3+7 προκλήσεις για το ελληνικό πανεπιστήμιο
Ιαν 10th, 2007 | Βασίλης Βασσάλος| Κατηγορία: Ελλάδα, Παιδεία | Email This Post | Print This Post |του Βασίλη Βασσάλου*
Για να κατανοήσουμε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανώτατη εκπαίδευση, είναι χρήσιμο να δούμε ποιος είναι ο ρόλος και η αποστολή του πανεπιστημίου -που παραμένουν ίδιοι από καταβολής της ανώτερης εκπαίδευσης. Ο ρόλος του πανεπιστημίου είναι διττός και αφορά στη διδασκαλία και στη διεξαγωγή έρευνας. Με άλλα λόγια, ρόλος του είναι η παραγωγή νέας γνώσης και η «καθοδήγηση» των νέων φοιτητών σε μια ευρύτερη, βαθύτερη αλλά και δημιουργικότερη διανοητική κατάσταση. Η απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων, η ανάπτυξη κριτικού πνεύματος, και συλλογιστικών ικανοτήτων, η αναλυτική σκέψη και η αγάπη για την αναζήτηση της γνώσης, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της διδακτικής του αποστολής.
Οι πολιτικοί επιστήμονες βλέπουν σε αυτή την αποστολή ένα χαλαρό κοινωνικό συμβόλαιο. Και ο λόγος είναι απλός. Για να είναι σε θέση το πανεπιστήμιο να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην κοινωνία, το κοινωνικό σύνολο θα πρέπει με τη σειρά του να προσφέρει στα πανεπιστήμια τους πόρους αλλά και την εμπιστοσύνη του. Επομένως, το πανεπιστήμιο και ως εκ τούτου η αποστολή του, (ανεξαρτήτως ιδρυτικού φορέα) ενέχει τον παράγοντας της ευθύνης έναντι της κοινωνίας.
Παραδοσιακά όμως, το πανεπιστήμιο διαδραματίζει δυο ακόμα ρόλους. Η προβληματική που αναπτύσσει, για διάφορα θέματα, οδηγεί στην ανάπτυξη πρωτοποριακών θεωριών ή ιδεών, πολλές φορές αντίθετων των κοινωνικά αποδεκτών. Και εδώ έγκειται ο προνομιακός ρόλος του πανεπιστημίου που καλείται να προσφέρει ασφαλές καταφύγιο σε ιδέες και απόψεις όλων των αποχρώσεων, ακόμα των πλέον ριζοσπαστικών ή αμφιλεγόμενων. Και αυτό είναι το πραγματικό νόημα του ασύλου, που καμιά σχέση δεν έχει με τη σημερινή άθλια κατάσταση, όπου η βία και η απειλή βίας από φασίζουσες μειοψηφίες επικρέμονται της ακαδημαϊκής κοινότητας με την ανοχή της κοινωνίας.
Επιπλέον, ο ρόλος της δημόσιας εκπαίδευσης γενικά, κυρίως της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας, αλλά σε ένα βαθμό και του πανεπιστημίου, είναι να παρέχει ίσες ευκαιρίες προόδου στους πολίτες ανεξάρτητα από τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της αφετηρίας τους.
Σήμερα τα πανεπιστήμια διεθνώς αντιμετωπίζουν πολλές προκλήσεις για να ανταποκριθούν στην αποστολή τους, και το ελληνικό πανεπιστήμιο αντιμετωπίζει πολύ περισσότερες.
Η πρώτη παγκόσμια πρόκληση είναι η μεγάλη και συνεχής αύξηση της ζήτησης για το αγαθό που παρέχει. Διάφοροι λόγοι έχουν καταστήσει ατομικά επιθυμητή και κοινωνικά και ατομικά απαραίτητη την πανεπιστημιακή εκπαίδευση σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό πολιτών – κυρίως νέων, αλλά όχι μόνο. Στις ραγδαία αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας, όπως η Κίνα και η Ινδία, στις τάξεις των αποφοίτων πανεπιστημίου θα προστεθούν τα επόμενα χρόνια πολλά εκατομμύρια πολιτών. Είναι προφανές ότι για κάθε πανεπιστήμιο, με δεδομένους ανθρώπινους και φυσικούς πόρους, υπάρχουν όρια στον αριθμό των ατόμων που μπορεί να δεχτεί χωρίς να υπονομεύεται η ακαδημαϊκή διαδικασία. Στα περισσότερα ελληνικά πανεπιστήμια τα όρια αυτά έχουν ξεπεραστεί προ πολλού. Η πρώτη, σοβαρότατη αλλά όχι η μόνη, απώλεια ήταν το ακαδημαϊκό «κλίμα», το απροσδιόριστο αίσθημα κοινότητας που σου δημιουργεί η είσοδος σε ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα για πρώτη φορά, είτε ως φοιτητής είτε ως καθηγητής. Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν το προσφέρουν αυτό στους φοιτητές τους εδώ και πολλά χρόνια..[1]
Η δεύτερη πρόκληση έρχεται από τις αυξημένες απαιτήσεις ορισμένων κοινωνιών για απευθείας συνεισφορά των πανεπιστημίων στην οικονομική ανάπτυξη, για παραγωγή νέας γνώσης με άμεσα, ή σχεδόν άμεσα, οικονομικά αποτελέσματα. Η απαίτηση για άμεση συνεισφορά κάθε (ή σχεδόν κάθε) κομματιού επιστημονικής έρευνας στην οικονομική ανάπτυξη «μεταφράζεται» σε αλλαγή των όρων του κοινωνικού συμβολαίου με το πανεπιστήμιο. Μεταφράζεται επίσης στην παράβλεψη του γεγονότος ότι η κύρια διασύνδεση του πανεπιστημίου με την οικονομική δραστηριότητα είναι η συνεχής διοχέτευση ικανών και κατάλληλα εφοδιασμένων ανθρώπων στην κοινωνία. Άποψη η οποία εκφράζεται σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Τα πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν την πρόκληση της διαρκώς αυξανόμενης γνώσης – πρόκληση που είναι και αποτέλεσμα της επιτυχίας τους. Τι πρέπει να μάθει από τον ολοένα αυξανόμενο όγκο γνώσης ο νέος φοιτητής; Ποιο πρέπει να είναι το ανθρωπιστικό και το επιστημονικό του υπόβαθρο; Πόσο εξειδικευμένο πρέπει να είναι; Σε αυτές τις ερωτήσεις προσπαθούν τα πανεπιστήμια παγκοσμίως να δώσουν απάντηση.
