Ο πρόεδρος, ένα ροζ σκάνδαλο και η χαμένη ηθική της ευθύνης
Φεβ 12th, 2008 | Δημήτρης Σκάλκος| Κατηγορία: Ελλάδα, Πολιτική | Email This Post | Print This Post |Αυτές τις ημέρες παρακολουθούμε τη παράλληλη εξέλιξη πολιτικών σκανδάλων -της υπόθεσης Ζαχόπουλου και της υπόθεσης «Ζίμενς»- η σημασία των οποίων ορθά ξεπερνά κατά πολύ το σύνηθες σκανδαλοθηρικό ενδιαφέρον. Στη πρώτη περίπτωση, γινόμαστε μάρτυρες της κατάργησης της -θεμελιώδους σε κάθε δημοκρατικό πολίτευμα- διάκρισης των εξουσιών, όπου τα όρια ανάμεσα στις εξουσίες γίνονται δυσδιάκριτα και όπου η «τέταρτη εξουσία» (ΜΜΕ) μοιάζει να επικυριαρχεί των άλλων. Στη δεύτερη περίπτωση, αποκαλύπτεται μία κορυφαία υπόθεση διαπλοκής πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, μία υπόθεση πολιτικού χρήματος που φαίνεται να μη περιορίζεται σε μεμονωμένα πρόσωπα. Παρά τις επιμέρους διαφορές τους, στη πραγματικότητα πρόκειται για παρόμοιες περιπτώσεις, τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ουσιαστικά, γινόμαστε θεατές της πτήσης της ανηθικότητας του πολιτικού προσωπικού της χώρας μας σε δυσθεώρητα ύψη.
Λέγοντας ανηθικότητα δεν εννοούμε τον ευτελισμό της προσωπικής ηθικής, τη ροπή προς τον εύκολο πλουτισμό και τη ταχεία κοινωνική ανέλιξη με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τα στοιχεία αυτά άλλωστε ποτέ δεν έλειψαν στην ιστορία της οργανωμένης κοινωνικής ζωής ανά τους αιώνες. Αντίθετα, εννοούμε την απουσία της ηθικής της ευθύνης, δηλαδή της ανάληψης της ευθύνης που πρέπει πάντοτε να είναι προσωπική για να είναι αποτελεσματική.
Ο ηθικός πολιτικός δε μετατοπίζει το βάρος της ευθύνης σε άλλους -ακόμη κι αν πρόκειται για τους ποινικά υπεύθυνους. Η ηθική της ευθύνης δεν συνδέεται με τον ηθικισμό, την εύκολη δηλαδή καταγγελία πράξεων ή παραλείψεων, την αφοριστική προτροπή στη πολιτική ορθότητα, που ενισχύει το λαϊκισμό και επιτείνει τη σύγχυση. Ο πολιτικός (οφείλει να) γνωρίζει τη σημασία του «φαίνεσθαι» στην δημόσια σφαίρα, την αναγκαιότητα να λειτουργεί δημόσια, κάτι που δε συμβαίνει στην ιδιωτική σφαίρα. Ο πολιτικός δεν πρέπει να ενδιαφέρεται για τη σωτηρία της ψυχής αλλά για τη σωτηρία της πόλης. Αυτή είναι, από την εποχή του Μοντεσκιέ (Montesquieu), η βασική διάκριση ανάμεσα σε ηθική και πολιτική αρετή.
Στη δημόσια σφαίρα αξιολογούνται και κρίνονται συμπεριφορές, η σημασία των οποίων ξεπερνά τη προσωπική ηθική και αφορά τις δεοντολογικές συνιστώσες της πολιτικής συμβίωσης πάνω στις οποίες οικοδομείται το κοινωνικό συμβόλαιο. Με άλλα λόγια, η ανάληψη και απόδοση των πολιτικών ευθυνών είναι αυτή που απορροφά τους «κραδασμούς» του πολιτικού συστήματος, είναι αυτή που νομιμοποιεί το πολιτικό σύστημα διατηρώντας την αναγκαία εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτό. Ωστόσο, και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις -όπως και σε πολλές άλλες προηγούμενες- φαίνεται πως το πολιτικό προσωπικό έχει συνειδητά πλέον επιλέξει να κωφεύσει.
