Πού συμφωνούν οι οικονομολόγοι
Σεπ 10th, 2008 | Τάκης Μίχας| Κατηγορία: Τάκης Μίχας | Email This Post | Print This Post |Μια σαφής ένδειξη ότι ένας κλάδος γνώσης μπορεί να θεωρηθεί επιστήμη, είναι το γεγονός ότι αυτοί που τον ασκούν, αρχίζουν να συμφωνούν σε ορισμένες βασικές αρχές ή συμπεράσματα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο π.χ. η Φυσική είναι επιστήμη, ενώ η Ιστορία όχι. Τα οικονομικά βρίσκονταν μέχρι πρόσφατα κάπου στη μέση. Από τη δημιουργία τους, στις αρχές του 18ου αιώνα, η πορεία τους σημαδεύτηκε από μεγάλες διαμάχες και διαφωνίες. Ομως, όπως γράφει ο γνωστός Γάλλος οικονομικός δημοσιογράφος Γκι Σόρμαν, τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να διαμορφώνεται και εκεί μια συναίνεση σε ορισμένες βασικές αρχές που χαρακτηρίζουν μια επιστήμη. Ορισμένες από τις αρχές στις οποίες συμφωνεί η πλειονότητα των οικονομολόγων είναι:
Η οικονομία της αγοράς είναι το πιο αποτελεσματικό οικονομικό σύστημα.
Οπως έδειξε και ο Αυστριακός νομπελίστας Φρίντριχ Χάγιεκ, κανένα σύστημα κεντρικού σχεδιασμού δεν μπορεί να διαχειριστεί την τεράστια ποσότητα πληροφόρησης που διαχειρίζεται αυτόματα η αγορά μέσω του συστήματος των τιμών. Κάθε κίνηση της τιμής ενός αγαθού μεταφέρει, με ταχύτητα αστραπής, πληροφόρηση σχετικά με τις επιθυμίες των καταναλωτών και τις παραγωγικές δυνατότητες των προμηθευτών.
Το εμπόριο βοηθάει την οικονομική ανάπτυξη.
Οπως παρατηρούσε ο Ανταμ Σμιθ, βλέποντας την πατρίδα του, τη Σκωτία, να ωφελείται από το ελεύθερο εμπόριο, τα φτωχά κράτη μπορούν να πλουτίσουν μόνον αποκτώντας πρόσβαση στην παγκόσμια αγορά. Η επιδίωξη της αυτάρκειας, αντίθετα, θα τα καταδικάσει στη φτώχεια και στη μιζέρια. Από την άλλη πλευρά, και οι καταναλωτές των πλούσιων χωρών κερδίζουν από το εμπόριο, καθώς τα αγαθά γίνονται φτηνότερα. Το εμπόριο βρίσκεται στη βάση τού εκπληκτικού θαύματος των «τίγρεων» της ΝΑ Ασίας, της Κίνας και τώρα της Ινδίας. Φυσικά, υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των οικονομολόγων σχετικά με τον βαθμό τού προστατευτισμού που πρέπει να εφαρμόζει μια χώρα η οποία βρίσκεται στις αρχές της οικονομικής απογείωσης.
Οι σωστοί θεσμοί διευκολύνουν την οικονομική πρόοδο.
Ολοι σχεδόν οι οικονομολόγοι αναγνωρίζουν σήμερα ότι η οικονομική ανάπτυξη προϋποθέτει την ύπαρξη ενός αξιόπιστου και ανεξάρτητου νομικού συστήματος, που θα επιβάλλει την υλοποίηση των συμβολαίων και θα διασφαλίζει τον δίκαιο ανταγωνισμό. Οι θεσμοί που ενισχύουν τη διαφάνεια είναι ιδιαίτερα σημαντικοί. Χωρίς την ύπαρξη διαφάνειας, οι επιτήδειοι μπορούν να μανιπιουλάρουν τις αγορές και να αποθαρρύνουν τις επενδύσεις. Επίσης, η έλλειψη θεσμών που προωθούν τη διαφάνεια στις συναλλαγές, οδηγεί στη διαφθορά, η οποία αποτελεί ίσως τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τη λειτουργία του συστήματος.
Η «δημιουργική καταστροφή» είναι ο μοχλός της οικονομικής ανάπτυξης.
Οπως έδειξε ο Αυστριακός οικονομολόγος Τζόζεφ Σούμπετερ, ο καπιταλισμός δημιουργεί μια «θύελλα» καινοτομιών, «που συνεχώς επαναστατικοποιούν τις οικονομικές δομές εκ των έσω, καταστρέφοντας συνεχώς τις παλιές και δημιουργώντας συνεχώς νέες».
