του Σωτήρη Ν. Καμενόπουλου1 [1]
Σε παλαιότερο άρθρο μου στο e-rooster [2] πριν από ένα χρόνο περίπου (20 Ιουλίου 2006) είχα αναφερθεί εκτενώς στην Διαχείριση Κρίσεων (Crisis Management [3]) η οποία ορίζεται ως η μεθοδολογία εκείνη που περιλαμβάνει συγκεκριμένο σχέδιο, οργάνωση, καθοδήγηση, και έλεγχο κατά την σημαντική περίοδο ακριβώς πρίν, κατά τη διάρκεια, και μετά από μία καταστροφή, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι τυχόν απώλειες των πόρων ενός οργανισμού από αυτή την καταστροφή και οι οποίοι (πόροι) θεωρούνται άκρως απαραίτητοι για την πλήρη επανόρθωση του οργανισμού αυτού. Επίσης είχα αναφερεθεί στο γεγονός ότι ήδη από το έτος 2000 η μεγαλύτερη πλειοψηφία των επιχειρήσεων στις ΗΠΑ είχαν αρχίσει να καταστρώνουν Σχέδια Διαχείρισης Κρίσεων. Η καταληκτική παράγραφος του εν λόγω άρθρου πρότεινε την ανάγκη μετεξέλιξης του σχεδίου Πολιτικής Προστασίας «ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ» [4] σε «Σχέδιο Διαχείρισης Κρίσεων – Πολιτικής Προστασίας» τόσο σε Εθνικό όσο και σε τοπικά / περιφερειακά επίπεδα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της πλήρους επαναδιαπραγμάτευσης των επιχειρησιακών σχεδίων και της στρατηγικής που ακολουθούσε εώς τον τυφώνα Κατρίνα [5] η Αμερικάνικη Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας (FEMA).
Δυστυχώς, οι πρόσφατες θανατηφόρες πυρκαγιές με αναγκάζουν να επανέλθω μέσω αρθρογραφίας σε αυτή τη συζήτηση. Στο σημερινό άρθρο θα προσπαθήσω να εμβαθύνω στην εκπαίδευση των εργαζομένων ως εργαλείο για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών/κρίσεων. Η προετοιμασία για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών αποτελεί τεράστια ευθύνη για όλους τους οργανισμούς-επιχειρήσεις καθώς η εκπαίδευση του προσωπικού είναι το πιο σημαντικό στοιχείο για την σωστή αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών. Η εκπαίδευση θα πρέπει να είναι σχεδιασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να βελτιώνει την ικανότητα αντίδρασης των ατόμων σε κάθε εμφάνιση πιθανής έκτακτης ανάγκης. Διάφορες κατηγορίες του στελεχικού προσωπικού των ιδιωτικών επιχειρήσεων, αλλά και Οργανισμών του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, θα πρέπει να εκπαιδεύονται σε θέματα αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών αναλόγως με την αποστολή τους: τα υψηλά στελέχη, οι προϊστάμενοι τμημάτων, οι απλοί εργαζόμενοι, οι εργαζόμενοι που βρίσκονται σε περιοχές υψηλού κινδύνου και οι ομάδες αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών. Τα υψηλά στελέχη ενός Οργανισμού παίζουν σημαντικό ρόλο στις περιπτώσεις διαχείρισης κρίσεων-εκτάκτων αναγκών: αυτά τα στελέχη θα διαχειρισθούν την απόκριση του Οργανισμού και θα έρθουν σε επαφή με την Πολιτεία, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και το καταναλωτικό κοινό. Οι προϊστάμενοι των τμημάτων βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης των κρίσεων καθώς αυτοί συνήθως είναι και οι πρώτοι αποδέκτες κάθε πληροφορίας μέσα σε μία επιχείρηση. Οι αποφάσεις και οι ενέργειες των προϊσταμένων τα πρώτα λεπτά της εκδήλωσης της κρίσης – χρόνος ο οποίος θεωρείται πιο σημαντικός – θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. Οι απλοί υπάλληλοι, θα πρέπει να γνωρίζουν τις ουσιώδεις και καθοριστικές πρώτες ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιούν. Μερικές φορές αυτές οι ενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν και κάποιο ποσοστό κινδύνου και γι’ αυτό ίσως να απαιτείται και πιο εξειδικευμένη εκπαίδευση. Για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι οι οποίοι εργάζονται σε μία γραμμή παραγωγής με επικίνδυνα χημικά υλικά θα πρέπει να γνωρίζουν πως να προστατέψουν τον εαυτό τους σε περίπτωση διαφυγής των επικίνδυνων χημικών καθώς και τις πρωταρχικές τους ενέργειες.
