Οι πολιτικοί μηχανισμοί διευρύνουν την διαφθορά
Ιαν 3rd, 2010 | Ανδρέας Ανδριανόπουλος| Κατηγορία: Ανδρέας Ανδριανόπουλος | Email This Post | Print This Post |Η καταβύθιση του ελληνικού πολιτικού συστήματος στο αποκρουστικό τέλμα της διαφθοράς δεν είναι δυσεξήγητη. Σχεδόν από γεννησιμιού του το ελληνικό κοινοβουλευτικό σύστημα έχει τις πόρτες ανοιχτές στην συναλλαγή και τις προσωπικές εύνοιες. Για χρόνια μιλάμε για τις διαστάσεις της ρουσφετολογίας στην πολιτική μας ζωή. Ελάχιστοι όμως φρόντισαν να επισημάνουν πως το πελατειακό λεγόμενο σύστημα δεν είναι παρά ο προθάλαμος προετοιμασίας της ελληνικής κοινωνίας για διαφθορά και ηθική παρακμή.
Που όμως εδράζεται στην Ελλάδα η πελατειακή πολιτική σκηνή και το κύκλωμα της ευρείας ρουσφετολογίας αν όχι στο ίδιο το εκλογικό σύστημα. Είναι τυχαίο άραγε πως μοναχά στην Ελλάδα κυριαρχεί για χρόνια το σύστημα του σταυρού προτίμησης στις εκλογές κοινοβουλευτικών εκπροσώπων; Tι ακριβώς συμβολίζει ο σταυρός προτίμησης για την γενικότερη στάση της κοινωνίας απέναντι στην ηθική διάβρωση και την διαφθορά; Αποτελεί απλά την προετοιμασία της κοινωνίας για την αντιμετώπιση της πολιτικής σαν συστήματος πλουτισμού, βόλεψης και τακτοποίησης προσωπικών θεμάτων και λογαριασμών.
Η λογική του «κάνε μου αυτή την εξυπηρέτηση για να σε ψηφίσω» δεν είναι παρά η ψυχολογική προετοιμασία και ο εθισμός στον απόλυτο εκμαυλισμό του «κάνε μου την δουλειά και θα σου δώσω τόσα»!! Ο ίδιος ο πολίτης απαιτεί μέσω του πελατειακού συστήματος από τον πολιτικό να δέχεται και να επικροτεί την συναλλαγή. Άλλος απαιτεί εξυπηρετήσεις με αντάλλαγμα την ψήφο του κι άλλος τα χρήματά του. Και οι δύο ενθαρρύνουν την διαφθορά και την ηθική απαξίωση. Δίχως λοιπόν αποφάσεις για αλλαγές στο πολιτικό σύστημα είναι απατηλός στόχος ο περιορισμός της συναλλαγής στην πολιτική και η συντριβή της διαφθοράς.
Ολόκληρο όμως το κύκλωμα άσκησης πολιτικής στην Ελλάδα κινείται πάνω στα όρια της διαφθοράς. Ο συνδικαλισμός λ.χ. – κατά βάση κρατικοδίαιτος – συχνά προβάλλει αιτήματα της επιχειρηματικής τάξης σαν μετωπικές θέσεις για το συμφέρον των εργαζομένων. Λ.χ. ήρθε στο φώς της δημοσιότητας η στάση των εργαζομένων στην ΕΛΒΟ (Δημόσιο και Μυτιληναίος) που επιχείρησαν συντονισμένα να εξασφαλίσουν την σύμφωνη γνώμη των κομμάτων για την περίφημη προμήθεια των 140 τρόλευ της εταιρίας ΜΑΝ. Κόντρα πάντα στην επιτροπή αξιολόγησης που την είχε, για διάφορους λόγους, απορρίψει. Σύμφωνα με δημοσίευμα εφημερίδας (ΕΤ 11/5) οι συνδικαλιστές «εκείνη την εποχή πολιορκούσαν τα πολιτικά γραφεία της Χ. Τρικούπη, του Περισσού και της Κουμουνδούρου ζητώντας να μην περιοριστούν το έργο της εταιρίας και οι θέσεις απασχόλησης».
Ολόκληρο το σύστημα λειτουργίας της πολιτικής λοιπόν κινείται πάνω στην λογική προώθησης επί μέρους συμφερόντων και επιδιώξεων. Ανεξάρτητα βέβαια από το δημόσιο συμφέρον. Ουδείς πραγματικά νοιάζεται για τα χρήματα των φορολογουμένων. Ολοι φροντίζουν για τις στενές προσωπικές τους οικονομικές επιδιώξεις τις οποίες συχνά ονοματίζουν «κοινό καλό». Ερχεται πρόχειρα στην μνήμη μου η στάση τότε της ΓΣΕΕ αλλά και του συνδικαλιστικού οργάνου των εργαζομένων στον ΟΤΕ ενάντια στις καταγγελίες μου για τις χαριστικές προμήθειες τω ψηφιακών του οργανισμού στην Siemens. Είχα κατηγορηθεί σαν ανθέλληνας (λες και η Siemens και η Ericsson που είχαν εξασφαλίσει την σχετική προμήθεια ήσαν ελληνικές εταιρίες!!), σαν ασυνείδητος νεοφιλελεύθερος και (αναπόφευκτα βέβαια) σαν πράκτορας ξένων συμφερόντων. Τώρα πλέον που αποκαλύπτεται το βρωμερό παρασκήνιο εκείνων των ημερών το συνδικαλιστικό κίνημα έχει χάσει την φωνή του.
Είναι ολοφάνερο πως η διαφθορά συνυπάρχει και επωάζεται στην αγκαλιά του κρατισμού. Εν τούτοις πολλοί υποστηρικτές της διαφάνειας στην πολιτική δεν εννοούν να απαγκιστρωθούν από την αναγκαιότητα χρησιμοποίησης του δημόσιου τομέα σαν μοχλού κάθε νέας πολιτικής. Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμη και η πλέον πρόσφατη συγκροτημένη επίθεση εναντίον της νεοφιλελεύθερης οικονομίας της αγοράς (Warwick Funnell, Robert Jupe, Jane Andrew, In Government We Trust: Market Failure and the Delusions of Privatisation. Pluto Press, 2009) πάσχει δραματικά από έλλειψη εναλλακτικών προτάσεων για το μέλλον. Με οξείς βερμπαλιστικούς αφορισμούς και σκληρές επιθέσεις, κυρίως στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, το βιβλίο των καθηγητών Funnel, Jupe και Andrew δεν προσθέτει απολύτως τίποτε στην συζήτηση για μια πολιτική με μοχλό το κράτος. Η εμμονή των συγγραφέων βρίσκεται στην κατά την γνώμη τους αποτυχία της αγοράς και στην ανάγκη «επιστροφής της πίστης στο κράτος».
Εντύπωση επίσης προκάλεσε και η θέση του γνωστού καθηγητή του Πανεπιστημίου του Σικάγο και δικαστή Richard Posner (A Failure of Capitalism: The Crisis of ’08 and the Descent into Depression . Harvard University Press, 2009) που καταλόγισε στις αγορές την βασική ευθύνη για την πρόσφατη οικονομική κατάρρευση των οικονομικών συστημάτων. Αν κι ο δικαστής Posner ομολογεί τις ενοχές της παρέμβασης του δημοσίου στα στεγαστικά θαλασσοδάνεια επιμένει όμως πως η βασική ευθύνη βρίσκεται στην άνευ ελέγχου λειτουργία των χρηματαγορών. Εν τούτοις, κι αυτός – από χρόνια οπαδός της ελεύθερης επιλογής και της ανοιχτής οικονομίας – δεν δείχνει να είναι σε θέση να παρουσιάσει συγκροτημένες εναλλακτικές λύσεις.
Η επιχειρηματολογία όμως όλων πάσχει στην ανεύρεση της λογικής βάσης πάνω στην οποία θα πρέπει να στηριχθεί αυτή η καινούργια πίστη στον – έστω περιορισμένο – κρατισμό. Γενικότητες, συναισθηματική φόρτιση (μοναχά το κράτος λ.χ. υποστηρίζουν οι συγγραφείς του “In Government We Trust”, μπορεί να φροντίζει τους αδύνατους) και σοβαρά κενά στις προτάσεις πολιτικής χαρακτηρίζει τις θέσεις των επανεμφανιζόμενων κρατιστών. Και βέβαια σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται από πουθενά η δυνατότητα καταπολέμησης της διαφθοράς μέσα στα πλαίσια ενός μεγάλου δημόσιου τομέα. Το κράτος δυστυχώς εκτρέφει, ενθαρρύνει και συντηρεί τις κάτω από το τραπέζι ανήθικες συναλλαγές.
Ανδρέας Ανδριανόπουλος
Ο κρατισμός είναι το ένα σκέλος της διαφθοράς.
Το άλλο σκέλος της, όμως, βρίσκεται στην ιδιωτική σφαίρα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε καθόλου.
Και κάτι ακόμα : Προφανώς, ο απόλυτος κρατισμός του “σοβιετικού” μοντέλου απέδειξε ότι η πλήρης κυριαρχία του κράτους δεν μπορεί να εξαφανίσει την διαφθορά. Το αντίθετο, μάλιστα. Την αποθεώνει, αφού την καθιστά οιονεί κρατικό θεσμό, μέσα από την πλήρη εξουσιαστική κυριαρχία της κομματικής νομενκλατούρας που κυβερνούσε. Και στο τέλος την κατέστησε επίσημο θεσμό, μέσα από την πλήρη κατάργηση της κρατικής ιδιοκτησίας και την μοιρασιά της κρατικής λείας στα μέλη της ιδιωτικοποιημένης νομενκλατούρας, που διαμοίρασε, επί Γέλτσιν, τις κρατικές επιχειρήσεις στα πρώην διευθυντικά στελέχη αυτών των επιχειρήσεων, που είχαν οριστεί από το Κ.Κ.Σ.Ε., του οποίου ήσαν ιθύνοντα μέλη (οι απόγονοι των λενινιστών “επαγγελματιών επαναστατών”).
Αλλά και η ιδιωτική οικονομία, δεν λύνει το πρόβλημα της διαφθοράς. Απλώς, το ιδιωτικοποιεί, όπως μας απέδειξε και η Ρωσία του Γέλτσιν και των επιγόνων του και όπως μας απέδειξαν και οι Η.Π.Α. της προρουσβελτιανής εποχής, τότε δηλαδή που το κράτος είχε μηδαμινή παρουσία στην οικονομία και ο κρατισμός ήταν ανύπαρκτος (θυμίζω ότι τότε το συνολικό μέγεθος των κρατικών δαπανών στο Α.Ε.Π. της χώρας ανήρχετο στο 2% του Α.Ε.Π. ή και λιγότερο ακόμα -, ενώ τώρα πιθανότατα ξεπερνάει το 39% του Α.Ε.Π.). Θυμίζω, επίσης, ότι συμμορίες λυμαίνονταν την χώρα από την εποχή των cow boys, μέχρι αυτήν του Ντίλλινγκερ και των ομοίων του.
Δεν είναι, λοιπόν, απλά, θέμα κράτους, ή κρατισμού, το φαινόμενο της διαφθοράς, ούτε μόνον θέμα της ιδιωτικής οικονομίας. Είναι θέμα ανθρώπινων ορμεμφύτων (που σχετίζονται με την απόσπαση της λείας του κυνηγιού), κοινωνίας, κουλτούρας και θεσμών. (Το παράδειγμα της ΕΛΒΟ, που αναφέρει, δεν αφορά, μόνον το κράτος, τα συνδικάτα και τα κόμματα. Αφορά και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Νομίζω ότι αυτό είναι ολοφάνερο).
Και αυτό τείνει να το ξεχνάει ο κ. Ανδρέας Ανδριανόπουλος, ο οποίος έχει προφανείς πολιτικές ευθύνες, για το φαινόμενο της ελληνικής πολιτικής διαφθοράς, στο μέτρο που είναι μέλος της ελληνικής πολιτικοκοινωνικής ελίτ και η πολιτική του παρουσία δεν βοήθησε στο να μην γιγαντωθεί αυτό το φαινόμενο.
