Για ποιά Δεξιά μιλάμε;
Ιούλ 27th, 2010 | Ανδρέας Ανδριανόπουλος| Κατηγορία: Ανδρέας Ανδριανόπουλος | Email This Post | Print This Post |Τι είναι η Δεξιά στην Ελλάδα και σε τι ξεχωρίζει από την λεγόμενη «λαική» Δεξιά; Αν δεχθούμε πως σαν Δεξιά βλέπουμε το συντηρητικό φάσμα του πολιτικού σκηνικού κι αναγνωρίζοντας πως βρισκόμαστε στο νοτιότερο μέρος της ηπειρωτικής Ευρώπης τότε τα πολιτικά της χαρακτηριστικά δεν είναι δυσδιάκριτα. Η συντήρηση του κοινωνικο-οικονομικού στάτους κβό με αποφυγή ακραίων μεταβολών και ανατρεπτικών πρωτοβουλιών θα πρέπει να χαρακτηρίζει τον κορμό των πολιτικών της επιλογών. Από εκεί και πέρα η παραδοσιακή Δεξιά στηρίζεται στο κράτος για μεγάλο μέρος του πολιτικού της σχεδιασμού. Οι διορισμοί στο δημόσιο και η αξιοποίηση μέρους των μηχανισμών του (δημόσιες τράπεζες, φορείς κοινής ωφελείας, σώματα ασφαλείας κλπ) συνιστούν πολιτικά εργαλεία για προώθηση εκλογικών επιτυχιών και για οικοδόμηση και συντήρηση κομματικών στρατών. Αυτονόητα, για την αξιοποίηση του κλίματος καλής θέλησης ανάμεσα στους βολεμένους του κοινωνικού συνόλου, πολιτικές αποφασίζονται που διανέμουν το δημόσιο χρήμα σαν κατ ευθείαν παροχές σε τμήματα της κοινωνίας.
Εξυπακούεται, πως και η μετριοπαθής αριστερά στην Ελλάδα υιοθέτησε παρόμοιες επιλογές. Τις οποίες μάλιστα μεταμόρφωσε, με ιδιαίτερη πολιτική ιδιοφυία, σε ιδεολογικοποιημένα πακέτα αναδιάρθρωσης υποτίθεται της κοινωνικής πραγματικότητας. Το μοίρασμα παροχών και ευνοιών μετονομάσθηκε σε μέτρα αναδιανομής εισοδήματος και εμπέδωσης κάποιας νεφελώδους κοινωνικής δικαιοσύνης. Στήθηκαν λοιπόν οργανωμένες συντεχνίες με δικαιώματα αφαίμαξης των χρημάτων των απρόσωπων φορολογουμένων. Κάθε προσπάθεια συνακόλουθα εκλογίκευσης του συστήματος και δικαιότερης κατανομής των βαρών εύκολα καταγγέλλεται σαν εξανδραποδισμός των εργαζομένων, υπονόμευση των όποιων κοινωνικών κεκτημένων και σαν ασύδοτος νεοφιλελευθερισμός.
Ακόμα και κυβερνήσεις σοσιαλδημοκρατικού χαρακτήρα (όπως η κυβέρνηση Σημίτη) όποτε προσπάθησαν να εξορθολογίσουν το σύστημα και να προωθήσουν πολιτικές σωστής οργάνωσης του κράτους αντιμετωπίσθηκαν σαν μετενσαρκώσεις των πιό σκοτεινών ημερών του καπιταλισμού. Οι σχετικές αντιδράσεις μάλιστα επεκτάθηκαν και έξω των ελληνικών συνόρων καταγγέλλοντας κάθε προσπάθεια των παραδοσιακών σοσιαλδημοκρατών οπουδήποτε (Βρετανία ο Μπλαίρ, Γερμανία ο Σρέντερ) σαν πισωγύρισμα σε νεοφιλελεύθερες και αντιλαικές δήθεν πολιτικές. Η προστασία δηλαδή της μεροληπτικής ακαταστασίας και της ευνοιοκρατικής αθλιότητας αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της στάσης των απανταχού λαικιστών και των βολεμένων εκμεταλλευτών του δημόσιου πορτοφολιού.
