Ο οίστρος και η πλάνη
Σεπ 13th, 2008 | Πάνος Ευαγγελόπουλος| Κατηγορία: Οικονομικά | Email This Post | Print This Post |Από την αρχή της μεταπολίτευσης, σχεδόν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις εμφανίζονται εμπνεόμενες από έναν φορολογικό οίστρο, ο οποίος πηγάζει από την οδυνηρή πλάνη ότι θα μας οδηγήσει στην αποτελεσματική και τελεσίδικη αντιμετώπιση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Ομως, η πραγματικότητα διαψεύδει οικτρά και μάλιστα επαναλαμβανόμενα τους μεγάλους αρχιτέκτονες των φορολογικών εκστρατειών του πρόσφατου ελληνικού οικονομικού βίου και είναι να απορεί κάποιος πώς Ελληνες πολιτικοί και ιδίως οικονομολόγοι, παγιδεύονται στη μονομανή αύξηση των εσόδων, όταν οι δαπάνες αυξάνονται ασυγκράτητα, σπάζοντας κάθε λογικό άνω φράγμα.
Στη δεκαετία του ’70 εν μέσω της παγκόσμιας κρίσης και του στασιμοπληθωρισμού ανεχτήκαμε τα βαριά μέτρα λιτότητας, τα ανώτατα περιθώρια κέρδους, τις ελεγχόμενες πάσης φύσεως τιμές, τις διοικητικές και γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, τις κρατικοποιήσεις. Τον κρατικό πατερναλισμό σε όλο του το μεγαλείο! Στη δεκαετία του ’80 διακριθήκαμε για τον δημοσιονομικό μας εκτροχιασμό σε όλο του το εύρος! Τίποτα δεν μας συνέτιζε. Ούτε οι διαδοχικές υποτιμήσεις του εθνικού μας νομίσματος, ούτε οι έκτακτες εισφορές επί των κερδών, ούτε η βαρύτατη φορολογία, ούτε η εκτίναξη του χρέους, ούτε οι διοικητικοί περιορισμοί των εισαγωγών και η δραστική συρρίκνωση του εμπορίου. Μας έκανε υπερήφανους η κρατική γιγάντωση και η μικροαστική νιρβάνα της μονιμότητας, του μισθού που αποκτάται χωρίς κόπο και χωρίς ευθύνες με πλήρη εξασφάλιση και εγγύηση του Δημοσίου.
Στη στροφή της αλλαγής των δεκαετιών του ’80 με του ’90, έγινε κάτι το αξεπέραστο, ακόμη και για τα βεβαρυμμένα δημοσιονομικά δεδομένα της χώρας μας. Τόσο στη συγκυβέρνηση αλλά κυρίως στην οικουμενική, όλα τα κόμματα το καθένα από τα υπουργεία που ήλεγχε, επιδίδονταν σε έναν πρωταθλητισμό δαπανών. Η φυσιογνωμία του τότε πρωθυπουργού και σοφού οικονομολόγου ακαδημαϊκού Ξενοφώντα Ζολώτα είχε χλομιάσει όχι από την ηλικία του, αλλά από το μέγεθος της οικουμενικής ελληνικής δημοσιονομικής κραιπάλης. Το συντομότατο φιλελεύθερο διάλειμμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη των αρχών της δεκαετίας του ’90 προσπάθησε να εξορθολογήσει τα δημόσια οικονομικά. Πρότεινε τη μείωση του μεγέθους του κράτους και μάλιστα στον σκληρό του πυρήνα, προβάλλοντας την αρχή της πρόσληψης του ενός στη συνταξιοδότηση δύο αλλά και την εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση των κρατικών δραστηριοτήτων. Παρ’ όλα αυτά η ασθενής του κοινοβουλευτική ισχύς και η έλλειψη ομοψυχίας επί των αρχών, οδήγησε σε πρόωρη πτώση την κυβέρνηση Μητσοτάκη για μία ιδιωτικοποίηση για την οποία ψηφίστηκε από τον λαό για να την κάνει. Ολα αυτά πρέπει να μας νουθετούν σήμερα για τις πολιτικές μας πράξεις, όπως τότε ο έκτακτα επιβαλλόμενος βαρύτατος φόρος της βενζίνης που ενώ υπολογιζόταν ότι θα δημιουργήσει για πρώτη φορά πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα, όχι μόνο δεν καλυτέρευσε τα δημόσια οικονομικά, αλλά αντίθετα είχε και δυσμενέστατες επιπτώσεις στον πληθωρισμό, ενώ δυναμίτισε και δυσφήμησε την πολιτική απελευθέρωσης των τιμών.