Ίσως, το φαινόμενο να είναι τέτοιας τάξεως, που να ξεπερνάει τις όποιες δυνάμεις του συγκεκριμένου πολιτικού άνδρα. Αυτό, όμως, δεν τον απαλλάσσει από τις πολιτικές του ευθύνες.
Και στο κάτω – κάτω, όταν υπάρχει προσωπική αδυναμία (ή ανικανότητα) αντιμετώπισης ενός φαινομένου, σαν την διαφθορά στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, ή οπουδήποτε αλλού, αυτό πρέπει να ειπωθεί ανοιχτά και ξεκάθαρα.
Δεν αρκεί το να καταφεύγουμε στην θέση του απλού παρατηρητή…
(Για την ελληνική διαφθορά, που αφορά την ελληνική πολιτική και οικονομική ελίτ, μέσα από τα εκτεταμένα φαινόμενα παραοικονομίας και φοροδιαφυγής δείτε και το θέμα : “Προϋπολογισμός 2010 : Ένας προϋπολογισμός μακροχρόνιας αντιαναπτυξιακής λογικής και ομιχλώδους στόχευσης” http://tassosanastassopoulos.blogspot.com/2009/11/proypologismos-2010.html , ιδιαίτερα στο κεφάλαιο “γ) Έσοδα”, όπου γίνεται μια εμπεριστατωμένη ανάλυση του φαίνομενου της φοροδιαφυγής στην χώρα μας και της άμεσης συσχέτησής της με το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Μια αντιστοίχιση την οποίαν αποφεύγει να κάνει ο κ. Ανδριανόπουλος).
Καλό μεν το άρθρο και συμμετέχω στις ανησυχίες του αρθρογράφου, αλλά, ποιά είναι η αντι-πρότασίς του ???
Η “λίστα” ???
– Ισως ο σταυρός να προάγει τις πελατειακές σχέσεις μεταξύ τοπικού Βουλευτή και των συντοπιτών του,, αλλά η “λίστα” ίσως προάγει τις πελατειακές σχέσεις μεταξύ των συντακτών της “λίστας”(πολιτευτών/κομματαρχών) και μελών του Κόμματος .
– Πως θα ξεχωρίσουμε – και ψηφίσουμε – τους “καλύτερους” ??
– Μπορεί η λίστα να περιλαμβάνει μόνον Πτυχιούχους και Πεπειραμένους, αλλά, επι της Πολιτικής Πρακτικής, αυτά τα κριτήρια μπορεί να αποδειχθούν άχρηστα – όπως έχουν αποδειχθεί και στο παρελθόν……….
– Ούτε βλέπω καμιά παγκόσμια συνέναιση σε κάποιο εκλογικό σύστημα………….
Κύριε Αναστασόπουλε,
υπάρχει μία πολύ σημαντική διαφορά μεταξύ της κρατικής και της ιδιοτικής διαφθοράς.
Όταν ένας επιχειρηματίας σπαταλάει ή κλέβει από την δική του επένδυση, είναι βλακία. ‘Οταν κάποιος μάνατζερ σπαταλάει η κλέβει από την επένδυση του μετόχου, είναι σαφώς διαφθορά και κατακριταίο. Αλλά η κλοπή δημοσίου χρήματος είναι μακράν ότι χειρότερο και δεν χωράει καμία σύγκριση.
Σαν επιχειρηματίας, για παράδειγμα, μπορείς να επιλέξεις αξιοκρατικά την κάλυψη των αναγκών σε ανθρώπινους πόρους ή να προσλάβεις όλο σου το σόι κι ασ είναι λιγότερο ικανοί σε σχέση με το πόσο κοστίζουν. Ακολουθώντας αυτή την τακτική το πιο πιθανό είναι να μην επιβιώσεις στον ανταγωνισμό όσων ακολούθησαν την αξιοκρατική οδό. Κάτι που δεν συμβαίνει στο δημόσιο αφού οι πελάτες δεν εχουν επιλογή. Ότι κι αν είναι αυτό που τους πουλάει… πρέπει να το αγοράσουν πληρώνοντας φόρους.
Σαν μέτοχος πάλι, έχεις τη δυνατότητα να ελέγξεις τον μάνατζερ και αν πράγματι έχεις έγνοια για τον τρόπο διαχείρισης της επένδυσης σου, μπορείς να αμυνθείς με πολλούς τρόπους – από το να πουλήσεις την συμμετοχή σου μέχρι να ορίσεις διαφορετικό μανατζμεντ- . Σαν φορολογούμενος τι μπορείς να κάνεις για να προστατευθείς?
Σαν φορολογούμενος όμως δεν έχεις καμία άμυνα και καμία επιλογή. Είναι σαν να (σοσια)ληστεύουν εκκλησια. Γι αυτό και η διαφθορά στην οποία εμπλέκεται δημόσιο χρήμα είναι σε άλλη κατηγορία και προσωπικά δεν μπορώ να δεχτώ οποιαδήποτε συγκριση βαρύτητας με την διαφορά στον ιδιοτικό τομέα.
Κύριε Ανδριανόπουλε,
(και laissez faire)
εγώ αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι γιατί η απάντηση στο κακό κράτος είναι απαραίτητα το μη κράτος και όχι το καλύτερο κράτος. Παρά τις αδυναμίες της ΕΛ.ΑΣ. ή του στρατού, κανένας δε φαντάζομαι ότι προτείνει την κατάργησή τους αντί για τη βελτίωσή τους. Βεβαίως, στα πλαίσια του δημοκρατικού πολιτεύματος η ποιότητα του κράτους θα είναι αντίστοιχη αυτής των πολιτών-ψηφοφόρων. Όπως η τιμή της μετοχής του μικρομέτοχου μιας Α.Ε. εξαρτάται από τις επιλογές του πλήθους των συνιδιοκτητών, έτσι και η ποιότητα των κρατικών υπηρεσιών που λαμβάνει ο πολίτης εξαρτάται από τις επιλογές των συμπολιτών. Και όπως όταν δεν είναι ικανοποιημένος ο μέτοχος μπορεί να πουλήσει τη συμμετοχή του, το ίδιο και ο πολίτης μπορεί (ακόμα πιο εύκολα στα πλαίσια της Ε.Ε.) να μεταναστεύσει, όπως έκανα και εγώ άλλωστε (αυτό που ο Tiebout αποκάλεσε “voting by feet”). Τι να κάνουμε, αυτό είναι το κόστος συμμετοχής σε κοινωνικούς σχηματισμούς. Αλλιώς βρίσκει κανείς μια απομωνομένη περιοχή και πάει να ζήσει μόνος του. Μήπως κάτι ξέρει λοιπόν ο Posner?
Αγαπητέ LaissezFaire.
Επαναλαμβάνω ότι – όταν μιλάμε για μια ιδιωτική οικονομία – η διαφθορά στο κράτος είναι το ένα σκέλος. Το δεύτερο σκέλος είναι η διαφθορά στον ιδιωτικό τομέα.
Η διαφθορά στον ιδιωτικό τομέα δεν είναι καθόλου άμοιρη ευθυνών για την διαφθορά στο κράτος. Το παράδειγμα της ΕΛΒΟ που αναφέρει ο κ. Ανδριανόπουλος είναι χαρακτηριστικό, αφού το όλο σύστημα ”δούλεψε” για να επωφεληθεί μια ιδιωτική επιχείρηση. Αυτό έγινε και με την SIEMENS και ούτω καθεξής, σε όλες τις περιπτώσεις της διαφθοράς που ανακύπτουν στον λεγόμενο δυτικό κόσμο.
Και φυσικά – πολύ περισσότερο – αυτό συμβαίνει με το “σπορ” της ελληνικής φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής. Εδώ τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα, διότι η όλη υπόθεση έχει λάβει διαστάσεις οιονεί επίσημου κρατικού και κοινωνικού θεσμού, αφού αυτό που συμβαίνει είναι απίστευτο για μια αναπτυγμένη χώρα του γραφειοκρατικού καπιταλισμού – όπως η Ελλάδα – και συνοψίζεται στην συμπαγνία της ελληνικής πολιτικοκοινωνικής και οικονομικής ιθύνουσας ελίτ, σε βάρος των δημόσιων οικονομικών της χώρας και των έντιμων φορολογουμένων.
Αυτό φυσικά, δεν ενοχοποιεί την ιδιωτική οικονομία, ως εργαστήρι της διαφθοράς. Όχι. Δεν πρόκειται περί αυτού, διότι αν ήταν έτσι θα αρκούσε μόνον η αλλαγή των σχέσεων ιδιοκτησίας στην παραγωγή για να λύσει το πρόβλημα (όπως αφελώς πιστεύουν οι μαρξιστές). Και η δημόσια οικονομία έχει το ίδιο πρόβλημα και μάλιστα πολύ μεγαλύτερο, όπως έχω γράψει, επικαλούμενος όσα συνέβησαν στην “Ε.Σ.Σ.Δ.”.
Το πρόβλημα της διαφθοράς, λοιπόν, είναι πρόβλημα (επαναλαμβάνω, για μια ακόμη φορά) ανθρώπινων ορμεμφύτων, κοινωνίας, κουλτούρας και θεσμών.
Δυστυχώς, σαν κοινωνία, εδώ στην Ελλάδα, δεν έχουμε εξευρωπαϊσθεί. Έχουμε παραμείνει με την λογική του ραγιά, που εκλαμβάνει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του απέναντι στην οργανωμένη κοινωνία, ως ένα επαχθές εχθρικό βάρος, το οποίο πρέπει να αποφύγει, με κάθε τρόπο και με κάθε μέσο. Και το οποίο πράττει προκειμένου να επωφεληθεί.
Και βέβαια η ελληνική κοινωνία (όχι όλη, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία της και κυρίως η ηγέτιδα ελίτ της χώρας) κατασκεύασε έτσι το κράτος της, ώστε να την εξυπηρετεί και να μην την ενοχλεί, δηλαδή :
Κακοοργανωμένο, γραφειοκρατικό, σπάταλο, κακοστελεχωμένο, απαρχαιομένο, αναποτελεσματικό και δυσλειτουργικό.
Αυτή είναι η αλήθεια και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε αυτό, τόσο το καλύτερο…
-Χρηματισμό, ρουσφέτι, εκβιασμούς, καθυστερήσεις, γρηγορόσημα και φακελάκια συναντάμε στις συναλλαγές μας μόνο με τον δημόσιο τομέα (δεν τις συναντάμε όταν αγοράζουμε πουκάμισα ούτε όταν κλείνουμε ξενοδοχείο γιά διακοπές). Άρα όσο μικρότερος ο δημόσιος τομέας τόσο και λιγώτερες οι πιθανότητες χρηματισμών.
– Το κράτος ποτέ και πουθενά δεν μπορεί να γίνει παραγωγικό, αποδοτικό ή ανταγωνιστικό διότι εξ’ ορισμού δεν έχει το κίνητρο του κέρδους ούτε και το αντικίνητρο της απόλυσης ή του κλεισίματος του μαγαζιού.
Καλέ μου φίλε κύριε Στειακάκη κάνε μια προσπάθεια να χρηματίσεις Γερμανό ή Αυστριακό δημόσιο λειτουργό και τα ξαναλέμε (όχι ότι δεν υπάρχουν και εκεί αυτά, αλλά οι πιθανότητες είναι πολύ λιγότερες).
Και εκεί, σε πληροφορώ ότι το κράτος είναι πολύ μεγαλύτερο του ελληνικού.
Και όλα όσα γράφεις τα συναντάς και στην ιδιωτική οικονομία (στα πουκάμισα π.χ. με τον ΦΠΑ, στα ξενοδοχεία επίσης, εκβιασμοί ουκ ολίγοι – και όχι μόνον την νύχτα και φακελλάκια στους γιατρούς όχι μόνον των δημόσιων νοσοκομείων).
Αλλά το κυριότερο είναι φυσικά η κοινωνική συνενοχή για την παραοικονομία.
Ξαναλέω (προς εμπέδωση) : Το πρόβλημα της διαφθοράς, λοιπόν, είναι πρόβλημα ανθρώπινων ορμεμφύτων, κοινωνίας, κουλτούρας και θεσμών.
