- e-rooster.gr - http://e-rooster.gr -

Ο εφιάλτης του κρατικού ορθολογισμού

Δύσκολα θα συναντήσουμε πολίτες διατεθειμένους να στηρίξουν μια κακή κυβέρνηση και, με την εξαίρεση ίσως των κομματικά μονόχρωμων συμπολιτών μας, δύσκολα θα συναντήσουμε και πολίτες διατεθειμένους να στηρίξουν μια κακή πολιτική. Οι περισσότεροι φαίνεται να συμφωνούμε με την ανάγκη ύπαρξης μιας καλής κυβέρνησης και, στις περισσότερες συζητήσεις, η έννοια αυτή φαίνεται να συμβαδίζει με τη βούληση για μεταρρυθμίσεις, εκσυγχρονιστικές παρεμβάσεις, και χρηστή διαχείριση. Αν και σχεδόν αυτόματα υπονοείται ότι όλοι συμφωνούμε με την ερμηνεία αυτών των όρων, μια πιο προσεκτική ματιά μπορεί να δείξει ότι όχι μόνο μια τέτοια συμφωνία δεν υπάρχει, αλλά και ότι δεν είναι δυνατή.

το αίτημα για χρηστή διαχείριση συνοδεύεται από την αστήριχτη υπόθεση ότι μπορούν να υπάρξουν τεχνοκρατικές (‘ορθολογικές’) λύσεις σε πολιτικά προβλήματα

Πολύ συχνά, το αίτημα για χρηστή διαχείριση συνοδεύεται από την αστήριχτη υπόθεση ότι μπορούν να υπάρξουν τεχνοκρατικές (‘ορθολογικές’) λύσεις σε πολιτικά προβλήματα. Ότι δηλαδή, θα μπορούσαμε – αν πραγματικά το θέλαμε – να αντικαταστήσουμε ένα μεγάλο κομμάτι της πολιτικής διαδικασίας με ένα είδος τεχνολογίας της πολιτικής που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τα πολιτικά προβλήματα με αντικειμενικό τρόπο, όπως ίσως ένας μηχανικός αντιμετωπίζει ένα τεχνικό πρόβλημα.

Στο τελευταίο του άρθρο στην κυριακάτικη έκδοσης της Καθημερινής, ‘Ολα εδώ πληρώνονται…’ [1], ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας φαίνεται να υποστηρίζει μια τέτοια ακριβώς αντίληψη. Σχολιάζοντας τις καταστρεπτικές πυρκαγιές των τελευταίων εβδομάδων, ο κ. Τσούκας οδηγείται στην εύλογη παρατήρηση ότι μεγάλο μέρος των καταστροφών οφείλεται και στην απαξίωση, κομματικοποίηση και αποδιοργάνωση των εμπλεκόμενων θεσμών. Με αφορμή όμως αυτή την παρατήρηση, ο κ. Τσούκας επαναφέρει το αίτημα της ορθολογικής διακυβέρνησης – το αίτημα για «ορθολογικά λειτουργούντες δημόσιους θεσμούς» – παρουσιάζοντας τις «καταστροφικές δασικές πυρκαγιές» ως «το ορθολογικό αποτέλεσμα ενός βαθιά ανορθολογικού συστήματος».

Σε μια παράγραφο χαρακτηριστική της ρητορικής ακροβασίας του όλου άρθρου (η έννοια ορθολογισμός αποκτά σε κάθε πρόταση και άλλη ερμηνεία, ανάλογα με τις ανάγκες του συγγραφέα), ο κ. Τσούκας ορίζει τα πλαίσια μέσα στα οποία τα «ατομικά αγαθά προστατεύονται αποτελεσματικά» και ως ορθολογικό κριτήριο αξιολόγησης των κυβερνώντων «την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος».

Πολύ απλά: τα ατομικά αγαθά προστατεύονται αποτελεσματικά στο μέτρο που συναρθρώνονται με συλλογικά αγαθά, των οποίων διαχειριστές είναι οι δημόσιοι θεσμοί. Αν ως ιδιώτης θέλεις να σώσεις το φλεγόμενο σπίτι σου, πρέπει διαρκώς να μεριμνάς ως πολίτης να λειτουργεί καλά η Πυροσβεστική Υπηρεσία. Να ζητάς από τους πολιτικούς εκπροσώπους σου να συμπεριφέρονται ορθολογικά (δηλαδή: μη πελατειακά) έναντι των δημόσιων θεσμών και να αξιολογείς τη συμπεριφορά τους (πολιτικών και θεσμών) με ορθολογικά κριτήρια (δηλαδή: την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος).

Η υπόθεση όμως ενός ορθολογικού συστήματος διακυβέρνησης είναι – ευτυχώς θα έλεγα – άτοπη. Μια τέτοια υπόθεση, όχι μόνο βρίσκει ανυπέρβλητα εμπόδια στα προβλήματα της πληροφορίας, του επιστημονικού ντετερμινισμού, της προβλεψιμότητας και της ελεγξιμότητας του συστήματος, αλλά και αγνοεί ότι ο χώρος του σχεδιασμού του καθορίζεται άμεσα από μη-ορθολογικά όρια (όπως αυτά των ατομικών δικαιωμάτων – π.χ. τα δικαιώματα της ιδιοκτησίας και της αυτοδιάθεσης – και των ατομικών επιθυμιών).