Η ελληνική μεταπολιτευτική οικονομική πολιτική είναι μία ιστορία επαναλαμβανόμενων λαθών που εδράζονται στον άκριτα επιδεικνυόμενο φορολογικό οίστρο και στην πλάνη ότι η άσκησή του θα βελτιώσει τις δημοσιονομικές μας ανισορροπίες. Πάνω σ’ αυτήν τη λογική εισήχθησαν τα αντιλαϊκά, άδικα και ανορθολογικά εκσυγχρονιστικά αντικειμενικά κριτήρια φορολόγησης, τα οποία, ενώ βοήθησαν στην ανόρθωση των εσόδων και στην ένταξή μας στην ΟΝΕ, δεν ήταν αρκετά ακόμη και αυτά και πριν καταργηθούν για να χρηματοδοτήσουν τον Αρμαγεδδώνα των κρατικών δαπανών και παροχών και την εξυπηρέτηση του δυσθεώρητου δημόσιου χρέους. Ετσι, φτάσαμε στο παράδοξο η ΝΔ, που επαγγέλλετο τη μείωση της φορολογίας, να ξεκινά τη θητεία της με αύξηση των φόρων. Η αλήθεια είναι ότι ακολούθησε μία φορολογική νηνεμία που συνοδεύτηκε με σταδιακή αλλά σημαντικότατη μείωση των φορολογικών συντελεστών που μαζί με κρίσιμες επιτυχημένες ιδιωτικοποιήσεις οδήγησαν σε άνθηση της ελληνικής οικονομίας, αναπτέρωση των επιχειρηματικών προσδοκιών, σημαντικότατη ταυτόχρονη αύξηση των επενδύσεων, της κατανάλωσης και του ΑΕΠ αλλά και κυρίως άνοιγμα των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές που προσέδωσε στην οικονομία μας για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά επιθετικά εξωστρεφή χαρακτήρα.
Ομως τα καλά νέα στη χώρα μας διαρκούν λίγο. Οι δαπάνες ποτέ δεν τιθασεύτηκαν, το δημόσιο χρέος εκτοξεύτηκε στο ποσό – ρεκόρ των 250 δισ. ευρώ και μπροστά στον κίνδυνο να βρεθούμε εντός μιας νέας δημοσιονομικής ευρωπαϊκής επιτήρησης, ο υπουργός Οικονομικών έπρεπε ακόμη μία φορά να ανέβει τον Γολγοθά των φόρων. Αυτή τη φορά μάλιστα το έκανε με τραγικότερο τρόπο. Ηρθε σε αντίθεση με την κεντρική του πολιτική ιδέα ότι μία ευνομούμενη δημοκρατική πολιτεία απολαμβάνει γενικά ήπιας φορολόγησης στα μεσαία στρώματα και πολύ χαμηλής έως μηδενικής στα ασθενή. Δεν έφθανε όμως μόνο αυτό, αλλά με την υπερφορολόγηση των μερισμάτων ασπάστηκε την προγραμματική αρχή του ΠαΣοΚ για επαχθέστερη φορολόγηση των διανεμόμενων κερδών. Ειδικά αυτό θα το αποκαλούσα copy and paste! Ισως λίγο πλέον απέχουμε από τη βαθιά φιλοσοφική σοσιαλιστική αρχή ότι φορολογείται και ο αέρας. Εξάλλου η φορολόγηση της υπεραξίας των μετοχών και των stock options αυτό υποδηλώνει.