Σὲ μιὰ κοινωνία ὅπου ἡ διαφθορὰ εἶναι ἀξιακῶς ἀποδεκτή, τὸ κόστος καταπολεμήσεώς της εἶναι δυσβάστακτο. Κάθε πολίτης χρειάζεται τὸν χωροφύλακά του καὶ ὁ χωροφύλακας τὸν δικό του χωροφύλακα, ὥσπου ὅλοι εἴμαστε χαφιέδες τῶν συμπολιτῶν μας. Ἡ διαφορά, λοιπόν, ἀπὸ τὴν Γερμανία, τὴν Αὐστρία ἢ τὴν Ἑλβετία εἶναι ὅτι στὴν Ἑλλάδα μας οἱ χαφιέδες θέλουν ἀμοιβή, ἐνῶ στὶς χῶρες τοῦ γερμανοφώνου χώρου ἐργάζονται δωρεάν. Τοὺς ἀρέσει νὰ καταδίδουν τὸν γείτονά τους. Συνδυάζουν τὸ τερπνὸν μετὰ τοῦ ὠφελίμου. Ἐμεῖς πάλιν, ὄχι.
Έχει ἡ διαφθορά μας καὶ τὰ καλά της. Στοὺς Βαλκανικοὺς πολέμους ἡ Ἑλλάδα δὲν μποροῦσε νὰ παρατάξει στρατὸ ἀντίστοιχο σὲ ἀριθμὸ μὲ τοὺς συμμάχους της, Βουλγάρους καὶ Σέρβους, παρ’ ὅτι εἶχε μεγαλύτερο στρατεύσιμο πληθυσμό. Καὶ τοῦτο διότι δὲν μποροῦσε νὰ ἀγοράσει ὅπλα καὶ ἱματισμό. Καὶ τοῦτο διότι καὶ τότε γινόταν γλέντι μὲ τὶς ἀμυντικὲς δαπάνες. Ἔτσι, ὅμως, ἔμεινε πίσω ἀρκετὸς κόσμος γιὰ νὰ θρέψει τὸν ἄμαχο πληθυσμὸ καὶ τὸν στρατό. Οἱ Βούλγαροι ποὺ ξεκίνησαν πανστρατιᾷ, μετὰ ἀπὸ ἕξι μῆνες ποὺ ἔμειναν ἐπιστρατευμένοι, ἔβλεπαν τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά τους νὰ λιμοκτονοῦν. (Τὰ ἴδια ἔπαθε ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία στὸν Πρῶτο Παγκόσμιο Πόλεμο, πρᾶγμα ποὺ διευκόλυνε πολὺ τὴν Γενοκτονία τῶν Ἀρμενίων).
Ἂς μὴν μᾶς παρασύρουν, λοιπόν, τά λεγόμενα ἀπὸ «μερικοὺς ψιττακοὺς ἠθικολόγους τῶν ἡμερῶν μας».
Κι ἕνα φιλοσοφικό. Γιὰ κάποιον μὲ φιλελεύθερες ἰδέες, ἡ διαφθορὰ τοῦ κράτους μετριάζει τὴν ἀποτελεσματικότητά του. Ἂν τὰ άποτελέσματα απὸ τὴν κρατικὴ παρέμβαση εἶναι, κατά κανόνα, βλαπτικά, τότε ὅσο λιγότερα εἶναι τὰ ἀποτελέσματα αὐτά, τόσο τὸ καλύτερο.
Τοὺς ἀρέσει νὰ καταδίδουν τὸν γείτονά τους.
Αυτό μάλλον συμβαίνει επειδή (ορθώς) πιστεύουν ότι διεφθαρμένα άτομα και πράξεις διαφθοράς αντικρούουν τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου. Η καταγγελία της διαφθοράς αντιμετωπίζεται ως ενέργεια υπεράσπισης των συμφερόντων του συνόλου.
Αυτά τα πράγματα είναι στο DNA του κάθε λαού.
http://www.pnas.org/content/104/40/15631.full
Μόνο που με τα γονίδια των Ελλήνων, δεδομένου του αριθμού των φυλών που πέρασαν από την Ελλάδα, μάλλον δεν βγαίνει άκρη. Εγώ το αποδίδω περισσότερο σε ιστορικές καταβολές και το οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο μιας χώρας.
Η ήττα των Βουλγάρων στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 -1913 δεν είχε να κάνει με την οποιαδήποτε πείνα του βουλγαρικού λαού, σεβαστέ κύριε Γεωργανά.
Απλώς, στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο ο βουλγαρικός στρατός υπέστη την μέγιστη πίεση από τον στρατό των Οθωμανών, επειδή βρισκόταν στην πρώτη γραμμή της αντιπαράθεσης στο μέτωπο των ευρωπαϊκών εδαφών Οθωμανίας. Ο ελληνικός και ο σερβικός στρατός βρισκόταν στα μετόπισθεν της σύγκρουσης και η πίεση που δέχτηκαν από τον τουρκικό στρατό ήταν σαφώς μικρότερη, αφού, στην πορεία του πολέμου, οι Οθωμανοί έριξαν, πρωτίστως, όλο το κύριο βάρος τους στην προστασία της Κωνσταντινούπολης και όχι στα άλλα μακρυνά για αυτούς ευρωπαϊκά μέτωπα (Κεντρική, Βόρεια και Δυτική Μακεδονία, Ήπειρο και Θεσσαλία), τα οποία δεν μπορούσαν να βοηθήσουν, εξ αιτίας του γεγονότος ότι γρήγορα έχασαν την κυριαρχία στην θάλασσα και αδυνατούσαν να μεταφέρουν εκεί στρατεύματα, δια της θαλασσίας οδού (Θωρηκτό Αβέρωφ γαρ).
Για τον λόγο αυτόν, οι Οθωμανοί έριξαν το βάρος τους στο βουλγαρικό μέτωπο, προκειμένου :
1) να προστατεύσουν την πρωτεύουσά τους,
2) να κάμψουν την ορμή του βουλγαρικού στρατού και
3) να προχωρήσουν – στην συνέχεια – στην υποστήριξη των δυνάμεων τους στα μακρύτερα ευρισκόμενα μέτωπα κατά των Σέρβων και των Ελλήνων.
Έτσι, λοιπόν, αγαπητέ κύριε Γεωργανά, ο βουλγαρικός στρατός υπέστη βαρύτατες απώλειες και καταπονήθηκε σημαντικότατα στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο, με λιγότερες κατακτήσεις στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, ενώ οι Έλληνες (κυρίως) και οι Σέρβοι (δευτερευόντως) δέχτηκαν πολύ λιγότερη πίεση και κατέλαβαν τα περισσότερα εδάφη, με ελάχιστες, σχετικά, απώλειες.
Δεν ήταν λοιπόν, θέμα πείνας και λιγότερης βουλγαρικής διαφθοράς, η ήττα των Βουλγάρων στον Β’ βαλκανικό πόλεμο. Ήταν θέμα καταπόνησής τους και κακής εκτίμησης της κατάστασης από την βουλγαρική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, η οποία νομίζοντας ότι η χώρα τους είναι η “Πρωσσία της Ανατολής”, πίστεψαν ότι είχαν αδικηθεί από τις εξελίξεις του πολέμου και ότι οι δύο, έως το καλοκαίρι του 1913 σύμμαχοί τους κατά των Τούρκων, ήσαν του χεριού τους.
Δεν είχαν δίκιο, εκτίμησαν εσφαλμένα τα πράγματα και ηττήθησαν από τους λιγότερο καταπονημένους Έλληνες και Σέρβους, μετά από μια καταιγιστική προέλαση κυρίως των Ελλήνων το καλοκαίρι του 1913.
Ουδένα ρόλο, λοιπόν, έπαιξε η διαφθορά στην βαλκανική σύγκρουση εκείνης της εποχής.
Από εκεί και πέρα, η αντιμετώπιση του φαινομένου της διαφθοράς δεν έχει να κάνει με οποιονδήποτε “χαφιεδισμό”.
Είναι θέμα κοινωνικής ευθύνης, κουλτούρας και θεσμών. Έτσι ορίζεται το “D.N.A.” κάθε λαού, ο οποίος εκπαιδεύεται από τους θεσμούς, την και την κοινωνική του κουλτούρα στο να υποτάσσει (λιγότερο, ή περισσότερο) σε συγκεκριμένους κανόνες το αρχέγονο ορμέμφυτο της απόσπασης της λείας του κυνηγιού, που έχουν όλοι οι άνθρωποι, ένα ορμέμφυτο, το οποίο πηγάζει από την μακρυνή – αλλά συνάμα και τόσο κοντινή – πηθικική (και εν γένει ζωώδη) μας καταγωγή.
Εμείς οι Έλληνες, δυστυχώς, δεν περάσαμε από την προτεσταντική μεταρρύθμιση των βορειοευρωπαίων, που έθεσε εντός ενός κοινωνικού πλαισίου ελέγχου αυτό το ορμέμφυτο.
Από το διεφθαρμένο Βυζάντιο, περάσαμε στην διεφθαρμένη Οθωμανία και μείναμε εκεί, ως κοινωνική και ατομική συμπεριφορά και διαιωνίσαμε αυτήν την κατάσταση και στην νεοελληνική κοινωνία, η οποία στην πορεία του χρόνου οικοδόμησε μια οικονομική, πολιτική και κοινωνική ελίτ (και διαμορφώθηκε από αυτήν), η οποία οιονεί θεσμοποίησε την διαφθορά, στηρίζοντας, πολλές φορές ανοικτά και απροκάλυπτα, την παραοικονομία, την φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή και την συναφή έκνομη συμπεριφορά, την οποία και στην συνέχεια νομιμοποιεί – δια της γοργής νομικής παραγραφής, ή με ένα σωρό νομικές κατασκευές και πάντοτε με την δημιουργία ενός λειψού, αναποτελεσματικού, ανοργάνωτου, αστελέχωτου, γραφειοκρατικού και ανίκανου κρατικού μηχανισμού, προκειμένου οι κυβερνώσες την κοινωνία μας ελίτες να κάνουν ανενόχλητες την δουλειά τους, που συνίσταται στην άσκηση, όλων των παραπάνω αναφερθέντων “σπορ”…
Αυτή είναι η ωμή αλήθεια και όσο πιο γρήγορα την αντιληφθούμε και την παραδεχτούμε, τόσο γρηγορότερα θα εισέλθουμε στην διαδικασία εύρεσης λύσεων για την αντιμετώπιση του φαινομένου της διαφθοράς – αν, βέβαια, μας ενδιαφέρει κάτι τέτοιο…
Δυστυχώς…
Και ποιες μπορούν να είναι οι λύσεις κύριε Αναστασόπουλε;Τι προτείνετε;
Μὴν εἶσθε τόσο βέβαιος καὶ κατηγορηματικὸς γιὰ τὴν καταταλαιπώρηση τῶν Βουλγάρων. Οἱ σύγχρονες μαρτυρίες λένε ὅτι ἦταν σημαντική. Τὸ ἴδιο καὶ τῶν Ὀθωμανῶν μετὰ τὴν εἴσοδό τους στὸν Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τὴν ὁποία μαρτυροῦν ὅλοι οἱ παρατηρητές.
Καὶ ἂς μὴν βιαζόμαστε τόσο νὰ καταπολεμήσουμε τὴν ἁμαρτωλὴ ἀνθρώπινη φύση μας. Στὸ κάτω, κάτω μὲ τήν πειθαρχία τοῦ περασμένου αἰῶνος καταφέραμε νὰ σφάξουμε περισσοτέρους ἀνθρώπους ἀπ’ ὅτι ὅλοι οἰ προηγούμενοι αἰῶνες μαζί. Καὶ νὰ κινδυνεύουμε ἀκόμη νὰ κονιορτοποιήσουμε βιαίως τὸν ὅλο πλανήτη. Ὀρθολογικῶς σκεπτόμενοι θὰ προτιμούσαμε τὴν διεφθαρμένη Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ἀπὸ τὴν Ναζιστική.
Αλήθεια, πώς την έβγαζε μια ολόκληρη Οθωμανική Αυτοκρατορία με ένα χαράτσι (10%) , και εμείς με 19% ΦΠΑ κλπ κλπ, είμαστε χρεωμένοι ????
Δεν κρατούσαν στατιστικά στοιχεία οι ιθύνοντες την Οθωμανία.