Μία πρόταση απέναντι στο πρωτοφανή παχυδερμισμό των πολιτικών ίσως είναι η εφαρμογή της αμερικανικής πρακτικής της «καταγγελίας» (impeachment), δηλαδή του ακριβού καθορισμού των προϋποθέσεων έκπτωσης πολιτικών προσώπων από το αξίωμά τους στις περιπτώσεις εμπλοκής τους σε ανάλογες υποθέσεις, έτσι ώστε να διαχωρίζονται και να αναδεικνύονται οι πολιτικές και οι ποινικές ευθύνες. Τούτο συνέβη το 1998, όπου ο αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον (Bill Clinton) κατηγορήθηκε από τη γερουσία για παρεμπόδιση του έργου της δικαιοσύνης στο γνωστό σκάνδαλο Λεβίνσκι (Lewinski).
Συμπερασματικά, εάν υπάρχει σκάνδαλο στη υπόθεση Ζαχόπουλου αυτό δε βρίσκεται στις ερωτικές περιπέτειες του πρώην γενικού γραμματέα του υπουργείου πολιτισμού και τις ροζ αποχρώσεις του, αλλά αντίθετα στη προκλητική και προσβλητική απροθυμία των ηγητόρων της κυβέρνησης να προστατεύσουν το πολιτικό σύστημα από την ολοκληρωτική (και οριστική;) απαξίωσή του. Φυσικά, παρόμοιες σκέψεις δε δείχνουν να απασχολούν τα μέλη της σημερινής κυβέρνησης, των οποίων η απολίτικη στάση, ο χυδαίος κυνισμός και οι μικροπολιτικοί συμφεροντολογικοί υπολογισμοί είναι πλέον παροιμιώδεις και δε σταματούν να εκπλήσσουν ακόμη και τους πλέον εθισμένους στην απερίγραπτη χυδαιότητα των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων.
———————————————————————–
Σημειώσεις:
O μόνος τρόπος για να προστατεύσουν το πολιτικό σύστημα από την ολοκληρωτική (και οριστική;) απαξίωσή του οι πολιτικοί είναι να εκχωρήσουν το μεγαλύτερο κομμάτι της εξουσίας τους. Είναι έτοιμοι να το κάνουν τώρα, ή θα το κάνουν όταν δεν θα μπορούν να το αποφύγουν, και χωρίς να τους σώσει;
Λυπάμαι, γιατί ένας δήθεν “φιλελεύθερος” δεν μπορεί να αναδείξει την ουσία του προβλήματος: όσο υπάρχει κράτος δηλαδή λεφτά, τόσο θα υπάρχουν πολιτικοί που θα νομίζουν ότι, αφού τους ψήφισε ο λαός, τους έδωσε προίκα αυτά τα λεφτά.
Ένας πραγματικός φιλελεύθερος, πρώτα προτείνει λύση, την ουσιαστική συρρίκνωση του κρατικού τομέα, από κάθε είδους εμπορικές του δραστηριότητες. Δεν εμπλέκεται σε απόδοση ευθυνών και ηθικές ή άλλες ρητορείες περί καταγγελιών, αποδόσεων ευθυνών.
Το πρόβλημα, για έναν φιλελεύθερο, είναι να αλλάξει το σύστημα, γιατί όσο το σύστημα παραμένει το ίδιο, θα υπάρχουν πολιτικοί που θα μπερδεύουν την ιδιοκτησία του δημόσιου χρήματος. Κάθε έκπτωση από αυτή τη θέση οδηγεί απλά στο συμπέρασμα, ότι αυτός που προτείνει κάτι, απλά θέλει αναδιανομή, κι όχι κατάργηση.
Έτσι όπως διαβάζω το κ Σκάλκο, φοβάμαι ότι ούτε αυτός δεν έχει διάθεση να αναδείξει το πρόβλημα στην πραγματική του διάσταση. Το πρόβλημα είναι το ίδιο σύστημα με τα πολλά χρήματα στο δημόσιο τομέα, κι όχι οι πολιτικοί.
Αρχίζω να πιστεύω, ότι στην ελληνική κοινωνία, είναι απίθανο κάποιος να είναι φιλελεύθερος από “γονιδιακής” άποψης. Κι αισθάνομαι ρατσιστής που το λέω αυτό. Γι’ αυτό φωνάζω δυνατά:
Χωρισμός της τεμπελιάς από το κράτος ΤΩΡΑ
Χωρισμός του κόμματος από το κράτος ΤΩΡΑ
Χωρισμός του ανθρώπου από το κράτος ΤΩΡΑ
Κάθε έκπτωση είναι επικίνδυνη και συντηρεί το σύστημα που εκτρέφει τέτοια προβλήματα…
ΥΓ. Στην γνωστή ιλαροτραγωδία της υπόθεσης Λεβίνσκι, κανένας δεν βρήκε τίποτα. Το παράδειγμά σας ήταν ατυχέστατο, γιατί ακριβώς αποδεικνύει αυτό: η συντήρηση του συστήματος πάνω απ’ όλα.
