Steven Pinker: The Blank Slate

Μαρ 19th, 2006 | | Κατηγορία: Βιβλιοκριτικές, Επιστήμες | Email This Post Email This Post | Print This Post Print This Post |

Η ανθρώπινη ψυχή είναι μια tabula rasa; Ερχόμαστε στον κόσμο με τη μορφή ενός άσπρου πίνακα όπου το περιβάλλον μας μπορεί να ζωγραφίσει ό,τι θέλει και επομένως να διαμορφώσει αυτό που αποκαλούμε ο “εαυτός” μας; Υπάρχει ανθρώπινη φύση ενιαία και κοινή για όλους τους ανθρώπους ή καθορίζεται αυτή από τις κοινωνίες στις οποίες ζούμε και οι οποίες τελικά μας διαμορφώνουν σύμφωνα με κάποιο τυπικό καλούπι;

Το συγκεκριμένο βιβλίο διακατέχεται από ένα βασικό μοτίβο: η ανθρώπινη φύση υπάρχει είναι ενιαία και ο σεβασμός προς αυτή διασφαλίζει τις βασικότερες ελευθερίες μας και μας προστατεύει από κάθε είδους ολοκληρωτισμό.

Ο συγγραφέας αποτελεί μια από τις σημαντικότερες επιστημονικές προσωπικότητες και με την ευρύτητα της σκέψης του συνδυάζει μοναδικά στοιχεία από πολλαπλά πεδία στα οποία περιλαμβάνονται η ανθρωπολογία, η εξελικτική ψυχολογία, η γνωσιακή ψυχολογία, οι νευροεπιστήμες, η φιλοσοφία, οι πολιτικές και νομικές επιστήμες καθώς και το πεδίο των οικονομικών. Το έργο το οποίο έχει αναλάβει δεν είναι καθόλου εύκολο καθώς πρέπει να πατάξει και να κατατροπώσει την αγαπημένη τριάδα των διανοούμενων ελιτιστών : “Blank Slate” (η ιδέα ότι γεννιόμαστε χωρίς καμία καταβολή, άσπρες κόλλες χαρτιού όπου η κοινωνία γράφει πάνω ό,τι επιθυμεί), το “Noble Savage” (η ιδέα ότι όλοι γεννιόμαστε καλοί και ότι το περιβάλλον μας διαφθείρει) και το “Ghost in the Machine” (αναφέρεται στο διαχωρισμό μυαλού και σώματος, δηλαδή ότι το μυαλό αποτελεί κάτι τελείως ξεχωριστό από το έμβιο κόσμο. Ουσιαστικά αναφέρεται στην έννοια της “ψυχής”). Έτσι αρχίζουν τα πρώτα κεφάλια με μια λεπτομερή αναφορά στις 3 αυτές έννοιες καθώς και στον δήμιο τους, τον Δαρβίνο. Τα γονίδια μας σε ένα σημαντικό βαθμό διαμορφώνουν αυτό που είμαστε και θα είμαστε και επομένως η ιδέα του άσπρου πίνακα και του ευγενούς αγρίου είναι τελείως εσφαλμένη. Επίσης η ανακάλυψη ότι όλες οι ανώτερες πνευματικές λειτουργίες του ανθρώπου ελέγχονται από νευρικά κυκλώματα (των οποίων η οργάνωση σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τα γονίδια) αναδεικνύει ότι το μυαλό δεν είναι κάτι ξεχωριστό από την ύλη όπως υποστήριζε ο Καρτέσιος και επομένως είμαστε εξ ολοκλήρου υλικά όντα. Τα προαναφερθέντα δεν αποτελούν επιστημονικές εικασίες αλλά γεγονότα που στηρίζονται από υπερπληθώρα επιστημονικών ερευνών.

Η άρνηση της ανθρώπινης φύσης και η αποδοχή του λευκού πίνακα αποτελεί το υποστήριγμα όλων όσων ευαγγελίζονται έναν καλύτερο κόσμο μέσω ενός νοήμονος κοινωνικού σχεδιασμού.

Εν τούτοις η άρνηση της ανθρώπινης φύσης και η αποδοχή του λευκού πίνακα αποτελεί το υποστήριγμα όλων όσων ευαγγελίζονται έναν καλύτερο κόσμο μέσω ενός νοήμονος κοινωνικού σχεδιασμού.. Ο Μάο Τσε Τούνγκ ανέφερε συχνά τη συγκεκριμένη αντίληψη : “Μια λευκή κόλλα χαρτί δεν έχει μουντζούρες και επομένως μόνο οι πιο νέες και πιο όμορφες λέξεις μπορούν να γραφτούν πάνω του και μόνο οι πιο νέες και οι πιο όμορφες εικόνες μπορούν να ζωγραφιστούν πάνω του¨. Η ίδια αντίληψη αναδιατυπώνεται και από τους Ερυθρούς Χμερ: “Μόνο το νεογέννητο μωρό είναι άσπιλο”. Η ισοπέδωση της ανθρώπινης φύσης γενικά αποτελεί το βασικό μοτίβο του διαλεκτικού υλισμού και γενικά η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι απεριόριστα εύπλαστος αποτελεί τη βασικά ιδέα όλων των ολοκληρωτικών καθεστώτων καθώς η διαμόρφωση της ανθρώπινης φύσης είναι και εκείνη που θα εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του εκάστoτε καθεστώτος. Όπως λέει και ο εκπρόσωπος του Κόμματος, ο χαρακτήρας O’Brien στο 1984 του Orwell:

