Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΔΥΣΗ
Ιούν 15th, 2005 | Χάρης Πεϊτσίνης| Κατηγορία: Φιλοσοφία | Email This Post | Print This Post |Σκέψεις για την τελεολογική θεώρηση της παγκόσμιας ιστορίας
“Aπό το νεογέννητο μέχρι το πεντάχρονο παιδί η απόσταση είναι τρομακτική’’ έγραψε κάποτε ο Τολστόι. Σ’ αυτό το κρίσιμο διάστημα της παιδικής ηλικίας το ανθρώπινο ον έρχεται σε επαφή με μια ανώτερη σφαίρα κατανόησης που το απελευθερώνει από τα δεσμά της φυσικής αρχέγονης ύπαρξης . Είναι η επίγνωση του θανάτου, η πρώτη γνωριμία με την τεράστια μοναξιά στο αποκαλυπτόμενο σύμπαν.
Η ανώτερη σκέψη έχει τις ρίζες τις στις σκέψεις του θανάτου. Εδώ έχει τις ρίζες της η φιλοσοφία, η θρησκεία, η φυσιογνωσία. Από την αναπόφευκτη πορεία της ύπαρξης προέρχεται και κάθε βιωνόμενη ιστορική αίσθηση. Μέσα στη βαθιά απορία για το θάνατο γεννιέται η ανάγκη της κατανόησης της παντοδύναμης αιτιοκρατίας που διέπει τον φυσικό κόσμο με τα αδυσώπητα, διαρκώς παρόντα όρια. Έτσι το πρόβλημα του χρόνου και της κατεύθυνσης του γίνεται πιο απτό μέσα από την ιδέα του ατομικού πεπρωμένου. Με λίγα λόγια το βίωμα του βάθους αισθητηριακά συνδέεται με μια συνειδητοποίηση εντελώς ακούσια και αναγκαία αλλά δημιουργική. Τελικά η έκταση προς το βάθος μεταμορφώνει την αίσθηση σε εποπτεία. Ο χώρος και ο χρόνος παρατάσσονται αντιστικτικά. Ο δεύτερος γεννά τον πρώτο πριν εξοντωθεί από εκείνον. Στο στιγμιαίο παρόν ο χώρος αιχμαλωτίζει ένα απονεκρωμένο κομμάτι χρόνου. Στην πραγματικότητα της γιγνόμενης ύπαρξης συστεγάζονται δύο κόσμοι, δύο πτυχές, δύο αλληλοσυμπληρούμενες προοπτικές , η παρατήρηση και η εγκαρτέρηση.
Η ξαφνική ματιά στο θάνατο είναι το απαραίτητο λοιπόν βήμα από την αβαθή αισθητηριακή εμπειρία στην άβυσσο της κατανόησης. Ακόμα περισσότερο, είναι το σημείο γέννησης ενός πολιτισμού που περικλείει σπερματικά το σύνολο της ύπαρξης του και προφητικά το τέλος του. Ο εκάστοτε πολιτισμός είναι μοιραίο να ολοκληρώσει τον κύκλο του και να εξαφανιστεί κάποτε μαζί και με τον άνθρωπο του, όπως και το πρωτογενές φαινόμενο του πολιτισμού γενικά θα χαθεί , ο άνθρωπος ως είδος, η επίγεια βιολογική ύπαρξη, η γαία, οι πλανήτες, το ηλιακό σύστημα. Το παν είναι θνητό και εφήμερο και αυτή είναι η βάση ενός μέλλοντος που το άτομο συλλαμβάνει ως αναπόδραστη μοίρα. Σταδιακά σχηματίζει την πεποίθηση ότι μπορεί να την αποφύγει, να ξεφύγει από τα πλοκάμια της, να την υποτάξει ή τουλάχιστον να την προβλέψει στην κάθε της λεπτομέρεια.