Picture this: Ένα μεγάλο στρογγυλό τραπέζι και στη μέση ένα μεγάλο βάζο με μέλι. Γύρω από τραπέζι πολλοί άνθρωποι (ας πούμε 30 αλλά στην ουσία σήμερα Χ100 ), οι οποίοι είναι υπεύθυνοι να διαχειριστούν το μέλι. Κάποιοι εξ αυτών γλύφουνε το μέλι. Ποιά είναι η λύση; Να τους κόψουμε τα χέρια ; Δυστυχώς είναι πάρα πολλοί και όσα χέρια και να κόψεις δεν κάνεις τίποτα.
Αν το βάζο μικρύνει ο αριθμός των διαχειριστών από 30Χ100 μπορεί να γίνει 30Χ10. Όποιος απ’αυτούς γλύψει γίνεται ευκολότερα αντιληπτός και κυρίως επειδή το μέλι είναι λιγότερο μικρότερη και η απώλεια.
Σκεφτείται το βαζάκι να είναι μικρούλικο και ο αριθμός των διαχειριστών 30. Θα ανησυχεί τότε κανένας για το μέλι;
Ενδιαφέρουσα άποψη. Εναλλακτικά μπορεί να γίνει αυτό που γίνεται στην Ελλάδα στο μικρό βάζο με το μέλι: θα τρώνε το μέλι, αλλά θα συμφωνούν ως το πώς θα το μοιράζουνε – την μεγαλύτερη κουταλιά συνήθως την παίρνει αυτός που είναι κυβέρνηση, αλλά και τους άλλους δεν τους αφήνει παραπονεμένους. Μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια.
Δεν είναι πιο καθαρή λύση να μην υπάρχει “μέλι”; Εγώ αυτό δεν κατάλαβα στο άρθρο του “φιλελεύθερου” κ Σκάλκου. Το πρόβλημα είναι στη μοιρασιά και στην τιμωρία ή το πρόβλημα βρίσκεται στην πράξη;
Για ένα φιλελεύθερο το πρόβλημα είναι το δεύτερο, και γνωρίζει ότι το σύστημα παράγει τέτοιες “ανορθόδοξες καταστάσεις”. Καθετί εκτός αυτής της γραμμής, συνιστά έκπτωση και μάλλον προσπάθεια προσέγγισης και οικειοποίησης του “μελιού”. Άλλωστε είναι πιο εύκολο να εξαφανίσεις το μέλι παρά να το μοιράσεις σε άρπαγες…
Κι αλήθεια, η αγορά έχει ηθική; Και ποια είναι; Και πως κατοχυρώνεται;
@ Ευ.Πολ.
Ο σωστός και επαγγελματίας κλέφτης κλέβει μόνο ένα μικρό ποσοστό από αυτό που είναι διαθέσιμο. Στα γραφεία κυρίως ,ένας ποντικός που βάζει χέρι στο πορτοφόλι του συναδέλφου του , ποτέ δεν κλέβει όλο το ποσό που υπάρχει μέσα. Γι αυτό κι ο λαός μιλάει για ξ-άφρι-σμα. Μόνο λίγο από πάνω-πάνω!
Η ιστορία με το βάζο λέει ότι αν αυτό είναι μεγάλο τότε ο πειρασμός να κλέψεις ένα μικρό ποσοστό είναι μεγάλος επειδή το απόλυτο μέγεθος αυτού που πηγαίνει στην τσέπη σου είναι μεγάλο. Στο μικρό βαζάκι “τί είναι ο κάβουρας τί είναι το ζουμί του !”.
Τα προηγούμενα σχόλια θίγουν ένα ενδιαφέρον θέμα: Ποιά είναι η σχέση φιλελεύθερων ιδεών και ηθικής (και μπορεί να προσθέσει κανείς παράδοσης, κοσμοαντίληψης κλπ). Είναι η απαίτηση διαφάνειας στη δημόσια διοίκηση συμπληρωματική της φιλελεύθερης απαίτησης για λιγότερο κράτος ή τελικά μπορεί κανείς να αγνοεί τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών? Με δεδομένο ότι το κράτος δεν έχει περιοριστεί ακόμα (και ούτε αυτό μπορεί να γίνει εν μία νυκτί) φαίνεται να εθελοτυφλούν όσοι κατηγορούν για αφέλεια τον αρθρογράφο (παρά το ότι ξεκινούν από μία ορθή αφετηρία- το κράτος και η διαφθορά είναι και θα είναι αλληλένδετα).
Ένα άλλο ερώτημα που με απασχολεί είναι: μπορούν οι φιλελεύθερες ιδέες να ευδοκιμήσουν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες?