους είναι «κίνημα».

Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Χωρίς να ισχυρίζομαι ότι γνωρίζω τον απόλυτο ορισμό, νομίζω ότι απομακρυνόμαστε από την έννοια του κινήματος όταν περιγράφουμε με τις ώρες πόσο κακό είναι το νομοσχέδιο ή πόσο αδιάλλακτη η υπουργός. Τα κινήματα χαρακτηρίζονται από εσωτερική συνοχή και ιδέες που στοχεύουν στην λύση των προβλημάτων εναντίον των οποίων διαμαρτύρονται. Επικεντρώνοντας τις διαμαρτυρίες στο πρόσωπο του κάθε υπουργού και νομοσχεδίου, υπονοείται ότι αν φύγει ο/η υπουργός ή δεν κατατεθεί το νομοσχέδιο, τα προβλήματα της παιδείας θα λυθούν – το δε κίνημα, υποθέτω, δεν θα έχει λόγο ύπαρξης αν ο επόμενος υπουργός είναι διαλλακτικός.

Νομίζω δεν είναι αρκετό να μαζευτεί μια ομάδα και να φωνάζει τι δεν πρέπει να γίνει για να αποκαλεστεί κίνημα. Αυτό που χρειάζεται είναι να πει τι πρέπει να γίνει – να έχει δηλαδή δικό της όραμα, που θα προκύπτει από κριτική της ισχύουσας κατάστασης, από ιδέες και δημιουργικές συζητήσεις, ανεξάρτητα από το αν ο υπουργός είναι καλός, κακός ή άσχημος.

Οι προτάσεις των φοιτητών

Με βάση τα παραπάνω, αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο στην συζήτηση σχετικά με την παιδεία είναι τα αιτήματα των φοιτητών.

Με αυτό δεν εννοώ βέβαια το αίτημα για κατάργηση του καπιταλισμού (!) που αποδίδει τις ευθύνες της κακής μας παιδείας στην παγκόσμια συγκυρία (διότι όταν ανάμεσα σε 50 χώρες που δρουν στην ίδια παγκόσμια συγκυρία είμαστε η 50η, κάτι άλλο φταίει…), ούτε τις απόψεις του τύπου «ζητάμε μια παιδεία επικεντρωμένη στον άνθρωπο, που δίνει έμφαση στην ευαισθησία, απαλλαγμένη από το δηλητήριο του ανταγωνισμού» που έχουν τόση αξία, όση και οι ευχές που θα έκανε στο τζίνι η επίδοξη μις Ελλάς σχετικά με παγκόσμια ειρήνη και καταπολέμηση της πείνας, απαντώντας σε ερώτηση που κρίνει την προσωπικότητά της.

Αποκλείοντας λοιπόν α) τα αιτήματα που και να ικανοποιηθούν, δεν πρόκειται να βελτιώσουν την παιδεία (απόσυρση νομοσχεδίου κτλ) και β) τις ευχές, καταλήγουμε στο ότι οι νέοι μόνο μια λύση βλέπουν στο πρόβλημα της παιδείας:

Tα πολλά λεφτά

Αυτό που ακούγεται περισσότερο (και όχι μόνο από φοιτητές) σχετικά με την κακή κατάσταση της παιδείας είναι ότι οφείλεται κυρίως στην ελλιπή χρηματοδότηση.

Είναι πραγματικά κρίμα που νέοι άνθρωποι επιμένουν τόσο πολύ στο χρήμα – και ακόμα χειρότερα: έχουν την ψευδαίσθηση ότι αν το είχαν, θα λύνονταν τα προβλήματα της παιδείας.Είναι ίσως κατανοητό να ακούμε τέτοιες απόψεις από πολιτικούς ή βολεμένους καθηγητές, το ότι οι φοιτητές πιάστηκαν στην παγίδα αυτή όμως είναι μια πολύ αρνητική έκπληξη (αν είναι έκπληξη….)