Επιχειρήματα ότι τα μερίσματα ήδη φορολογούνται με 25% και ότι οδηγούνται στο βαρύτατο 35%, δεν λαμβάνονται υπόψιν. Τι αλήθεια πρεσβεύουν τα μερίσματα για να αντιμετωπίζουν σήμερα μία από τις πιο βαριές φορολογίες; Ποιο είναι το μιαρό των μερισμάτων; Συνήθως προκύπτουν από τις πιο καλά ελεγχόμενες εταιρείες τις ΑΕ και αποτελούν το τελευταίο πολύ μικρό υπόλοιπο που απομένει μετά όλες τις επιβαρύνσεις, λειτουργικές, φορολογικές, κοινωνικές και άλλες. Υπάρχουν μάλιστα αρκετές χρονιές που ούτε καν διανέμεται. Η υπερφορολόγηση των μερισμάτων είναι νοσηρή και ολοκληρωτικά λανθασμένη. Δίνουμε λάθος σήμα σε όλους τους επενδυτές που ανοίχθηκαν τα τελευταία χρόνια στα πέλαγα της ελληνικής οικονομίας, αλλά κυρίως υπονομεύουμε την ιδέα του λαϊκού καπιταλισμού που θέλει τον πολίτη να πρωτοστατεί στο χρηματιστήριο μακροχρόνια, συμμετέχοντας άμεσα στην ιδέα της εταιρικής ιδιοκτησίας, έχοντας ως ελάχιστη απολαβή ένα σταθερό και ηπίως φορολογούμενο μέρισμα.
Το ίδιο ισχύει και για την υπεραξία. Μετά την κατακρήμνιση των μετοχικών αξιών στη στροφή του αιώνα αλλά και την καθίζησή του σήμερα μέσα μόλις σε επτά χρόνια, με ποιο πολιτικό ηθικό σθένος πάμε να φορολογήσουμε τις όποιες υπεραξίες σχηματισθούν μετά την 1-1-2009; Ποιο είναι το περιθώριο κινδύνου που καλούμε τους επενδυτές να αναλάβουν και να φέρουν τα κεφάλαιά τους στο ΧΑΑ όταν προκαταβολικά τους λέμε ότι το μόνο βέβαιο είναι η φορολόγησή σας. Η αγορά μας χειμάζεται και ο τζίρος της είναι μηδαμινός, ενώ διεθνείς ανταγωνιστικές πλατφόρμες συναλλαγών μαζί με τις άλλες εθνικές χρηματιστηριακές οργανωμένες αγορές, ορέγονται να αρπάξουν και το τελευταίο φιλέτο της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Ενώπιον αυτής της σκληρής και αδήριτης πραγματικότητας είναι αδιανόητο να προχωρούμε σε φορολόγηση της υπεραξίας από την αγοραπωλησία μετοχών.
Τέλος, θα είμαι ένας από τους ελάχιστους που θα υπερασπισθώ την ελευθερία των stock options. Οταν μία ηγετική ομάδα, διευθυντών και ανώτερων στελεχών, παίρνει στους ώμους της μία επιχείρηση και την απογειώνει με θεαματικά κέρδη, προωθώντας καινοτομίες στην οργάνωση, την παραγωγή και τη διάθεση, τότε οι μετοχές που θα λάβουν οι πρωταγωνιστές αυτής της θαυμάσιας προσπάθειας, είναι ηθικά μεμπτό να φορολογηθούν και να μοιράσουν τη δική τους επιτυχία με την κρατική γραφειοκρατία. Εάν θέλουμε να έχουμε αποδοτικές επιχειρήσεις που να διευθύνονται από ικανά στελέχη, δεν πρέπει να φορολογήσουμε τα stock options, διαφορετικά θα πάνε σε άλλες χώρες και εμείς θα απογυμνωθούμε από πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό. Βέβαια, στην αγορά παρατηρείται μία καταχρηστική συμπεριφορά σε μερικές των περιπτώσεων στην άσκηση των stock options. Αλλά σ’ αυτήν την περίπτωση η μόνη υπεύθυνη για τον έλεγχο είναι η ΓΣ των μετόχων αλλά και η ίδια η αγορά. Στην περίπτωση που κάποια άπληστα επιτυχημένα στελέχη θελήσουν να κανιβαλίσουν στη μετοχή που ανέδειξαν, η ίδια η αγορά θα την απαξιώσει.
Εν κατακλείδι οι φορολογίες που προωθήθηκαν, μόνο δυσοίωνες προοπτικές μπορούν να επιφέρουν. Εάν μάλιστα δεν σταματήσει καθοριστικά ο ξέφρενος ρυθμός αύξησης των κρατικών δαπανών, ακόμη και αυτοί οι δυσβάστακτοι φόροι θα είναι λίγοι για την αντιμετώπιση της νέας επερχόμενης δημοσιονομικής κρίσης. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας κ. Γιώργος Αλογοσκούφης είναι ένας βαθύτατα προσηλωμένος φιλελεύθερος πολιτικός. Αυτός είναι εξάλλου ο λόγος της συνέχισης της μείωσης των φορολογικών συντελεστών στο 20% το 2014. Αλλά ποιος μας εγγυάται ότι θα είναι τότε στην ίδια θέση για να υπερασπισθεί την πολιτική του και κυρίως αν το 2014 το χρέος έχει ξεπεράσει τα 300 δισ., ποιος θα πολεμήσει την κρατικιστική φρενίτιδα και ποιος δεν θα μας καλέσει για νέα πιο δυσβάστακτη φορολογία. Οι Ελληνες σήμερα δεν θέλουν τον υπουργό Οικονομίας ούτε μουζίκο ούτε τσάρο ενός κράτους Λεβιάθαν αλλά αιρετό στρατηγό της Δημοκρατίας, που να απελευθερώνει τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας με λιγότερους φόρους και ακμάζοντα κέρδη.
Πάνος Ευαγγελόπουλος
——————————————————————
Σημειώσεις:
Δημοσιεύτηκε στο Κέρδος στις 9/9/2008
Όσο οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν δικαίωμα ψήφου δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα.
Σωστά ! Να εγκρίνεται με δημοψήφισμα τό συνολικό κονδύλι για μισθούς καί συντάξεις του προὐπολογισμού. Δεν θα έχουν δικαίωμα ψήφου όσων το ΑΦΜ δδείχνει περισσότερες εισπράξεις από καταβολές προς το Δημόσιο μέσα στην προηγουμένη οικονομική χρήση. Η συλλογιστική είναι ότι οι υπάλληλοι του κράτους δεν μπορούν να συμμετέχουν στον καθορισμό των αποδοχών τους. Κανένας (πλην δικαστών, σκανδαλωδώς) εργαζόμενος δεν ψηφίζει για το πόσα θα του δώσει ο εργοδότης του. Αν δεν εγκριθεί η πρόταση της κυβέρνησης με το δημοψήφισμα, εκλογές και νέο δημοψήφισμα.
Ισως η ενίσχυση των φορολογικών επιβαρύνσεων να είναι τελικά ωφέλημη. Ωφέλημη στο να πιάσουν οι Ελληνες πάτο μιά ώρα αρχίτερα.
Διότι όπως ενενειλλειμένα απέδειξε η εμπειρεία των διαφόρων κολλεκτιβιστικών καινωνικών συστημάτων (φασιστικών, κομμουνιστικών, σοσιαλιστικών) η μόνη έξοδος από τον μονόδρομο της κολλεκτιβιστικής δουλείας φαίνεται να είναι το να πιάσει κανείς πάτο. Μόνο τότε γίνονται πραγματικές αλλαγές. Και αυτό αργεί στην Ελλάδα κυρίως διότι ο τουρισμος, και ίσως η εμπορική ναυτιλία, ενεργούν ως οικονομικά δεκανίκια τα οποία επιβραδύνουν την πορεία της Ελλάδας πρός τον πάτο.
Σχετικά με τη “φορολογική επιβάρυνση” των Ελλήνων απλά παραθέτω μερικά στοιχεία που οι “φιλελεύθεροι” είτε εσκεμμένα, είτε από άγνοια παραβλέπουν στις αναλύσεις τους:
– Στην Ελλάδα τα έσοδα του προϋπολογισμού από άμεση φορολόγηση είναι κάπου 10% του ΑΕΠ όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι κάπου 15%.
– Στην Ελλάδα τα έσοδα του προϋπολογισμού ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι κάπου 31%, από τα χαμηλότερα στην ΕΕ, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι περίπου 40%.
– O corporate tax στην Ελλάδα είναι 25% από τους χαμηλότερους στον ΟΟΣΑ.
– Η Ελλάδα, μέχρι πρόσφατα, ήταν ίσως η μοναδική χώρα στην ΕΕ που δεν φορολογούσε μερίσματα και την “υπεραξία” των μετοχών.
– Η φορο- και εισφορο- διαφυγή στην Ελλάδα πλησιάζει τα 70δις ευρώ και ασκείται κύρια από επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες.
H φοροδιαφυγή φίλε μου ασκείται από όλους. It takes two to tango. Ο εργαζόμενος που δέχεται να αγοράσει κάτι χωρίς απόδειξη για να γλιτώσει το ΦΠΑ είναι εξίσου ένοχος με τον επαγγελματία που του το πουλάει. Τι το “αντικοινωνικό” και το “νεοφιλιλεύθερο” υπάρχει στην πρόταση του να φτιαχτεί από την αρχή φορολογική νομοθεσία που θα ελαχιστοποιεί τις δυνατότητες φοροδιαφυγής από τους συναλλασσόμενους με την εφορία και διαφθοράς από τους εφοριακούς;
Και για να προλάβω τις αντιρρήσεις σου, οι μεγάλες φοροαπάτες (πλαστά τιμολόγια, ΑΦΜ-φαντάσματα κλπ.) γίνονται ΠΑΝΤΑ με συμμετοχή εφοριακών. Αρκετά με την ποινικοποίηση των ελεύθερων επαγγελματιών.
Τι θα πεί η “φοροδιαφυγή ασκείται από όλους”; Είναι γνωστό ότι το 80% των εσόδων από άμεσους φόρους προέρχεται από μισθωτούς και συνταξιούχους. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργατοϋπαλλήλων και μισθωτών φορολογείται στην πηγή των εισοδημάτων τους και είναι εκ των πραγμάτων δύσκολο να φοροδιαφεύγει σημαντικά ποσά. Πάλι μου φαίνεται αδυνατείτε να ξεχωρίσετε τα δέντρα από το δάσος.
Πάντως, πέρα από τη φοροδιαφυγή, δεν βλέπω σημαντικές αντιρρήσεις στα άλλα στοιχεία που παρέθεσα που συγκρίνουν το φορολογικό καθεστώς στην Ελλάδα με αυτό της ΕΕ.
Διόρθωση: “50% των εσόδων…” και όχι “80% των εσόδων…”
Μήπως θα ήθελες να γράψεις καὶ πόσο τοῖς ἑκατὸν τοῦ προϋπολογισμοῦ (προσοχή, ὄχι μόνον τῶν αμέσων φόρων) πηγαίνει στοὺς μισθωτοὺς καὶ συνταξιούχους, δαπανᾶται δηλαδὴ γιὰ μισθοὺς καὶ συντάξεις ; Εἶναι μιὰ κλασσικὴ πατάτα ὅλων τῶν εφημερίδων καὶ τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἑπικοινωνίας αὐτὴ ἡ καραμέλλα γιὰ τὰ ὑποζύγια τοῦ προϋπολογισμοῦ. Οἱ μισθωτοὶ καὶ συνταξιοῦχοι τοῦ δημοσίου εἶναι, σὲ καθαρὸ ποσὸν, κερδισμένοι ἀπὸ τὴν φορολογία, ὄχι ὑποζύγια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ βλέπουμε αὐτὴν τὴν κοσμοσυρροὴ στοὺς διαγωνισμοὺς τοῦ ΑΣΕΠ.
Καμιά αντίρρηση να το επιχειρήσουμε. Θα διαπιστώσουμε ότι τέτοιες δαπάνες, ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι συγκρίσιμες με άλλες χώρες της ΕΕ. Η διαφορά έγκειται στο ότι η Ελλάδα διαθέτει έναν υπέρογκο αριθμό ΔΥ και, εν γένει, κρατικοδίαιτων, αλλά κατά μέσους ευρωπαϊκούς όρους κακοπληρωμένων. Συμφωνώ απόλυτα με τη θέση ότι ο δημόσιος τομέας, με αναφορά στον αριθμό των υπαλλήλων του και όχι απαραίτητα στις συνολικές αμοιβές τους, είναι υπερδιογκωμένος.
Πάντως, σε τέτοιες καταστάσεις και ιδιαίτερα σε φάσεις βαθιάς κρίσης του συστήματος που ευαγγελίζεστε, όπως η τωρινή, είναι έκδηλη η αμηχανία και αδυναμίας σας να ερμηνεύσετε τέτοια κοινωνικά φαινόμενα, όπως αυτό του υπερδιογκωμένου δημόσιου τομέα στην Ελλάδα και κατηγορείτε – ποιούς άλλους; – τους εργαζόμενους ή αυτούς που διεκδικούν θέση σε αυτόν.
Να υπενθυμίσω επιγραμματικά ότι η διόγκωση του κρατικού τομέα και η διαμόρφωση της σχετικής συντεχνιακής νοοτροπίας στην Ελλάδα οφείλεται σε δύο κύριους λόγους. Πρώτον, σε μια χρόνια πελατειακή σχέση (εκλογικής βάσης) που απώτερος σκοπός της ήταν η συντήρηση και εναλλαγή στην πολιτική εξουσία των δύο αστικοδιαχειριστικών κομμάτων, η εγκαθίδρυση του δικομματισμού και η πολιτική περιθωριοποίηση των χαμηλότερων κοινωνικά στρωμάτων. Δεύτερον και ίσως σημαντικότερο, η διόγκωση του δημόσιου τομέα, που κύρια έλαβε χώρα επί ΠΑΣΟΚ Παπανδρέου και συνεχίστηκε απρόσκοπτα εφεξής, δεν ήταν κανένα «σοσιαλιστικό βήμα» (προς Θεού!) αλλά συνέβη ως μια πρόχειρη και εφήμερη αντιμετώπιση των οικονομικών κρίσεων της εποχής και τη ραγδαία αποβιομηχάνιση της χώρας, ενώ δεν θιγόταν στο παραμικρό τα συμφέροντα του μεγάλου κεφάλαιου και των πολυεθνικών (βλ. προβληματικές και η «κοινωνικοποίηση των χρεών τους», «αγορά του αιώνα», σκάνδαλα τύπου Κοσκωτά, τη γιγάντωση της Ιntracom του Κόκκαλη στις πλάτες του ΟΤΕ, κτλ.), ενώ το μεγάλο κεφάλαιο είχε την κύρια ευθύνη για αυτές τις οικονομικές κρίσεις και την παρασιτικοποίηση και περιθωριοποίηση της ελληνικής οικονομίας. Το τελικό αποτέλεσμα το βλέπουμε: ένας υπερτροφικός ΔΥικός τομέας που αυτοσυντηρείται και αναπαράγεται, ένα τεράστιο χρέος και η στροφή της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» στη διαπλοκή, τη διαφθορά και το εύκολο κέρδος.
Με άλλα λόγια, ο κρατικός τομέας κατά κύριο λόγο διογκώθηκε ελλείψει άλλων παραγωγικών δραστηριοτήτων ή επενδύσεων από το κεφάλαιο και την «ιδιωτική πρωτοβουλία», τη ραγδαία μεταπολιτευτική αποβιομηχάνιση της χώρας που συνεχίζεται απρόσκοπτη σήμερα (Λαναράς, ΒΙΑΜΥΛ, Siemens, κτλ). Οι κυβερνήσεις, μπρος στο φάσμα τεράστιας ανεργίας και υποαπασχόλησης, και ενδεχόμενα κοινωνικής διάλυσης, αξιοποίησαν αυτό το δρόμο και αυτό το μοντέλο στρεβλής ανάπτυξης και μάλιστα προς εκλογικό όφελός τους.
Ας μην κατηγορούμε, λοιπόν, τους εργαζόμενους στο δημόσιο για αυτήν την οικονομική και πολιτική κατάσταση.
Κατηγορῶ τοὺς ψηφοφόρους ποὺ έπιλέγουν νὰ ἐπενδύσουν στην πελατειακὴ σχέση καὶ ἐπιλέγουν πολιτικοὺς ἠγέτες ποὺ συνεχῶςπεριορίζουν τὴν εὐχέρεια τῶν ψηφοφόρων νὰ άπεγκλωβισθοῦν κάποτε ἀπὸ τὴν πελατειακὴ σχέση.
Συμφωνῶ ἀπολύτως ὅτι εΐμαστε σὲ ἕνα φαῦλο κύκλο, ἡ εὐθύνη για τὴν ἔναρξη τοῦ ὁποίου δὲν ἔχει τόση σημασία ὅσο ἡ ἔξοδος κάποτε ἀπὸ αὐτόν. Δὲν πιστεύω, ὅμως ὅτι ὑπάρχει λύση πλὴν τῆς καταρρεύσεως σοβιετικοῦ τύπου καί τπης κοπιαστικῆς παλινορθώσεως. Οὔτε θεωρῶ ὅτι πρέπει νὰ περιμένουμε νὰ καταρρεύσει ὁ καπιταλισμὸς παγκοσμίως γιὰ νά ὀρθοποδήσουμε καὶ στὴν Ἑλλάδα.
Ο μέσος όρος ηλικίας των μπλόγκερς μπορεί και να είναι 45 χρονών.
Οι απόψεις που διατυπώνονται στα ελληνικά μπλόγκς -για οποιοδήποτε θέμα- είναι οι “μοντέρνες” απόψεις της προηγούμενης γενιάς.
Οι εικοσάρηδες δεν είναι εδώ .
Οι τριαντάρηδες είναι με το ένα πόδι.
Από κει και πάνω τα μπλόγκς εμφανίζουν πληθωρισμό.
Αυτοί οι αμετανόητοι σαραντάρηδες και βάλε εχουν φάει το χαστούκι εκεί έξω στην κοινωνία και έρχονται εδώ να πολεμήσουν ανεμόμυλους .
Είναι πολύ εύκολο να τα βάζεις με ανεμόμυλους , αλλά κάποτε το παιγνίδι τελειώνει και επιστρέφει το αδιέξοδο.
Με λίγα λόγια οι ελληνες μπλόγκερς δεν έχουν να πουν και πολλά πράγματα σε κανένα τομέα.
Άλλωστε εδώ τους έφερε η δυνατότητα να έχουν ένα λαπτοπ που δεν το έχουν οι 20αρηδες , η ευκολία να πληρώνουν το ΕΙ-ΝΤΙ-ΕΣ-ΕΛ , τα απωθημένα τους , λίγη μοναξιά , η πιθανότητα για κανένα καινούριο αίσθημα , λίγη περιπέτεια και λίγη εκτόνωση .
Σε γενικές γραμμές το μπλόκιν στην Ελλάδα εξυπηρετεί ανάγκες βολεμμένων ανθρώπων. Ακριβώς με την ίδια λογική τροφοδοτείται η αναπτυξη του ίντερνετ από τις ΗΠΑ και από τις εταιρείες . (Οι αναγκες βολεμενων και με βεντάλια γούστων για περισσότερο τζίρο )
Τώρα υπάρχουν κάποιοι που μεσα σπο τα μπλόγκς περιμένουν ανατροπές …
… ας περιμένουν .
Για το μεσο όρο 45 θα συμπληρώσω πως στις γυναίκες έχουμε περισσότερες 20 – 30 χρονών ίσως γιατι έχουν μια έφεση στο γράψιμμο. Σε αλλη περιπτωση ο μέσος όρος των μπλόγκερς θα ήταν 50 .
Σύγνωμη που το παρακάνω αλλά θα ρωτήσω : εσάς δεν σας μυρίζουν ακόμα μεταπολίτευση τα μπλογκς ; δεν εχουν κατι απο τον ενθουσιασμό των πρωτοπασοκικών χρόνων; δεν πιάνετε στον αέρα κατι από τις εφημερίδες που στηρίζουν τις σοσιαλιστικές ιδέες ; δεν βλέπετε τους πιό χύμα να επαναλαμβάνουν τους τηλεοπτικούς καυγάδες και τους πιο ψαγμένους να αναπαράγουν το βήμα και το θεμα;
Ὡραῖο σχόλιο ! Καίριο !
Πάντως, τὸ νέο στόν χῶρο τῆς πολιτκῆς εἶναι πολύ σπάνιο σὲ κάθε περίπτωση. Λάθος νὰ περιμένει κανεὶς νὰ τό ‘βρεῖ σὲ μπλόγκ.