Μέτραγαν κεφάλια (για την ακρίβεια καπνίζοντα τζάκια – καπνίζοντα τζάκια στα σπίτια, σήμαινε ότι τα σπίτια ήσαν κατοικήσιμα και υπολόγιζαν επίσης, γύρω στα έξι με επτά κεφάλια, ίσως και περισσότερο, ανά σπίτι) στα χωριά και έτσι υπολόγιζαν την παραγωγή, που απαιτείτο, για την διάθρεψή τους και από αυτό που υπολόγιζαν ζητούσαν το 10% – είτε υπήρχε, είτε δεν υπήρχε. Τα χρήματα (ή το είδος) ο ζαΐμης τα εισέπραττε από τους προεστούς και δεν υφίσταντο “επανορθωτικοί” μηχανισμοί, που να ελάμβαναν υπόψη την όποια μείωση της παραγωγής – φαινόμενο που ήταν πολύ συχνό στις προβιομηχανικές κοινωνίες. Το “ΑΕΠ”, τότε, συχνάκις μειωνόταν, από τους εποχιακούς παράγοντες (καιρός), ή από τους ληστές, αλλά αυτό ήταν αδιάφορο για την Οθωμανία.
Τελικά, η Οθωμανία δεν την έβγαλε, διότι αυτό το ανορθολογικό σύστημα υπερφαλαγγίστηκε από τον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό, που οδήγησε τελικά στην αποσάρθρωσή της.
Και μπορεί να καταφέραμε τον 20ο αιώνα να σφάξουμε τους περισσότερους ανθρώπους στην Ιστορία, αγαπητέ κύριε Γεωργανά, όμως αλήθεια είναι ότι, καταφέραμε να διαθρέψουμε πολύ, μα πάρα πολύ περισσότερους.
Από τους 978.000.000 ανθρώπους το 1798( την εποχή του αιδεσιμώτατου Ρόμπερτ Τόμας Μάλθους), στους 1.262.000.000 το 1850, στους 1.650.000.000 το 1900, στους 2.518.629.000 το 1950 και στους 6.790.062.216 ανθρώπους τον 7/2009, με ετήσια αύξηση πληθυσμού, γύρω στα 80.000.000 ανθρώπους και με μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα 10.500 $ (ποσόν καθόλου λίγο, αν και σκανδαλωδώς άνισα κατανεμημένο – και αυτή η ανισοκατανομή περιέχει μεγάλη δόση διαφθοράς μέσα της – και αυτό λέγεται για να μπορούμε να βλέπουμε και την ευρύτερη και γενικότερη πλανητική προοπτική, με τις ελπίδες που γεννάει αυτή, αλλά και με τους φόβους που ελλοχεύουν, γεγονός, που μπορεί να μας καταστήσει περισσότερο υπεύθυνους και προσεκτικούς στις εκτιμήσεις μας στο μέτρο που ο πλανήτης ολόκληρος γίνεται σταδιακά ένα τεράστιο χωριό και ένα κοινό σπίτι όλων, με την ουσιαστική σημασία της φράσης). https://www.cia.gov/library/publications/the-world-factbook/geos/xx.html .
Από εκεί και πέρα και οι Οθωμανοί και οι ναζί ήσαν κακοί, μπορώ να ισχυριστώ, κάκιστοι και με ομογάλακτη συναντίληψη. Σας θυμίζω ότι όταν ο Χίτλερ σε σύσκεψη των ναζί αξιωματούχων αντιμετώπισε αντιρρήσεις για την σχεδιαζόμενη εξόντωση των Εβραίων της Γερμανίας (πριν τον πόλεμο), με το επιχείρημα ότι θα υπάρξει διεθνής καταδίκη της Γερμανίας, θυμήθηκε τους Οθωμανούς του Ταλαάτ πασά (που είχαν οργανωθεί από τους αξιωματικούς του Κάϊζερ Γουλιέλμου) και αντέτεινε το ρεαλιστικοφανές επιχείρημα, με το οποίο έκλεισε την συζήτηση, γύρω από τις εκφρασθείσες επιφυλάξεις : “Και ποιός θυμάται την σφαγή των Αρμενίων”.
Όμοιος ομοίω αεί πελάζει. Έτσι και ο Αδόλφος τους Οθωμανούς νεότουρκους θυμήθηκε…
Επί της ουσίας, κατανοώ την επιλογή σας, αλλά – σε κάθε περίπτωση – θα προτιμούσα να την αποφύγω (και γι’ αυτό και παρεμπιπτόντως, αναφέρω ότι διαφωνώ με όσα λέει η κ. Θάλεια Δραγώνα. Η Οθωμανία υπήρξε ένα διαρκές μακελικό τοπίο για τους μη μουσουλμανικούς λαούς της (εν μέρει και γι’ αυτούς), με κάποια σκαπμπανεβάσματα είναι η αλήθεια, αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία της οθωμανικής διακυβέρνησης, η οποία συνδύασε τα χειρότερα στοιχεία των Βυζαντινών (διαφθορά), με την αμετροεπή κτηνώδη βαρβαρότητα και συστηματική άρνηση ένταξης, σε οποιαδήποτε μορφή ορθολογισμού, των απογόνων των τουρανικών μογγολικών φυλών, που έφθασαν ιππαστί στην Μικρά Ασία και την ποδηγέτησαν, φέρνοντας το όνομα Tu kiu “οι άνθρωποι – ιππείς με την περικεφαλαία”, με το οποίο τους βάπτισαν οι δύσμοιροι Κινέζοι χωρικοί, που υφίσταντο τα πάνδεινα από τις επιδρομές τους.
Διοικητική δομή δεν είχαν οι νέοι αυθέντες. Την πήραν από τους Βυζαντινούς, έτσι διεφθαρμένη, όπως ήταν και την μεταλαμπάδευσαν στους μεταγενέστερους και σε μας, εν μέρει – αν και εμείς το στοιχείο της διαφθοράς το είχαμε και από μόνοι μας, ως οι άμεσοι πολιτιστικοί κληρονόμοι της Ρωμανίας.
Αυτό το ενεργό ιστορικό backround της διαφθοράς κουβαλάμε, τώρα, ως νεοέλληνες (και εδώ κάνει επίσης λάθος η κ. Δραγώνα και όλοι οι έγκριτοι ιστορικοί. Η νεοελληνική μας ταυτότητα, δεν είναι προϊόν του 19ου αιώνα, είναι προϊόν του ύστερου Βυζαντίου της εποχής του Μιχαήλ Ψελλού και το τελευταίο Βυζάντιο είναι το πρώιμο νεοελληνικό κράτος). Όλα τα άλλα, είναι παρηγοριά στον άρρωστο, ώσπου να βγει η ψυχή του, ή εκ του πονηρού κατασκευές, για να δικαιολογήσουμε όσα κάνουμε.
Ως εκ τούτου, το πρόβλημα δεν είναι να καταπολεμήσουμε την αμαρτωλή ανθρώπινη φύση μας. Ουδείς ορθολογιστής – όχι τουλάχιστον εγώ – επιδιώκει κάτι τέτοιο.
Το πρόβλημα βρίσκεται στο να εντάξουμε το ορμέμφυτό μας για την απόσπαση της λείας του κυνηγιού, σε ορθολογικούς κοινωνικούς κανόνες, που δίδουν το βάρος που πρέπει και κρατούν τις ισορροπίες, ανάμεσα στο ατομικό και το κοινωνικό, γνωρίζοντας ότι η κοινωνία αποτελείται από άτομα, αλλά και ότι τα άτομα, μη όντας αυθύπαρκτα, συγκροτούν κοινωνία – παρά την απίστευτα ανεύθυνη κραυγή της Μάρκαρετ Θάτσερ ότι “Δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν άτομα”, που εκστόμισε την δεκαετία του 1980….
Ποιές είναι οι λύσεις; Ερώτημα λογικό και συνάμα γριφώδες και δύσκολα απαντήσιμο.
Δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις. Αυτές πρέπει να δημιουργηθούν από εμάς και να γίνουν πράξη. Διότι εύκολο είναι να κατεβάσουμε έναν μακρύ κατάλογο προτάσεων. Το δύσκολο είναι να τον κάνουμε πράξη, διότι για να γίνει πράξη οποιοσδήποτε κατάλογος προτάσεων, πρέπει πρώτα να βρει κοινωνική υποστήριξη.
Και οι σύγχρονες κοινωνίες (και πρώτ’ απ’ όλα η ελληνική) έχουν αφυδατώσει όλα τα κοινωνικά κινήματα.
Οψόμεθα.
“Το πρόβλημα βρίσκεται στο να εντάξουμε το ορμέμφυτό μας για την απόσπαση της λείας του κυνηγιού, σε ορθολογικούς κοινωνικούς κανόνες, που δίδουν το βάρος που πρέπει και κρατούν τις ισορροπίες, ανάμεσα στο ατομικό και το κοινωνικό”
Τι σύμπτωση, μετά το σχόλιο σου έπεσα πάνω σε αυτό το άρθρο του eye of the rooster του οποίου ο συγγραφέας γράφει για την εμπειρία του στο στρατό:
“Επίσης ότι μέσο έχετε για άδειες ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΟ. Κάποια στελέχη μας το έλεγαν και ανοιχτά. Δικαιοσύνη θα βρείτε στο παράδεισο όχι στους εννιά μήνες στο στρατό.”
Φοβάμαι κύριε Αναστασόπουλε ότι το παραπάνω ισχύει για κάθε έκφανση της ζωής ενός ανθρώπου στην Ελλάδα. Ό,τι μέσο έχετε χρησιμοποιήστε το… Η συμμόρφωση με τα παλαιολιθικά ορμέφυτα μας είναι προυπόθεση επιβίωσης.
«Γεωργάνας» ἀγαπητὲ κύριε Ἀναστασόπουλε.
Ἐπί τῆς οὐσίας, ἀφοῦ ἀναγνωρίζετε ὅτι ἡ διαφθορὰ ὑπερέχει οὐσιωδῶς σὲ διάρκεια ζωῆς, μέχρι στιγμῆς, τοῦ προτεσταντικοῦ «ἐκσυγχρονισμοῦ» πῶς τὴν καταδικάζετε ; Σύστημα ποὺ ἐπιβιώνει γιὰ χίλια καὶ κάτι χρόνια, κάτι καλὸ ἔχει. Καὶ μήπως δὲν φταῖνε οἱ «ἐκσυγχρονισμένοι» ποὺ παράγουν πλεόνασμα γιὰ τὶς σπατάλες αὐτῶν ποὺ ἔχουν ἀπὸ τὸ 1092 μ.Χ. ἔλλειμμα ; Ὁ «Ζητιάνος» τοῦ Καρκαβίτσα ποὺ παραπονεῖται ὅτι εἶναι ἀποδοτικώτερο νὰ ἐπαιτεῖ ἀπὸ τὸ νὰ ἐργάζεται, ἄδικο ἔχει ;
ΥΓ Γενετικῶς οἱ Τοῦρκοι, οἱ σημερινοὶ, ἔχουν σχέση μὲ τὴν Κεντρικὴ Ἀσία ὅση καὶ οἱ σημερινοὶ καὶ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες.
Εξαιρετικό το σχόλιο (16), , και, φυσικά, καλώς ‘εγραψα το σχόλιό μου (15)………………… διότι έτυχε απάντήσεως που, ελπ’ιζω, όλοι θα διαβάσουν………………..
Επειδή η ιστοσελίδα φιλοξενεί αρκετούς τακτικούς αναγνώστες και σχολιαστές, που έχουν αναπτύξει μια έννοια “κοινότητας”, με αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός σχολίων να μην αφορά το άρθρο που ανεβαίνει κάθε φορά, αλλά να καλύπτει περισσότερο ανάγκες επικοινωνίας, εγκατέστησα στην ιστοσελίδα ένα forum, για δοκιμαστική λειτουργία. Εκεί θα μπορούν οι χρήστες να ανεβάζουν κείμενα την επιλογής τους για σχολιασμό, χωρίς να δεσμεύονται από την διαχείριση της ιστοσελίδας. Επίσης, μιας και οι περισσότεροι σχολιαστές (ίσως και αναγνώστες) δεν είναι φιλελεύθεροι, και προκειμένου να μην γίνει τελείως μπάχαλο, έφτιαξα μια ενότητα “αντίλογου” ώστε να μπορούν να εκφράζονται εκεί οι πολιτικά αντίθετες απόψεις. Το forum θα λειτουργήσει δοκιμαστικά, και ανάλογα με την κίνηση θα προστεθούν ή θα αφαιρεθούν ενότητες. Τέλος είναι λογικό αρχικά να έχει διάφορες δυσλειτουργίες, τις οποίες θα παρακαλούσα να επισημαίνετε.
http://e-rooster.gr/forum
Φιλελεύθερη ἰδέα !
Δὲν ἀποδίδει πάντοτε. Ἂς ἑλπίσουμε ὅτι οἱ συναναγνῶστες θὰ ἔχουμε τὴν ὡριμότητα ποὺ χρειάζεται ὥστε νὰ ἀποδώσει.
Η ίδια η εξέλιξη των πραγμάτων έχει καταδείξει την αναποτελεσματική λειτουργία των παλαιών ανορθολογικών μηχανισμών που λειτουργούσαν στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, αγαπητέ κύριε Γεωργανά.
Για τον λόγο αυτόν οι κοινωνίες αυτές δεν “καταδικάστηκαν” (δεν είναι θέμα καταδίκης), αλλά ξεπεράστηκαν από την δύναμη του ορθού λόγου, όταν αυτός έγινε ένα ευδιάκριτο εργαλείο σκέψης των ανθρώπων και των εκάστοτε κοινωνικών ομάδων, που ελάμβαναν κάθε φορά τις αποφάσεις για την πορεία των κοινωνιών, μέσα στο διάβα της Ιστορίας.
Αυτή η εξέλιξη κατέστησε παρελθόν τις παλαιές προκαπιταλιστικές κοινωνίες, ανάμεσα στις οποίες είναι και αυτές οι κοινωνίες της διαφθοράς, παρά τον μακρύ τους βίο, σε σχέση με τις σχετικά πρόσφατες προτεσταντικές κοινωνίες, που γέννησαν την καπιταλιστική ηθική και τον ίδιο τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ως ένα κατ’ εξοχήν δημιούργημα του ορθού λόγου.
Αυτή, λοιπόν, η εξέλιξη καταδίκασε – για να χρησιμοποιήσω την ορολογία σας – αγαπητέ κύριε Γεωργανά τις υπερχιλιετείς αυτοκρατορίες της διαφθοράς (Βυζαντινή και Οθωμανική), επαναφέροντας την προχριστιανική εκδοχή της ορθοτόμησης του ορθού λόγου, που επιχείρησαν (ανεπιτυχώς και χωρίς διάρκεια, είναι η αλήθεια) ο ελληνικός και ο ρωμαϊκός πολιτισμός, την οποία και η εν λόγω εξέλιξη επανέφερε στο προσκήνιο της Ιστορίας.
Και – το κυριώτερο – αυτή η εξέλιξη, έθεσε στην άκρη τις παλαιές προαιώνιες διεφθαρμένες κοινωνίες, επειδή κατάφερε – αλλά, πρωτίστως, για να καταφέρει – τα αποτελέσματα, που περιέγραψα στο προηγούμενο σημείωμά μου, μέσα μόλις σε τρεις αιώνες και με καλπάζοντες ρυθμούς ιδίως στον περασμένο αιώνα, παρά τις σφαγές που έγιναν και οι οποίες ήσαν σπονδές στο πάντα παρόν προκαπιταλιστικό ιδεολογικό οικοδόμημα, που διακατέχει τα μυαλά των ανθρώπων και το οποίο είναι πάντοτε η πηγή του ανθρώπινου ανορθολογισμού και των καταστροφικών αποτελεσμάτων του, όταν αυτός ο ανορθολογισμός επικρατεί και γίνεται κυρίαρχος, ακόμα και όταν λαμβάνει επιστημονικοφανή χροιά, εμφανιζόμενος, ως μαρξισμός ή ως ναζισμός, η ως φιλελευθερισμός – όταν δηλαδή η ιδεολογία (νοουμένη πάντοτε, ως ανθρώπινη ψευδής συνείδηση).
Μαζύ με όσα έχω γράψει, μέχρι τώρα, ας προσθέσω και τα παρακάτω, ως μια απάντηση, που έχει να κάνει με το γιατί, όλα όσα λέτε, δεν έχουν ορθή ιστορική βάση – είναι, δηλαδή, εσφαλμένα – και με ποιές μεθόδους και πως ο καπιταλισμός (κλασσικός και γραφειοκρατικός) έβγαλε από την παμπάλαια μιζέρια του τον πληθυσμό του πλανήτη, στα μεγέθη του οποίου έδωσε μια απίθανη ώθηση, αφού ούτε τάση για στασιμότητα υπάρχει στα πραγματικά οικονομικά μεγέθη παρουσιάζει, ενώ αμφισβητείται, ως αναπόδεικτη, η χρόνια κρίση, για την οποία ομιλούν οι μαρξιστές, οι οποίοι, με αγοραίο δημοσιογραφικό στυλ, για την δημιουργία εντυπώσεων, περιγράφουν, ως ‘‘κρίση του καπιταλισμού’’ τις δυσλειτουργίες, που έχει και τις οποίες ξεπερνά, με τα μεθοδολογικά εργαλεία, που του έδωσαν οι κεϋνσιανοί και μετακεϋνσιανοί οικονομολόγοι, ως συνέπεια των διδαγμάτων, που έβγαλαν από την τελευταία πραγματική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος (οι επόμενες ήσαν και είναι οικονομικές υφέσεις και διαρθρωτικές μεταβολές και όχι κρίσεις) αυτήν, δηλαδή του 1929, που, μερικώς και αποσπασματικώς, αντιμετωπίστηκε στην δεκαετία του ’30, με το New Deal του Φραγκλίνου Ρούσβελτ και τον ναζισμό στην Γερμανία, αλλά στην ουσία και τελειωτικώς ξεπεράστηκε με την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως, ήδη, έχω γράψει σε άλλα σημειώματά μου. (Περισσότερα μπορείτε να δείτε σε παλαιότερο θέμα στο μπλογκ μου, με τίτλο : ”Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ 1929-1932 ΚΑΙ Η ΥΦΕΣΗ 2008 -2009 : ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΔΥΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΓΕΘΩΝ” http://tassosanastassopoulos.blogspot.com/2009/04/1929-1932-2008-2009.html , όπως, επίσης και στο πρόσφατο θέμα στο μπλογκ μου, με τίτλο : ”29/10/1929 : Η ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΗ 80 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ!” http://tassosanastassopoulos.blogspot.com/2009/10/29101929-80.html ).
Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα στην εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας, υπήρξε το ερώτημα, που τέθηκε ειδικότερα στα πλαίσια της οικονομικής επιστήμης από τον μεγάλο, για την εποχή του, αλλά διαρκώς διαψευδόμενο από την πραγματική ροή της ιστορίας της ανθρωπότητας, Βρετανό οικονομολόγο – και ουσιαστικά έναν από τους θεμελιωτές της σύγχρονης οικονομικής θεωρίας -, Ρόμπερτ Τόμας Μάλθους , έναν πιστό χριστιανό, ευλαβή και συνάμα σκληρό υπηρέτη του αγγλικανικού δόγματος. Το ερώτημα είχε να κάνει με την σχέση ανάμεσα στους υπάρχοντες πόρους του πλανήτη μας και την αυξητική εξέλιξη του ανθρώπινου πληθυσμού.
Ο Ρόμπερτ Τόμας Μάλθους υπήρξε εκείνος ο οικονομολόγος, ο οποίος θεμελίωσε επιστημονικά και της έδωσε ένα ολοκληρωμένο σχήμα, σε μια διάχυτη στο προβιομηχανικό παρελθόν αντίληψη, η οποία είχε αποκτηθεί εμπειρικά και η οποία, μέσω του Μάλθους, πήρε μια περίοπτη θέση στην οικονομική θεωρία και καθόρισε συνειδήσεις και ατομικές και κοινωνικές πρακτικές, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
Μιλάμε για την αντίληψη, που θεμελίωνε τις απόψεις της στέρησης, όσον αφορά το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπινων κοινωνιών, λόγω των περιορισμένων φυσικών πόρων της Γης και λόγω της επακόλουθης σπανιότητας των οικονομικών αγαθών, οι οποίες απόψεις διάχυτα και διεσπαρμένα επικρατούσαν μέχρι την εποχή του Μάλθους, σε καθαρά εμπειρικό επίπεδο και οι οποίες, με τον Μάλθους, απέκτησαν επιστημονικό υπόβαθρο και συνολικοποιήθηκαν, ως θεωρία του υπερπληθυσμού και της στέρησης.
Με λίγα λόγια, ο ιερωμένος Τόμας Μάλθους διατύπωσε την άποψη ότι, εκ φύσεως, η τάση των ανθρώπινων όντων είναι να αυξάνονται πληθυσμιακά, γεγονός το οποίο ενισχύεται από την ολοένα και μεγαλύτερη ανάπτυξη του καπιταλισμού και την συνακόλουθη οικονομική ανάπτυξη, που η επικράτηση αυτού του οικονομικού συστήματος επιφέρει. Πράγματι, αν δούμε την ανοδική εξέλιξη του ανθρώπινου πληθυσμού από τα βάθη των αιώνων την εποχή των προκαπιταλιστικών κοινωνιών και την δυναμική επαύξησή του, ιδίως μετά την εμφάνιση του καπιταλισμού στην ανθρώπινη ιστορία, θα δούμε ότι, ως προς αυτό το σκέλος, ο Μάλθους έχει δίκιο. Οι ανθρώπινες κοινωνίες, εκ του φυσικού τους (και εκ της κεκτημένης ιστορικά αμάθειας, ως προς την διαχείριση του θέματος των γεννήσεων) και με την βοήθεια της οικονομικής ανάπτυξης, που έφερε ο καπιταλισμός, έχουν την τάση να αυξάνονται.
Αυτή η αύξηση του πληθυσμού, ενισχυόμενη από την οικονομική ανάπτυξη και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, έχει την τάση να υπερβαίνει το επίπεδο ανάπτυξης, με αποτέλεσμα να υφίσταται μία διαρκής σπανιότητα των αγαθών στις ανθρώπινες κοινωνίες, μια σπάνις των αγαθών, όπως λέει η κλασσική οικονομική επιστήμη, της οποίας ένας από τους θεμελιωτές (μαζί με τον Νταίηβιντ Ρικάρντο και τον Τζων Στιούαρτ Μιλλ) είναι και ο Μάλθους, η οποία σπανιότητα των αγαθών ενισχύεται από τον περιορισμένο όγκο των φυσικών πόρων του πλανήτη μας, σε συνδιασμό με τον παραπάνω περιγραφόμενο υπερπληθυσμό των ανθρώπινων κοινωνιών.
Δεδομένο είναι ότι στην πορεία της εξέλιξης της ιστορίας, αλλά και ήδη από την εποχή του ακόμα (17ος και 18ος αιώνας) ο Μάλθους έχει (και είχε) διαψευστεί, επειδή δεν μπόρεσε να αντιληφθεί την εκρηκτική ανάπτυξη της καπιταλιστικής τεχνολογίας και την απρόσμενη προώθηση που αυτή έδωσε στην καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη.
Για τον Μάλθους και για όλους τους κλασσικούς οικονομολόγους, θεραπεία για την αποφυγή των κρίσεων υπερπληθυσμού στις ανθρώπινες κοινωνίες, αυτή η πηγή των ανθρώπινων δεινών, της φτώχειας, της στέρησης και των πολέμων (οι οποίοι μόνον προσωρινά, έλυναν το πρόβλημα σε ένα περιορισμένον χρονικόν ορίζοντα), ήταν η διατήρηση της ταξικής διάρθρωσης των κοινωνιών (για να μπορεί να συσσωρεύεται ο πλούτος και να τροφοδοτείται έτσι, λελογισμένα η ανάπτυξη, αφού η συσσώρευση του κεφαλαίου και η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης των καπιταλιστών και της ευρύτερης κυβερνώσας ελίτ – μην ξεχνάμε ότι η Βρετανία δεν έζησε μια τέτοια επανάσταση, σαν αυτήν που έζησαν οι Γάλλοι και δεν εξαφάνισε την παλαιά αριστοκρατική ελίτ, η οποία υπάρχει ακόμα και στις ημέρες μας, αφού το πείραμα του Κρόμγουελλ δεν επιβίωσε, μετά τον θάνατό του -, βοηθούν στην αποφυγή της διάχυσης των αποτελεσμάτων της ανάπτυξης στον γενικό πληθυσμό και αποφεύγεται έτσι η ανατροφοδότηση του υπερπληθυσμιακού φαινομένου) και η συγκράτηση του γενικού βιοτικού επιπέδου σε συνθήκες στερήσεων για τον γενικό πληθυσμό, μαζί με τις νουθεσίες της Εκκλησίας για σεξουαλική συγκράτηση – το κλασσικό μοτίβο των ιερωμένων : Σεξ μόνον για τεκνογονία και όχι για ευχαρίστηση.