“We control life, Winston, at all its levels. You are imagining that there is something called human nature which will be outraged by what we do and will turn against us. But we create human nature. Men are infinitely malleable”

Η ιδέα ότι η προσωπικότητά μας σε μεγάλο βαθμό καθορίζεται από τα γονίδια μας δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής. Η ιδέα αυτή του γενετικού “ντετερμινισμού” φαίνεται να υποσκάπτει τα θεμέλια της ελευθερίας μας. Πόσο ελεύθεροι μπορούμε να είμαστε πραγματικά αν η προσωπικότητά μας είναι ήδη εν μέρει προκαθορισμένη; Αφού δεν έχω λέγειν στα γονίδια τα οποία θα παραλάβω τότε είμαι έρμαιο της βιολογικής τυχαιότητας. Με αυτά τα ερωτήματα ασχολείται ο Pinker στα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου και δείχνει για ποιο λόγο οι ενστάσεις είναι παραπλανητικές και επίσης μας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ο κοινωνικός ντετερμινισμός που υποστηρίζουν οι οπαδοί του κοινωνικού σχεδιασμού είναι ανέφικτος αλλά και ηθικά ανεπίτρεπτος. Γενετικός ντετερμινισμός δεν υφίσταται καθώς τα γονίδια μας δεν μπορούν να καθορίσουν επακριβώς τη συμπεριφορά μας και ούτε να ελέγξουν τις αποφάσεις μας. Οι γενετικές μας καταβολές μπορούν απλά να κάνουν πιο πιθανή μια συμπεριφορά μας από μια άλλη, αλλά το ίδιο ισχύει και για τους άλλους παράγοντες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά μας όπως το περιβάλλον και τα προσωπικά μας βιώματα. Τα γονίδια συμβάλλουν στη διαμόρφωση του εαυτού μας, δεν είναι ο εαυτός μας.

Όμως η κατανόηση ότι πολλά από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς μας μας κληροδοτούνται, αναδεικνύουν ότι ο άνθρωπος δεν αποτελεί ένα απόλυτα λογικό ον (rational agent) και σε πολλές περιπτώσεις αδυνατεί να αναγνωρίσει ακόμη και το ίδιο του συμφέρον. Πολλοί άνθρωποι αδυνατούν να καταλάβουν ότι μια συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι επιζήμια για αυτούς οικονομικά, κοινωνικά ή ακόμη και σε θέματα υγείας (π.χ. κάπνισμα, παχυσαρκία). Αυτό βέβαια δε δικαιολογεί έναν άκρατο κρατικό παρεμβατισμό σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής για να προστατέψουμε τους “λιγότερο ευφυείς” αλλά δείχνει ότι συνθήκες όπως η υποχρεωτική κοινωνική (είτε αυτή είναι δημόσια είτε ιδιωτική) ασφάλιση όχι μόνο δεν είναι επιζήμιες αλλά είναι και αναγκαίες για να προστατευτούμε από τις εγγενείς αδυναμίες μας.

Αν όμως εκ γενετής έχουμε διαφορετικά χαρακτηριστικά τότε αυτό δεν ισοπεδώνει την ιδέα της κοινωνικής ισότητας; Αυτό εξαρτάται από τι εννοούμε με την έννοια κοινωνική ισότητα. Αν εννοούμε την παροχή ίσων ευκαιριών στους ανθρώπους μιας κοινωνίας τότε αυτό δεν αλλάζει, αν όμως εννοούμε ισότητα αποτελέσματος τότε αυτό σίγουρα αλλάζει. Δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι επειδή δίνονται ίσες ευκαιρίες τότε όλοι πρέπει να έχουν και τα ίδια αποτελέσματα. Όπως υπαγορεύει και η απλή λογική οι άνθρωποι διαφέρουν σε θέληση, σε φιλοδοξία, σε ικανότητα και είναι αυτά τα χαρακτηριστικά τα οποία καθορίζουν το αποτέλεσμα. Το όραμα των ίσων ευκαιριών επομένως δε χάνεται με την αποδοχή της ύπαρξης της ανθρώπινης φύσης. Όπως επισημαίνει και ο Friedrich Hayek:

“It is not just true that humans are born equal;…if we treat them equally, the result must be inequality in their actual position;… [thus] the only way to place them in an equal position would be to treat them differently. Equality before the law and material equality are, therefore, not only different but in conflict with each other.”

Τι γίνεται τότε με την έννοια της δικαιοσύνης; Οι γενετικές μας καταβολές μας απαλλάσσουν από την ευθύνη των πράξεών μας; Αυτό αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους φόβους όσον αφορά την αποδοχή της ανθρώπινης φύσης. Αν κάποιος είναι βιαστής λόγω γονιδίων τότε πόσο υπεύθυνος μπορεί να είναι για τις πράξεις του; Στην πραγματικότητα όπως ορθά υποδηλώνει και ο συγγραφέας , διαφέρει η κατανόηση από τη δικαιολόγηση και ουσιαστικά δεν μπορούμε να μιλάμε για ένα αληθές σύστημα δικαιοσύνης αν κινούμαστε στα τυφλά χωρίς να γνωρίζουμε όσο το δυνατό περισσότερα για τους παράγοντες που παρακινούν σε αντικοινωνική συμπεριφορά. Βέβαια πως θα σταματήσουμε τους εκάστοτε εγκληματίες από το να αποδίδουν τις πράξεις τους στα “κακά” γονίδια και όχι σε δικές τους επιλογές; Το ζητούμενο είναι να κάνουμε τους ανθρώπους να θέλουν να αναλαμβάνουν ευθύνες για τις πράξεις τους. Από τη στιγμή που ένα άτομο θέλει να επιβραβεύεται για μια ατομική επιτυχία τότε θα πρέπει να τιμωρείται συμμετρικά και για μια εγκληματική του πράξη. Διότι μπορεί ένα άτομο να ισχυριστεί ότι για ένα έγκλημα που διέπραξε δεν έφταιγε αυτός αλλά τα “κακά” γονίδια, αλλά και οποιαδήποτε επιτυχία του μπορούμε εξίσου να ισχυριστούμε ότι είναι καρπός των γονιδίων του και όχι του ίδιου του εαυτού.

Τέλος μας θυμίζει ο συγγραφέας κάτι εξαιρετικά σημαντικό. Οι φιλόσοφοι συχνά μας υπενθυμίζουν ότι αυτό που “είναι” δεν ισοδυναμεί με αυτό που “πρέπει”. Το γεγονός ότι έχουμε βιολογικές καταβολές που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά μας δε σημαίνει ότι πρέπει να δρούμε με βάση μόνο αυτές αλλά σημαίνει ότι δεν πρέπει να τις αγνοούμε. Για παράδειγμα το γεγονός ότι οι άνθρωποι είναι ανταγωνιστικοί από τη φύση τους και επιδιώκουν την επίτευξη στόχων κυρίως για προσωπικό συμφέρον δε σημαίνει ότι θα δικαιολογήσουμε ή θα νομιμοποιήσουμε την ανθρωποκτονία για την επίτευξη των στόχων αυτών. Σημαίνει όμως ότι πρέπει να εκμεταλλευτούμε αυτό το στοιχείο της ανθρώπινης φύσης προς συμφέρον όλων μας και όχι να κλείσουμε τα μάτια και να προσποιηθούμε ότι δεν υπάρχει.

Αυτά δεν αποτελούν παρά μόνο ένα μικρό τμήμα όλων των θεμάτων που αναπτύσσονται στο βιβλίο.Ο Pinker με αναφορές στους σημαντικότερους εκπροσώπους της σύγχρονης διανόησης όπως ο Popper, ο Hayek, ο Rawls, ο Nozick, ο Chomsky, ο Dennett, ο Dawkins, ο Herrnstein, ο E.O. Wilson κ.ά. παρουσιάζει ένα ολοκληρωμένο έργο για τους τομείς όπου θα αναπτυχθούν τα κυριότερα debates τις επόμενες δεκαετίες. Η επιστήμη έχει επικεντρωθεί για τα καλά πάνω στον ίδιο τον άνθρωπο και τα πορίσματά της αναδεικνύουν μια αρκετά διαφορετική εικόνα από αυτή που διαισθητικά αντιλαμβανόμαστε. Το ευτύχημα είναι ότι μας έχει δείξει ότι ο καθένας από εμάς έχει μια εντελώς ξεχωριστή ταυτότητα και ο κοινωνικός ντετερμινισμός είναι μια απάτη που μόνο μέσω ανείπωτης βίας μπορεί να επιβληθεί στο άτομο.

9 σχόλια
Leave a comment »

  1. Σε αυτά τα ζητήματα δεν μπορεί κανείς να έχει άποψη άσπρο μαύρο. Τα γονίδια έχουν το ρόλο τους -το μήλο ακόμη και αν δεν πέσει ακριβώς κάτω από τη μηλιά δε θα πέσει στο διπλανό χωράφι- ενώ δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την επίδραση από το περιβάλλον. Αν δύο δίδυμοι χωριστούν αμέσως μετά τη γέννησή τους και μεγαλώσουν ο ένας στη Βαγδάτη και ο άλλος στη Βοστώνη θα είναι ίδιοι μετά από 30 χρόνια; Μάλλον όχι.
    Η θεωρία του κοινωνικού ντετερμινισμού είναι τελείως μοιρολατρική και είναι ουσιαστικά μια στάση παραίτησης ,που θυμίζει το επιχείρημα της καμένης γης που χρησιμοποιούσε το ΠΑΣΟΚ παλιότερα “τι φταίω εγώ που παρέλαβα σκάρτα γονίδια”.
    Πολύ επίκαιρο ζήτημα παρόλα αυτά το ζήτημα που θίγεται. Την εποχή που οι δυτικές κοινωνίες έχουν χάσει τη φυλετική τους ομοιογένεια όλο και πιο συχνά ξεπηδάνε φωνές που αναζητούν στα βάθη της ιστορίας αποδείξεις για τη φυλετική ανωτερότητα του καθένα. Κάτι ανάλογο δηλαδή με το ναζιστικό καθεστώς όπου απαγορευόταν δια ροπάλου οι Άρειοι να διασταυρώνονται με μη Άρειες. Αυτές οι φωνές ιδιαίτερα στη χώρα μας που τώρα μόλις αρχίζει να γίνεται πολυπολιτισμική ,εκφράζεται με τη στάση όποτε δεν πάμε καλά να παραπέμπουμε στο κλασικό : όταν οι πρόγονοί μας χτίζαν τον Παρθενώνα οι δικοί σας ζούσαν σε σπηλιές ρε!
    Το βιβλίο του Pinker αφιερωμένο σε όλους αυτούς τους Άρειους Έλληνες!

  2. @ Ναυάγιο:
    Έχεις απόλυτο δίκαιο όταν αναφέρεις ότι τα γονίδια δεν αποτελούν το μόνο καθοριστή της συμπεριφοράς και της προσωπικότητας και μάλιστα ότι το περιβάλλον έχει σημαντικό ρόλο και όπως προανέφερα στο κείμενο ο ίδιος ο Pinker δείχνει ότι γενετικός ντεντερμινισμός δεν υφίσταται και ενώ μπορούμε να αποδώσουμε αρκετά χαρακτηριστικά στην κληρονομικότητα ,και επομένως στα γονίδια, δεν μπορούμε να τα αποδώσουμε όλα. Μάλιστα πολλά από τα χαρακτηριστικά που αποδίδουν τα γονίδια μπορεί ποτέ να μην εκφραστούν αν δε βρουν το κατάλληλο περιβάλλον. Π.χ. ένας άνθρωπος μπορεί γονιδιακά να είναι εξοπλισμένος ώστε να γίνει φοβερός δρομέας 100μ αλλά αν στην κοινωνία που ζει δεν υπάρχει το αντίστοιχο άθλημα ή ιδέα του ανταγωνιστικού αθλητισμού τότε δε θα εκδηλωθεί ποτέ το αντίστοιχο χαρακτηριστικό. Έτσι ακριβώς και με στοιχεία της προσωπικότητας. Πολλά χρειάζονται το κατάλληλο περιβάλλον για να εκδηλωθούν.
    Eπίσης πολυάριθμες μελέτες (Plomin & Daniels 1987, Bouchard 1994, Harris 1995, Sulloway 1996 κ.ά.) έχουν συγκλίνει στο γεγονός ότι ένα 50% της διαφοροποίησης της προσωπικότητας (όχι το 50% της προσωπικότητας) οφείλεται σε γονιδιακά αίτια, 5% στην ανατροφή από τους κηδεμόνες/γονείς και 50% σε μη εξακριβωμένα αίτια (π.χ. μπορεί προσωπικά βιώματα, η επίδραση των peers κ.ά.) και μάλιστα πρόσφατα ο ίδιος ο Pinker σχολίασε ότι η μεγάλη πρόκληση πλέον είναι να προσδιορίσουμε αυτό το μυστηριώδες 50%. Άρα μπορούμε να μείνουμε ήσυχοι ότι δεν είμαστε μόνο γονίδια (αν και να είμασταν και πάλι δε σημαίνει ότι θα υπήρχε η έννοια του γεν. ντεντερμινισμού. Μπορεί τα γονίδια να σχεδιάζουν τον εγκέφαλό μας αλλά εμείς τον διαχειριζόμαστε).

  3. Δεν ξέρω όμως εάν υπάρχει αληθινή επιστήμη πίσω από όλα αυτά. Κατ’αρχάς να ξεκαθαρίσω ότι κίνδυνος προέρχεται και από τις δύο ακραίες τοποθετήσεις –και τον βιολογικό ντετερμινισμό των Ναζί και την κοινωνική μηχανική του κομμουνισμού. Στην προσπάθεια του ο Pinker να συνδυάσει πορίσματα από πολλούς τομείς πολλές φορές καταλήγει ενδεχομένως σε θεωρητικές υπεραπλουστεύσεις. Και ναι μεν καταρρίπτει το δόγμα του άγραφου πίνακα που είναι ο αρχικός του στόχος αλλά κατά πόσο τεκμηριώνει με συμπεράσματα της affective neuroscience την γενετική συσχέτιση πέρα από ένα θεωρητικό και μόνο υπόβαθρο; Ξέρουμε πλέον ότι αρκετά νοσήματα και φυσικά χαρακτηριστικά είναι πολυγονιδιακά (π.χ από τον τρόπο κατανομής του λίπους μέχρι τον καρκίνο με την multi-hit knudson hypothesis). Στην παρούσα φάση καμία ανθρώπινη συμπεριφορά δεν μπορεί να αποδοθεί σε συγκεκριμένο γονιδιακό πρότυπο. Αν και έχουμε μελετήσει αρκετά καλά τον εγκέφαλο, δεν έχουμε βρει ακόμα τον νου. Δεν έχουμε μελετήσει πλήρως ούτε τη νευροβιολογία ούτε τη σχετική φυσική. Στην πραγματικότητα η ερμηνεία των βιολογικών γεγονότων με βάση τους νόμους της φυσικής είναι ακόμη ατελής. Για παράδειγμα η λεπτομερής περιγραφή του νου, η ταχύτατη δημιουργία και ο χειρισμός πολλών αισθητικών εικόνων θα απαιτούσαν επεξήγηση σε κβαντικό επίπεδο. Από την εξελικτική ψυχολογία του Pinker για την οποία υπάρχει αντίλογος ως προς τις παραδοχές που κάνει μέχρι την νευροβιολογική αιτιολογική προσέγγιση της ανθρώπινης φύσης υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη…

  4. Το αν υπάρχει αληθινή επιστήμη είναι πρόχειρη παρατήρηση καθώς πρέπει να μου πεις για ποιό λόγο θεωρείς ότι δεν είναι. Οι σημαντικότερες έρευνες που χρησιμοποιούνται για να καθοριστούν τέτοιοι συσχετισμοί (δηλαδή γονιδίων και συμπεριφοράς, περιβάλλοντος και συμπεριφοράς κ.ά.) είναι μελέτες μονοζυγωτικών διδύμων που μεγάλωσαν στην ίδια οικογένεια, μονοζυγωτικοί δίδυμοι που χωρίστηκαν στη γέννηση και μεγάλωσαν ξεχωριστά, διζυγωτικοί δίδυμοι που μεγάλωσαν στην ίδια οικογένεια και που μεγάλωσαν ξεχωριστά, παιδιά που υιοθετήθηκαν και μεγάλωσαν μακριά από τους γονείς τους κ.ά. Οι μελέτες αυτές χρησιμοποιούνται και για τον καθορισμό των αιτιών διαφόρων ψυχιατρικών καταστάσεων όπως π.χ. της σχιζοφρένειας, της κατάθλιψης και χρησιμοποιούν έγκυρη επιστημονική μεθοδολογία. Π.χ. ας μιλήσουμε για διπολικές διαταραχές σύμφωνα με τη 3η έκδοση (μεταφρασμένη) του Kaplan & Sadock’s Handbook of clinical psychiatry (ένα από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα εγχειρίδια κλινικής ψυχιατρικής) και συγκεκριμένα για διπολική διαταραχή τύπου Ι.
    “Άτομο του οποίου ένας γονέας πάσχει από διπολική Ι διαταραχή έχει 25% πιθανότητα να νοσήσει από διαταραχή της διάθεσης ενώ αν και οι δύο γονείς πάσχουν έχει 50-75% πιθανότητα να έχει διαταραχή της διάθεσης. Ο μονοζυγωτικός δίδυμος έχει πιθανότητα 40-70% να νοσήσει αν νοσεί ο αδερφός και στην περίπτωση διζυγωτικών 20%”. Όπως γράφουν οι συγγραφείς και δεν έχω λόγο να το αμφισβητήσω: “η διπολική τύπου Ι διαταραχή δεν έχει συσετισθεί (μέχρι το 2001 αλλά ας πούμε μέχρι σήμερα, το ίδιο είναι) με κάποιο γονίδιο. Έχει πάντως αναφερθεί συσχέτιση των διαταραχών της διάθεσης και ιδίως της διπολικής Ι διαταραχής, με γενετικούς δείκτες στα χρωμοσώματα 5, 11, και Χ. (σελ 172, 173)”.

