ΟΙ ΟΜΟΡΦΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΟΜΟΡΦΑ ΚΑΙΓΟΝΤΑΙ
Ιούν 24th, 2003 | Φώτης Περλικός| Κατηγορία: Ελλάδα | Email This Post | Print This Post |Καθώς ο περιφερόμενος θίασος διαμαρτυρίας ετοιμάζεται να δώσει άλλη μια παράσταση στη Θεσ/νίκη, μετατρέποντάς την σε πεδίο μάχης, ενδιαφέρον θα είχε η αποτύπωση κάποιων χαρακτηριστικών του ιδιότυπου αυτού συνοθυλεύματος. Ήδη αρκετές πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής έχουν υποφέρει από αυτές τις σύγχρονες εκδοχές των βαρβαρικών επιδρομών πληρώνοντας για την ασύδοτη δράση και την ανεγκέφαλη αντίδραση. Το πλήθος που κάθε φορά παρατάσσεται για τον βανδαλισμό μνημείων, καταστημάτων, δημόσιων και ιδιωτικών περιουσιών είναι τόσο ετερόκλητο που αν δεν υπήρχαν τα όργανα της τάξης για την εκτόνωσή τους, πιθανότατα θα συμπλέκονταν μεταξύ τους.
Αν και μεταξύ των διαδηλωτών που μέχρι στιγμής λεηλάτησαν το Σιάτλ, το Γκέτεμποργκ, την Πράγα κτλ υπάρχει μια τεράστια πανσπερμία ιδεολογικών και πολιτικών τάσεων, όλοι έχουν ως σημείο αναφοράς την αντίθεσή τους στην διεθνοποίηση των αγορών, την κατάργηση του προστατευτισμού, την ελευθερία μετακίνησης κεφαλαίων, ανθρώπων, αγαθών και ιδεών. Οι σύγχρονοι αυτοί λουδίτες τρέφονται με την ψευδαίσθηση ότι διαλύοντας μια πόλη κάθε 6 ή 12 μήνες μπορούν να κόψουν τη ροή των παγκόσμιων οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων. Και είναι τραγικό πόλεις, άνθρωποι και επιχειρήσεις να υποφέρουν όταν φτάνει ο θίασος και η Πολιτεία να πληρώνει τεράστια ποσά για να τους προστατέψει από τους διαδηλωτές και τις ψευδαισθήσεις τους.
Αν και υπάρχει μεγάλη ετερογένεια στις πολιτικές θέσεις των αντιδρούντων, τρία είναι τα μεγαλύτερα ρεύματα που συμμετέχουν σ’ αυτό το πανηγύρι του βανδαλισμού. Πρώτοι και γραφικότεροι ως συνήθως οι κοινοβουλευτικοί και εξωκοινοβουλευτικοί αριστεροί. Αν και αριθμητικά δεν είναι οι περισσότεροι (ίσως στη Θεσ/νίκη να είναι), είναι μακράν οι πιο δραστήριοι και προκαλούν τις μεγαλύτερες καταστροφές (ίσως λόγω της μεγάλης τους παράδοσης στο άθλημα, βλ αφίσες στο topic της ΝΔ). Η αντίδραση τους στη παγκοσμιοποίηση αγορών και κοινωνιών ξεκινάει από την αγωνιώδη αναζήτησή τους για να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο τους σε μια εποχή που οι ιστορικές εξελίξεις έχουν διαψεύσει τις ιδεολογικές τους προσδοκίες. Σε όποια φράξια ή παρακλάδι της αριστεράς και αν ανήκουν, βίωσαν την αποτυχία του σοσιαλιστικού πειράματος σαν μια μεγάλη ιδεολογική και πολιτική ήττα που τους οδήγησε στο περιθώριο των κοινωνικών εξελίξεων. Η αντίδρασή τους για την ματαίωση των σύγχρονων αλλαγών είναι μια προσπάθειά τους να ανακτήσουν την πρωτοβουλία και να επανέλθουν στο προσκήνιο την πολιτικής. Μπροστά στην αδυναμία τους να αναμετρηθούν μετωπικά με το υπάρχον σύστημα κοινωνικής οργάνωσης (που έχει πολλές φορές αποδείξει τις αντοχές και την ευελιξία του στη διάρκεια των τελευταίων διακοσίων ετών), προσπαθούν να συσπειρώσουν τις αντιδράσεις άλλων κοινωνικών τμημάτων (για οικονομικούς, κοινωνικούς ή και συναισθηματικούς λόγους) και να ηγηθούν του όλου κινήματος στα πλαίσια της επανάκτησης της πολιτικής τους επιρροής. Αυτή η πάλη λοιπόν παίρνει κυρίαρχη θέση στο νέο ιδεολογικό τους στίγμα και αποτελεί πάλη επιβίωσης αφού είναι από τις ελάχιστες διεξόδους που τους απέμειναν για να δικαιώσουν την πολιτική τους ύπαρξη. Άρα δεν μιλάμε για αντίδραση για την αντίδραση αλλά για στρατηγικά μελετημένες κινήσεις εντυπωσιασμού.
Μετά της δυνάμεις της αριστεράς (και πρόσφατα αυτοχρισμένες και της οικολογίας, δικαιώνοντας τα παλιότερα σχόλια μου στο topic για τους οικολόγους περί πολιτικής εκμετάλλευσης των περιβαλλοντικών ευαισθησιών) έχουμε το μεγαλύτερο τμήμα των αντιδρούντων που είναι οι συνδικαλιστικοί φορείς εργατών και αγροτών πολλών δυτικών χωρών. Γι’ αυτούς το άνοιγμα τον αγορών και ο περιορισμός του προστατευτισμού σημαίνει ότι πολλά προνόμια και ευκολίες θα πρέπει να αναθεωρηθούν κάτω από το πρίσμα του εντεινόμενου διεθνούς ανταγωνισμού. Σιγά σιγά ο Γερμανός χαλυβεργάτης αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να έχει περισσότερα προνόμια από τον αντίστοιχο Αργεντίνο χαλυβεργάτη, για την προσφορά της ίδιας εργασίας, μόνο και μόνο επειδή γεννήθηκε Γερμανός. Ούτε ο Γάλλος αγρότης μπορεί να πουλάει πανάκριβα τα προϊόντα του σε βάρους του αντίστοιχου Τυνήσιου αγρότη αλλά και του αγοραστικού κοινού. Τα αιτήματα όλων όσων βλέπουν ότι δεν μπορούν να διατηρούν το χάσμα των προνομίων τους με τα αντίστοιχα των αναπτυσσόμενων χωρών είναι η επιστροφή του κρατικού παρεμβατισμού και του προστατευτισμού των αγορών. Τέτοια ήταν τα κυρίαρχα αιτήματα των Αμερικάνων εργατών στο Σιάτλ (πολλοί μάλιστα πήγαν εκεί με έξοδα των βιομηχανιών τους που έβλεπαν το διεθνή ανταγωνισμό σαν απειλή) και των Γάλλων αγροτών του κ. Μποβέ σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Δυστυχώς όμως για αυτούς η ματαίωση της κοινωνικής και οικονομικής μετεξέλιξης δεν είναι ούτε εφικτή (για να δανειστώ και ένα γνωστό σύνθημα τους: Το ποτάμι πίσω δε γυρνά! ), ούτε θεμιτή αφού θα περιθωριοποιήσει όποια χώρα το επιχειρήσει και θα την καταδικάσει σε οικονομική υπανάπτυξη. Άλλωστε (αντίθετα με τις όποιες θεωρίες συνωμοσίας) η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μια κατευθυνόμενη εξέλιξη που επιβάλλεται άνωθεν από μια ηγετική ομάδα αλλά ένα αποτέλεσμα βαθύτερων τεχνολογικών και κοινωνικών αλλαγών, και γι’ αυτό είναι στο άμεσο συμφέρον όλων όσων αντιδρούν να αντιληφθούν με ελεύθερο πνεύμα τα πλεονεκτήματα και τις ευκαιρίες που προσφέρει η νέα εποχή ώστε να προσαρμοστούν όσο το δυνατόν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα. Οι συντηρητικές/σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές εδώ και δεκαετίες έχουν κλείσει τον κύκλο τους και όσες χώρες εξακολουθούν να επιμένουν σε αυτές υφίστανται τις συνέπειες των διογκωμένων χρεών, της κατάρρευσης των ασφαλιστικών ταμείων και του κοινωνικού κράτους, της μείωσης της ανταγωνιστικότητας, της αύξησης της ανεργίας και της αναιμικής ανάπτυξης. Όσο και να θέλουν οι ντόπιοι και ξένοι εργατοπατέρες και αγροτοπατέρες, το μέλλον μας δεν μπορεί να θυσιαστεί για τις επιδιώξεις τους.
Η τρίτη αξιοπρόσεκτη ομάδα, αν και μικρότερη αριθμητικά στις πορείες αλλά με αρκετή διείσδυση στην κοινωνία, είναι αυτή των πατριωτών/εθνικιστών. Αυτοί βλέπουν το άνοιγμα των αγορών και την ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων και ιδεών σαν θανάσιμο κίνδυνο για την εθνική τους ταυτότητα, την διατήρηση της κληρονομιάς τους, την πολιτιστική τους παράδοση, την καθαρότητα των κοινωνιών τους κτλ. Είναι αυτοί που δεν δέχονται να μοιραστούν τη χώρα τους με ανθρώπους άλλων εθνικοτήτων ή απορρίπτουν κάθε ξένη πολιτισμική επιρροή. Κάθε αφοριστικό σχόλιο (προϊόν άγνοιας και προκατάληψης) για την κατωτερότητα πχ του αμερικανικού πολιτισμού και τρόπου ζωής, δεν είναι παρά μια ακόμα εκδήλωση πολιτιστικού εθνικισμού. Δεν είναι περίεργο που ακροδεξιοί φασίστες και ακροαριστεροί συμπαρατάχτηκαν ενάντια στις δυνάμεις της τάξης στους δρόμους της Γένοβα. Δεν ξέρω αν θα το δούμε και στη Σαλονίκη (ή αν θα το δείξουν τα ΜΜΕ μας) αλλά η χώρα μας έχει παράδοση σε τέτοιες περίεργες συμμαχίες όπως πχ στις διαμαρτυρίες για τον πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία.
Η μεγάλη διαφορά της Θεσ/νίκης από τις υπόλοιπες καμένες πόλεις είναι ότι (όπως τα πάντα σχεδόν σ’ αυτή τη χώρα) ακόμα και οι βάνδαλοι/διαδηλωτές είναι ουσιαστικά επιδοτούμενοι από το κράτος! Πέρα από τις παροχές και τις διευκολύνσεις σ’ αυτούς που θα κάψουν την πόλη, σ’ όλο την δημόσιο τομέα θα έχουμε το συγκεκριμένο διάστημα απεργίες (έτσι ονομάζουν οι εργατοπατέρες συνδικαλιστές του δημοσίου τις αργίες για τις οποίες αποφασίζουν οι ίδιοι! ) ενώ ακόμα και τα πανεπιστήμια θα κλείσουν. Αδυνατώ να καταλάβω γιατί εγώ να υποστώ την υποβάθμιση της εκπαίδευσής μου και να χάσω μαθήματα στην κλινική και πώς αυτό θα μας σώσει από την παγκοσμιοποίηση. Βασικά μπορώ να το καταλάβω πολύ καλά, αδυνατώ όμως να το δεχτώ. Η παράλυση του κράτους ( εκτός βέβαια από τις δυνάμεις ασφαλείας, αν και είμαι περίεργος να δω αν θα έχουμε επανάληψη του φιάσκου του Ναυπλίου) εντάσσεται στο ευρύτερο πλέγμα συναλλαγής μεταξύ εξουσίας και συνδικαλισμού στο δημόσιο τομέα. Η αντίδραση στην παγκοσμιοποίηση, την Ε.Ε. κτλ είναι ένας εύκολος τρόπος για να δείξουν οι κρατικοδίαιτοι συνδικαλιστές ότι παράγουν έργο και να δικαιολογήσουν στα μάτια των συναδέλφων τους τα εξωφρενικά τους προνόμια. Παντού στον κόσμο οι αντιδράσεις έχουν το στοιχείο της γραφικότητας. Στη χώρα μας όμως τα όρια της φαιδρότητας έχουν προ πολλού ξεπεραστεί. Μένει να δούμε πώς θα γραφτεί ο επίλογος άλλης μίας μάχης με μόνες απώλειες την διάλυση του κέντρου μιας ακόμα όμορφης πόλης, τις οικονομικές ζημιές καταστηματαρχών και κατοίκων και την σοβαρότητα της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Περλικός Φώτης