Οι απόψεις του Μάλθους εξακολουθούν να έχουν οπαδούς και στην σύγχρονη εποχή, φυσικά, αναδιατυπωμένες και διορθωμένες, πλην όμως, διαρκώς διαψευδόμενες, αφού όλες οι καταστροφολογικές θεωρίες, γύρω από την σπάνη των αγαθών και των φυσικών πόρων, ουδέποτε επιβεβαιώθηκαν και τούτο επειδή τώρα πια η ανθρωπότητα – όχι βέβαια καθ’ ολοκληρίαν, διότι περιορισμένα στον λεγόμενο Τρίτο Κόσμο οι θεωρίες του Μάλθους και των νεομαλθουσιανών έχουν μια ισχύ, αφού εκεί υπάρχει πρόβλημα, σε ορισμένες ευάριθμες περιοχές – έχει και το τεχνολογικό υπόβαθρο και το επίπεδο γνώσεων, αλλά και μέσα από την αύξηση του πληθυσμού, το ικανό ανθρώπινο δυναμικό, ώστε να βρίσκει λύσεις στο ζήτημα, που κάθε φορά αντιμετωπίζει και αφορά την σχέση ανάμεσα στον ανθρώπινο πληθυσμό και τους φυσικούς πόρους.
Αν ο Μάλθους είχε δίκιο – και είχε σε μεγάλο βαθμό δίκιο – για την επικρατούσα κατάσταση στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, δεν είχε δίκιο για τις αστικές κοινωνίες της εποχής του και πολύ περισσότερο, για τις καπιταλιστικές κοινωνίες της εποχής μας. Εκείνος δικαιολογείται, διότι η αύρα των προκαπιταλιστικών κοινωνιών διακατείχε την εποχή του, σε επίπεδο αντιλήψεων και οι ανθρώπινες ελίτ και οι κοινωνίες εκείνες δεν ήσαν ώριμες να δουν ορθολογικά το πρόβλημα και να το λύσουν με την λήψη των δεόντων μέτρων και αυτό συνέβαινε στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο πολύ μετά τον Μάλθους. Οι σύγχρονοι, όμως, νεομαλθουσιανοί είναι ασυγχώρητοι, διότι έχουν μπροστά τους όλα τα δεδομένα, ώστε να δουν αντικειμενικά το πρόβλημα και να κατανοήσουν τις διαδικασίες επίλυσής του.
Οι προκαπιταλιστικής προέλευσης κοινωνικές και οικονομικές δοξασίες, δεν εξαλείφθηκαν στην πορεία του χρόνου και έπαιξαν και (σε έναν μεγάλο βαθμό) παίζουν ακόμα, σημαντικότατο ρόλο στα διάφορα κέντρα αποφάσεων πολλών πολιτικών, κοινωνικών στρατιωτικών και οικονομικών ελίτ, που επηρεάζουν την πορεία των ανθρώπινων κοινωνιών. Μην ξεχνάμε, για παράδειγμα, ότι οι νικητές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, επέβαλαν, ανοήτως, στην αναπτυγμένη, αλλά ηττημένη, Γερμανία του Μεσοπολέμου, συνθήκες πλήρους οικονομικής ένδειας, με τις στερήσεις, που της επέβαλαν, λόγω των πολεμικών επανορθώσεων, τις οποίες απαίτησαν, οδηγώντας τον πληθυσμό αυτής της χώρας, μαζί με την καταλυτική βοήθεια της οικονομικής κρίσης του 1929, στην απόλυτη ένδεια και στην αναζήτηση λύσεων, μέσω του ναζισμού του Χίτλερ. Οι σύμμαχοι της Αντάντ δεν άκουσαν τον Τζων Μαίηναρντ Κέϋνς, που επεσήμανε το βλακώδες και καταστροφικό περιεχόμενο της Συνθήκης των Βερσαλλιών και το πλήρωσαν με την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Φυσικά, οι νικητές του πολέμου αυτού, δεν επανέλαβαν τα λάθη του 1918, γι’ αυτό και δεν ζήσαμε, έκτοτε, άλλον μεγάλο ευρωπαϊκό πόλεμο.
Πολλές φορές η αύξηση του πληθυσμού συνδέεται και με το λεγόμενο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Πέρα από τις επιφυλάξεις, γύρω από αυτό το φαινόμενο, πρέπει να τονίσουμε ότι, άλλο πράγμα είναι η αύξηση των εκπεμπόμενων ατμοσφαιρικών ρύπων και άλλο πράγμα είναι η συγκρότηση μιας, τέτοιας τεραστίας τάξεως μεγέθους, κλιματικής αλλαγής, η οποία χρειάζεται περισσότερη παρατήρηση, από απόψεως χρόνου, για να διαπιστωθεί -, μπορούμε να πούμε ότι οι ενδείξεις δείχνουν ότι το φαινόμενο του θερμοκηπίου έχει μια στατιστική σχέση με την αύξηση του πληθυσμού, αλλά πολύ περισσότερο οφείλεται στην κακή διαχείριση της ανάπτυξης από τις σύγχρονες καπτιταλιστικές κοινωνίες (και αυτές του Τρίτου Κόσμου), εφ’ όσον υπάρχει ένα τέτοιο φαινόμενο του θερμοκηπίου, σε επίπεδο παγκόσμιων κλιματικών αλλαγών.
Σίγουρα, πάντως, υπάρχουν και το έχουμε ξαναπεί, τοπικά ”φαινόμενα του θερμοκηπίου” στον πλανήτη μας και τα ζούμε στις μεγαλουπόλεις και στις βιομηχανικές περιοχές, με τις θερμοκρασιακές αναστροφές και τα συναφή φαινόμενα που παρατηρούνται. Αυτά οφείλονται και στον υπερπληθυσμό, αλλά πολύ περισσότερο στην κάκιστη διαχείριση της ανάπτυξης και των διαδικασιών της από τις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες και τις ελίτ, που τις κουμαντάρουν. Δεδομένο είναι ότι, με τον ίδιο πληθυσμό και με την ελαχιστοποίηση των ρύπων, που είναι εφικτή, με την σύγχρονη τεχνολογία, πρόβλημα δεν θα υπήρχε, πλην όμως οι αγκυλώσεις, που οφείλονται στην διάρθρωση των σύγχρονων γραφειοκρατικών καπιταλιστικών κοινωνιών, δηλαδή στα επενδυμένα συμφέροντα – μεγάλα και μικρά -, που αυτές έχουν στο εσωτερικό τους. δεν επιτρέπουν και καθυστερούν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια. Η αντιρρυπαντική πολιτική είναι άμεσα αναγκαία, είτε υπάρχει το γενικότερο φαινόμενο του θερμοκηπίου, είτε όχι και ανεξάρτητα από το μέγεθος του πληθυσμού των ανθρώπινων κοινωνιών, που, ούτως, ή άλλως, είναι πλέον πολυπληθείς.
Παρ’ όλα αυτά, είπαμε ότι ο Μάλθους και οι μαλθουσιανοί έχουν δίκιο σε ορισμένες χώρες του Τρίτου Κόσμου. Για παράδειγμα, είχαν δίκιο για την κινεζική κοινωνία, μέχρι την δεκαετία του 1960 και έχουν δίκιο για ένα μεγάλο κομμάτι της ινδικής κοινωνίας, μέχρι σήμερα, ενώ κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις περισσότερες κοινωνίες της υποσαχάριας Αφρικής. Εκεί με τις ιδιομορφίες κάθε χώρας, υπάρχει σπάνις των αγαθών και περιορισμός των φυσικών πόρων, λόγω της αναιμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Αφρική, ή λόγω της μεγάλης γεννητικότητας στην Ινδία, η οποία μεγάλη γεννητικότητα, υπερκαλύπτει τους ολοένα αυξανόμενους ρυθμούς ανάπτυξης στην χώρα αυτή. Μάλιστα, στην Ινδία υπάρχει και ανισοκατανομή του φαινομένου, διότι υπάρχουν περιοχές όπου η ανάπτυξη ξεπερνά την αύξηση του πληθυσμού και υπάρχει μια σταθερή άνοδος του βιοτικού επιπέδου (π. χ. Πουντζάμπ), ενώ υπάρχουν άλλες, όπου η γενική τάση επικρατεί και κινδυνεύουν με κατάρρευση, λόγω της διστακτικότητας των αρχών να προωθήσουν μια πολιτική κατά των περιττών γεννήσεων.
Παράδειγμα επιτυχημένης πολιτικής γεννήσεων είναι η κομμουνιστική Κίνα, όπου το Κινεζικό Κ. Κ., ως φορέας δυτικών ορθολογικών αντιλήψεων, γύρω από την διαχείριση της αύξησης του πληθυσμού, επέβαλε μια πολιτική ελέγχου των γεννήσεων, με το δόγμα ”ένα παιδί για κάθε οικογένεια” και κατάφερε να κρατήσει την αύξηση του πληθυσμού σε ελεγχόμενα επίπεδα και να κάνει την αλματώδη υβριδική γραφειοκρατική καπιταλιστική ανάπτυξη της χώρας να βρίσκεται σε επίπεδα μεγαλύτερα από την αύξηση του πληθυσμού της χώρας. Μάλιστα, εσχάτως παρατηρείται ότι η πολιτική αυτή έχει οδηγήσει σε έλλειψη εργατικών χεριών, λόγω της μείωσης του ποσοστού των νέων στην ηλικιακή σύνθεση του κινεζικού πληθυσμού.
Όποια κριτική και να γίνει στον Μάλθους και στις απόψεις του για τον ανθρώπινο πληθυσμό και την σχέση του με την οικονομία, δεν μπορεί να γίνει στο κενό. Προϋποθέτει γνώση της επιχειρηματολογίας του και των ίδιων των απόψεών του, προκειμένου να καταλάβει κάποιος, γνωρίζοντας, τώρα πια τις κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις, από την τόσο μακρινή εποχή των ετών 1780 – 1830 μέχρι σήμερα, τα σημεία στα οποία ο Μάλθους είχε δίκιο και τότε, αλλά και τώρα, όπως επίσης τα σημεία εκείνα στα οποία έσφαλε και είχε άδικο και τότε, αλλά πολύ περισσότερο σήμερα, σε εκείνο το έργο του, στο οποίο συνοψίζεται όλη του η θεωρία για την αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού και τις επιπτώσεις του. Το έργο του αυτό είναι το ίδιο αντιπροσωπευτικό των θεωριών του ανδρός, όπως ακριβώς αντιπροσωπευτικό, για τον Καρλ Μαρξ και τις θεωρίες του, είναι ”Το Κεφάλαιο” και έχει τον τίτλο ”Δοκίμιο για τον πληθυσμό”.
Μια πολύ καλή σύνοψη – αναφορά στις απόψεις του Μάλθους κάνει ο πρόσφατα θανών Αμερικανός οικονομολόγος Τζων Κέννεθ Γκαλμπραίηθ, στο βιβλίο του ”Η Κοινωνία της Αφθονίας”, όπου με τον γνωστό παραστατικό, αναλυτικό και απλοποιητικό – αν μπορώ να χρησιμοποιήσω μια τέτοια λέξη, που δεν υπάρχει στο ελληνικό λεξιλόγιο, αλλά που εκφράζει, πλήρως, τον τρόπο γραφής του ανδρός, ο οποίος τρόπος γραφής δεν ξεπέφτει στο επίπεδο του απλουστευτικού – τρόπο γραφής του, δίνει, μέσα σε λίγες σελίδες, την ουσία των απόψεων του μεγάλου Βρετανού οικονομολόγου, ο οποίος είναι ένας εκ των πατέρων της Οικονομικής Επιστήμης, μαζί με τους Άνταμ Σμιθ, Νταίηβιντ Ρικάρντο και Τζων Στιούαρτ Μιλλ.