    Προφανώς οι διαταραχές της διάθεσης μπορεί να αποτελούν μια ακραία εκδήλωση της συμπεριφοράς αλλά δεν ισχύουν άλλοι κανόνες για τις ακραίες εκφάνσεις συμπεριφοράς και άλλες για τις ήπιες και ούτως ή άλλως αυτό που θεωρείται ακραίο ή ήπιο καθορίζεται από τις δικές μας αντιλήψεις. Αν θεωρείς ότι έρευνες αυτού του τύπου κυμαίνονται στα πλαίσια της αμφιβολίας, θα ήθελα να μου εξηγήσεις το λόγο.
    Από την άλλη μεριά δε νομίζω ότι ισχυρίστηκε κανένας ότι 1 γονίδιο=1 συμπεριφορά. Στο κάτω, κάτω δεν υπάρχουν αρκετά γονίδια στον άνθρωπο για να υπάρχει αυτή η αντιστοιχία. Το αν πολλές διαφορές στα χαρακτηριστικά είναι πολυγονιδιακές αυτό δε μειώνει καθόλου το συμπέρασμα ότι είναι γονιδιακές. Η παρανόηση ότι όταν λέμε ένα χαρακτηριστικό είναι γονιδιακό (ότι και αν είναι το χαρακτηριστικό, είτε αφορά τη συμπεριφορά, είτε κάποιο σύστημα του σώματος) εννοούνε ότι είναι και μονογονιδιακό οφείλεται στη λανθασμένη αντίληψη που έχουμε για το ρόλο των γονιδίων. Τα γονίδια δεν είναι σαν τα σχέδια κάποιου κτιρίου (blue-prints) αλλά περισσότερο σαν οδηγίες μιας μαγειρικής συνταγής. Όπως αναφέρει και ο Richard Dawkins στο Ancestor’s Tale όταν μιλάει για το γονιδίωμα του ποντικιού:
    “ Two things about these recently sequenced genomes have sparked unwarranted surprise. The first is that mammal genomes seem rather small: of the order of 30,000 genes or maybe even less. And the second is that they are so similar to each other. Human dignity seemed to demand that our genome should be much larger than that of a tiny mouse. And shouldn’t it be absolutely larger than 30,000 genes anyway?
    This last expectation has led people, including some who should know better, to deduce that the “environment” must be more important than we thought, because there aren’t enough genes to specify a body. That really is a breathtaking naïve piece of knowledge. By what standard do we decide how many genes you need to specify a body? This kind of thinking is based on a subconscious assumption which is wrong: the assumption that the genome is a kind of blueprint, with each gene specifying its own little piece of body. As the Fruit Fly’ s will tell us, it is not a blueprint, but something more like a recipe, a computer program, or a manual of instructions for assembly.”

    Δηλαδή τα γονίδια δεν είναι οδηγίες που καθορίζουν επακριβώς τη θέση, το ρόλο και τη λειτουργία των δομών του σωματός και επομένως το να περιμένουμε 1γονίδιο=1συμπεριφορά ή γενικά 1γονίδιο=1χαρακτηριστικό είναι αφελές. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι αν τα γονίδια δεν πάνε καλά ότι θα βγει καλή και η σούπα..
    Από την άλλη το ότι δεν έχουμε ανακαλύψει τα πάντα για το μυαλό είναι προφανές και από μόνο του δε λέει τίποτα. Επίσης όταν μου λες ότι δεν έχουμε βρει ακόμη το νου (θεωρώ ότι με νου εννοείς αυτό που λέω εγώ ως μυαλό, “the mind”) δεν ξέρω τι περιμένεις να βρεις. Ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος δίνει γένεση σε αυτό νομίζω ότι είναι πέρα για πέρα τεκμηριωμένο άρα το ερώτημα δεν είναι να βρούμε το νου, αλλά να καταλάβουμε ακριβώς πως ο εγκέφαλος δίνει γένεση σε αυτό (αρκετά είναι ξεκαθαρισμένα σε πολύ καλό βαθμό όπως η γλωσσική λειτουργία, το σύστημα της οπτικής αντίληψης, η γένεση των συναισθημάτων κ.ά.). Δεν καταλαβαίνω όμως που διαφωνείς με τα πορίσματα της εξελικτικής ψυχολογίας μιας και δε μου ανέφερες κάποιο επιχείρημα για την αντίρρησή σου.