Η νομισματική σταθερότητα είναι επίσης αναγκαία για την οικονομική ανάπτυξη. Ο πληθωρισμός κάνει πάντοτε κακό.
Η σταθερή νομισματική προσφορά ενθαρρύνει τις επενδύσεις και βοηθά στην κοινωνική συνοχή, ενθαρρύνοντας τα άτομα να αποταμιεύουν για το μέλλον. Αντίθετα, ο πληθωρισμός -που συνήθως προκαλείται από τα κυβερνητικά ελλείμματα- καταστρέφει την επιχειρηματικότητα και επιβραδύνει την ανάπτυξη. Πάνω απ’ όλα, δημιουργεί κοινωνικές ανισότητες: πλήττει τους οικονομικά ασθενέστερους, καθώς οι μισθοί και οι συντάξεις τους δεν μπορούν να ακολουθήσουν την αύξηση των τιμών.
Η ανεργία μεταξύ των ανειδίκευτων εργαζομένων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το κόστος της εργασίας.
Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι σκληρύνσεις στην αγορά εργασίας (εμπόδια στις προσλήψεις/απολύσεις, «μονιμότητα» κ.λπ.), παρ’ όλο που προωθούνται μέσω μιας «φιλολαϊκής» ρητορικής, οδηγούν σε αύξηση του κόστους εργασίας και κατά συνέπεια σε υψηλότερη ανεργία. Η ύπαρξη αυτών των σκληρύνσεων σύμφωνα με τους περισσότερους οικονομολόγους, είναι ένας από τους λόγους που εξηγούν τα υψηλά ποσοστά ανεργίας σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης, σε σχέση με τις ΗΠΑ.
Ο καλύτερος δείκτης της ευρωστίας μιας οικονομίας είναι η αύξηση του ΑΕΠ.
Ενώ είναι γεγονός ότι η αύξηση του ΑΕΠ δεν λύνει όλα τα προβλήματα, η απουσία της δεν λύνει κανένα. Οι οικονομολόγοι κάνουν έναν διαχωρισμό μεταξύ μακροπρόθεσμης και βραχυπρόθεσμης ανάπτυξης. Η μακροπρόθεσμη αύξηση του ΑΕΠ -στη Δύση, 2% ετησίως κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα- υπήρξε το αποτέλεσμα της συσσώρευσης του κεφαλαίου και, πάνω απ’ όλα, των τεχνολογικών καινοτομιών που αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας.
————————————————————–
Σημειώσεις:
Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία στις 1/9/2008
Βλέπουν καλά τα ματάκια μου? Πως είναι δυνατόν αυτό το άρθρο να δημοσιεύτηκε στην ελευθεροτυπία???
Παρόλο που σε κλάδους γνώσης όπως η Φυσική, η Χημεία κτλ οι επιστήμονες έχουν ένα ισχυρό consensus για πολλά θεμελιώδη ζητήματα (το οποίο πολλές φορές οφείλεται σε φαινόμενα herding – αλλά αυτό είναι άσχετο), δεν είναι αυτό που τους κάνει επιστήμη. Αυτό μπορεί να καταρριφθεί με ένα απλό παράδειγμα. Έστω ότι στον κλάδο που ασχολείται με τη γνώση της αστρολογίας υπάρχει συμφωνία σε πολλά ζητήματα ή στον κλάδο που ασχολείται με την ιστορία του Ολυμπιακού. Έγιναν επιστήμη?
Πέρα από την ετυμολογική ανάλυση της λέξης που σημαίνει ότι γνωρίζω κάτι πάρα πολύ καλά, ο μοντέρνος ορισμός πρέπει να περιλαμβάνει απαραίτητα και την ικανότητα της πρόβλεψης η οποία να επαληθεύεται πειραματικά και χωρίς ιδιαίτερη αμφισβήτηση. Σε αυτό ειδικά, οι οικονομολόγοι, αποκλείται να συμφωνήσουν σύντομα και ίσως να αποδεικνύεται ότι κάτι τέτοιο ειναι εκ των πραγμάτων αδύνατο. Δηλαδή είτε θα είναι αδύνατο να υπάρχει consensus πρόβλεψης (γιατί δημιουργεί εξαιρετικό συμφέρον στην ανατροπη του), είτε για να γίνει πρόβλεψη – η γνώση αυτής θα πρέπει να περιοριστεί σε μια πολύ μικρή ομάδα (αλλιώς ανατρέπεται). Το τελευταίο βέβαια αποκλείει το consensus.