Ακόμα ένα (άχρηστο) άρθρο για τις εκλογές

Οκτ 1st, 2009 | | Κατηγορία: Ελλάδα, Πολιτική | Email This Post Email This Post | Print This Post Print This Post |

Πήγαιναν οι αμαθείς κοντά του κι έδρεπαν ακόμη μεγαλύτερη αμάθεια.
Τζων Απντάϊκ, Το Παζάρι στο Άσυλο

Είχα κατορθώσει να το αποφύγω, όχι και τόσο εύκολα είναι αλήθεια: δεν είχα ακούσει ούτε μια προεκλογική συζήτηση. Έτσι κι αλλιώς δεν βλέπω πλέον ποτέ τηλεόραση και δεν έχω ραδιόφωνο. Καθώς θα έλειπα και αρκετές ημέρες στο εξωτερικό, αντιμετώπιζα με αισιοδοξία το μέλλον. Θα έφτανε η 4η Οκτωβρίου κι εγώ θα παρέμενα «καθαρός».

Όπως όμως δεν μπορείς να αποφύγεις το παθητικό κάπνισμα, φαίνεται πως δεν μπορείς να αποφύγεις και την παθητική ακρόαση πολιτικών συζητήσεων. Στο ταξί για το αεροδρόμιο υποχρεώθηκα να υποστώ για 30 ακριβώς λεπτά δύο κυρίες, εκπροσώπους των δύο μεγάλων κομμάτων, να αγωνίζονται να μας πείσουν για το πόσο σοφοί, συνετοί, οραματιστές, ιδιοφυείς και βέβαια μεγάλοι ηγέτες είναι ο Κώστας Καραμανλής και ο Γιώργος Παπανδρέου. Στο ενδιάμεσο επιχειρούσαν να εξηγήσουν γιατί το πρόγραμμά τους είναι το καλύτερο και να απαντήσουν η μία στις κατηγορίες της άλλης.

Δεν χρειάζεται να αναρωτιέται λοιπόν κανείς πώς κατόρθωσαν τα δύο μεγάλα κόμματα να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν αυτό το ιδιότυπο δυοπώλιο, καθώς καταρχήν αποτελούν τις μοναδικές εναλλακτικές όσων δεν θέλουν να ψηφίσουν κόμματα που δικαιολογούν τις πράξεις στυγνών δικτατόρων: από τον Ιωσήφ Στάλιν και τον Γεώργιο Παπαδόπουλο μέχρι τον Φιντέλ Κάστρο

Κάποια στιγμή, ο ταλαίπωρος δημοσιογράφος (η εργασία του οποίου θα πρέπει να ενταχθεί οπωσδήποτε στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα) ξύπνησε από το νιρβάνα που τον είχαν ρίξει οι κυρίες και έκανε μια καλή ερώτηση. Η ερώτηση ήταν καλή γιατί μέσα είχε αριθμούς. Η κυρία στην οποία απεύθυνε την ερώτηση θα πρέπει να ξεροκατάπιε. Αυτό όμως δεν την εμπόδισε να κάνει μια ωραιότατη κωλοτούμπα. Αλλά δυστυχώς η στιγμή αυτή δεν ήταν η πλέον θλιβερή. Το να ακούς δύο μορφωμένες και μάλλον έξυπνες γυναίκες να μιλούν τόσο ξύλινα όσο οι χειρότεροι συνδικαλιστές φοιτητές, τόσο τετριμμένα και με κλισέ όσο οι επιτυχημένοι συγγραφείς βιβλίων για εκθέσεις ιδεών και τόσο αυτοματοποιημένα και ανεγκέφαλα όσο οι καλά προετοιμασμένες υποψήφιες σε καλλιστεία, ήταν πραγματικά ζοφερό.

Λίγο πριν χαρακτηριστώ σεξιστής να ομολογήσω ότι την έπαθα άλλη μια φορά. Πάλι σε ταξί (δεν γίνεται, πρέπει να αρχίσω να παίρνω το μετρό!) άκουσα άλλη μία συζήτηση, αυτή τη φορά μεταξύ δύο ανδρών. Οι διαφορές με τις κυρίες ήταν δύο. Καταρχήν οι δύο κύριοι είναι από τα σημαντικότερα στελέχη των κομμάτων τους, ο ένας μάλιστα ήταν και υποψήφιος κάποτε για την αρχηγία. Η δεύτερη διαφορά συνδέεται με την πρώτη. Ενώ θα μπορούσε κάποιος να πιστέψει ότι οι δύο κυρίες είχαν ακόμα μέσα τους λίγη από την αγνή θέρμη του οπαδού, οι δύο κύριοι εξέπεμπαν ταυτόχρονα την αυτοπεποίθηση αλλά και την ελαφρότητα αυτού που οι νέοι ονομάζουν συγκαταβατικά «φιδέμπορας».

Όμως το πλέον καταθλιπτικό δεν είναι ότι αυτά τα στελέχη αυτών των δύο κομμάτων πρόκειται να συνεχίσουν να μας κυβερνούν, αλλά το ότι αποτελούν τις μόνες ρεαλιστικές μας επιλογές. Τι υπάρχει πέρα από τα δύο μεγάλα κόμματα; Δύο μικρότερα ακραία ριζοσπαστικά και λαϊκιστικά κόμματα της δεξιάς (ΛΑΟΣ) και της αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ) που μεταξύ των άλλων νιώθουν άβολα με την συναίνεση της φιλελεύθερης δημοκρατίας και το κράτος δικαίου. Τα δύο αυτά κόμματα δεν έχουν καν απορρίψει αποφασιστικά τη βία ως μέθοδο επίλυσης των πολιτικών διαφορών, καθώς συγγενεύουν ιδεολογικά ή αντιμετωπίζουν με συμπάθεια ομάδες και οργανώσεις που καταφεύγουν συστηματικά στη βία. Και υπάρχει βέβαια και το ΚΚΕ. Το τελευταίο μεγάλο κόμμα στην Ευρώπη που παραμένει σταλινικό. Δεν χρειάζεται να αναρωτιέται λοιπόν κανείς πώς κατόρθωσαν τα δύο μεγάλα κόμματα να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν αυτό το ιδιότυπο δυοπώλιο, καθώς καταρχήν αποτελούν τις μοναδικές εναλλακτικές όσων δεν θέλουν να ψηφίσουν κόμματα που δικαιολογούν τις πράξεις στυγνών δικτατόρων: από τον Ιωσήφ Στάλιν και τον Γεώργιο Παπαδόπουλο μέχρι τον Φιντέλ Κάστρο.

Όμως η πολύ κακή ποιότητα των στελεχών και των επιχειρημάτων που διακρίνει τα δύο μεγάλα κόμματα είναι επιπλέον το αποτέλεσμα μιας ισορροπίας. Εάν αντιμετωπίσουμε την πολιτική αγορά όπως και την οικονομική θα δούμε ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ από το 1981 και μετά δεν έχουν κανένα κίνητρο να βελτιώσουν το προϊόν που προσφέρουν στους ψηφοφόρους, καθώς ο βασικός ανταγωνιστής τους προσφέρει την ίδια κακή ποιότητα. Για να διαπιστώσει κανείς πόσο πανομοιότυπο είναι αυτό το προϊόν θα μπορούσε να κάνει το εξής απλό πείραμα: αν πάρει το προεκλογικό φυλλάδιο ενός υποψηφίου και στη θέση των κομμάτων και των αρχηγών κρύψει τα ονόματα θα είναι αδύνατον να καταλάβει πού ανήκει ο υποψήφιος. Αυτή η ισορροπία βασίζεται στα «εμπόδια στην είσοδο» (barriers to entry) που δημιουργούν τα μεγάλα κόμματα και τεχνητά (π.χ. μέσω της εκλογικής νομοθεσίας) και λόγω των οικονομιών κλίμακας. Ποιος μπορεί να ανταγωνιστεί τους δύο μεγάλους κομματικούς στρατούς στελεχών που ελέγχουν την ελληνική δημόσια διοίκηση και όχι μόνο;

Αυτή η ισορροπία βασίζεται στα «εμπόδια στην είσοδο» (barriers to entry) που δημιουργούν τα μεγάλα κόμματα και τεχνητά (π.χ. μέσω της εκλογικής νομοθεσίας) και λόγω των οικονομιών κλίμακας. Ποιος μπορεί να ανταγωνιστεί τους δύο μεγάλους κομματικούς στρατούς στελεχών που ελέγχουν την ελληνική δημόσια διοίκηση και όχι μόνο;

Δυστυχώς, όμως, πέραν των προβλημάτων από την πλευρά της προσφοράς, υπάρχουν χειρότερες στρεβλώσεις στην πλευρά της ζήτησης: προφανώς δεν υπάρχει σημαντική ζήτηση για σοβαρότερα επιχειρήματα και ικανότερα στελέχη. Εάν η ζήτηση ήταν αρκετά ισχυρή, θα πίεζε τα δύο μεγάλα κόμματα να επιλέγουν καλύτερα και θα έδινε κίνητρα σε αξιόλογα άτομα που βρίσκονται εκτός της πολιτικής αγοράς να σκεφτούν σοβαρά την είσοδό τους. Όμως όχι μόνο κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, αλλά παρατηρούμε ακριβώς το αντίθετο. Δείτε ποιοι είναι οι άνθρωποι που αποφασίζουν να εγκαταλείψουν απογοητευμένοι την πολιτική, δείτε ποιοι είναι αυτοί που εισέρχονται με ενθουσιασμό και τέλος δείτε ποιοι είναι αυτοί που συνήθως συγκεντρώνουν τους περισσότερους σταυρούς.

Το γιατί οι πολίτες αδυνατούν να διακρίνουν και επομένως να ζητήσουν καλύτερης ποιότητας πολιτικές, προσπάθησε να εξηγήσει σε μια πρόσφατη και ιδιαίτερα επιτυχημένη μονογραφία του ο οικονομολόγος Bryan Caplan (Ο Μύθος του Ορθολογικού Ψηφοφόρου: Γιατί οι Δημοκρατίες Επιλέγουν Κακές Πολιτικές). Ο Caplan αποδίδει τις κακές επιλογές των ψηφοφόρων σε μια σειρά ανορθολογικών προκαταλήψεων: κατά της αγοράς, κατά των ξένων, κατά της τεχνολογικής προόδου, κατά της παραγωγικότητας. Είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό γιατί η αγορά δημιουργεί πλούτο μέσω του ανταγωνισμού και της συνεργασίας ατόμων που επιδιώκουν την ικανοποίηση των μακροχρόνιων συμφερόντων τους. Επιπλέον είναι ακόμα πιο δύσκολο να γίνει αντιληπτό γιατί η τεχνολογική πρόοδος και η απαξίωση επαγγελμάτων συνδεδεμένων με απαρχαιωμένες μεθόδους παραγωγής οδηγεί σε μεγαλύτερη παραγωγικότητα, καλύτερες συνθήκες εργασίες και μεγαλύτερη ευημερία. Οι ξένοι είναι οπωσδήποτε εχθροί μας που μέσω του διεθνούς εμπορίου, των επενδύσεων και της μετανάστευσης προσπαθούν να υπεξαιρέσουν τον πλούτο μας και φυσικά η οικονομική μας κατάσταση κάθε χρόνο είναι και χειρότερη, ποτέ δεν βελτιώνεται, ακόμα κι αν είναι πλέον αδύνατον να φανταστούμε τον εαυτό μας να ζει με τον τρόπο που ζούσε η προηγούμενη μόλις γενιά.

Σε προηγούμενο κείμενό μου υποστήριξα ότι οι πολίτες δεν έχουν κίνητρο να συγκεντρώσουν τις απαραίτητες πληροφορίες για να ψηφίσουν ορθά, καθώς το κόστος είναι πολύ υψηλό και το όφελος ασήμαντο. Δυστυχώς για τον ίδιο λόγο οι πολιτικοί δεν έχουν κανένα κίνητρο να αναζητήσουν αυτοί τις ορθές πολιτικές και πολύ περισσότερο να τις εφαρμόσουν. Εάν αμφιβάλετε, κατεβείτε τώρα στην είσοδο της πολυκατοικίας σας και ανοίξτε τα προεκλογικά φυλλάδια των υποψηφίων. Καθώς τα διαβάζετε ας έχετε στο μυαλό σας την περίφημη φράση του Μ. Καραγάτση από τον Γιούγκερμαν: «Ήταν ένας άνθρωπος ρευστός. τόσο ρευστός, που κυλώντας έφτασε στις ψηλότερες θέσεις.»

Αριστείδης Χατζής

—————————————————————————

Μια συντομευμένη έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στο newstime.gr στις 28/9/2009

3 σχόλια
Leave a comment »

  1. Ὡραῖα τὰ γράφετε κύριε καθηγητά.
    Τὸ κρίσικο ἐρώτημα, ὅμως, εἶναι τὶ κάνουμε. Τὸ παίρνουμε ἀπόφαση ὅτι ἔτσι εἶναι ἡ δημοκρατία καὶ κοιτᾶμε νὰ ἐπωφεληθοῦμε κι ἐμεῖς ; Προετοιμαζόμαστε (καὶ πῶς) γιὰ τὴν ἐπερχομένη σοβιετικοῦ τύπου κατάρρευση ; Ὁρθολογικὲς μοῦ φαίνονται οἱ ἀντιδράσεις αὐτές.

  2. Παλια ξυνα σταφυλια…

  3. ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ

Σχολιαστε