Από τα πράγματα βέβαια υπήρξαν και δεξιές κυβερνήσεις που επιχείρησαν να προωθήσουν μέτρα αναδιάταξης του δημόσιου τομέα και περισσότερο ορθολογικής του οργάνωσης. Το ίδιο τείχος αντίδρασης ορθώθηκε και απέναντί τους. Από τους ίδιους σχεδόν κύκλους. Του λαικισμού και του παράλογου εθνικισμού. Ενισχυμένους πλέον κι από τα κυκλώματα εργολάβων, προμηθευτών και άλλων ευνοιοκρατικά συναλλασσομένων με το δημόσιο. Που έτυχε μάλιστα να είναι και ιδιοκτήτες ΜΜΕ. Αυτονόητα, και σε αυτές τις κυβερνήσεις επάνω κρεμάσθηκε ο μανδύας του άσπλαχνου νεοφιλελευθερισμού. Από παράγοντες του δικού τους κόμματος και πολιτικού χώρου μάλιστα. Γιατί πάσχιζαν να παρεκκλίνουν από ορισμένες παραδοσιακές δεξιές καταβολές – δηλ. τον πατερναλιστικό κρατισμό, την διόγκωση του δημόσιου τομέα, την εκτεταμένη γραφειοκρατία, τους πολλούς φόρους, την ευρεία ρουσφετολογία μέσω διορισμών στο δημόσιο κλπ.
Η αμαρτία των καταγγελλομένων από την λαική δεξιά κυβερνήσεων υπήρξε η δειλή έστω προσπάθεια χαλιναγώγησης της καταλήστευσης του δημόσιου τομέα από τα οργανωμένα συντεχνιακά και εργολαβικά συμφέροντα. Καθώς και μιά τάση εξορθολογισμού των οικονομικών συναλλαγών ώστε η όποια ανάπτυξη να προέλθει μέσα από τους μηχανισμούς μιάς δυναμωμένης οικονομίας κι΄ όχι μέσω επιλεκτικών παροχών σε ημετέρους. Η αντίδραση λοιπόν της λεγόμενης λαικής δεξιάς στοχεύει ακριβώς στην αποδυνάμωση κάθε προσπάθειας εκσυγχρονισμού, οργάνωσης του χάους και περιορισμού της σπατάλης και του λαικισμού.
Η εθνολαική δεξιά δεν έχει πολιτική ταυτότητα. Εκφράζει απλά τον πολιτικάντικο λαικισμό στελεχών που αρέσκονται στην συντήρηση της κρατικοδίαιτης φαυλότητας κομματιών της ελληνικής κοινωνίας. Προσβλέπουν ομως και στον προσπορισμό ψήφων από την εκμετάλλευση της φοβίας, της ανασφάλειας και της πολιτικής άγνοιας πολλών αδύναμων ελλήνων. Στοχεύουν δηλ. στην διατήρηση ενός αποκρουστικού στάτους κβό πλημμυρίζοντας με πανικό τα λαικότερα στρώματα της κοινωνίας. Αποτελούν δηλητηριώδες αγκάθι στο πλευρό μιάς υγιούς παράταξης. Διότι νομιμοποιούν τις φαύλες επιλογές των πλέον αντιδραστικών κομματιών και των απέναντι πολιτικών σχηματισμών. Συνθέτοντας έτσι μιά λαική τάση απόρριψης του καινούργιου και διατήρησης του ελαττωματικού παλιού.
Δεν είναι τυχαίο πως δεν κατόρθωσε στην Ελλάδα να ευδοκιμήσει ένα γνήσιο σύγχρονο φιλελεύθερο πολιτικό κίνημα. Μέσα στην λογική του κρατισμού που επικρατεί στην χώρα και η λεγόμενη δεξιά έχει απεμπολήσει τις όποιες γνήσιες δικές της πολιτικές θέσεις. «Προοδευτική» πολιτική θεωρείται μοναχά εκείνη που προσεγγίζει σε βασικές θεωρήσεις της Αριστεράς. Που σήμερα πλέον επιμένει στην αντίσταση έναντι της όποιας κοινωνικής η οικονομικής αλλαγής. Ολοι λοιπόν στηρίζουν σκληρές συντηρητικές θέσεις. Η μόνη ουσιαστικά διαφορά ανάμεσα στην παραδοσιακή δεξιά και το ΚΚΕ είναι οι αντίθετες απόψεις τους για τον Βασιλιά, τον Εμφύλιο και την Δικτατορία. Στα περισσότερα από τα υπόλοιπα, με εξαίρεση κάποιες τελευταίες υπερβολές του ΠΑΜΕ, οι θέσεις τους συγκλίνουν.
Το αύριο λοιπόν θα διακυβευθεί ανάμεσα σε ένα ρεαλιστικό και αναγεννημένο Πασόκ και σε κάποια πολιτική ανάταξη που θα προέλθει αναπόφευκτα από τον μετριοπαθή συντηρητικό χώρο.
Ανδρέας Ανδριανόπουλος