Ορισμένες από τις έκτακτες ανάγκες είναι: φωτιά, σεισμός, πλημμύρα, επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα, έκτακτο ιατρικό περιστατικό, απελευθέρωση/διαφυγή επικίνδυνων ουσιών, ειδικές διασώσεις, περιπτώσεις εμφάνισης βίας μεταξύ των εργαζομένων της επιχείρησης, απειλές, έκτακτη διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος κλπ. Τα χαρακτηριστικά που διαφοροποποιούν την εκπαίδευση για αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών από άλλου τύπου εκπαιδευτικά προγράμματα είναι τα κάτωθι: Κατ’ αρχήν, ίσως να μην απαιτηθεί ποτέ η εφαρμογή της από τους εκπαιδευόμενους. Επιπροσθέτως, οι έκτακτες ανάγκες είναι γεγονότα τα οποία συντελούνται σε ελάχιστο χρόνο και με τρομερή δυναμική. Τέλος, είναι αδύνατον για οποιοδήποτε μέλος μίας ομάδας αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών να έχει εμπειρίες από κάθε πιθανή έκτακτη ανάγκη. Οι εκπαιδευόμενοι πρέπει να γνωρίζουν τρία βασικά αντικείμενα: πως θα εξασφαλίσουν την προσωπική τους ασφάλεια κατά τη διάρκεια της επέμβασης, πως θα αποφύγουν να κάνουν τα πράγματα χειρότερα και πως να ενεργήσουν ώστε να επιλύσουν την προκύπτουσα κατάσταση.
Η εκπαίδευση των εργαζομένων για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών πρέπει να σχεδιάζεται προσεκτικά όπως κάθε άλλη εκπαίδευση. Ο σωστός σχεδιασμός βοηθά στην επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων. Ορισμένα ερωτήματα που τίθενται κατά τον σχεδιασμό είναι τα εξής: Τί είδους επίπεδο ανταπόκρισης απαιτείται σε μία έκτακτη ανάγκη; Το προσωπικό θα εμπλακεί ολοκληρωτικά στην αντιμετώπιση του γεγονότος ή θα πράξει μόνο τα απαραίτητα; Η ομάδα αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών θα αντιμετωπίζει όλα τα ενδεχόμενα γεγονότα ή ορισμένα γεγονότα; Ποιά άτομα θα στελεχώνουν την ομάδα ή τις ομάδες αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών; Ποιός ο εξοπλισμός τους;
Οι ανάγκες κάθε προγράμματος εκπαίδευσης διαφέρουν από εταιρεία σε εταιρεία καθώς το αντικείμενό τους είναι διαφορετικό. Η κάθε επιχείρηση ή Δημόσιος Οργανισμός θα πρέπει να διαθέτει μία ανάλυση των στόχων της και βάσει αυτών των στόχων να προγραμματίζεται και η εκπαίδευση για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών/κρίσεων. Στη συνέχεια, είναι εύκολο να ανευρεθούν και τα θέματα τα οποία θα καλυφθούν μέσω της εκαπίδευσης. Για παράδειγμα, αν θελήσει κάποιος να ασχοληθεί με το θέμα της εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση ατυχημάτων στα οποία εμπλέκονται επικίνδυνα υλικά, τότε θα πρέπει να διαθέτει πληροφορίες για τα επικίνδυνα υλικά που χρησιμοποιούνται στην επιχείρηση, τους προτεινόμενους τρόπους αντιμετώπισης ατυχήματος όπως αυτοί δίδονται από τον κατασκευστή των υλικών, τους πιθανούς κινδύνους για την υγεία σε περίπτωση έκθεσης σε κάποιο επικίνδυνο υλικό, τρόπους αναγνώρισης των επικίνδυνων υλικών, ατομικά μέσα προστασίας που απαιτούνται κλπ.
Η επιλογή των ατόμων που θα εκπαιδευτούν και ουσιαστικά συμπληρώνουν την ομάδα αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών/κρίσεων, γίνεται αξιολογώντας τις επιμέρους γνώσεις τους και ικανότητες. Ορισμένες από αυτές τις ικανότητες μπορεί να τις διαθέτει ήδη κάποιο από τα μέλη της ομάδας οπότε ίσως και να μην απαιτείται εκπαίδευση. Αυτό εξαρτάται πάντα από το είδος της επιχείρησης και των καταστάσεων που απαιτείται να αντιμετωπισθούν. Ζητήματα όπως η διάρκεια εκπαίδευσης, τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν, οι γραπτές πληροφορίες/βοηθήματα που απαιτούνται πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπ’όψιν καθώς αυτά παίζουν σημαντικό ρόλο στην επιτυχία της εκπαίδευσης. Το τελικό στάδιο πριν την ουσιαστική έναρξη της εκπαίδευσης περιλαμβάνει τον επανέλεγχο όλων των προαναφερθέντων στοιχείων με πραγματική καταγραφή χρόνου της εκπαίδευσης. Αυτή αποτελεί την εκπαίδευση-πιλότο για όλες τις επόμενες. Τυχόν μεταβολές και διορθώσεις στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα πραγματοποιούνται σε αυτό το στάδιο ελέγχου.