Αυτές οι τελευταίες υποθέσεις στην κορύφωση τους όπως μορφοποιείται στην τεχνοκρατική φάση ενός πολιτισμού συντείνουν σε μια ανώτερη γνωσιοθεωρητική απόπειρα, την αιτιοκρατική θεώρηση της παγκόσμιας ιστορίας. Η εικόνα μιας νομοτελειακής φύσης εισβάλλει στο ιστορικό γίγνεσθαι στηρίζοντας την ύπαρξη της σ’ένα πλέγμα μηχανικών κανόνων, ιστορικών «νόμων». Το πεπρωμένο, αποξηραμένο, μουμιοποιημένο, στερημένο από την ενεργητική παρουσία του υποκειμένου καταντά αιτιότητα. Η αιτιότητα είναι ένα πεπρωμένο που έχασε τον οργανικό του χαρακτήρα και τώρα προσπαθεί να τον συντρίψει προλαβαίνοντας με τη δύναμη των εγκεφαλικών λειτουργιών το αναπόφευκτο τέλος και εκμηχανίζοντας τελικά την πορεία της ύπαρξης. Με τη φανατική πίστη στην κυριαρχία της αιτιοκρατίας, ο φόβος του θανάτου, που σε τελική ανάλυση είναι φόβος της ζωής έντυσε τον κόσμο με το χιτώνα της απόλυτης γνώσης. Ο οπαδός των ιστορικών συστημάτων που η ύπαρξη τους στηρίζεται σε μια ανεξαίρετη και άκαμπτη αιτιοκρατική αρχή συμβολίζει το μίσος απέναντι στο άγνωστο και το ακατανόητο.Έτσι βρίσκει την έκφραση ή το ξέσπασμα του το πνεύμα της Δυτικής Βιομηχανικής Εποχής , η ωμή κυριαρχία της μηχανής , η καθυπόταξη της φύσης στη θέληση, με μια ηρωική αλλά καταδικασμένη προσπάθεια να κατακτήσει την ιστορία, τεχνικά, «επιστημονικά»
Η τελεολογία είναι το αμέσως επόμενο βήμα σ’ αυτήν την πορεία εξορθολογισμού της ιστορίας που στην πραγματικότητα ανοίγει την πόρτα σε μια νέα μεταφυσική. Στο βάθος της ύπαρξης κρύβεται για τον όψιμο άνθρωπο του δυτικού πολιτισμού πάντα ο λογικός σκοπός που συναρθρώνει και σταθεροποιεί ολόκληρο το γίγνεσθαι. Η prima cause και ο τελικός προορισμός, τα ιερά δισκοπότηρα της δυτικής ιστοριογραφίας γίνονται η αιτία διαρκών συγκρούσεων, από ιστορικό σε ιστορικό, από βιβλίο σε βιβλίο, από εποχή σε εποχή. Θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε έναν υφέρποντα εκφυλισμό σ’αυτη τη διαδικασία θεώρησης της ιστοριας με σημεία αναφοράς τελικούς σκοπούς… Έναν εκφυλισμό που υφαίνεται με τα νήματα μιας υπερβατικής Ιστορικής Νομοθεσίας. Αλλά ο νόμος, το τεθειμένο, είναι αντιιστορικός καθώς αποκλείει τον ιστορικό αυθορμητισμό, την πολυπλοκότητα της πιθανής έκβασης και κυρίως την Τύχη εισάγοντας την τοπική ιστορία, τη εγνωσθείσα λεπτομέρεια, την κατεύθυνση του παραμικρού γεγονότος στην εσώτερη σύσταση της φυσικής νομοτέλειας. Eίναι η μορφή μιας αναγκαιότητας χωρίς εξαιρέσεις και κατά συνέπεια μη οργανικής. Η σύλληψη του ιστορικού «νόμου» κατ’αναλογία του φυσικού νόμου ήταν λοιπόν εκ γεννετής καταδικασμένη καθώς αντίθετα με την Ιστορία , η φύση είναι η πεμπτουσία του νομοτελειακά αναγκαίου. Η διαφορά τους είναι οφθαλμοφανής. Μια πραγματικότητα είναι φύση εφόσον εντάσσει το γιγνεσθαι στο γεγονός και Ιστορία εφόσον ενσωματώνει το γεγονός στο γίγνεσθαι.
Με αυτή την οπτική θα μπορούσε να θεωρηθεί μια μορφή εξορκισμού ο εξοβελισμός του τυχαίου από την ιστορία. Κι όμως ο κόσμος της τυχαιότητας είναί υπαρκτός και μπορεί μάλιστα να νοηθεί σαν ζωντανός αντίποδας του αιτιοκρατικού σύμπαντος. Χωρίς αυτόν τον ανείπωτο συνδετικό παράγοντα, ποια ζευγνύουσα δύναμη απομένει; Η άκαμπτη αναγκαιότητα που επισκιάζει τυρρανικά κάθε πτυχή του ιστορικώς συμβαίνοντος. Ερμηνεύσαμε το διατυπώσιμο χαρακτήρα των συμβάντων σα συνέπεια μιας αναγκαιότητας που κυριαρχεί πάνω στα συμβάντα. Προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε τη δομή του ζωϊκού ιστού που χρονικά απολήγει στο φυσικό του τέλος στη φυσιογνωμική κάθε ιστορικού ιστού. Αλλά στη θέση του τέλους τοποθετήσαμε τα μεταφυσικά ή υλιστικά ιστορικά οράματα του παρατηρητή, του θεατή, του ερμηνευτή της ιστορικής κατεύθυνσης.
Τα πράγματα λοιπόν πήραν το δρόμο τους. Οι αστοί ιστορικοί αντιμετώπισαν την ιστορία ως πορεία βελτίωσης και προόδου, οι μαρξιστές ως διαλεκτική προέλαση στην κομμουνιστική κοινωνία,οι χριστιανοί διαννοούμενοι ως το μονοπάτι που οδηγεί στη μετααποκαλυπτική Δευτέρα Παρουσία. Ο σκεπτικιστής θα αντιμετωπίσει όλες αυτές τις θεωρήσεις ως ιστορική έκφραση ενός ολόκληρου πολιτισμού που αναζητεί απεγνωσμένα την οριστική υποταγή του θανάτου και της τυχαιότητας στη δύναμη της θέλησης.
Δεν είναι ειρωνικό που αυτός ο πολιτισμός που αναζητεί απεγνωσμένα την “υποταγή του θανάτου” ουσιαστικά κυνηγάει αυτό το τέλος (πρόοδος, αποκάλυψη, etc.) που τελικά είναι η ίδια η άρνηση της ζωής. Δηλαδή είναι ο θάνατος.
Koυκ έχεις δίκιο σαυτη σου τη διερώτηση. Αλλά αν εξετάσεις προσεχτικά τις εσχατολογικές προβλέψεις του σύγχρονου πολιτισμού θα αντιληφθείς ότι το τέλος δεν είναι κατά βάθος ¨τέλος¨ παρά μόνο για τους αρνητές του εκάστοτε δόγματος. Αντίθετα οι οπαδοί του νοούνται ως υποκείμενα προορισμένα να ανταμοιφθούν για την πίστη τους μετά την Αποκάλυψη με ένα πολύτιμο δώρο: την α θ α ν α σ ι α., ή αλλιώς τη μαγική νίκη ενάντια στο θάνατο..
Δύο παρατηρήσεις πάνω στο κείμενό σου:
Πρώτον, υπάρχουν πολλά είδη τελολογίας, όπως επισημαίνεις. Ορισμένα από αυτά επιχειρούν να εξοβελίσουν πλήρως τον θάνατο από τη ανθρώπινη ζωή, ή να τον ‘εξανθρωπίσουν’, ή να τον καταστήσουν πιο θελκτικό.
Αλλά υπάρχουν είδη τελολογίας (και τελολογικής θεώρησης της παγκόσμιας ιστορίας) που δεν αποδίδουν καμία αξία στην καθυπόταξη του θανάτου και που δεν αναζητούν “απεγνωσμένα την οριστική υποταγή του θανάτου και της τυχαιότητας”. Έχω υπόψη μου τελολογικές αντιλήψεις (μη-μεσσιανικές ή εγελιανές) που απλά αποσκοπούν στην συνειδητοποίηση κάποιων ανθρώπινων δυνατοτήτων και/ή στην επέκταση των δυνατοτήτων αυτών. Ακόμα και η μαρξιστική τελολογία δεν αποζητά καθυπόταξη του θανάτου, παρά μόνο ‘αποδέσμευση’ από μια μορφή υποταγής σε κάποιο κοινωνικό σύστημα.
Δεύτερον, δεν νομίζω οτι χρειάζεσαι να πιστεύεις σε οποιοδήποτε είδος τελολογίας στην ιστορία για να πιστεύεις οτι:
Μπορείς απλά να πιστεύεις οτι οι άνθρωποι δεν διαθέτουν ελεύθερη βούληση και οτι είναι αληθής -κάποια μορφή- ‘σκληρού’ ντετερμινισμού. Πολλοί επιστήμονες (ενδεχομένως και βιολόγοι όπως ο Dawkins) πιστεύουν οτι ολόκληρες οι ζωές μας είναι αιτιακά προκαθορισμένες πολύ πρίν γεννηθούμε, αλλά δεν προσυπογράφουν κανένα είδος τελολογίας. Η τελολογία μπορεί να είναι μία προσπάθεια εξήγησης και κατανόησης του κοινωνικού μας κόσμου, αλλά δεν είναι το μόνο πράγμα που απειλεί την υποκειμενικότητα (ή την θεμελίωσή αυτής).
Γενικά βρήκα το κείμενο ενδιαφέρον, αν και κατά τόπους σκοτεινό (ακόμα και αν στο νου σου είναι εξαιρετικά διαυγές αυτό που θες να πείς, δεν αποτυπώνεται στο κείμενο).
Δύο παρατηρήσεις:
Πρώτον, δεν νομίζω οτι χρειάζεται πιστεύεις σε κάποιο είδος τελολογίας για να πιστεύεις πως
Μπορεί απλά να πιστεύεις πως είναι αληθής -κάποια μορφή- ‘σκληρού’ ντετερμινισμού, και να αρνείσαι την ύπαρξη της ελεύθερης βούλησης. Κι όλα αυτά χωρίς να ασπάζεσαι κανένα είδος τελολογίας.
Δεύτερον, δεν νομίζω οτι η τελολογία είναι απαραίτητα μία εμμονή με τον θάνατο, ή με την εξήγηση του θανάτου ή της ανθρώπινης θνητότητας. Υπάρχουν, πράγματι, πολλά είδη τελολογίας που έχουν ακριβώς αυτό το σκοπό -κυρίως λόγω της επιρροής του μεσσιανικού θρησκευτικού δόγματος. Ωστόσο πολλές μορφές τελολογίες, ακόμα και η μαρξιστική τελολογία, δεν θεωρούν ως τέλος την “οριστική υποταγή του θανάτου”, αν και μπορεί να θεωρούν ως σκοπό την καθυπόταξη της αυθαιρεσίας της τύχης στην δύναμη της ανθρώπινης βούλησης.
Γενικά βρήκα το κείμενο ενδιαφέρον, αλλά κατά τόπους σκοτεινό (μπορεί το νόημα του κειμένου να παρουσιάζεται απόλυτα διαυγές στο δικό σου νου, αλλά αυτό δεν αποτυπώνεται στο κείμενο).
Φίλε Νικόλαε
Σε ευχαριστώ για τα ενδιαφέροντα σχόλια σου. Προσωπικά βρίσκω ολόκληρο το κείμενο μου αρκετά “σκοτεινό”, για την ακρίβεια αυτός ήταν και ο στόχος μου. Δεν ενδιαφέρομαι να ΅¨αποδείξω¨ μια κοσμοθέαση,αλλά να ερμηνεύσω, μέσα από το δικό μου νου, το “σκοτεινό” και άνείπωτο , συχνά υποσυνείδητο ή κεκαλυμμένο, κίνητρο που υπολανθάνει πίσω από κάθε δυτική προσπάθεια κατανόησης και επίλυσης των κολοσσιαίων ζητημάτων τα οποια απασχολούν το ανθρώπινο γένος από τη “σκοτεινή” αυγή της ύπαρξης του. Δε με απασχολεί να δώσω μια απλή απάντηση,ολοέτοιμη σε πρόθυμα αυτιά, αλλά να ανατάμω τη φράση που μόλις έγραψα, συγκεκριμένα την ανάγκη ευρεσης μιας “απάντησης” και την διαρκή ύπαρξη “πρόθυμων αυτιών”. Αυτός ο σκοπός προυποθετει τη βυθιση μας στον “σκοτεινο” κόσμο της αφαίρεσης και της φιλοσοφικής εμβάθυνσης.
Η τελεολογία όσο απομακρύνεται από τη θρησκεία και προσκολλάται στον υλισμό χάνει το μεταφυσικό της στοιχείο διατηρώντας όμως τον υπερφυσικό της πυρήνα. Ο μαρξισμός που με τόση ζέση διαχωρίζεις από τις υπόλοιπες μορφές τελεολογίας αποπειράται την μετακύλιση του θρησκευτικού επέκεινα από τις μυστικιστικές ομίχλες ενός χαμένου παραδείσου στις εξίσου μυστικιστικές ομίχλες ενός αδιευκρίνιστου αταξικού μέλλοντος. Η νίκη του θανάτου σ αυτην την περίπτωση κρύβεται στη φράση “τέλος της (προ)ιστορίας”,ή αλλιώς τέλος των σκληρών αγώνων για την ανθρώπινη επιβίωση. Αυτό το κρίσιμο στοιχείο εντάσσει το χριστιανισμό και το ισλάμ, το μαρξισμό και τον εγελιανισμό του Φουκογιάμα στην ίδια τελεολογική μήτρα.
Για τον Ντώκινς επέτρεψε μου να έχω μια εντελώς διαφορετική άποψη, μια προσεχτικη αναγνωση των γραπτων του πιστευω θα πεισει και σενα. Οσο για τους σκληρους ντετερμινιστές της γεννετικής αιτιοκρατίας, αυτοί αναστρέφουν κατά τη γνώμη μου τη υπαρξιακή διερώτηση: ο προκαθορισμός γιαυτούς είναι ο πραγματωμενος στόχος.
Το κείμενο μου με λίγα λόγια πραγματευεται το σκελετό της τελεολογίας και όχι τον γιγάντιο κόσμο των επιφαινομένων. Φυσικά θα ήταν αφέλεια να περιμένει ο αναγνώστης απαντήσεις και λύσεις για θέματα που απασχολούν την ανθρωποτητα εδω και αιώνες. Αντιθετα μπορουμε να αναμένουμε μια αποπειρα απομυθοποίησης των απαντησεων, ένα ξεγύμνωμα της θεωρίας από τα πέπλα της ορθολογικής επιστημονικότητας. Οπως και να χει μόνο και μόνο ο διαλογος που ανοιξαμε είναι αντικειμενικά ένα βήμα μπροστα σ αυτην την πορεία. Γι αυτό το σκοπο δε χρειαζεται καμία “διαυγεια” ή απολυτη γνωση αλλά μονο, η εντελώς ανθρώπινη και κοινότυπη περιέργεια.