Δυστυχώς, στην Ελλάδα εκτός από αυτές τις μεγάλες και ευπρόσδεκτες – ας ελπίσουμε – προκλήσεις το πανεπιστήμιο αντιμετωπίζει και μια σειρά άλλες, αποτέλεσμα της ατελούς ανάπτυξης μιας φιλελεύθερης κοινωνίας.
Πρώτον, το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον δεν ευνοεί την κριτική σκέψη, την αμφιβολία, την αμφισβήτηση και την αναζήτηση. Έτσι, δεν κοιτά προς τα πανεπιστήμια για τις νέες ιδέες που θα ανανεώσουν και θα ταρακουνήσουν την κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα. Συναφές με αυτό είναι ότι η κοινωνία μας επιδεικνύει τις τελευταίες δεκαετίες απέχθεια για το ρίσκο, βλέπει κινδύνους και όχι ευκαιρίες σε κάθε τι νέο. Όλα αυτά διαμορφώνουν ένα περιβάλλον αρνητικό για την αποδοχή του πανεπιστημίου από την κοινωνία – αποδοχή απαραίτητη για την ουσιαστική εκπλήρωση της αποστολής του. Επιπλέον, ο δεύτερος πυλώνας της πανεπιστημιακής αποστολής, η έρευνα, αυτόνομα ιδωμένος, έχει ακόμα χαμηλότερη κοινωνική αποδοχή. Δεν προκαλεί το κοινωνικό ενδιαφέρον, ούτε το ενδιαφέρον των αρμοδίων εντολοδόχων της κοινωνίας, των κυβερνήσεων και του ΥΠΕΠΘ. Αποκύημα αυτής της κατάστασης είναι η τραγική υποχρηματοδότηση της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας.
Δεύτερον, το περιεχόμενο του συμβολαίου κοινωνίας-πανεπιστημίου έχει σημαντικά παραφθαρεί: οι απαιτήσεις της κοινωνίας αλλού έχουν κατέβει επικίνδυνα (πχ απαίτηση για ανάπτυξη καλλιέργειας, κριτικής σκέψης, αγάπης για τη γνώση) και αλλού έχουν παραστρατήσει (το πανεπιστήμιο ως μηχανή παραγωγής πιστοποιητικών για το ΑΣΕΠ ή ως τόπος απλής πιστοποίησης ποιος ξέρει πως αποκτηθείσας γνώσης.)
Τρίτον, το πανεπιστήμιο έχει να αντιμετωπίσει την ανορθολογική αντίληψη περί ελληνικής ιδιαιτερότητας, την πεποίθηση ότι η Ελλάδα, μόνη μεταξύ των ανεπτυγμένων κρατών, είναι «ειδική περίπτωση» — γι’ αυτό προφανείς λύσεις σε παλιά προβλήματα δεν μπορούν να εφαρμοστούν στη χώρα μας! Ο οικουμενικός χαρακτήρας και αποστολή της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης σημαίνει ότι τα πανεπιστήμια στην Κίνα, τη Σουηδία και στην Ελλάδα μπορούν και πρέπει να διδαχθούν το ένα από το άλλο.
Τέταρτον, στη χώρα μας δυστυχώς δεν έχουν ριζώσει ακόμα οι αρχές μιας φιλελεύθερης κοινωνίας, με πρώτη αρχή την κοινωνία των νόμων. Ο Νόμος δεν αντιμετωπίζεται ως εξασφάλιση της ελευθερίας μας αλλά ως κάτι έξω από μας, που μας περιορίζει αυθαίρετα, και έχουμε το δικαίωμα, και ενίοτε την υποχρέωση, να τον παραβιάζουμε ανάλογα με το ατομικό μας συμφέρον. «Πακέτο» με αυτή την ατμόσφαιρα διάχυτης ανομίας πάει και η έλλειψη παράδοσης κριτικού ελέγχου, που οδήγησε εύκολα την τελευταία εικοσαετία στην απαξίωση σχεδόν κάθε έννοιας αξιολόγησης, και στην άρνηση ακόμα και της δυνατότητας για αμερόληπτη κρίση. Η αξιολόγηση, αντί να αντιμετωπίζεται ως ατομική και συλλογική ευθύνη που σκοπεύει στην ατομική και συλλογική βελτίωση, ελλεεινολογείται, υπονομεύεται και εν τέλει μεταφέρεται ως αρμοδιότητα μονίμως σε … κάποιον άλλον. Το αποτέλεσμα: Η αποποίηση ευθυνών σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο έχει γίνει το αγαπημένο μας σπορ και, ελλείψει ελέγχου, η αίσθηση του καθήκοντος έχει ατονήσει. Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας αντιμετώπισης στη λειτουργία των πανεπιστημίων και των οργάνων τους είναι φαντάζομαι προφανείς.
Πέμπτο: Αποτέλεσμα αλλά και αιτία της έλλειψης παράδοσης κριτικού ελέγχου είναι η γενικευμένη καχυποψία, η συγκρουσιακή διάθεση και η έλλειψη καλής θέλησης, οι επιδεικνύοντες την οποία χαρακτηρίζονται συνήθως κορόιδα. Στο χώρο του πανεπιστημίου, η γενικευμένη καχυποψία έχει οδηγήσει στο ξέφτισμα των δεσμών μεταξύ των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας.[2] Ο φοιτητής π.χ. δίνει στον καθηγητή το δικαίωμα να τον διδάξει – μπορεί και πρέπει να αντιμετωπίζει με κριτικό πνεύμα το αντικείμενο της διδασκαλίας, αλλά δεν μπορεί να αντιμετωπίζει με καχυποψία το διδάσκοντα, και να περιμένει να δώσει καρπούς η διαδικασία. Αν ο φοιτητής φοβάται ότι ο καθηγητής «του την έχει στημένη», είτε για να τον αποβλακώσει και να τον μετατρέψει σε «υποχείριο των πολυεθνικών», είτε, πιο πεζά, για να του στερήσει το πτυχίο του, αν ο καθηγητής φοβάται ότι ο φοιτητής μπορεί να τον προπηλακίσει ή να τον εμποδίσει να πάει στο γραφείο του, δεν είναι δυνατόν να εκτελέσει το πανεπιστήμιο την αποστολή του.
