Πώς συνδέεται η συναισθηματική νοημοσύνη με την επαγγελματική επιτυχία

Μάι 23rd, 2007 | | Κατηγορία: Επιστήμες | Email This Post Email This Post | Print This Post Print This Post |

Ο δείκτης ΕQ, σύμμαχος των δικηγόρων

της Ασπασίας Τσαούση1

Πριν από μια εικοσαετία δύσκολα θα έβρισκε κανείς άρθρο δημοσιευμένο σε νομικό περιοδικό που να συνέδεε τη δικηγορία με τα συναισθήματα, ούτε καν ως λέξεις, πόσω μάλλον ως έννοιες. Σήμερα, με την αλματώδη ανάπτυξη των σπουδών για τους Εναλλακτικούς Τρόπους Επίλυσης των Διαφορών [ΕΤΕΔ] σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, έχουμε ένα πλουσιότερο μοντέλο του δικηγορικού επαγγέλματος κι ένα νέο προφίλ του δικηγόρου ως επαγγελματία που διεκπεραιώνει πολυσύνθετους ρόλους.

1. Ο δικηγόρος ως διαχειριστής συναισθημάτων

Η συναισθηματική νοημοσύνη (emotional intelligence) αναφέρεται στην ικανότητά μας να αντιλαμβανόμαστε, να ελέγχουμε και να αξιολογούμε τα συναισθήματά μας. Πρόκειται για μια έννοια που έχει αναλυθεί στα πλαίσια συμπεριφορικών κυρίως ερευνών κι έχει αξιοποιηθεί κατά την τελευταία δεκαπενταετία από κλάδους όπως οι οργανωσιακές σπουδές. Η συναισθηματική νοημοσύνη σχετίζεται με την αυτογνωσία, την αυτοπειθαρχία, τον αλτρουισμό και την ικανότητά μας να συμπάσχουμε με τους συνανθρώπους μας (empathy). Σύμφωνα με τον Daniel Goleman, όσοι έχουν υψηλό δείκτη ΕQ (Εmotional Quotient) είναι περισσότερο επιτυχημένοι, τόσο στην επαγγελματική όσο και στην προσωπική τους ζωή. Επομένως, ένα άτομο με μέτριο ΙQ και υψηλό ΕQ μπορεί να είναι περισσότερο πετυχημένο από ένα ιδιαίτερα ευφυές άτομο, αρκεί να καλλιεργήσει τη συναισθηματική του νοημοσύνη. Τέλος, ενώ η γνωστική μας νοημοσύνη είναι αποτέλεσμα της «γενετικής λοταρίας» και δεν αλλάζει, η συναισθηματική μας ευφυΐα υπόκειται σε διαρκή εξέλιξη κι επομένως μπορεί να βελτιωθεί.

Για να ασκήσει με επιτυχία το επάγγελμά του, ο δικηγόρος θα πρέπει
διαθέτει ένα σύνολο από δεξιότητες, κυρίως δε να γνωρίζει
τις στρατηγικές διαχείρισης των συναισθημάτων

Τα συναισθήματα είναι οι βιωματικές αντιδράσεις μας απέναντι σε γεγονότα που μας αφορούν άμεσα. Βιώνουμε θετικά συναισθήματα όπως ενθουσιασμό και χαρά όταν ικανοποιείται κάποια ανάγκη μας, σωματική ή ψυχολογική. Βασικές ανθρώπινες ανάγκες είναι η ανάγκη για αναγνώριση, για αυτοπραγμάτωση, για ανάπτυξη δεσμών με πρόσωπα ή ομάδες, για αυτονομία και για την κατάκτηση μιας κοινωνικής θέσης. Τα θετικά συναισθήματα συνήθως προάγουν τη συνεργασία. Αντιθέτως, τα αρνητικά συναισθήματα προκύπτουν όταν οι βαθύτερες ανάγκες μας παραμένουν ανεκπλήρωτες. Ο φόβος, ο θυμός και οι ενοχές ενεργοποιούν ανταγωνιστικές συμπεριφορές και δυναμιτίζουν τις προσπάθειες για εποικοδομητικό διάλογο.

Σε πολλές έννομες τάξεις έχει γίνει σήμερα ευρύτερα αποδεκτό ότι ο επιτυχημένος δικηγόρος πρέπει να είναι επιτυχημένος διαχειριστής συναισθημάτων, των δικών του και των άλλων, πελατών και συναδέλφων του. Η διαχείριση συναισθημάτων αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν ο δικηγόρος προσπαθεί να επιλύσει μια διαφορά εξωδικαστικά. Για τον λόγο αυτό, η θεωρία και οι τεχνικές των διαπραγματεύσεων έχουν εξελιχθεί παράλληλα με τον επιστημονικό κλάδο της ψυχολογίας.

Κάθε υπόθεση έχει διαστάσεις νομικές, οικονομικές, κοινωνικές αλλά και συναισθηματικές. Αυτές τις τελευταίες οι νομικοί συνήθως τις παραγνωρίζουν διότι θεωρούν ότι δεν άπτονται του αντικειμένου τους. Ωστόσο, για να αντεπεξέλθουν επιτυχώς στο έργο τους, οι δικηγόροι θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τον συναισθηματικό παράγοντα. Σε λίγα επαγγέλματα αναδεικνύεται με τόσο έντονο τρόπο το γεγονός ότι τα συναισθήματα έχουν επιπτώσεις- επιπτώσεις που συχνά φτάνουν στις αίθουσες των δικαστηρίων. Πράγματι, ήδη από το πρώτο διάστημα της άσκησής του, ένας νεαρός δικηγόρος σύντομα θα διαπιστώσει ότι ένας μεγάλος αριθμός υποθέσεων που χειρίζεται προϋποθέτουν κάποιον βαθμό συναισθηματικής εμπλοκής.

Η συναισθηματική εμπλοκή μεταφράζεται πρακτικά σ΄ ένα πιο συνεργατικό πνεύμα άσκησης του επαγγέλματος. Οι πρώτες σχετικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στις ΗΠΑ στις αρχές του 1980 κατέδειξαν ότι οι δικηγόροι που υιοθετούσαν μια συνεργατική προσέγγιση, δηλαδή όσοι επιχειρούσαν να λύσουν το πρόβλημα (και όχι απλά και μόνο να επικρατήσουν στον δικαστικό αγώνα) ήταν πιο αποτελεσματικοί στον χειρισμό υποθέσεων σε σχέση με τους ανταγωνιστικούς συναδέλφους τους, αλλά επίσης απολάμβαναν μεγαλύτερη καταξίωση μέσα στο επάγγελμα.

Προκειμένου να ασκήσει με επιτυχία το επάγγελμά του, ο δικηγόρος είναι απαραίτητο να διαθέτει ένα σύνολο από δεξιότητες που αναπτύσσονται μέσα από συγκεκριμένες τεχνικές. Ανάμεσα σ΄ αυτές εξέχουσα θέση κατέχουν οι στρατηγικές διαχείρισης των συναισθημάτων. Με την εκμάθηση των στρατηγικών αυτών ο δικηγόρος είναι καλύτερα εφοδιασμένος να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του επαγγέλματος, διότι γίνεται καλύτερος γνώστης της ανθρώπινης ψυχολογίας. Βελτιώνει τις επικοινωνιακές του ικανότητες, γίνεται καλύτερος ακροατής κι επομένως συλλαμβάνει περισσότερες διαστάσεις των υποθέσεων που χειρίζεται. Κατανοεί καλύτερα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα, τα κίνητρα, τις ανασφάλειές τους και τις βαθύτερες ανάγκες τους.

2. Ο δικηγόρος ως γνώστης της μη λεκτικής επικοινωνίας

Το επιστημονικό ενδιαφέρον για τη μη λεκτική επικοινωνία ουσιαστικά ξεκίνησε το 1872 με τη δημοσίευση του βιβλίου του Κάρολου Δαρβίνου, Η Έκφραση των Συναισθημάτων στον Άνθρωπο και τα Ζώα. Πολλά από τα συμπεράσματά του ήρθε έναν αιώνα αργότερα να επιβεβαιώσει η χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, που εντόπισε τις βιολογικές μας καταβολές ως αίτια πολλών ειδών συμπεριφοράς. Όταν επικοινωνούμε μεταξύ μας, περνάμε ο ένας στον άλλον μη λεκτικά μηνύματα που φανερώνουν πολλά για τα συναισθήματά μας, τον χαρακτήρα μας και τις προθέσεις μας. Οι ψυχολόγοι διακρίνουν πολλά είδη μη λεκτικής επικοινωνίας: τις εκφράσεις του προσώπου μας, τις χειρονομίες μας, την φωνητική επικοινωνία δηλαδή τον τόνο και την ένταση της φωνής μας, τη γλώσσα του σώματος, την ανάγκη μας για «προσωπικό χώρο», το βλέμμα μας, την απτική επικοινωνία και την εξωτερική μας εμφάνιση.

Ενώ η γνωστική μας νοημοσύνη είναι αποτέλεσμα της «γενετικής λοταρίας» και δεν αλλάζει, η συναισθηματική μας ευφυΐα υπόκειται σε διαρκή εξέλιξη κι επομένως μπορεί να βελτιωθεί

Όταν ο δικηγόρος μάθει τη γλώσσα της μη λεκτικής επικοινωνίας είναι σε θέση να διαπραγματευτεί πιο αποτελεσματικά με άτομα διαφορετικού φύλου, φυλής, εθνικής καταγωγής και κοινωνικής προέλευσης. Καθώς εξασκεί τη γλώσσα αυτή, σταδιακά αναπτύσσει περισσότερη αυτοπεποίθηση κι έτσι μπορεί να χειριστεί πιο σύνθετες διαπραγματεύσεις, όπου καλείται να αντιμετωπίσει όχι μόνο προβληματικές καταστάσεις, αλλά και προβληματικούς ανθρώπους. Οι ψυχολόγοι έχουν σκιαγραφήσει των προφίλ των προβληματικών προσωπικοτήτων που ενδέχεται με την συμπεριφορά τους να ζημιώσουν ανεπανόρθωτα την προσπάθεια επίτευξης συμφωνίας. Τα έντονα συναισθήματα είναι πηγές σύγκρουσης και οδηγούν στις περισσότερες περιπτώσεις στην κλιμάκωση της οποιασδήποτε διαμάχης. Καθώς ο δικηγόρος μετατρέπεται σε «διαχειριστή συναισθημάτων» ασκείται στον αυτο-έλεγχο και έτσι διατηρεί την πνευματική διαύγεια και την κριτική ικανότητα που απαιτείται για να παίρνει τις σωστές αποφάσεις και να αποφεύγει παγίδες και γνωστικά σφάλματα.

3. Ο δικηγόρος ως διαμεσολαβητής

Ένας καλός δικηγόρος πρέπει να μάθει όχι μόνο να κερδίζει, αλλά και να χάνει. Κυρίως όμως πρέπει να μάθει να μην υπονομεύει τις σχέσεις του με πελάτες και συναδέλφους. Όταν ο δικηγόρος υιοθετεί συνειδητά μια προσέγγιση που να λαμβάνει υπόψη της τη συναισθηματική διάσταση ανθρώπων και καταστάσεων, αποφεύγει διαισθητικά και μια σειρά στρατηγικών που είναι ηθικά επιλήψιμες ή πάντως ηθικά αμφιλεγόμενες, όπως ψέματα, εξαπάτηση, αποδυνάμωση του αντιπάλου, απόκρυψη πληροφοριών και οπορτουνιστική εκμετάλλευση πληροφοριών.

Οι περισσότερες επίδικες διαφορές στηρίζονται σε μια σύγκρουση θέσεων και συμφερόντων. Προκειμένου να επιλύσει τη διαφορά, είτε ακολουθώντας τη δικαστική οδό είτε επιχειρώντας να τη λύσει εξωδικαστικά, ο δικηγόρος πρέπει να «ξεκαθαρίσει το τοπίο». Για να αποσαφηνιστούν τα προβλήματα, πρέπει να εντοπιστούν τα συναισθήματα που τα συνοδεύουν και τα υποδαυλίζουν. Έτσι, ο δικηγόρος μπορεί να δει τα προβλήματα στις πραγματικές τους διαστάσεις και να τα χειριστεί καλύτερα. Ταυτόχρονα, ως εκπρόσωπος των συμφερόντων του πελάτη του, ο δικηγόρος «σφραγίζει» τις υποθέσεις του με τη δική του προσωπικότητα: οι δικές του εσωτερικές συγκρούσεις και η στάση που τηρεί γενικότερα απέναντι στη διαχείριση συγκρούσεων επηρεάζουν κάθε του ενέργεια. Μαθαίνοντας να ελέγχει πρώτα ο ίδιος τα συναισθήματά του, ο δικηγόρος μπορεί να δει τους άλλους δικηγόρους ως εν δυνάμει συνεργάτες και να αναζητήσει μαζί τους τις καλύτερες δυνατές λύσεις που να προάγουν τα συμφέροντα και των δύο πλευρών.

———————————————————————-
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Τα Νέα στις 14/5/2007. Μία παραλλαγή αυτού του άρθρου έχει δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα «LawNet.gr» στις 17/3/2007

  1. Η Ασπασία Τσαούση είναι Κοινωνιολόγος του Δικαίου (LL.M., Ph.D. University of Chicago) και Επίκουρη Καθηγήτρια (ALBA Graduate Business School) []

2 σχόλια
Leave a comment »

  1. Η νομικη επιστημη ,
    απο την ιδια την ιστορια της γεννησης της σαν πρωταρχικη κοινωνικη αναγκη , αλλα και καθαρα απο πλευρας επιστημονικης προσεγγισης παντα ηταν αρρηκτα συνδεδεμενη με την ανθρωπινη φυση που χαρακτηριζεται απο συναισθηματικα , λογικα και πνευματικα χαρακτηριστικα…
    Οι δεκα εντολες του Μωυση και η Σολομωντια σοφια, το αισθημα του δικαιου ,η εξαπατηση και η πλανη, αλλα και η ποινη του Οδησσεα μεσα απο την ποιηση του Ομηρικου Επους καταμαρτυρουν αυτο που μεχρι σημερα ειναι αξιωμα της νομικης επιστημης, δηλαδη το πνευμα καιοχι το γραμμα του Νομου ,να καθοριζει τα ουσιαστικα χαρακτηριστικα καθε εννοιας Δικαιου….
    Η ιδια η Εγκληματολογια σαφως χαρακτηριζει τον εγκληματουντα ως χαμηλης νοημοσυνης ατομο, προσπαθωντας να συμπεριλαβει σε καθε εννοια αναζητησης των ευθυνων για την παρανομη συμπεριφορα , στοιχεια προσωπικοτητας στα οποια δεσποζει ο συναισθηματικος παραγοντας, οχι μονο με την εννοια της μετρησης ,αλλα κυριως με την εννοια της καταχωρησης της ευθυνης , περαν απο την οποια κληρονομικοτητα, στην ιδια την κοινωνια και την περεχομενη παιδεια , στον τροπο δηλαδη που αντιλαμβανεται και προσφερει στους πολιτες τις υπηρεσιες της η πολιτεια, που μακραν απεχει ,απο το να θεωρειται Πολιτεια Δικαιου , για να περιοριζεται στο αχαρο και απαθη ρολο του κριτη, με μονα στοιχεια ,την εφαρμογη κατα γραμμα ,οποιας νομολογιας , αγνοοντας την πολυπλοκοτητα της ανθρωπινης φυσης …

  2. Εγώ πάντως, όταν διαβάζω τέτοιου είδους ψυχο – κοινωνιολογικής φύσεως και “επιστημονικής υφής (επίφασης?)” άρθρα, αισθάνομαι λίγο άβολα. Αυτό διότι οι ίδιες οι λέξεις μπορεί να είναι φορείς μεγάλης πολλαπλότητας εννοιών. Συνεπώς ο καθένας μπορεί με την δική του επιλογή εννοιών να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, το οποίο να διαφέρει σημαντικά από κάποιον άλλο που διαβάζει το ίδιο κείμενο. “Αρχή επιστήμης ονομάτων επίσκεψης” έλεγαν οι αρχαίοι. Και εδώ λοιπόν νομίζω ότι δεν χρειάζεται μόνο επίσκεψη, αλλά βίζιτα διαρκείας.

Σχολιαστε