Η αρχή «Το δημόσιο συμφέρον πριν το ατομικό συμφέρον», βρίσκεται στον πυρήνα της ναζιστικής ιδεολογίας και έχει γίνει συχνά ο μοχλός του συντηρητικού πραγματισμού για να επιβάλει στις μειοψηφίες και τα άτομα τις (συχνά διεστραμμένες) ορέξεις της εκάστοτε πλειοψηφίας

Ακόμη και αυτή η έννοια του ‘δημόσιου συμφέροντος’ που το ορθολογικό αυτό σύστημα καλείται να εξυπηρετήσει, όταν δεν γίνεται επικίνδυνη, είναι αδύνατο να περιγραφεί με αντικειμενικά κριτήρια και να καθοριστεί ορθολογικά. Η αρχή «Το δημόσιο συμφέρον πριν το ατομικό συμφέρον», βρίσκεται στον πυρήνα της ναζιστικής ιδεολογίας και έχει γίνει συχνά ο μοχλός του συντηρητικού πραγματισμού για να επιβάλει στις μειοψηφίες και τα άτομα τις (συχνά διεστραμμένες) ορέξεις της εκάστοτε πλειοψηφίας. Μιας πλειοψηφίας που αποκτά αυτόνομη ύπαρξη, γίνεται φορέας δικαιωμάτων, ιδιοκτήτης ‘αγαθών’ και προτάσσεται ως ο μόνος πραγματικός εκφραστής του Δίκαιου, της Ηθικής και της Κοινής μας Ιστορίας – διανθισμένη ενίοτε και με μεταφυσικές ιδιότητες και χαρακτηριστικά.

Και, για να νομιμοποιηθεί η βαρβαρότητα που έρχεται ως φυσική προέκταση της παντοδυναμίας αυτής της κοινής μας μοίρας, οι υποστηρικτές της καταφεύγουν στο μύθο της σύγκρουσης του ατομικού με το δημόσιο συμφέρον για να καταγγείλουν τον «αυθαίρετο ιδιώτη», εξαίροντας τη συνείδηση του πολίτη που υπακούει σιωπηλά και υποτάσσει το ατομικό του συμφέρον στο βωμό των συλλογικών αγαθών.

Τα ατομικά αγαθά, βέβαια, έχουν συγκεκριμένο ιδιοκτήτη και βραχυχρόνιο ορίζοντα αναφοράς (π. χ. να σώσω το σπίτι μου τώρα, να χτίσω γρήγορα), ενώ τα συλλογικά αγαθά ανήκουν σε όλους και η καλή λειτουργία των θεσμών εμπεδώνεται μακροχρόνια. Η ασυμμετρία αυτή εν μέρει αίρεται στο μέτρο που τα άτομα αναπτύσσουν συνείδηση πολίτη (όχι αυθαίρετου ιδιώτη) και, συγχρόνως, οι θεσμοί συμπεριφέρονται με τρόπο που να αποσπούν την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Αν κάτι μπορούμε να συμπεράνουμε από την αντίδραση του κρατικού μηχανισμού και στις φετινές πυρκαγιές, δεν είναι βέβαια μια κάποια «ασυμμετρία» μεταξύ ατομικών και συλλογικών αγαθών, αλλά μάλλον την αποτυχία της αντίληψης ότι μπορεί να υπάρξει σαφώς καθορισμένο «δημόσιο συμφέρον» που μπορούν να το υπερασπίσουν «ορθολογικά» θεσμοί κεντρικού σχεδιασμού από το γυάλινο πύργο του υπουργικού τους γραφείου. Όταν ένα αγαθό ονομάζεται «συλλογικό» και ανήκει σε όλους, στην πραγματικότητα δεν ανήκει σε κανέναν. Την προστασία του αναλαμβάνει μια ομάδα γραφειοκρατών που – όπως είναι φυσικό – έχει ως άμεσο στόχο την προστασία των δικών της ατομικών αγαθών και, κατ’ επέκταση, των ατομικών αγαθών όσων έχουν τη δυνατότητα να την ελέγξουν.

Σε αντίθεση λοιπόν με το αίτημα για πιο ‘ορθολογική λειτουργία των θεσμών’, ίσως ήρθε η ώρα να αντιπροτείνουμε την αποκέντρωσή τους. Ίσως ήρθε η ώρα να γυρίσουμε την πλάτη μας στο όραμα του χαρισματικού ηγέτη και του ορθολογιστή κυβερνήτη και να ενθαρρύνουμε τον πειραματισμό και την εξέλιξη. Ίσως ήρθε η ώρα να ξεχάσουμε το «εμείς» και να προστατέψουμε το κακόμοιρο «εγώ» μας για να απελευθερώσουμε τη φαντασία, τη δημιουργικότητα και το παιχνίδι της εξέλιξης.

Γιώργος Σαρηγιαννίδης