Μια κοινωνία με τα παραπάνω χαρακτηριστικά φυσικά δεν εμπνέει εμπιστοσύνη. Δεν μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος ότι θα μπορέσεις με τις δικές σου δυνάμεις να προοδεύσεις. Χρειαζόμαστε λοιπόν συμμάχους και οδηγούς – το κόμμα μας. Η κομματοκρατία δημιουργεί τις πλέον αρνητικές συνθήκες λειτουργίας μέσα στα πανεπιστήμια, καθώς εμποδίζει την καλλιέργεια ενιαίας πανεπιστημιακής κοινότητας που πρέπει να συνδιαλέγεται και να συζεί με βάση τις ακαδημαϊκές αναζητήσεις – και αποτελεί την έκτη πρόκληση που αντιμετωπίζει το ελληνικό πανεπιστήμιο.
Η τελευταία πρόκληση για τα πανεπιστήμιά μας είναι η αντιμετώπιση του κράτους «πατερούλη». Η νομοθετική εξουσία έχει προικίσει το πανεπιστήμιο με ένα θεσμικό πλαίσιο-ζουρλομανδύα. Η εκτελεστική εξουσία, ερμηνεύοντας κατά το δοκούν την ευθύνη του πανεπιστημίου να υπόκειται σε κοινωνικό έλεγχο και λογοδοσία, ασκεί ασφυκτικό ισοπεδωτικό κεντρικό έλεγχο σε κάθε πτυχή της λειτουργίας του πανεπιστημίου – έλεγχο που ισοδυναμεί με (ανίκανη) συν-διοίκηση (και συχνά νέτη σκέτη ανίκανη διοίκηση: π.χ. ο «άνωθεν» αυθαίρετος καθορισμός των εισακτέων).
Η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ είχε πει σε μια εκδήλωση στη Νομική Σχολή το 2004 ότι καθένας έχει το πανεπιστήμιο που του ταιριάζει και το πανεπιστήμιο που του αξίζει. Το ελληνικό πανεπιστήμιο πρέπει να επιτελέσει την αποστολή του αντιμετωπίζοντας όλες αυτές τις προκλήσεις – και πάλι καλά πάει![3] Θα κάνει ποιοτικό άλμα το 2007, ή το 2008; Αν συνεχίσει στο ίδιο περιβάλλον, θα είναι θαύμα αν δεν συνεχίσει να χάνει έδαφος στην εκτέλεση της αποστολής του.
Του χρόνου ελπίζω να προσπαθήσουμε σκληρότερα για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικότερα τις «εσωτερικής φύσεως» προκλήσεις: Την καχυποψία μεταξύ των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας, την ιδιοτέλεια ή την αδιαφορία που υποκαθιστά το καθήκον, την έλλειψη πνεύματος κριτικού ελέγχου και αξιολόγησης ως μέσου βελτίωσης, την κομματοκρατία (υπάρχουν τρόποι να την αντιμετωπίσουμε και με το υπάρχον νομικό πλαίσιο), τη γενικευμένη ανομία, τον ανορθολογισμό της «ελληνικής ιδιαιτερότητας». Η αντιμετώπισή τους θα δώσει συνολικά ώθηση προς τα μπρος και θα μας επιτρέψει να εστιαστούμε στις παγκόσμιες προκλήσεις. Η ανοιχτή συζήτηση των θεμάτων της ανώτατης εκπαίδευσης πρέπει φυσικά να συνεχιστεί. Ελπίζω να περιοριστεί κι άλλο η αυτολογοκρισία και ο φόβος να θιγούν ιερές αγελάδες — δε συνάδουν με το ρόλο του πανεπιστημιακού δασκάλου.
Για τα υπόλοιπα, που εναπόκεινται σε εξωπανεπιστημιακούς παράγοντες: τα όποια μέτρα ληφθούν το 2007 θα είναι τόσο πιο χρήσιμα όσο πιο γρήγορα δώσουν ορατά θετικά αποτελέσματα στην πανεπιστημιακή κοινότητα και την κοινωνία, και όσο καλύτερα και ειλικρινέστερα αιτιολογηθούν με γνώμονα την εκτέλεση της αποστολής του πανεπιστημίου. Σε αυτή την περίπτωση, θα συνεισφέρουν στην αλλαγή νοοτροπίας και αντιμετώπισης για την ανώτατη εκπαίδευση, αλλαγή που έχει ήδη αρχίσει.
Καλή χρονιά!
—————————————————————————–
Δημοσιεύτηκε στο τεύχος “Η Ελλάδα το 2007” που κυκλοφόρησε μαζι με την ελληνική μετάφραση του World in 2007 του Economist από την Καθημερινή
* Ο κ. Βασίλης Βασσάλος είναι Επίκουρος Καθηγητής Πληροφορικής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Υποσημειώσεις:
[1] – Φοιτητής μου που επέστρεψε πριν λίγα χρόνια από το Πανεπιστήμιο της Νίκαιας στη Γαλλία, όπου είχε πάει με πρόγραμμα ανταλλαγής, όταν τον ρώτησα πως του φάνηκε, μου απάντησε «πολύ ωραία ήταν, δεν ήταν σαν πανεπιστήμιο». Τόσο έχουμε ξεφύγει…
[2] – Με το ελληνικό μοντέλο του συνδικαλίζεσθαι, π.χ., πώς να εφαρμοστεί το σκανδιναβικό μοντέλο ανάπτυξης ή το φιλανδικό μοντέλο λειτουργίας της ανώτατης εκπαίδευσης;
[3] – Αυτό δεν σημαίνει έλλειψη ευθύνης των πανεπιστημιακών, και των φοιτητών: κάποιες από τις προκλήσεις τις δημιουργούν μόνοι τους…
Ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα των πανεπιστημίων, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας γενικότερα.
Πολύ σωστά όλα. Έχουμε πολύ κουπί μπροστά μας. Πολλοί αξιόλογοι πανεπιστημιακοί βλέπουν τα στραβά, απελπίζονται, και αποσύρονται, κλείνονται στο καβούκι τους. Αν κανείς δεν είναι διατεθειμένος να δώσει μάχη, πώς θα αλλάξουν τα πράγματα; Για αυτό κύριε Βασσάλο συνεχίστε εσείς να τα λέτε, να τα λέμε και μεις, και που ξέρεις, σιγά σιγά κάτι μπορεί να γίνει.
Μακάρι και τα ελληνικά πανεπιστήμια να προσπαθούσαν να δώσουν απάντηση στις παραπάνω ερωτήσεις…
Πόσο άνετα μπορεί κάποιος να εκφέρει ίσως μία ‘δογματική-διαφορετική’ άποψη μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα (ακραίος κοματισμός-καφρίλα-βολευμα); Οταν η ΔΑΠ (ΤΕΙ ΛΑΡΙΣΣΑΣ) και η ΠΑΣΠ φαίνεται να είναι ενάντια στις αλλαγές, τότε υπάρχει μεγάλη σαπίλα εκει μέσα και θα είναι δύσκολο να φύγει.
Με όλον τον σεβασμό, πώς οι καθηγητές θέλουν να τους έχουν εμπιστοσύνη οι φοιτητές και η κοινωνία όταν τα γραπτά των καθηγητών, και μάλιστα καθηγητών πανεπιστημίου, περιέχουν χτυπητά ορθογραφικά λάθη : «ειδωμένος» αντί «ιδωμένος», «μοντέλο του συνδικαλίζεσθε» αντί «μοντέλο του συνδικαλίζεσθαι» «ελλεεινολογείται» αντί «ελεινολογείται».
Αμ’ εκείνο με την «έλλειψη καλής θέλησης, οι επιδεικνύοντες την οποία», προφανώς την έλλειψη, «χαρακτηρίζονται συνήθως κορόιδα» ; Κατά κυριολεξίαν, ο συγγραφέας άλλο θέλει να ‘πει και άλλο λέει.
Θα έκανε ποτέ τέτοια λάθη καθηγητής της εποχής της καθηγητικής τυραννίας ; Της εποχής που οι βοηθοί των καθηγητών έπαιρναν τα παλτά από τα χέρια των καθηγητών και τους ξεσκόνιζαν τα καπέλλα ;
Για να μην αυταπατώμεθα : Η εκπαίδευση είναι διαδικασία πλύσεως εγκεφάλου, τυραννική. Δεν σηκώνει δημοκρατία και διάλογο. Οι δάσκαλοι πρέπει να ξεχωρίζουν την αλήθεια από το ψέμμα, αυτή είναι η δουλειά τους. Οι προτάσεις που εξετάζουν μπορεί να είναι αληθείς ή ψευδείς, όπως λέει η πρώτη-πρώτη πρόταση σε κάθε βιβλίο λογικής. Τίποτε ενδιάμεσο δεν είναι αποδεκτό. Όσες ψήφους και να έχει στην γενική συνέλευση του τομέα μια παράταξη, δεν μπορεί να ψηφίσει να μην διδαχθεί ο νόμος της βαρύτητος. Βέβαια, στο Ελληνικό πανεπιστήμιο το μπορεί !
Και μετά περιμένουμε εμπιστοσύνη και καλή θέληση …
κ. Γεωργάνα,
Για το συνδικαλίζεσθαι και το ιδωμένος έχετε δίκιο — το ιδωμένο το εντόπισα κι εγώ αφού το έστειλα στο τεύχος, ήλπιζα να το πιάσει ο editor αλλά ατύχησα (και μετά ξέχασα να το διορθώσω όταν έστειλα το κείμενο στο rooster.) Παρακαλώ λοιπόν, προκειμένου να μη χάσουν την εμπιστοσύνη τους στην ανώτατη εκπαίδευση οι φοιτητές (!), το e-rooster να τα διορθώσει.
Για το ελεεινολογείται κάνετε λάθος. Για το “έλλειψη καλής θέλησης” νομίζω ότι είστε υπερβολικός, είναι σαφέστατη η έννοια. Για το επίπεδο των καθηγητών το πάλαι ποτέ δυστυχώς δεν μπορώ να μιλήσω λόγω έλλειψης εμπειρίας.
H σύνδεση που κάνετε είναι εντελώς υπερβολική, και άδικη για όλους τους εμπλεκόμενους, η δε θέση σας για την (ανώτατη! ) εκπαίδευση όχι σύμφωνη με τις αντιλήψεις της παγκόσμιας εκπαιδευτικής κοινότητας.
Κ. Γεωργάνα,
συγγνώμη για το λάθος στον τονισμό του ονόματός σας.
Για τους διαχειριστές, αν είναι εύκολο: μετά το θαυμαστικό (!) πρέπει να μπει ένα κόμμα.
Μετά τιμής
ΔΕΝ ΜΕ νοιαζει το αν θα γραφτει σωστα το “υπολογιστης για ολα τα παιδια”, αν μπουν σωστα οι τονοι ή ότι αλλο.Με νοιαζει το αποτελεσμα και αυτο εμαθα στο πανεπιστημιο. Και το αποτελεσμα οσο αφορα την ερευνα και αναπτυξη ειναι ενα μηδεν. Τι να το κανω αν γραφει αριστα την ελληνικην γλωσσα ο αβγ καθηγητης. Με νοιαζει τι ερευνα κανει και τι λεει στους μαθητες του.
Και εμένα το αποτέλεσμα με νοιάζει !
Δεχόμαστε ότι η εκπαίδευση είναι τυραννία και πλύση εγκεφάλου ;
Αν ναι, τότε η διοίκηση των πανεπιστημίων πρέπει να υποταχθεί στην τυραννία του ορθού λόγου. Οι πιο επιμελείς (και στην ορθογραφία τους) θα αποφασίζουν και οι λιγώτερο επιμελείς θα εκτελούν. Τόσο δημοκρατικά !
Τώρα για την έρευνα και την πρόοδο, ας μας προβληματίσει το παράδειγμα του Bill Gates που ανήκει στην μακρά σειρά καινοτόμων πνευμάτων που άνθησαν μακράν των πανεπιστημίων. Αλλά και ο Μαρξ, αν εκλεγόταν πανεπιστημιακός καθηγητής, δεν θα έγραφε ποτέ αυτά που τελικώς έγραψε.
Λίγα ακόμη ενδεικτικά της μικρονοίας των πανεπιστημίων, Ελληνικών και ξένων :
Δεν μπορείς να πάρεις πτυχίο οικονομικών επιστημών από την Οξφόρδη. Το πλησιέστερο είναι Philosophy, Politics and Economics. Πιθανώτατα γιατί ο γενάρχης της πολιτικής οικονομίας, ο Άνταμ Σμιθ, κακολόγησε την Οξφόρδη του καιρού του. Με το δίκιο του, αφού ο Σκωτικός Διαφωτισμός την είχε επισκιάσει εντελώς.
Τελικώς το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι «Οικονομικό», ή Παν-επιστήμιο, δηλαδή θεραπεύει όλες τις επιστήμες ; Και πώς τόσες εκατοντάδες διδάξαντες και διδάσκοντες σ’ αυτό δεν ενοχλήθηκαν και δεν ενοχλούνται από το κραυγαλέο οξύμωρο ; Πολύ απλά η πάλαι ποτέ Ανωτάτη Εμπορική έχει ακόμα σύμπλεγμα κατωτερότητος διότι διετέλεσε σχολή τριετούς φοιτήσεως και, συνεπώς, όχι απολύτως ισοδύναμη με πανεπιστήμιο. Από τέτοιο σύμπλεγμα μικρομεσαίου ακαδημαϊσμού δεν μπορούμε να περιμένουμε ούτε εκπαίδευση ούτε έρευνα.
Κύριε Γεωργάνα, με το συμπάθειο, αλλά τα σχόλιά σας είναι ατυχή και εκτός θέματος. Αν έχετε αμφιβολίες για τις ακαδημαϊκές ικανότητες του κου Βασσάλου μπορείτε να διαβάσετε το υπερπλήρες curriculum vitae et studiorum του που- μεταξύ μας- φτάνει και περισσεύει για να προκηρύξετε αν θέλετε άλλες 2-3 θέσεις λεκτόρων σε κουμπάρους!
Με άλλα λόγια, προτιμώ ο κος Βασσάλος να μην κάνει λάθη όταν γράφει τον κώδικά του για mission-critical databases, κι ας κάνει όσα ορθογραφικά θέλει… κι εγώ έχω στείλει κείμενα στον Κόκκορα και δεν τα έπιασε ο δεύτερος ορθογραφικός έλεγχος, δεν χάθηκε ο κόσμος. Γιατί δεν κάνετε σχόλια επί της ουσίας;
Όσο για τους καθηγητάδες άλλων εποχών (της ηρωικής έδρας): η σύγκριση είναι ανούσια. Ευτυχώς οι εποχές τυπολατρίας και φλεγματισμού έφυγαν ανεπιστρεπτί.
Καθόλου δεν αμφιβάλλω για τις ικανότητες του κυρίου Βασσάλου. Αλλά εδώ συμμετέχει σε δημόσια, όχι σε ακαδημαϊκή συζήτηση. Πρέπει, λοιπόν, να πείσει ένα ευρύτερο ακροατήριο: Τους φορολογουμένους που, τελικώς, επωμίζονται το κόστος της δημοσίας εκπαιδεύσεως. Αν αυτό συνεπάγεται να φορέσουν τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητος ωραίες γραβάτες ή να προσλάβουν συμβούλους δημοσίων σχέσεων και επικοινωνίας, όπως κάνουν όλοι όσοι ελπίζουν να αποζήσουν εκ του δημοσίου κορβανά, ας το κάνουν. Διότι η εικόνα που έχουν, πέραν της ουσίας, είναι κακή, όπως ορθώτατα διαγιγνώσκει και ο κύριος Βασσάλος, και γίνεται καθημερινά χειρότερη.
Για τρίτη φορά, έρχομαι σ’εκείνα που θεωρώ ουσία :
Πρώτον, είναι λάθος ο λεγόμενος εκδημοκρατισμός της γνώσεως και της εκπαιδεύσεως. Η επιστήμη είναι ασύμβατη με τον συμβιβασμό που είναι τα αναγκαστικό αποτέλεσμα κάθε δημοκρατικής διαδικασίας. Μπορούμε να έχουμε είτε πραγματικά πανεπιστήμια, είτε δημοκρατία σε οιονεί πανεπιστήμια. Και τα δυο δεν γίνεται.
Δεύτερον, η καινοτομία δεν μπορεί να θεσμοθετηθεί. Μπορούμε να συμπληρώνουμε τις γλίσχρες αμοιβές των πανεπιστημιακών με ερευνητικές, επονομαζόμενες, χορηγίες, αλλά δεν πρέπει να περιμένουμε πραγματικό ερευνητικό αποτέλεσμα. Καλές δημόσιες σχέσεις θα έχουμε, έργο δεν θα έχουμε.
Μου ακούγεστε ως νοσταλγός των «ωραίων εποχών» της ακαδημαϊκής έδρας που ένας Τακτικός όριζε τις τύχες μιας ολόκληρης ομάδας ερευνητών, φοιτητών, αλλά και ενός γνωστικού αντικειμένου (ή φευ, κλάδου!) σ’ένα ίδρυμα. Καλώς ή κακώς οι ημέρες της Έδρας έχουν περάσει, κε Γεωργάνα, και μόνο το κεφάλι σας σπάτε αναπολώντας τες.
Δεν ξέρω τι επαφή έχετε με σύγχρονα ερευνητικά γκρουπ και γνωστικά αντικείμενα, αλλά πλέον η έρευνα και διδασκαλία γίνεται σε πολύ πιο διαδραστική βάση όπου ο τέως «Τακτικός» (Καθηγητής Α’) παίζει το ρόλο του οργανωτή και primus inter pares και όχι κάποιας εκθειασμένης αυθεντίας. Ακόμα και στη Γερμανία η πάλαι ποτέ κραταιά Lehrstuhl δεν έχει πλέον τη δύναμη που είχε κάποτε.
Φυσικά, σε άλλες εποχές οι καθηγητές είχαν και περισσότερο χρόνο ν’ακονίζουν την ορθογραφία τους καθότι η ύλη για βιβλιογραφική ενημέρωση ήταν σαφώς μικρότερη και ο χρόνος για προσωπική έρευνα και μελέτη σαφώς περισσότερος.
Αν καινοτομία σημαίνει επενδύω στις θετικές αλλαγές και κλείνω τη «βρύση των εξόδων» στις αρνητικές, τότε εύκολα θεσμοθετείται μέσω της αξιολόγησης και της αντικειμενοποίησης-ποσοστοποίησης των αποτελεσμάτων.
Οι πανεπιστημιακοί στην Ελλάδα μια χαρά χρήματα παίρνουν αναλογικά με το υποχρεωτικό θεσμοθετημένο έργο που καλούνται να επιτελέσουν. Οι άμεσες επενδύσεις (χορηγίες, ερευνητικά δάνεια, κλπ) αυτό που θα κάνουν είναι να τους βοηθήσουν να γλιτώσουν απ’την γραφειοκρατία του πανεπιστημίου ως προς την επιχορήγηση ενός έργου.
—
ΥΓ. Για να ονομαστεί κάποιο ίδρυμα πανεπιστήμιο φτάνει να θεραπεύει διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα, κατά κανόνα συνδυασμό θετικών-τεχνικών και θεωρητικών-ανθρωπιστικών. Στο Μεσαίωνα το πρότυπο των πανεπιστημίων είχε 4 σχολές: φυσικομαθηματική, ιατρική, νομική, θεολογική.
Σίγουρα το ΟΠΑ δεν αντιμετωπίζει τόσο διαφορετικούς κλάδους, αλλά ίσως αυτή η ονομασία να επιλέχθηκε ακριβώς για να δείξει τη μελλοντική κατεύθυνση ανάπτυξης, έστω και μακροπρόθεσμα.
Λέει ο κ. Μιχαηλίδης, μεταξύ άλλων:
“Οι πανεπιστημιακοί στην Ελλάδα μια χαρά χρήματα παίρνουν αναλογικά με το υποχρεωτικό θεσμοθετημένο έργο που καλούνται να επιτελέσουν.”
Το θεσμοθετημένο, με τον τρόπο που φαίνεται να το εννοείτε, έργο των πανεπιστημιακών, είναι ίδιο και στις ΗΠΑ, στην Αγγλία δε είναι σε κάποιες περιπτώσεις μικρότερο (λιγότερες ώρες διαλέξεων το εξάμηνο). Αν πληρώνονται με την ώρα “θεσμοθετημένης εργασίας” οι πανεπιστημιακοί, δεν θα πρέπει να θεωρείται παράξενο αν παράγουν και το αντίστοιχο έργο. Το παράξενο είναι ότι υπάρχουν πολλοί που παράγουν έργο δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με την αμοιβή τους — η κοινωνία με λίγα λόγια εκμεταλλεύεται το “ψώνιο” τους, και τους κάνει τη χάρη να δουλεύουν χωρίς να αμείβονται. Αυτή η κατάσταση βέβαια δεν μπορεί να δώσει μια γενική ώθηση στα πανεπιστήμια. Η υποχρηματοδότηση (και σε μισθούς και σε υποδομές) είναι βασικό πρόβλημα.
Όσον αφορά τις ενισχυτικές αμοιβές με βάση την απόδοση που συχνά προβάλλονται ως λύση στο πρόβλημα των χαμηλών μισθών: Προφανώς η πλήρης ομοιομορφία στις αμοιβές είναι ανασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη των πανεπιστημίων. Οι ενισχυτικές αμοιβές όμως θα έχουν ουσιαστικό θετικό αποτέλεσμα μόνο όταν η βασική αμοιβή γίνει αντίστοιχη του ζητούμενου έργου. Η ικανοποίηση των κοινωνικών απαιτήσεων από το μέλος ΔΕΠ πρέπει να έχει οδηγεί σε ανάλογη με τη σημασία και το μέγεθος της συνεισφοράς αμοιβή, αν θέλουμε να υπάρχει ικανοποίηση από την εργασία αυτή και συνολικά καλό αποτέλεσμα. Αν βέβαια οι κοινωνικές απαιτήσεις είναι χαμηλές, και η αξιολόγηση της σημασίας και του μεγέθους της συνεισφοράς είναι χαμηλές, χαμηλοί θα είναι οι μισθοί, με όλα τα συνεπαγόμενα αποτελέσματα.
Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια!
Τα καλά τα λόγια γιατί τα αξίζετε, κε Βασσάλο. 🙂
Το ζήτημα όμως είναι αλλού: είναι χαμηλοί οι μισθοί των πανεπιστημιακών σε σχέση με πού; Με τις ΗΠΑ, με τη Βρετανία, με την Ιταλία; Πρέπει λίγο να βάλουμε τα μισθολογικά σε κλίμακα με το κόστος ζωής μιας χώρας αλλά και την οικονομική της ισχύ.
Οι μισθοί δεν είναι χαμηλότεροι μόνο για τους πανεπιστημιακούς, αλλά για όλους τους κλάδους. Αυτά μπορεί να πληρώσει η Ελλάδα, αυτά πληρώνει. Επίσης, όσο δεν υπάρχουν αποτελέσματα αξιολόγησης θεωρώ επικίνδυνη οποιαδήποτε αύξηση μισθών (που αργότερα θεωρείται κεκτημένη και δεν ανακαλείται)…
Τέλος, πόσοι υπάρχουν που κάθονται απλήρωτοι «για το ψώνιο» πέρα απ’τις ελάχιστες ώρες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους; Το παράδειγμα του ΕΛΙΑΜΕΠ το είχατε διαβάσει; Τουλάχιστον στην Ιατρική είναι δεκάδες οι παραπάνω περιπτώσεις.
Είμαι αρκετά μεγάλος σε ηλικία για να θυμάμαι την εποχή που το πανεπιστημιακό πτυχίο δεν ήταν, στα μάτια της αγοράς και της κοινωνίας, κουρελόχαρτο. Αλλά, βέβαια, τότε δεν είχε λόγο ο τύραννος τακτικός καθηγητής να μοιράζει δημοκρατικά πέντε. Ούτε οι βοηθοί του να χάνουν χρόνο από το επιστημινικό τους έργο για να κολακεύουν τους αιωνίους συνδικαλιστές φοιτητές. Ορθολογικώς δρουν οι δάσκαλοι, αφού το επιστημονικό έργο συναξιολογείται και με άλλα μη επιστημονικά κριτήρια.
Και μην νομίζετε ότι ο εκδημοκρατισμός των πανεπιστημιακών διοικητικών δομών δεν έβλαψε και στο εξωτερικό. Στο Harvard ο μέσος βαθμός αυξάνεται συνεχώς τα τελευταία 20 χρόνια με αποτέλεσμα να παίρνουν σήμερα όλοι από λίαν καλώς και πάνω ! Και να βαθμολογούνται σε “μαθήματα” που και η απλή αναγραφή τους σε πρόγραμμα σπουδών άλλοτε θα έφθανε να καταστήσει το πανεπιστήμιο καταγέλαστο. Ο Ισαάκ Νεύτων ποτέ δεν θα εκλεγόταν καθηγητής σε ένα σύγχρονο αμερικανικό πανεπιστήμιο ! Στο Καίμπριτζ, όπου ήταν καθηγητής, δίδασκε πάντοτε σε άδεια αίθουσα ! Οι αξιολογήσεις των φοιτητών του, αν δίδασκε σήμερα, θα ήταν καταδικαστικές. Δεν ήταν αρκετά διασκεδαστικός.
Τώρα, αν η εποχή εκείνη της τυραννίας παρήλθε ανεπιστρεπτί, δεν σημαίνει ότι η διάγνωση είναι λανθασμένη. Απλώς τότε πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ασθένεια των πανεπιστημίων είναι ανίατη. Και ότι, ίσως, μας συμφέρει να προχωρήσουμε και σε ευθανασία.
Το ζήτημα των αμοιβών των πανεπιστημιακών, κύριε Βασσάλο, έχει λυθεί για την κοινωνία και την αγορά. Οι γνώσεις και οι δεξιότητες που παρέχουν τα πανεπιστήμια δεν θεωρούνται από την κοινωνία και την αγορά χρήσιμες. Το πτυχίο θεωρείται χρήσιμο μόνο ως τυπικό προσόν για διορισμό σε αργομισθία στο δημόσιο. Ζητάτε από την κοινωνία να δώσει περισσοτέρους πόρους στα πανεπιστήμια. Πρέπει, πρώτα, να αποδείξετε ότι χειρίζεσθε αποτελεσματικά τους πόρους που ήδη έχετε. Όταν δίνετε πτυχίο στον αγράμματο με το δημοκρατικό πέντε, η υποχρηματοδότηση φταίει ; Όταν οι σύγκλητοι καλύπτουν τους βανδάλους που δρουν μέσα στα πανεπιστήμια, η υποχρηματοδότηση φταίει ; Όταν οι αριστούχοι των πανεπιστημίων (και οι διδάσκοντες) μιλούν και γράφουν «με βαρβαρισμούς δεινούς τα Ελληνικά» (για τις αγγλικούρες ούτε λόγος), η υποχρηματοδότηση φταίει ;
Δεν έπρεπε εσείς, οι διδάσκοντες, να αρνείσθε να δώσετε πτυχίο στους αιωνίους φοιτητές ; Δεν είναι ντροπή να πρέπει η πολιτεία να νομοθετήσει κάτι τόσο προφανές όπως ο χρονικός περιορισμός στην συνολική διάρκεια των σπουδών. Ομολογείτε, δηλαδή, ότι χρειάζεσθε χωροφύλακα (αυτό είναι το κράτος) και δεν έχετε το ηθικό βάρος να κάνετε το σωστό μόνοι σας. Για να κάνετε απεργίες μόνο τα έχετε τα συνδικαλιστικά σας όργανα ; Αν απεργήσετε και εναντίον των αιωνίων φοιτητών, ίσως να πείσετε και την πολιτεία να περιορίσει και τους εισακτέους που σας ζητά να δεχθείτε.
i studied in Greece. Probably the worst decision I ever made. 4 years of my life that should have been spent in another Country where education is respected and the students learn how to THINK and improve. I would like to c the same spirit in Greeks. http://zanat0s.typepad.com
I will give you an example of the quality of the Greek universities and some of its students. I was attending a lecture at my 4th year at the UOM. The teacher started talking inadvertedly about Warren Buffet. He asked the students who knew who Warren buffet was. Noone knew. By the way it was a business class….
http://zanat0s.typepad.com
Είναι αρκετά ενδιαφέρον πως ο κ. Γεωργαντάς τοποθετείται: μέσω επιλεκτικών case studies που φυσικά συμφέρουν την ανάπτυξη του επιχειρήματος του. Ωστόσο κ. Γεωργαντά νομίζω ότι η επιλογή του Νεύτωνα και των κενών εδράνων στα οποιά δίδασκε δεν αποτελούν δικαιολογία για την απαλοιφή της αξιολόγησης της ποιότητας του διδακτικού έργου από τους αποδέκτες του γνωστικού προιόντος, ήτοι τους φοιτητές… Επιπλεόν, ακόμα και σήμερα σε γνωστά πανεπιστήμια της αλλοδαπής πολύ καλοί ερευνητές διατηρούν θέσεις ακόμη και αν δεν είναι οι καλύτεροι δάσκαλοι, και αντιστρόφως. Επομένως οι γενικεύσεις περισσεύουν και αποπροσανατολίζουν. “Άλλες εποχές” κ. Γεωργαντά ήταν αυτό και μόνον: “άλλες εποχές”. Η άκριτη και χωρίς συγκεκριμένα δεδομένα σύγκριση αποτελεί εκ των προτέρων επικίνδυνη πράξη. Τώρα αν εσείς θεωρείτε ότι το πανεπιστήμιο διεθνώς σήμερα είναι σε κρίση (βλ. Harvard example), θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω γιατί για άλλη μια φορά το σχόλιο σας είναι απομονωμένο από τα υπόλοιπα κοινωνικά δεδομένα (“out of context”).
Εκείνο που δεν σχολιάζετε κ. Γεωργαντά είναι η ουσία του θέματος: πρέπει ή δεν πρέπει να γίνουν αλλαγές στο πλαίσιο των προτάσεων του κ. Βασσάλου; Τα υπόλοιπα φοβάμαι πως είναι αφορισμοί που “διυλίζουν τον κώνωπα”…
Απ’ όσο μπορώ να διαβάσω, δεν βλέπω κανέναν κύριο Γεωργαντά να σχολιάζει στο thread αυτό. Συνεπώς, δεν μπορώ να απαντήσω για λογαριασμό του.
Η θέση μου, εμού του Γεωργίου Ιακ. Γεωργάνα, είναι ότι οι θέσεις του κυρίου Βασσάλου δεν θέτουν το ορθό πλαίσιο προβληματισμού για
την μεταρρύθμιση της ανωτάτης εκπαιδεύσεως.
Και τούτο διότι αναθέτουν στο πανεπιστήμιο δύο εκ της φύσεώς των ασύμβατες αποστολές : Την ενστάλλαξη στους νεωτέρους της υπαρχούσης γνώσεως και την δημιουργία νέας. Το πρώτο χρειάζεται πειθαρχία και ιεραρχία, το δεύτερο ελευθερία και ισοτιμία.
Αναγκαστικά τα σχόλια στο blog είναι βραχέα. Δεν ευγενικό να γράφει κανείς κατεβατά με τον μανδύα των σχολίων. Παραπέμπω, λοιπόν τους συναναγνώστες σε μια πολύ πρόσφατη εργασία εδώ :
http://www.mises.org/story/2013
Για όσους προτιμούν την συντομία, αλλά δεν έχουν εμπιστοσύνη στις δικές μου διανοητικές δεξιότητες, ιδού δύο σύντομες περικοπές του Ludwig von Mises για την εκπαίδευση (αποσπάσματα είναι, αποσπασματικά θα είναι, τι να κάνουμε 😉 :
Innovators and creative geniuses cannot be reared in schools. They are precisely the men who defy what the school has taught them.
Education rears disciples, imitators, and routinists, not pioneers of new ideas and creative geniuses. The schools are not nurseries of progress and improvement, but conservatories of tradition and unvarying modes of thought. … The mark of the creative mind is that it defies a part of what it has learned or, at least, adds something new to it.
Για τα καθ’ ημάς δέστε και αυτά τα δύο άρθρα :
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_278073_21/01/2007_212974
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_121354_21/01/2007_212981
Και στις δύο περιπτώσεις, αντίθετα με αυτά που γράφει ο κύριος Βασσάλος οι συγγραφείς βρίσκουν ότι η πηγή του προβλήματος είναι μέσα στα πανεπιστήμια. Εύλογο είναι να αναζητήσουμε εκεί και την λύση του.
.. in “More undergrads playing hooky when the classes go online,” the Chicago Tribune recently noted that the advent of technologies such as podcasting has actually decreased attendance of many classes. This unsurprisingly has caused consternation among some faculty members who have started pulling the material offline in order to restore regular attendance.
Ιδού τι κάνουν οι σύγχρονοι «Νεύτωνες» για να μην διδάσκουν σε άδεια έδρανα !
Κατ’αρχάς κ. Γεωργάνα δεχτείτε μια ειλικρινή συγγνώμη για το λάθος μου στην προσφώνηση σας. Δεν ήταν προσχεδιασμένο απλά συνέβη λόγω του περασμένου της ώρας στον τόπο διαμονής μου όταν έγραφα το σχόλιο μου.
Από εκεί και πέρα κ. Γεωργάνα νομίζω ότι πολύ απλά τα βάζετε όλα μαζί στην ανάλυσή σας και εν μέρει αδικείτε το έργο των πανεπιστημίων και συνάμα και των πανεπιστημιακών. Νομίζω ότι για κάποιο λόγο αναπτύχθηκαν οι μεταπτυχιακές σπουδές κα εν συνεχεία οι διδακτορικές σπουδές σωστά; Επομένως σχετικά νωρίς το πανεπιστήμιο σαν θεσμός επινόησε μηχανισμούς ισορροπίας των αντιθέτων δυνάμεων κατ’εσάς (και πολλούς άλλους). Το ότι στην Ελλάδα αυτό δεν συμβαίνει επιτυχημένα κ. Γεωργάνα δεν είναι θέμα αρχής όμως όπως το παρουσιάζετε… Έχει πολύ πιο πεζές αιτίες που χρήζουν αναφοράς και νομίζω ότι ως προσς αυτή την κατεύθυνση αναφέρθηκε ο κ. Βασσάλος.
Μου άρεσε ωστόσο το απόσπασμα όπως πάντα μου αρέσουν τα φιλοσοφικά σχόλια μεγάλων επιστημόνων και δη οικονομολόγων για τον απλούστατο λόγο του ότι υπάρχουν για να προκαλούν την σκέψη των υπολοίπων (σαν κι εσάς ή εμένα…). Όπως είδατε δεν είπα θεωρητικά γιατί το να χτίσει κανείς νέες σοβαρές θεωρίες απαιτεί κατά την ταπεινή μου άποψη χρονοβόρα διαδικασία με πολύ αυστηρούς (rigorous) μηχανισμούς. Αντίθετα απόψεις όλοι έχουμε και κάποιοι έχουν την φήμη που τους επιτρέπει να τις εκθέτουν πιο μαζικά. Ωστόσο η λογική του αποσπάσματος βασίζεται (και πάλι) σε μια υπόθεση: κάποιος έχει γνώση ουσιαστική και σε βάθος ώστε να μπορεί να αμφισβητεί δημιουργικά (και ίσως και “καταστρεπτικά” a la Schumpeter) κ. Γεωργάνα. Εκεί είναι ο ρόλος της διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο.
Τέλος, ένα ακόμη σημείο: κ. Γεωργάνα, πιστεύω αρκετά στη θεωρία της εξέλιξης και πολλές φορές προσπαθώ να αναλύω καταστάσεις μέσα από αυτή. Έχω λοιπόν την εντύπωση ότι θεσμοί που έχουν αποδείξει στο βάθος του χρόνου (βλ. παραδοσιακή διδασκαλία) την αξία τους δύσκολα ανατρέπονται μέσα από πειραματικές αλλαγές. Η γνώση είναι προιόν και ως προιόν οι πάροχοι της θέλουν να διαφοροποιούνται για να δικαιώνουν την ύπαρξη τους. Έτσι το γεγονός ότι κάποιοι προσπάθησαν με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα να προσφέρουν distant learning δεν έβαλε σε κίνδυνο την παραδοσιακή αξία του face-to-face δασκάλου. Ίσως δεν έχτε την εμπειρία του πανεπιστημιακού δασκάλου και μιλάτε θεωρητικά επί τούτου, αλλά μια συζήτηση με κάποιον από αυτούς τους δασκάλους ίσως σας πείσει για το αντίθετο…
Πράγματι πολύ προκλητικά αυτά που έγραψα και ακόμη προκλητικώτερα αυτά που παρέθεσα. Ο στόχος μου ήταν να κλονίσω τις εύκολες αναλήθειες που κυριαρχούν στην συζήτηση για την εκπαίδευση. Όχι κατ’ ανάγκην να τις ανατρέψω για κάθε έναν συναναγνώστη του μπλογκ. Φυσικά και δεν πιστεύω ότι η έρευνα και η διδασκαλία πρέπει να χωρίσουν τελείως, απλώς πρέπει, πιστεύω, να απομακρυνθούν η μία από την άλλη για το καλό και των δύο. Αντιστοίχως, η διοίκηση στον χώρο της εκπαιδεύσεως πρέπει να γίνει πιο σφικτή και ιεραρχική ενώ στον χώρο της ερεύνης να γίνει ακόμα πιο δημοκρατική και αποκεντρωμένη απ’ οτι είναι σήμερα.
Για τα βιώματά μου τώρα, είχα την καλή τύχη, με την μέριμνα των γονέων μου, να πάω στα καλύτερα σχολεία της Ελλάδος και του κόσμου. Αυτό που απεκόμισα είναι ότι και σ’ αυτά τα καλά σχολεία υπάρχουν λίγοι (ευτυχώς) κακοί δάσκαλοι. Όμως, μπορεί κανείς να πέσει σ’ αυτούς. Συνεπώς, η εκπαίδευση που θέλει να δώσει σ’ όλους μια ελάχιστη κοινή βάση γνώσεως, ίσες, κατά το δυνατόν ευκαιρίες, είναι κι αυτή μια λοτταρία, όπως η υπόλοιπη ζωή. Σκεφθείτε, λοιπόν, τι θα συμβαίνει στα λιγώτερο καλά σχολεία. Αν είναι αλήθεια ότι οι δάσκαλοι γινιούνται και δεν γίνονται, τότε η όλη συλλογιστική μας της εκπαιδεύσεως πάσχει.
[…] 2 χρόνια ευχόμουν για τα πανεπιστήμια, από αυτές τις σελίδες: «Του χρόνου ελπίζω να προσπαθήσουμε σκληρότερα για […]