”Οι δυό μεγάλoι διάδοχοι του Σμιθ στην κεντρική παράδοση της οικονομικής σκέψης υπήρξαν ο Νταίηβιντ Ρικάρντο (1772-1823) και ο Τόμας Ρόμπερτ Μάλθους (1766-1834). Απάρτισαν, μαζί μέ τον Άνταμ Σμίθ, τη μεγάλη τριανδρία των ιδρυτών της οικονομικής επιστήμης, τoυλάχιστoν στη μορφή της εκείνη που η επιστήμη αυτή έγινε γνωστή στις αγγλόφωνες χώρες. Ο Ρικάρντο υπήρξε ο άνθρωπος που πρώτος έδωσε στην οικονομική επιστήμη τη μοντέρνα της διάρθρωση, που δηλαδή εξέτασε τους καθοριστικούς συντελεστές των τιμών, της έγγειας προσόδου, των ημερομισθίων και του κέρδους μ’ ένα πνεύμα συστηματοποίησης που από τότε στάθηκε μόνιμα χρήσιμο στους οικονομολόγους. Διαθέτει δηλαδή τους πιο εντυπωσιακούς τίτλους να θεωρηθεί σαν ο πατέρας της επιστήμης. Μαρξιστές και μη μαρξιστές του είναι εξίσου υποχρεωμένοι για το έργο του.
Για τον Ρικάρντο και τον Μάλθους, είχε βασική σημασία η έννοια των στερήσεων και της μεγάλης ανισότητας από τις οποίες υποφέρουν οι μάζες Δεν υπήρξαν ποτέ ολότελα ανεπιφύλαχτα τα σχετικά τους συμπεράσματα. Ωστόσο, οι επιφυλάξεις τους διατυπώνονταν μέσα σε στενά πλαίσια. Στον Ρικάρντο και τον Μάλθους αναφερόταν το 1850 ο Καρλάϊλ, όταν μιλούσε για τους «αξιοσέβαστους καθηγητές της μελαγχολικής επιστήμης», κολλώντας έτσι στην οικονομική μιαν ετικέττα που δεν μπόρεσε ποτέ να την ξεφορτωθεί γιατί δεν υπήρξε ποτέ απόλυτα αδικαιολόγητη.
Για τον Μάλθους δεν χρειάζεται να πούμε πολλά πράγματα. Σε όλο το δέκατο ένατο αιώνα κι’ ακόμη και σήμερα, το όνομά του συνδέεται στενά και σχεδόν αποκλειστικά με το βιβλίο του «Δοκίμιο για τον πληθυσμό». Είπε και άλλα πολλά και σπουδαία πράγματα για τα οικονομικά θέματα ο Μάλθους, και τελευταία οι αντιλήψεις του αυτές ανακαλύφτηκαν ξανά, μα ωστόσο θα μείνει πάντα γνωστός κατά κύριο λόγο για τις απόψεις που εξέφρασε πάνω στα προβλήματα του πληθυσμού.
Τον αριθμό των ατόμων που μπορούν να ζήσουν στον κόσμο μας καθορίζουν περιοριστικά οι δυνατότητες διατροφής που υπάρχουν. Κατά την άποψη του Μάλθους, μια οποιαδήποτε αύξηση των διαθέσιμων ποσοτήτων δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε μιαν αύξηση του αριθμού των καταναλωτών τους. Μονάχα η αδυσώπητη ανάγκη, οι ελλείψεις δηλαδή, περιορίζουν σε τελευταία ανάλυση το ύψος των γεννήσεών και την αντοχή που δείχνει ένας δοσμένος πληθυσμός. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι πως οι άνθρωποι θα ζουν για πάντα κάτω από τη δαμόκλεια σπάθη του λιμού. Στις τελευταίες εκδόσεις του έργου του, ο Μάλθους στάθηκε κάπως πιο επιφυλακτικός. την αύξηση του πληθυσμού, που επέρχεται σαν αποτέλεσμα της ύπαρξης ενός πλεονάσματος τροφίμων μπορεί πάντα να περιορίσει η «Ηθική συγκράτηση», όπως επίσης η επίδοση στα «βίτσια», μια έννοια που είναι πιο διφορούμενη. Ένας λαός έχει, με άλλα λόγια, τη δυνατότητα να κρατήσει το βιοτικό του επίπεδο σε ύψος που να ξεπερνά τις ανάγκες συντήρησής του, κι’ η Ικανότητά του αυτή μοιραία θα μεγαλώνει εφόσον, δίπλα στην ηθική συγκράτηση και τα «βίτσια», αρχίσουν να διαδραματίζουν ένα ρόλο και τα προφυλακτικά. Όπως, όμως συνέβηκε με το Ρικάρντο, έτσι και στην περίπτωση του Μάλθους· οι επιφυλάξεις του πήγαν χαμένες στη χειμαρρώδη συνέχεια της κύριας επιχειρηματολογίας του. Αυτή είχε σαν πυρήνα της την πίστη στο αναπόφευκτο της φτώχειας των μαζών. ‘Άλλωστε είναι γεγονός ότι για ένα πολύ μεγάλο μέρος του κόσμου η κεντρική επιχειρηματολογία του Μάλθους ήταν σωστή, κι αντίθετα στερούνταν πραγματική σημασία οι διάφορες περιοριστικές επιφυλάξεις του. Αυτό συνέβαινε, μα και συμβαίνει ακόμη, σ’ ένα πολύ μεγάλο μέρος της Ασίας. Ο Μάλθους ήταν, όπως έχουμε χρέος να το σημειώσουμε, καθηγητής της πολιτικής οικονομίας στο Κολλέγιο Χαίηλυμπερυ, ενα εκπαιδευτικό ίδρυμα που η Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών (‘Ήστ Ιντια Κόμπανυ) το δημιούργησε για να εκπαιδεύσει εκ ει στελέχη για τις υπηρεσίες της στις Ινδίες.
Αφού συνέβαινε να έχουν υπάρξει πάντα φτωχοί οι πιο πολλοί άνθρωποι, δεν ήταν παράδοξο που ο Μάλθους δεν συγκλονίστηκε ποτέ από τα συμπεράσματα στα όποια είχε καταλήξει και δεν θεώρησε ποτέ χρέος του να προτείνει μια θεραπεία για το κακό αυτό. Περιορίστηκε να συστήσει μιαν αναβολή στην τέλεση του γάμου και πρότεινε να περιληφθεί στην τελετή του μυστηρίου μια προειδοποίηση ότι την ευθύνη συντήρησης των παιδιών που θα γεννηθούν θα φέρει ο πατέρας τους και όχι το κράτος, έτσι σε περίπτωση παραγωγής ενός υπερβολικά μεγάλου αριθμού παιδιών, η αναπόφευκτη ένδεια θα αποτελούσε τη δίκαιη τιμωρία των γονέων για την απρονοησία τους. «Ο τόνος της απελπισίας και του πεσσιμισμού που διακρίνει μεγάλο μέρος του οικονομικού) δόγματος του δέκατου ένατου αιώνα υπήρξε σε μεγάλο βαθμό κληροδότημα του Μάλθους.” (”Η Κοινωνία της Αφθονίας” σελίδες 62-63, εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ 1970. Το βιβλίο εκδόθηκε στις Η.Π.Α. το 1958 και επανεκδόθηκε αναθεωρημένο και επηυξημένο το 1969).
Η ανάλυση του ανδρός ήταν μια τυπική ταξική κοινωνικοοικονομική ανάλυση της εποχής του, μιας εποχής του ανερχόμενου βρετανικού καπιταλισμού, ο οποίος ήταν το κύριο εργαλείο και ο φορέας μιας ιδιότυπης παγκοσμιοποίησης, εκείνη την εποχή, με κύριο όργανο τις αποικίες και την αδιάκοπη συσσώρευση του κεφάλαιου, η οποία έπρεπε να προστατευθεί, πάση θυσία, όπως και οι τότε κυρίαρχες τάξεις, από τις αναδιανεμητικές διαθέσεις των μαζών και του προμαρξικού (ναι υπήρξε και ήταν μαχητικότατο) εργατικού κινήματος.
Αυτή η ανάλυση, όμως, δεν πατούσε στο πουθενά. Στηριζόταν στην προαιώνια εμπειρία από τις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, όπου η τεχνολογική στασιμότητα και οι κατά καιρούς δυσμενείς εξελίξεις των καιρικών φαινομένων, οδηγούσαν σε κρίσεις υπερπληθυσμού, σε πολέμους και σε στερήσεις, στην φτώχεια, στην πείνα, στην ένδεια και στον θάνατο.
Στηριζόταν, ακόμα, στις εξελίξεις στον υπόλοιπο κόσμο, ο οποίος κύκλωνε την τότε οικοδομούμενη Βρετανική Αυτοκρατορία και στον οποίο κόσμο – που στην συντριπτική του πλειοψηφία βρισκόταν σε προκαπιταλιστικό στάδιο – τα φαινόμενα του υπερπληθυσμού ήσαν μια ”κανονική” κατάσταση, μια καθημερινότητα, με την οποία συμβίωναν – ή μάλλον καλύτερα, προσπαθούσαν να συμβιώσουν – οι κοινωνίες αυτές, με τυπικό παράδειγμα την κοινωνία των Ινδιών (το πετράδι του βρετανικού στέμματος), στην οποία οι Βρετανοί αποικιοκράτες παρατήρησαν όλα όσα περιγράφει η μαλθουσιανή θεωρία για τον υπερπληθυσμό, η οποία, σε πολύ μεγάλο βαθμό, εξακολουθεί να ισχύει και τώρα – αιώνες μετά τον Μάλθους – σε τεράστια τμήματα της σημερινής μετααποικιακής ινδικής (και πακιστανικής, διότι οι τότε Ινδίες συμπεριλαμβάνουν και το τωρινό Πακιστάν) κοινωνίας.
Που έσφαλε ο Μάλθους; Έσφαλε στο ότι δεν μπόρεσε να δει την δυναμική του βρετανικού και μέσω αυτού, του τότε οικοδομούμενου διεθνούς καπιταλισμού, δηλαδή του καπιταλισμού, κυρίως, στην ηπειρωτική Ευρώπη και (λιγότερο) στις μόλις ανεξαρτητοποιηθείσες ΗΠΑ, ενώ είχε μπροστά του τα οικονομικά μεγέθη, δηλαδή την τεράστια αύξηση του ΑΕΠ στην χώρα του, την πραγματοποιούμενη διάχυση του πλούτου σε ευάριθμα τμήματα της βρετανικής κοινωνίας και τις κρίσεις υπερπαραγωγής, φαινόμενο που πρώτη φορά παρατηρήθηκε ιστορικά και περιγράφηκε επιστημονικά. Έμεινε στην εμπειρική παρατήρηση του παρελθόντος και στην επιβεβαίωσή του από την μεγάλη φτώχεια των πολυάριθμων κατώτερων στρωμάτων της βρετανικής κοινωνίας, η οποία φτώχεια ήταν άμεσα ορατή, χωρίς να προβεί σε περαιτέρω αναλύσεις του μεγέθους της και της διαχρονικής της πορείας, με παρατήρηση των επι μέρους ποιοτικών χαρακτηριστικών της.
Ελαφρυντικό για τον Μάλθους αποτελεί το γεγονός ότι η μακροοικονομία, μόλις τότε θεμελιώνονταν από τον Ρικάρντο, αλλά πρέπει να του καταλογισθεί η αντιπαράθεσή του με τον Ρικάρντο, ο οποίος, ορθότατα, οδήγησε την οικονομική επιστήμη στην μακροοικονομία, δηλαδή στις διαδικασίες και στους τρόπους που καθορίζουν την μοιρασία της εθνικής παραγωγής. Στους τρόπους και στις διαδικασίες αυτές ο Ρικάρντο έδωσε τον χαρακτήρα των νόμων της οικονομικής επιστήμης – και λίγο ή πολύ εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται έτσι ακόμα και σήμερα -, οι οποίοι νόμοι καθορίζουν την παραγωγή του εθνικού προϊόντος ή του εισοδήματος ανάμεσα στους γαιοκτήμονες (μικρούς ή μεγάλους), στους καπιταλιστές και τους εργάτες, οι οποίοι όλοι τους διεκδικούν ένα μέρος από αυτό.
Ενδεικτικό είναι το απόσπασμα της επιστολής του Ρικάρντο, προς τον Μάλθους, της 9/10/1820, το οποίο αναδημοσιεύει ο Γκαλμπραίηθ στο παραπάνω αναφερόμενο βιβλίο του (σελίδα 64), όπου ο Ρικάρντο λέει : ”Σεις πιστεύετε ότι η Πολιτική Οικονομία αποτελεί μίαν έρευνα της φύσης και των πηγών του πλούτου – εγώ όμως θεωρώ ότι θα έπρεπε μάλλον να την αποκαλέσουμε έρευνα των νόμων που καθορίζουν την κατανομή του προϊόντος της βιομηχανίας ανάμεσα στις τάξεις εκείνες που συμβάλλουν στην παραγωγή”.
Το γεγονός ότι οι νόμοι του Ρικάρντο (οι οποίοι, τώρα, μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι νόμοι, με την έννοια της φυσικής νομοτέλειας, αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος) λειτουργούν πάνω στην βάση μιας σκληρής ανισότητας, ανάμεσα στις αντιμαχόμενες τάξεις, όπως πάνω στην βάση μιας σκληρότατης και μοιραίας ανισότητας λειτουργούσαν και οι θεωρίες του Μάλθους, δεν αναιρεί το εσφαλμένο, ή καλύτερα το ανολοκλήρωτο των απόψεων του Μάλθους, σε σχέση με τις απόψεις του Ρικάρντο. Ο Μάλθους βρέθηκε ένα βήμα πίσω από τον Ρικάρντο, ο οποίος παίρνοντας την σκυτάλη, στο πεδίο της διαχρονικής και αέναης βελτίωσης των ανθρώπινων κοινωνιολογικών και οικονομικών γνώσεων, πήγε την οικονομική επιστήμη ένα (σημαντικό) βήμα προς τα εμπρός, κάτι που ο Μάλθους δεν μπόρεσε να δει και να παραδεχτεί.
Βλέπετε και οι εγωισμοί παίζουν, πάντοτε, καθοριστικό ρόλο στην ιστορία της επιστήμης και πολλές, πάμπολλες, φορές έχουν καθυστερήσει την πορεία των επιστημονικών εξελίξεων, σε σχέση με την περαιτέρω, κάθε φορά, βελτίωση των γνώσεων, πολλές φορές με καταστροφικές επιπτώσεις. [Θα το δούμε αυτό με μεγάλη ενάργεια όταν θα κάνω (κάποια φορά στο μέλλον) αναφορά στον Τζων Μαίηναρντ Κέϋνς, στις οικονομικές του θεωρίες, που σήμερα είναι κυρίαρχες παντού, στην οικονομική κρίση του 1929 – 1932, η οποία ουδέποτε ξεπεράστηκε προπολεμικά και στην έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος έθαψε δια παντός τον κλασσικό καπιταλισμό, έτσι όπως αυτός είχε γίνει γνωστός από την εποχή των κλασσικών οικονομολόγων (Σμιθ, Ρικάρντο, Μάλθους), στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο Μαρξ].
Και στο σημείο αυτό, το οποίο είναι σημαντικότατο, η ευθύνη του Μάλθους είναι μεγάλη, ακριβώς επειδή τέτοιου είδους εγωισμοί δεν του επέτρεψαν να δει το πεπερασμένο όριο των απόψεών του, τις οποίες αυτός και οι μεταγενέστεροι οπαδοί του μετέτρεψαν σε θεωρία. Δείτε και το : ”ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ, ΘΕΩΡΙΕΣ ΣΤΕΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟ”. [ http://www.phpbbserver.com/pfor/viewtopic.php?t=1199&mforum=pfor ] .
Τα παραπάνω προβλήματα που αναλύθηκαν ήσαν (και εξακολουθούν να είναι στις κοινωνίες με τις έντονες προκαπιταλιστικές επιβιώσεις, αλλά και στις δικές μας) προϊόντα των δομικά (ήτοι θεσμικά) διεφθαρμένων παλαιών κοινωνιών, των εγκατεστημένων συμφερόντων τους και της σταθερής κληρονομικής – εν πολλοίς – δομής των ηγεμονευόντων κοινωνικών στρωμάτων τους, τα οποία δεν ορθοτομούντο από την ισχύ του ορθού λόγου και που μαζύ με την επικρατούσα κάθε φορά ιδεολογία (πάντοτε αυτή νοουμένη, ως ψευδή συνείδηση) έδιδαν ανορθολικές απαντήσεις στα εκάστοτε προβλήματα, επιμηκύνοντας την ανορθολογική πορεία της ανθρωπότητας και καθιστώντας ολοένα και πιο δύσκολη την δημιουργία του δρόμου, προς την επικράτηση του ορθολογισμού, ως ενός από τα κύρια εργαλεία σκέψης και δράσης των ανθρώπινων κοινωνιών – ποτέ δεν θα γίνει το μόνο εργαλείο της ανθρωπινης σκέψης και δράσης ο ορθολογισμός. Και τούτο, διότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνον λογικό ον. Παραμένει πάντοτε και ένα ζωώδες ον, υποκείμενο στα ορμέμφυτά του και στις ιδεοληψίες του. (Για τα τελευταία το σύγχρονο marketing και οι τεχνικές της διαφήμισης έχουν πολλά να μας διδάξουν).
Αυτή είναι η προσφορά της Αναγέννησης και κυρίως της προτεσταντικής μεταρρύθμισης στην βόρεια Ευρώπη στην ανθρώπινη κοινότητα στο σύνολό της.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις είναι διαπιστώσεις, που δυσκολεύουν πολύ τα πράγματα, ως προς τους απαιτούμενους μετασχηματισμούς και τον έλεγχο της διαφθοράς, σε μια κοινωνία, σαν την δική μας, που δεν πέρασε από μια προτεσταντική μεταρρύθμιση και που έχει μια ενδότερη σχέση με την διαφθορά.
Το πρόβλημα είναι και πλανητικό, αφού η διαφθορά συνδέεται με (και εμποδίζει) την αναγκαία αναδιανομή του ανισοκατανεμημένου παγκόσμιου εισοδήματος, ακριβώς επειδή στην όλη διαδικασία εμπλέκονται τα επενδεδυμένα συμφέροντα των (σχετικά με τους φτωχούς και τους απόκληρους) καλοζωϊσμένων κατοίκων του πλανήτη. Και το ζήτημα δε είναι το τι λέει ο ζητιάνος του Ανδρέα Καρκαβίτσα – ο οποίος ζητιάνος έχει, παρεμπιπτόντως, άδικο. Δεν είναι πιο αποδοτικό το να ζητιανεύεις. Πιο αποδοτικό είναι να εργάζεσαι μέσα σε ένα ορθλογικό πλαίσιο κοινωνικών κανόνων (για όσο και ό,που η εργασία είναι απαραίτητη).
Και αυτήν την δυσκολία, η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο νομίζουμε, συνήθως, δεν πρέπει να την ξεχνάμε και πρέπει να την συνυπολογίζουμε, όταν θέλουμε να σκεπτόμεθα τα ευρύτερα προβλήματα της τοπικής κοινωνίας μας, αλλά και ευρύτερα του πλανητη στον οποίο ζούμε.
(Κάποια πράγματα πήρα από παλαιότερα άθρα μου σε μια επική συζήτηση – που πάμπολλες φορές χακεύτηκε από τους διευθύνοντες του FORUM στο οποίο έγινε, λόγω της ανεπιθύμητης (γι’ αυτούς) τροπής που πήρε -, για τον Κορνήλιο Καστοριάδη στο τροτσκιστικό “ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ”. Όσοι έχετε την υπομονή δείτε το θέμα : “Κορνήλιος Καστοριάδης : Ένας απολογισμός, μια ερμηνεία” http://www.politikokafeneio.com/Forum/viewtopic.php?t=17364&postdays=0&postorder=asc&start=350 , όπως αυτό έχει διασωθεί – πετσοκομμένο είναι η αλήθεια)….
ΔΙΟΡΘΩΣΗ :
Στο προηγούμενο κλείνω, εσφαλμένα, την 5η παράγραφο : “όταν δηλαδή η ιδεολογία (νοουμένη πάντοτε, ως ανθρώπινη ψευδής συνείδηση)”.
Το ορθόν είναι : “είναι δηλαδή η ιδεολογία (νοουμένη πάντοτε, ως ανθρώπινη ψευδής συνείδηση)”.
«Γεωργάνας» καὶ πάλιν κύριε Ἀναστασόπουλε.
Πῶς θέλετε νὰ άπαντήσω σὲ «σχόλιο» 4384 (τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων ὀγδοήκοντα τεσσάρων) λέξεων, ὅταν σᾶς γεμίζουν τόσο τὰ γραφόμενά σας ὥστε δὲν προσέχετε οὔτε τὸ ὄνομα τοῦ ἀνταποκριτοῦ σας ;
Νὰ ξαναβλέπατε τὸν Μάλθους ; Δὲν πολυθυμᾶμαι, ἀλλὰ νομίζω ὅτι τὴν ὅλη ἐπιχειρηματολογία του τὴν ἀνέπτυξε γιὰ νὰ αντικρούσει τὶς ἀνοησίες περί ἐλευθέρου ἔρωτος καὶ κοινοκτημοσύνης τῶν ἐρωτικῶν συντρόφων καὶ τῶν παιδιῶν καὶ ἄλλα τοιαῦτα φαιδρότατα τῆς ἐποχῆς τοῦ αὐτοαποκαλουμένου ὀρθολογισμοῦ. Εἶναι νὰ θλίβεται κανεὶς ἀπὸ τὴν ἐφηβικὴ ἠλιθιότητα τῶν ὀνειρώξεων αὐτῶν ποὺ ἐπεβλήθησαν καὶ ὡς πολιτικὴ θεωρία. Τὰ συντάγματά μας εἶναι γεμᾶτα άπὸ τὶς ἀνοησίες αὐτές. Κάτι ξέρουν οἱ Βρετανοὶ καὶ δὲν βάζουν πέννα στὸ χαρτὶ νὰ γράψουν σύνταγμα.
Ορθόν : Γεωργάνας, λοιπόν και όχι Γεωργανάς, αγαπητέ κύριε Γεωργάνα.
Ως ιερωμένος, προφανώς, ο πατήρ Ρόμπερτ Τόμας (Μάλθους) ήταν κατά του ελεύθερου έρωτα κλπ.
Αλλά, ως οικονομολόγος (γιατί ήταν και οικονομολόγος και μάλιστα λαμπρότατος, παρά τα σφάλματά του – άλλωστε, όσα έχει ισχυρισθεί στο δοκίμιο για τον πληθυσμό ισχύουν περίπου πλήρως σε εκτεταμένα τμήματα του σημερινού τρίτου κόσμου και οι θεωρίες του, οι οποίες υπεκατέστησαν την μαρξιστική θεωρία, βοήθησαν το Κ. Κ. Κίνας του Μάο Τσετουνγκ και των επιγόνων του στην Κίνα, για την αντιμετώπιση του προβλήματος και την εκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας στην χώρα, με την επίτευξη της πρωτογενούς συσσώρευσης του κεφάλαιου, μια διαδικασία, η οποία σκόνταφτε, έως την δεκαετία του ’50, στον υπερπληθυσμό) ήταν ορθολογιστής, ως προτεστάντης που ήταν.
Ο Μάλθους υπήρξε το τυπικό παράδειγμα εκφραστή της ιστορικά ορθολογικοποιούμενης – ορθότερον : εξορθολογισμένης – προτεσταντικής φύσης του καπιταλισμού, έτσι όπως αυτός εκφράστηκε στην Βρετανία και την λοιπή βόρεια Ευρώπη και μεταλαμπαδεύτηκε στις ΗΠΑ.
Έτσι αντιφατικά κινείται η Ιστορία. Δεν είναι η πρώτη φορά, ούτε θα είναι και η τελευταία.
Φιλικά.
Τάσος Αναστασόπουλος.