  5. Επίσης να προσθέσω ότι μου προκαλεί μαγάλη απορία το σχόλιο σου ότι πρέπει να επικαλεστούμε ένα κβαντικό επίπεδο επεξήγησης για ορισμένες νοητικές ιδιότητες όπως η ταχύτατη επεξεργασία πληροφοριών. Από που βγαίνει το συμπέρασμα αυτό; Τη χρήση της κβαντικής μηχανικής για την ερμηνεία της συνείδησης έχει επιχειρηθεί από το μαθηματικό και φυσικό Roger Penrose αρχικά και τα συμπεράσματά του δεν έχουν γίνει αποδεκτά από τους επιστήμονες στα σχετικά πεδία για πολύ συγκεκριμένους λόγους (έχει τύχει να διαβάσω το πρώτο του βιβλίο στο οποίο διατυπώνει τις ιδέες του, το The Emperor’s new mind):
    1) Η απόδοση της συνείδησης σε κβαντικά φαινόμενα στους μικροσωληνίσκους των νευρώνων (αυτό υποστηρίζει) δεν υποστηρίζεται από καμία επιστημονική παρατήρηση
    2) Οι μικροσωληνίσκοι των νευρώνων υπάρχουν και σε άλλους οργανισμούς οι οποίοι δε διαθέτουν πολλά χαρακτηριστικά του μυαλού μας
    3) Μικροσωλινίσκοι υπάρχουν και σε άλλα κύτταρα εκτός από νευρώνες
    4) Κβαντικά φαινόμενα συμβαίνουν σε όλη την ύλη και όχι μόνο στους μικροσωλινίσκους των νευρώνων. Δεν έχουμε κάποιο λόγο να πιστεύουμε ότι τα κβαντικά φαινόμενα στους μικροσωληνίσκους έχουν κάποια διαφορετική ποιότητα από κβαντικά φαινόμενα που συμβαίνουν σε άλλα σημεία της ύλης.
    5)Δεν προσφέρει κανέναν τρόπο με τον οποίο η συνείδηση μπορεί να προκύπτει από τα κβαντικά φαινόμενα.
    (Πολύ καλή ανάλυση των σφαλμάτων του Penrose υπάρχει στο: Penrose R. & commentators, Precis and multiple book review of “The emperor’s new mind” Behavioural and Brain Sciences, 1990)
    Όπως ο κβαντοφυσικός David Deutch αναφέρει στο βιβλίο του “The Fabric of reality” δεν πρέπει να είμαστε υπερβολικοί στην αναγωγή μας σε ολοένα μικρότερα επίπεδα. Δηλαδή δεν μπορούμε να εξηγήσουμε πολλές από τις ιδιότητες του κόσμου ανάγοντάς τα όλα στο χώρο των υπο-ατομικών σωματιδίων. Π.χ. αν θέλω να περιγράψω τη ροή ενός υγρού σε έναν αγωγό θα εξετάσω χωριστά κάθε ένα μόριο του υγρού; Αν θέλω να εξηγήσω τη λειτουργία ενός υπολογιστή θα κοιτάξω την κίνηση των μεμονωμένων ηλεκτρονίων στα κυκλώματα.
    Συγκεκριμένα λέει ο Deutsch: ” No one expects actually to deduce many principles of biology, psychology or politics from those of physics. The reason why higher-level subjects can be studied at all is that under special circumstances the stupendously complex behaviour of vast numbers of particles resolves itself into a measure of simplicity and comprehendibility. This is called emergence: high level simplicity “emerges” from low-level complexity. High-level phenomena about which there are comprehensible facts that are not simply deducible from lower-level theories are called emergent phenomena. … The purpose of high-level sciences is to enable us to understand emergent phenomena, of which most important are, as we shall see, life, thought and computation“.

  6. Λίγο-πολύ αναμενόμενη η αναφορά στο Fabric of reality…Θα απαντήσω σε κάποια ζητήματα και θα επανέλθω…
    Η άποψη για έναν πιθανό ρόλο της κβαντοφυσικής στη διαλεύκανση του νου, μια ιδέα που συχνά παραπέμπει στον μαθηματικό και φυσικό Roger Penrose από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, δεν αποτελεί επιδοκιμασία της δικής του πρότασης, δηλαδή ότι η επίγνωση βασίζεται σε κβαντικά φαινόμενα που συμβαίνουν μέσα στους μικροσωληνίσκους [οι μικροσωληνίσκοι είναι ουσιώδη συστατικά των νευρώνων αλλά σωστά και άλλων κυτττάρων]. Το κβαντικό επίπεδο ίσως βοηθήσει στην ερμηνεία του πως δημιουργείται η σκέψη, αλλά θεωρώ ότι δεν είναι απαραίτητο για να εξηγήσουμε και το πως γνωρίζουμε ότι έχουμε κάνει αυτή τη σκέψη – θέμα το οποίο εγώ βλέπω ως το πλέον κρίσιμο για μια εκτενή περιγραφή της επίγνωσης. Η ύπαρξη του χάσματος μεταξή των ψυχικών καταστάσεων και φυσικοβιολογικών φαινομένων προέρχεται από τη μεγάλη ασυμφωνία μεταξύ δύο κορμών γνώσης – αφενός μεν της καλής κατανόησης του νου, την οποία έχουμε επιτύχει μέσω εκατονταετιών περισυλλογής και των προσπαθειών των γνωσιακών επιστημών, αφετέρου δε του ατελούς νευρικού προσδιορισμού που έχουμε επιτύχει μέσω της νευροβιολογίας.(Ως νου θεωρούμε εκείνο το λειτουργικό σύστημα το οποίο λαμβάνει, αποθηκεύει, ανακαλεί, μετασχηματίζει και μεταδίδει πληροφορίες). Ομως δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι η νευροβιολογία δεν θα γεφυρώσει το χάσμα. Τίποτα δεν δείχνει ότι έχουμε φθάσει στα άκρα μιας αβύσσου η οποία στην ουσία, διαχωρίζει το νοητικό από το νευρωνικό σκέλος του εγκεφάλου. Συνεπώς υποστηρίζω ότι οι βιολογικές διεργασίες που πιστεύουμε σήμερα ότι αντιστοιχούν σε διανοητικές διεργασίες είναι στην πραγματικότητα διανοητικές εργασίες.Απλά πιστεύω ότι ο ιδιωτικός, προσωπικός νους, ανεκτίμητος και μοναδικός στην πραγματικότητα έχει βιολογική βάση και μια μέρα θα περιγραφεί με όρους βιολογικούς και διανοητικούς.
    Reference: The feeling of what happens :body and emotion in consiousness. A.R.Damasio 1999

  7. το φαγα:
    The Feeling of What Happens: Body and Emotion in the Making of Consciousness

  8. Πως ακριβώς θα μας βοηθήσει στην ερμηνεία του πως δημιουργείται η σκέψη; Όπως ακριβώς ανέφερα είναι σαν προπσαθείς να καταλάβεις την κινήση του νερού σε έναν αγωγό κοιτώντας ένα-ένα τα μόρια. Αν αποδειχθεί τελικά ότι τα κβαντικά φαινόμενα εξηγούν όλη την υφή της πραγματικότητας (πράγμα όχι απίθανο) τότε προφανώς και όλα πηγάζουν από αυτά αλλά αυτό δε σημαίνει ότι μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα ούτε για το πως δημιουργείται η σκέψη αλλά και ούτε και για άλλα “higher-level” φαινόμενα όπως για την πολιτική κρίση στο Σουδάν. Όσο για το quote του Damasio που αναφέρεις (βασικά δεν ξέρω που αρχίζει το quote και που αρχίζει ο δικός σου σχολιασμός)μάλλον ενισχύει τις προηγούμενες παρατηρήσεις ότι το μυαλό (ο νους αν προτιμάς) είναι καθαρά προϊόν του εγκεφάλου. Ο Damasio αποτελεί ένας από τους πλέον ξεκάθαρους υποστηρικτές αυτής της άποψης το οποίο φαίνεται στο απόσπασμα που παραθέτεις αλλά και στο ακόλουθο:
    “By connecting spiritual experiences to the neurobiology of feelings, my purpose is not to reduce the sublime to the mechanic and by doing so reduce its dignity. The purpose is to suggest that the sublimity of the spiritual is embodied in the sublimity of biology and that we can begin to understand the process in biological terms”.
    Η “υλική” θεώρηση του μυαλού φαίνεται και λίγο παρακάτω όταν αναφέρει: ” Within the next two decades, perhaps sooner, the neurobiology of emotion and feelings will allow biomedical science to develop effective treatments for pain and depression grounded on a sweeping understanding of how genes are expressed in particular brain regions and how these regions cooperate to make us emote and feel” (Damasio A. “Looking for Spinoza: Joy, Sorrow and the feeling brain , 2003) [Τόνισα την έκφραση “feeling brain” γιατί στο βιβλίο αναδεικνύει τρόπους με τους οποίους ο εγκέφαλος δίνει γένεση στα συναισθήματα που αντιλαμβάνεται το μυαλό/νους και μάλιστα χωρίς ούτε μια αναφορά στο βιβλίο για κβαντομηχανική :-)].

  9. μια πολυ ενδιαφερουσα συζητηση που περιμενα καιρο!

    The reason why higher-level subjects can be studied at all is that under special circumstances the stupendously complex behaviour of vast numbers of particles resolves itself into a measure of simplicity and comprehendibility. This is called emergence: high level simplicity “emerges” from low-level complexity.

    πολυ σωστο. Μερικες φορες παιρνουμε περισσοτερες πληροφοριες οταν κοιταμε την μεγαλη εικονα οπως σε εναν ιμπρεσιονιστικο πινακα, απτο να καθομαστε να κοιταμε απο κοντα καθε πινελια.

    Δεν λεω οτι δεν ειναι ενδιαφερον να δουμε αν η αβεβαιοτητα της κβαντικης μηχανικης μπορει να μεταφραστει σε ενα φαινομενο σε μακροσκοπικο επιπεδο, σε κατι που να επηρεαζει την ανθρωπινη συμπεριφορα.

    Αλλα δεν ειμαι και τοσο σιγουρος οτι εχουμε καταλαβει καν πως λειτουργει η κβαντικη μηχανικη, για να την εφαρμοσουμε και στην μελετη της λειτουργιας του ανθρωπινου εγκεφαλου. Μου φαινεται πως πρωτα πρεπει να μελετησουμε καλα τα φαινομενα στα επιπεδα που μπορουμε ευκολο, και μετα να δουμε αν υπαρχουν βαθυτεροι λογοι για το πως συμβαινει τι…

    ΥΓ Βασικα η ιστορια μου θυμιζει λιγο εναν φιλο μου που ηθελε να μου εξηγησει κατι σαν κβαντικη θεωρια παιγνιου και τελικα ουτε αυτος ουτε εγω δεν καταλαβαμε τιποτα 🙂

Σχολιαστε