Η αύξηση της χρηματοδότησης δεν πρόκειται να λύσει τα προβλήματα της παιδείας – αντίθετα, θα τα αποκαλύψει! Το «οικονομικό επιχείρημα» είναι ένα πανέξυπνο άλλοθι που αφαιρεί την ευθύνη από τους εμπλεκόμενους – για παράδειγμα διάφοροι φυγόπονοι καθηγητές ισχυρίζονται ότι το λογικό είναι πρώτα να αυξηθεί η χρηματοδότηση στο τμήμα τους και μετά να αξιολογηθούν (λες και θα αξιολογήσει αρνητικά κανείς τον καθηγητή του ΤΕΙ Άρτας επειδή δεν έχει γραμμικό επιταχυντή το τμήμα του!). Άσε που όλοι αυτοί δεν μας λένε τι θα γίνει αν αυξηθεί η χρηματοδότηση, αλλά τελικά κριθούν αρνητικά; Θα λέμε και επίσημα πλέον ότι πετάμε τα χρήματά μας;

Αν κάποιος αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι με την αύξηση της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων θα γεμίσουν τα απανταχού επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια με πρωτοποριακές ανακαλύψεις και άρθρα από το τμήμα πληροφορικής του πανεπιστημίου της Μαλακάσας, είναι ευπρόσδεκτος να μας παρουσιάσει τα επιχείρηματά του – επειδή όμως το πιο πιθανό είναι να γεμίσουν η Ελευθεροτυπία, η Βραδινή κτλ με άρθρα τύπου «πανάκριβα μηχανήματα σκουριάζουν στις αποθήκες του Πανεπιστημίου διότι ………. (συμπληρώστε κατά βούληση)» , καλό είναι να αντιμετωπίζουμε με πολύ σκεπτικισμό την πολυθρύλητη «ελλιπή χρηματοδότηση».

Πολύ πιο σοβαρό θέμα από τα οικονομικά των πανεπιστημίων είναι η διαδικασία εκλογής νέων καθηγητών, ένα θέμα που περιέργως οι φοιτητές δεν το άγγιξαν.Μια αλήθεια, που δεν ξέρω πόσοι παραδέχονται, είναι ότι οι πανεπιστημιακοί μας είναι δύο ταχυτήτων: υπάρχουν οι σοβαροί και συγκροτημένοι επιστήμονες που προσπαθούν να κάνουν κάτι, είτε διδακτικά είτε ερευνητικά, και διάφοροι άλλοι που είδαν φως και μπήκαν, χωρίς ιδιαίτερα προσόντα, πέραν της οικογένειας ή του κόμματος – αν πούμε ότι αυτά είναι προσόντα.Αυτό βέβαια οφείλεται στο γεγονός ότι οι διαδικασίες εκλογής είναι συχνά ύποπτες – η δε συμμετοχή των φοιτητών σε αυτές είναι ένα αστείο με το οποίο νομίζω δεν γελάει κανείς πλέον.Δεν γνωρίζουμε πόσοι καθηγητές είναι όντως σε θέση να σταθούν διεθνώς, να παρουσιάσουν έργο, αν τους δοθούν οι κατάλληλοι πόροι και πόσοι είναι εκτός εξελίξεων και δεν πρόκειται να κάνουν τίποτα.Το να ελπίζουμε όμως ότι ένας τύπος που έχει φάει την ζωή του «στην υπηρεσία του κόμματος», σε μηχανορραφίες και διάφορες άλλες εξωεπιστημονικές δραστηριότητες θα μετατραπεί σε σοβαρό επιστήμονα αν τον χρηματοδοτήσουμε είναι τουλάχιστον αστείο.

Οι φοιτητές

Αντικρίζοντας την κατάσταση της παιδείας, πολλοί διαπίστωσαν ότι «δεν έχουμε πανεπιστήμια» – ακόμα και αν ισχύει αυτή η υπερβολική άποψη όμως, το κύριο πρόβλημα είναι άλλο: το ότι δεν έχουμε νέους.Διότι αν αυτό που κατάλαβαν σχετικά με την παιδεία στην χώρα μας είναι ότι για τα στραβά φταίνε οι περιορισμένοι πόροι, τότε σημαίνει ότι αντιμετώπισαν το θέμα απολύτως επιφανειακά, ότι άσκησαν απλή και ανώδυνη κριτική την στιγμή που από τους νέους περιμένει κανείς το ακριβώς αντίθετο: την σκληρή και επώδυνη κριτική των νέων του ’60.

Δεν φιλοδοξώ να αναλύσω όλο αυτό το ζήτημα στο ήδη μεγάλο άρθρο μου, έχω μόνο να κάνω μια παρατήρηση.Νομίζω ότι στη χώρα μας οι φοιτητές ελάχιστα εκτιμούν την γνώση και αυτό είναι κάτι που κρατάει την παιδεία στην χώρα μας πολύ πιο πίσω από τους λιγοστούς πόρους.Αφορμή αυτής της παρατήρησης είναι το όργιο αντιγραφής που συμβαίνει στις εξεταστικές αίθουσες παντού στην χώρα.Δεν θέλω να το παίξω αυστηρός, κατανοώ ότι κάποια στιγμή κάποιος ίσως καταφύγει στο σκονάκι – δεν καταδικάζω αυτό, αλλά νομίζω ότι στα πανεπιστήμια μας πρόκειται περί πανδημίας.Είμαι σίγουρος ότι για πολλούς είναι αυτονόητο το «αν μπορείς να αντιγράψεις, κάνε το», άλλοι πιθανόν να έχουν εξοικειωθεί τόσο με το φαινόμενο, που να μην αποτελεί γι’αυτόυς ερέθισμα για προβληματισμό.Ωστόσο, παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον το ερώτημα «γιατί ένας φοιτητής να αντιγράφει συστηματικά;».Η συχνότητα του φαινομένου είναι τέτοια, που ίσως να μην μας φαίνεται καν παράδοξο θέαμα ένας φοιτητής να αντιγράφει. Η πράξη αυτή όμως είναι η πιο κραυγαλέα δήλωση ότι δεν τον ενδιαφέρει να μάθε αυτό που σπουδάζει, ότι η γνώση γι’αυτόν είναι περιττός κόπος.Αντίστοιχη με αυτό, είναι η παράνοια σχετικά με το «τι πέφτει», «από πού ρωτάει ο καθηγητής» κτλ.Δέχομαι ότι σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου οι φοιτητές θέλουν ένα μπούσουλα, τι περίπου να διαβάσουν, τι ρωτάει συχνότερα ο καθηγητής κτλ.Αυτό είναι φυσιολογικό, στην χώρα μας όμως έχεις την εντύπωση ότι ο φοιτητής που θα διαβάσει μέχρι την σελίδα 251, ενώ ο καθηγητής ρωτάει μέχρι την 250 νιώθει κορόιδο: θεωρεί ότι την πάτησε που διάβασε μια σελίδα παραπάνω!Η αιτία αυτής της κατάστασης είναι νομίζω οι γονείς και η πίεση που ασκούν στα παιδία στο δημοτικό.Παιδάκια 7 χρονών είναι πιο πολυάσχολα από τους γονείς τους, μεταξύ αγγλικών, γαλλικών, πιάνου, πολεμικών τεχνών,εξετάσεων κτλ. Η γνώση και η μάθηση γίνεται καταναγκασμός και άγχος.Ας φανταστεί ο αναγνώστης την διαφορά μεταξύ του να ανακαλύπτει κανείς την μουσική σε ώρες χαλάρωσης, ξαπλωμένος αναπαυτικά στον καναπέ και του να έχει μια δασκάλα πάνω από το κεφάλι του να τον φορτώνει ένα σωρό κανόνες και εργασίες που πρέπει να είναι έτοιμες μέχρι αύριο, στριμωγμένη ανάμεσα σε άλλες τόσες υποχρεώσεις – και όλα αυτά να καταλήγουν σε εξετάσεις. Μεγαλώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι αναμενόμενο η μάθηση να αποτελεί βάρος και κόπο, έτσι συνδυασμένη που είναι με άγχος, τρέξιμο, επιβολή και στερήσεις. Φτάνοντας στο πανεπιστήμιο, που είναι κάπως πιο χαλαρά τα πράγματα, καταλήγουμε στα φαινόμενα που περιέγραψα.Αν λοιπόν θέλουμε να μιλήσουμε για τα στραβά της παιδείας, αυτό νομίζω είναι πολύ πιο σοβαρό και πολύ πιο επικίνδυνο από τον χαρακτήρα της υπουργού και τα λεφτά (που δεν έχουμε).

Η παραπάνω παράγραφος είναι μια προσπάθεια μου να δείξω τί εννοώ όταν λέω ότι περιμένουμε από τους νέους σκληρή κριτική.Δεν αξιώνω βέβαια οι νέοι να συμφωνήσουν με αυτά που είπα, ούτε ζητάω να ταυτίζονται οι απόψεις τους με τις δικές μου.Σκοπός ήταν να παρουσιάσω ενδεικτικά μια μέθοδο, πώς περίπου αντιλαμβάνομαι εγώ την κριτική.Βασικά στοιχεία της είναι:

• Αντικείμενο κριτικής είναι το αυτονόητο. (η αντιγραφή στην περίπτωση αυτή)
• Το αυτονόητο δεν είναι αυτονόητο.
• Ψάχνουμε τα αίτια στον μικρόκοσμο μας και όχι σε καταστάσεις ή δυνάμεις υπεράνω ημών (πχ Αμερική, νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, πόλεμος στο Ιράκ) που μας αφαιρούν τις όποιες ευθύνες.
• Πιθανόν να στραφούμε εναντίον αγαπημένων προσώπων (αυτό περιλαμβάνει και τον εαυτό μας).

Αυτήν την ανατρεπτική και κριτική διάθεση δεν βρήκα στους νέους μας, αντίθετα βρήκα κλισέ και εύκολες λύσεις.Ο λόγος των φοιτητών είναι αποκαλυπτικός: βρίθει επιθέσεων κατά της πολιτικής ηγεσίας ή της ΕΕ (!), ενώ λάμπει δια της απουσίας της η κριτική του φοιτητικού συνδικαλισμού και των πρακτικών του.Ακούμε από τους φοιτητές τα μύρια όσα για την ΕΕ (ότι είναι ένα γραφειοκρατικό τέρας στην υπηρεσία των πολυεθνικών κτλ), αλλά για την κατάντια του φοιτητικού συνδικαλισμού δεν είδα να κλείνουν δρόμοι, ούτε να κολλάνε αφίσες, ούτε να διαμαρτύρονται.(Τώρα τι θα ωφελούσε περισσότερο την παιδεία στην χώρα μας: η κατάρρευση της ΕΕ ή η κατάρρευση του φοιτητικού συνδικαλισμού, αυτό το αφήνω στην κρίση σας…).Η οργή και η μαχητικότητα ξεχειλίζουν όταν διεκδικούν το δικαίωμα το πτυχίο να εξασφαλίζει εργασία, απουσιάζουν όμως όταν πρόκειται περί θετικών προτάσεων για την βελτίωση των σπουδών.Ποιος έκλεισε τους δρόμους με αίτημα εξορθολογισμό του προγράμματος σπουδών; Ποιος βγήκε να πολεμήσει το ένα και μοναδικό σύγγραμμα (εδώ πολλοί φοιτητές το υποστηρίζουν!!!);

Ο νόμος – πλαίσιο

Η κουβέντα γύρω από την παιδεία δυστυχώς έχει περιοριστεί «στον νόμο – πλαίσιο» και στον «διάλογο από μηδενική βάση», ίσως επειδή αυτό προσφέρεται για χαζοσυζητήσεις στην τηλεόραση και τις εφημερίδες.

Είναι νομίζω επιτακτική ανάγκη να πει κάποιος ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης για όλα αυτά που συμβαίνουν τώρα έχουν οι νέοι.

Φταίμε διότι υιοθετήσαμε επιπόλαια τον ξύλινο λόγο και τις ξεπερασμένες απόψεις των προηγούμενων γενιών, χωρίς οι ίδιοι να γεννήσουμε τίποτα.Μεγαλωμένοι με αγγλικά και υπολογιστές, βρισκόμαστε σε σκοτάδι σχετικά με το τι συμβαίνει στον έξω κόσμο και αυτό είναι προσωπική ευθύνη του καθενός από εμάς.Απορρίπτουμε τα συστήματα των ξένων πανεπιστημίων, χωρίς όμως να έχουμε κάποιο άλλο σύστημα να αντιπροτείνουμε, διαιωνίζοντας έτσι την τωρινή απογοητευτική κατάσταση.Δεν έχουμε αιτήματα για την παιδεία, έχουμε μόνο απαιτήσεις για την επαγγελματική αποκαταστήσει μας.Διαμαρτυρόμαστε ότι η γνώση δεν είναι εμπόρευμα, αλλά σχεδόν κάθε αίτημα μας ανάγεται στο «τι κάνει το κράτος για να μου βρει δουλεία μετά το πτυχίο» – κανείς δεν μάχεται για τον εκσυγχρονισμό του προγράμματος σπουδών και για την αποπομπή των ανίκανων καθηγητών.Ζητάμε διάλογο με τον ένα και τον άλλον, ενώ δεν μπορούμε να κάνουμε μεταξύ μας (όποιος έχει πάει σε γενική συνέλευση μεγάλης σχολής νομίζω καταλαβαίνει απολύτως τι λέω…).

Επανάσταση στην παιδεία δεν είναι ούτε να κλείνουμε δρόμους, ούτε να παίζουμε σφαλιάρες με τους αστυνόμους (αυτά τα κάνουν και οι μικροαστοί όταν πάνε να τους γκρεμίσουν τα αυθαίρετα, σιγά την επανάσταση πια…) ούτε βέβαια οι χαζόεπιτροπές καταλήψεων – αυτό τα γκροτέσκ μικρό-σοβιέτ αποτελούμενα από κακαουνάκηδες με εμφάνιση Παντελή Θαλασσινού.

Επανάσταση στην παιδεία είναι ένα γεμάτο αμφιθέατρο, με λίγους επιτηρητές, όπου κάνεις δεν αντιγράφει επειδή δεν το θεωρεί σωστό. Είναι γενική συνέλευση όπου γίνεται διάλογος, όπου αυτός που φωνάζει και καπελώνει τους άλλους περιθωριοποιείται.Αντί να διαμαρτυρόμαστε για την ελλιπή χρηματοδότηση, να διαμαρτυρόμαστε για το ότι έχουμε τα χαμηλότερα ποσοστά ανάγνωσης «εξωσχολικών βιβλίων» – ή καλύτερα να διαμαρτυρόμαστε που υπάρχει ένας τέτοιος όρος στην γλώσσα μας (έχει σκεφτεί κανείς τι σημαίνει;). Αλλά αφού υπάρχει ο όρος, επαναστάτης είναι ένας φοιτητής που στον ελεύθερο χρόνο του διαβάζει σοβαρά εξωσχολικά βιβλία (από λογοτεχνία μέχρι οικονομία) και το αντίθετο του, «αντιδραστικός», είναι αυτός που θεωρεί τον προηγούμενο μαλάκα στην χειρότερη και ιδιόρρυθμο στην καλύτερη, αραγμένος στην τρέντυ καφετέρια, πίνοντας «φρεντουτσίνο», ζητώντας λεφτά από το υπουργείο.

Η γενιά μου δυστυχώς δεν είναι αυτή που θα κάνει μια τέτοια επανάσταση – θα συνεχίσει με μίζερες επιτροπές καταλήψεων και συνδικαλιστές-μαυρογυαλούρους, αποκομμένη από τον έξω κόσμο. Είναι μια θλιβερή διαπίστωση, αγαπητοί συνομήλικοι, αλλά έτσι είναι… περάσαμε από την εφηβεία στην κακομοιριά χωρίς να αγγίξουμε την νεότητα. . .

——————————————————

  1. Είναι αλήθεια ότι και πίσω από αυτά τα ιστορικά γεγονότα υπήρχαν φιλόσοφοι και ιδέες,ο διαφωτισμός, ο μαρξισμός – μόνο που αυτά αφορούσαν μια μικρή μερίδα των επαναστατημένων, με την μάζα να έχει μια γενική, αόριστη και τελικά διαστρεβλωμένη (όπως φάνηκε στην πορεία) ιδέα περί τίνος πρόκειται. Ουσιαστικά οι εξεγέρσεις αυτές ήταν ένας αρραβώνας μεταξύ των ελάχιστων διανοούμενων και του λαού (καθένας βρήκε στον άλλον αυτό που του έλειπε: οι διανοούμενοι την δύναμη που δεν είχαν και ο λαός την ελπίδα που είχε χάσει), που δεν κατέληξε σε γάμο. [ [8]]