Η μεγαλύτερη προτεραιότητα σε όλη αυτή τη διαδικασία εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι παρά η ασφάλεια των εκπαιδευόμενων. Στόχος της εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών είναι η προσομοίωση όσο το δυνατό περισσότερο ρεαλιστικών καταστάσεων υπό ασφαλείς συνθήκες. Για το λόγο αυτό οι εμπλεκόμενοι πρέπει να προετοιμάζουν κατάλληλα και προσεκτικά τον περιβάλλοντα χώρο της εκπαίδευσης. Για παράδειγμα, σε περίπτωση παρουσίας υψηλών θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια εκπαίδευσης πρέπει να προβλέπεται η ύπαρξη δροσερού χώρου ανάπαυσης για τους εκπαιδευόμενους. Ταυτόχρονα, τα λάθη που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια τέτοιων εκπαιδεύσεων, καθίστανται τα σημαντικότερα εργαλεία εκπαίδευσης.
Τελικό στάδιο ενός προγράμματος εκπαίδευσης αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών είναι η αξιολόγηση της εκπαίδευσης. Η καταγραφή δεδομένων μίας εκπαίδευσης καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής, είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος αξιολόγησής της, αλλά και ο πιο δύσκολος στην περίπτωση εκπαίδευσης για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών. Για το λόγο αυτό, οι εξετάσεις υπό τη μορφή τεστ και οι συνεχόμενες ασκήσεις μπορούν να βοηθήσουν στη βελτίωση του εκπαιδευτικού προγράμματος. Η αξιολόγηση της εκπαίδευσης είναι μία συνεχής διαδικασία, σχεδιασμένη έτσι ώστε να προκύπτουν τα βέλτιστα αποτελέσματα. Όπως βέβαια προαναφέρθηκε, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ουσιαστικά οι εργαζόμενοι-πολίτες ίσως να μη χρειασθεί ποτέ να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις που αποκόμισαν από μία τέτοια εκπαίδευση. Για το λόγο αυτό, όταν τελικά παρουσιάζεται μία έκτακτη ανάγκη, κρίνεται απαραίτητο στο πέρας του συμβάντος να πραγματοποιείται μία κριτική αξιολόγηση επί του τρόπου αντίδρασης (Post-Incident Critique).
Συμπερασματικά, ο σωστός σχεδιασμός και η προετοιμασία για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών/κρίσεων πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε και την εκπαίδευση όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Ιδιωτικές επιχειρήσεις, Οργανισμοί του Δημοσίου ή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά και εμείς οι ίδιοι οι πολίτες, πρέπει να αρχίζουμε να προετοιμαζόμαστε γοργά και σταθερά για την αντιμετώπιση οποιουδήποτε γεγονότος. Όπως άλλωστε λέει και ο σοφός λαός μας: «Φύλαγε τα ρούχα σου για να’ χεις τα μισά».
—————————————————————————————————-
Βιβλιογραφία:
ASSE. ANSI Z490.1-2001. Criteria for Accepted Practices in Safety, Health and Environmental Training [6]. Des Plaines, IL: ASSE, 2001.
Baldwin, D.A. Safety and Environmental Training [7]. New York: John Wiley & Sons Inc., 1997.
Brethower, D. and K. Smalley. Performance-Based Instruction: Linking Training to Business Results [8]. New York: Jossey-Bass Inc., 1998.
Cantonwine, S. Safety Training That Delivers: How to Design and Present Better Technical Training. Des Plaines, IL: ASSE, 1999.
Hilyer, B., et al. Effective Safety and Health Training [9]. Boca Raton, FL: Lewis Publishers, 1999.
Miller, K.L. Objective-Based Safety Training: Process and Issues [10]. Boca Raton, FL: Lewis Publishers, 1998.
Milano, M. and D. Ullius. Designing Powerful Training [11]. New York: Jossey-Bass Inc., 1998.
National Fire Protection Assn. (NFPA). NFPA 471. Recommended Practice for Responding to Hazardous Materials Incidents [12]. Quincy, MA: NFPA, 2002.
Pater, R. How to Make High-Impact Safety and Health Presentations. 2nd ed. Des Plaines, IL: ASSE, 1995.
Saccaro, J.A. Developing Safety Training Programs. New York: John Wiley & Sons Inc., 1994.
Saccaro, J.A. Developing Safety Training Programs: Preventing Accidents and Improving Worker Performance Through Quality Training [13]. New York: John Wiley & Sons Inc., 1997.
Schroll, R. C., Emergency Response Training: How to plan, conduct and evaluate for success, Professional Safety, Journal of the American Society of Safety Engineers, Volume 47, No. 12, December 2002.
Σημειώσεις:
- Ο Σωτήρης Ν. Καμενόπουλος είναι Διπλ. Μηχανικός Παραγωγής & Διοίκησης (M.Eng.). Διαπιστευμένο επαγγελματικό μέλος της Αμερικάνικης Ένωσης Μηχανικών Υγιεινής και Ασφάλειας Εργασίας [14] (ASSE). Ειδικευμένος σε θέματα Διαχείρισης Κρίσεων, αναγνωρισμένος από την Αμερικάνικη Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας (FEMA [15]). [↩ [16]]